Η αναγκαιότητα της ποιμαντικής αντιμετώπισης του εθισμού στον τζόγο.

23 Μαρτίου 2020

Κατόπιν των παραπάνω διαπιστώσεων καθίσταται αυτονόητο πως οι ποιμένες της Εκκλησίας οφείλουν να μυσταγωγήσουν τον κάθε χριστιανό, στην προκειμένη δε περίπτωση τους εξαρτημένους παθολογικά από τον στοιχηματικό τζόγο, εκ της σκλαβιάς των παθών, στην ελευθερία των αρετών. Τα πάθη δεν ανήκουν στη φύση του ανθρώπου, αλλά αποτελούν παρά φύση καταστάσεις[(Μαντζαρίδης, 1991, σσ. 88-89) και (π. Αυγουστίδης, 1999, σ. 181)]. Είναι αρρώστιες που προσβάλλουν την ψυχική του υγεία. Το πάθος της κυβείας συναριθμείται από τον άγιο Ιωάννη Δαμασκηνό με τη γαστριμαργία, τη λαιμαργία, τη μοιχεία, την ασέλγεια, τη φιληδονία, την αιμομιξία και πολλά άλλα πάθη σε έναν μακρύ κατάλογο σωματικών παθών, τα οποία διαφθείρουν τον νου του ανθρώπου και ματαιώνουν κάθε προσπάθεια του να πλησιάσει το Θεό και να επιδοθεί στην καλλιέργεια των αρετών[1].

Η ηθική της Εκκλησίας όμως είναι ηθική της ελευθερίας (Μαντζαρίδης, 1991, σ. 115). Στοχεύει στην πρόσληψη και ανακαίνιση της κτιστής πραγματικότητας, την οποία αποσκοπεί να μεταμορφώσει σε καινή κτίση. Λειτουργεί ως ζύμη για τη μεταλλαγή, την αρμονία και την ενότητα των ανθρώπων και της κτίσης, έξω από κάθε ιδιοτέλεια, καιροσκοπισμό και εγκοσμιοκρατική αντίληψη(π. Καλλιακμάνης, 2005, σ. 209).

 Φορείς αυτού του έργου είναι οι ποιμένες της Εκκλησίας, οι οποίοι είναι εντεταλμένοι να επισυνάγουν, να περιφρουρούν και να διαφυλάσσουν τα λογικά πρόβατα του Χριστού εντός της ποίμνης της Εκκλησίας κατ’ εντολή του ιδίου. Καλούνται να επιτύχουν τη συγκατάβασή τους με σωστικό πνεύμα στις ανάγκες και τα προβλήματα των ανθρώπων και να δημιουργήσουν ως εμπνευστές της αγιοπνευματικής ζωής γέφυρες μεταξύ του κόσμου και του Ευαγγελίου. Είναι αυτοί που αναδεικνύονται με τη χάρη του Θεού σε πνευματικούς Πατέρες και θεραπευτές, οι οποίοι οφείλουν να επαγρυπνούν για τα πάσης φύσεως πάθη, τα οποία ταλανίζουν τα πνευματικά τους παιδιά και να επιδίδονται στην εξολόθρευσή τους, όταν διαπιστώσουν πως βρίσκονται σαν παραστάσεις και σπέρματα στις αποθήκες των αισθήσεών τους (Κορναράκης, Ι. και Σταυρόπουλος, Α., 1981, σ. 123).Αν λοιπόν, ισχύουν όλα τα παραπάνω και αφού ο εθισμός των ανθρώπων στον τζόγο συνιστά ένα επικίνδυνο και μάλιστα ευρέως διαδεδομένο πάθος, που φαλκιδεύει την ελευθερία του ανθρώπινου προσώπου, οι ποιμένες της Εκκλησίας οφείλουν να εργαστούν συστηματικά, προκειμένου να απελευθερώσουν τα πνευματικά τους τέκνα από τα δεσμά αυτού του επικίνδυνου πάθους και να τα χειραγωγήσουν στο δρόμο της εν Χριστώ ελευθερίας.

Η ποιμαντική αντιμετώπιση του φαινομένου οφείλει να συνδυάζει αρμονικά δύο παράλληλες ποιμαντικές στρατηγικές: Από τη μια πλευρά, η εφαρμογή μιας προληπτικής ποιμαντικής θα μπορούσε να οδηγήσει στη λήψη κάποιων προληπτικών μέτρων για την έγκαιρη και έγκυρη αντιμετώπιση του προβλήματος, πριν ακόμα αυτό ξεσπάσει. Από την άλλη, η Εκκλησία οφείλει να προσεγγίσει τους ήδη εθισμένους στον στοιχηματικό τζόγο ανθρώπους, τους οποίους καλείται να επανεντάξει στην ασφαλή ποίμνη του σώματος του Χριστού αλλά και στην κοινωνία ευρύτερα. Στις επόμενες ενότητες θα κατατεθούν κάποιες προτάσεις για την ποιμαντική αντιμετώπιση του προβλήματος του στοιχηματικού εθισμού, πολλές εκ των οποίων θα μπορούσαν να εφαρμοστούν και σε πολλές άλλες μορφές τζόγου.

Διαβάστε ολόκληρη τη μελέτη εδώ

Παραπομπή:

[1]«Σωματικὰ δὲ πάθη· γαστριμαργία, λαιμαργία, τρυφή, μέθη, λαθροφαγία, φιληδονία ποικίλη, πορνεία, μοιχεία, ἀσέλγεια, ἀκαθαρσία, αἱμομιξία, παιδοφθορία, κτηνοβατία, ἐπιθυμίαι κακαί, καὶ πάντα τὰ παρὰ φύσιν καὶ αἰσχρὰ πάθη, κλεψία, ἱεροσυλία, λῃστεία, φόνος, σωματικὴ ἄνεσις καὶ ἀπόλαυσις τῶν θελημάτων τῆς σαρκός, ὑγιαίνοντος μᾶλλον τοῦ σώματος, μαντεῖαι, μαγεῖαι, γοητεῖαι, οἰωνισμοί, κληδονισμοί, φιλοκόσμιαι, περπερείαι, βλακεῖαι, καλλωπισμοί, ἐπιτρίμματα προσώπων, ἡ κατακριτὸς ἀργεία, μετεωρισμοί, κυβεῖαι, ἡ ἐμπαθὴς τῶν τοῦ κόσμου ἡδέων παραχρῆσις, ἡ φιλοσώματος ζωή, ἤ τις παχύνουσα τὸν νοῦν, γεώδη καὶ κτηνώδη τοῦτον ἀποτελεῖ, καὶ οὐδέποτε πρὸς Θεόν, καὶ τὴν τῶν ἀρετῶν ἐργασίαν ἀνανεούσθαι ἑᾶ»: Ἰωάννη Δαμασκηνοῦ, περὶ ἀρετῶν καὶ κακιῶν, ψυχικῶν καὶ σωματικῶν, PG 95, 88C.