«Εις τα Περίχωρα της Αντιόχειας: το τελευταίο ποίημα του Κ. Π. Καβάφη»

29 Απριλίου 2020
kavafhs

pyramisnews.gr

ΕΙΣ ΤΑ ΠΕΡΙΧΩΡΑ ΤΗΣ ΑΝΤΙΟΧΕΙΑΣ

Σαστίσαμε στὴν Ἀντιόχειαν ὅταν μάθαμε

Τὰ νέα καμώματα τοῦ Ἰουλιανού.

Ὁ Ἀπόλλων ἐξηγήθηκε μὲ λόγου του, στὴν Δάφνη!

Χρησμὸ δὲν ἤθελε νὰ δώσει (σκοτισθήκαμε!),

σκοπό δὲν τὸ ‘χε νὰ μιλήσει μαντικῶς, ἄν πρῶτα

δὲν καθαρίζονταν τὸ ἐν Δάφνη τέμενός του.

Τὸν ἐνοχλοῦσαν, δήλωσεν, οἱ γειτονεύοντες νεκροί.

Στὴν Δάφνη βρίσκονταν τάφοι πολλοί. –

Ἕνας ἀπ’ τοὺς ἐκεῖ ἐνταφιασμένους

ἦταν ὁ θαυμαστός, τῆς ἐκκλησίας μας δόξα,

ὁ ἅγιος, ὁ καλλίνικος μάρτυς Βαβύλας.

Αὐτόν αἰνίττονταν, αὐτόν φοβοῦνταν ὁ ψευτοθεός.

Ὅσο τὸν ἔνιωθε κοντά, δὲν κόταε

νὰ βγάλει τοὺς χρησμούς του˙ τσιμουδιά.

(Τοὺς τρέμουνε τοὺς μάρτυράς μας οἱ ψευτοθεοί).

Ἀνασκουμπόθηκεν ὁ ἀνόσιος Ἰουλιανός,

νευρίασε καὶ ξεφώνιζε : «Σηκώστε, μεταφέρτε τον,

βγάλτε τον τοῦτον τὸν Βαβύλα ἀμέσως.

Ἀκοῦς ἐκεῖ; Ὁ Ἀπόλλων ἐνοχλεῖται.

Σηκῶστε τον, ἀρπάξτε τον εὐθύς.

Ξεθάψτε τον, πάρτε τον ὅπου θέτε.

Βγάλτε τον, διῶξτε τον. Παίζουμε τώρα;

Ὁ Ἀπόλλων εἶπε νὰ καθαρισθεῖ τὸ τέμενος.»

Τὸ πήραμε, τὸ πήγαμε τὸ ἅγιο λείψανον ἀλλοῦ˙

Τὸ πήραμε, τὸ πήγαμε ἐν ἀγάπη κ’ ἐν τιμῆ.

Κι ὡραῖα τωόντι πρόκοψε τὸ τέμενος.

Δὲν ἄργησε καθόλου, καὶ φωτιὰ

μεγάλη κόρωσε : μιὰ φοβερὴ φωτιά :

καὶ κάηκε καὶ τὸ τέμενος κι ὁ Ἀπόλλων.

Στάχτη τὸ εἰδωλο˙ γιὰ σάρωμα, μὲ τὰ σκουπίδια.

Ἔσκασε ὁ Ἰουλιανός καὶ διέδωσε –

τἰ ἄλλο θὰ ἔκαμνε – πὼς ἡ φωτιὰ ἦταν βαλτὴ

ἀπὸ τοὺς Χριστιανοὺς ἐμᾶς. Ἄς πάει νὰ λέει.

Δὲν ἀποδείχθηκε˙ ἄς πάει νὰ λέει.

Τὸ οὐσιώδες εἶναι ποὺ ἔσκασε.

Ο Αλεξανδρινός ποιητής Κωνσταντίνος Καβάφης λίγους μήνες πριν πεθάνει,  συγκεκριμένα μεταξύ Νοεμβρίου 1932 και Απριλίου 1933[1] (πέθανε στις 29 Απριλίου 1933, ημέρα των γενεθλίων του) έγραψε το τελευταίο ποίημα της ζωής του, το οποίο δεν πρόλαβε να το δημοσιεύσει σε μονόφυλλο[2], με τον τίτλο Εἰς τὰ περίχωρα τῆς Ἀντιοχείας έχοντας ως θέμα τον Ιουλιανό τον Παραβάτη και τη σύγκρουση του με του χριστιανούς της Αντιόχειας. Βέβαια ο Καβάφης μας έχει αφήσει και 25 ατελή, μισοτελειωμένα ποιήματα, τα οποία δούλευε μέχρι το τέλος της ζωή τους, και δεν πρόλαβε να τελειώσει[3], όμως επίσημα, ως τελευταίο της ζωής του, θεωρείται το Εἰς τὰ περίχωρα τῆς Ἀντιοχείας, εφόσον αυτό είναι το τελευταίο ολοκληρωμένο ποίημα που μας άφησε ο ποιητής.

 Ο Καβάφης έδειχνε μία ιδιαίτερη αγάπη για τους βυζαντινούς συγγραφείς και συγκεκριμένα για τον Γρηγορίο τον Ναζιανζηνό και τα κείμενα του, καθώς και για τον αυτοκράτορα Ιουλιανό, τον λεγόμενο Παραβάτη. Όχι μόνο είχε πει ο ίδιος ο ποιητής σε ανύποπτο χρόνο στον Τίμο Μαλάνο πως : «δυὸ ποιήματα ἐναυάγησαν γιατὶ δὲ βρῆκα Γρηγόριο Ναζιανζηνὸ»[4], και είχε δημοσιεύσει εγκωμιαστικό κείμενο για του βυζαντινούς ποιητές, μεταξύ των οποίων κορυφαία θέση κατέχει ο Ναζιανζηνός[5], αλλά και αφιέρωσε (7) επτά ποιήματα του στον Ιουλιανό τον Παραβάτη, «τον περισσότερο ἐμπαιζόμενο χαρακτήρα του» κατά το Γιώργο Σεφέρη[6] που σχολιάζεται έντονα στα κείμενα του Γρηγορίου Θεολόγου, του Ναζιανζηνού˙ για κανένα άλλο πρόσωπο δεν αφιέρωσε ο Καβάφης τόσα ποιήματα. Άλλωστε η Renata Lavagnini που σε μία πολύ σημαντική μελέτη της συγκέντρωσε όλα τα Ατελή ποιήματα του Καβάφη, δηλαδή τα ποιήματα που ο Αλεξανδρινός ποιητής δεν πρόλαβε να τελειώσει λόγω του θανάτου του, σημειώνει πως : «Τα ατελή ποιήματα του ποιητή επιβεβαιώνουν…το ενδιαφέρον του ποιητή για θέματα που το είχαν απασχολήσει για αρκετά χρόνια. Κυρίαρχη είναι η μορφή του Ιουλιανού του Αποστάτη, παρούσα στην ποίηση του Καβάφη από το 1896 (το ανέκδοτο ¨Ο Ιουλιανός εν τοις μυστηρίοις¨[7]) έως το 1933 (¨Εις τα περίχωρα τη Αντιοχείας¨). Ενώ το πρώτο ποίημα για τον Ιουλιανό που δημοσίευσε ο Καβάφης χρονολογείται στα 1923 (¨Ο Ιουλιανός ορών ολιγωρίαν¨), ανακαλύπτουμε τώρα ότι την ίδια χρονιά, είχε υπό κατασκευήν άλλα τρία ποιήματα για το ίδιο πρόσωπο, στα οποία θα προσθέτονταν, αργότερα, ακόμα δύο»[8]. Είναι προφανές πόσο προσέλκυε ο Ιουλιανός το ενδιαφέρον του ποιητή.

Το τελευταίο ποίημα του Αλεξανδρινού αναφέρεται σε ιστορικό περιστατικό του 362 μ.Χ., όπως μας το παραδίνει ο Σωκράτης, ιστορικός του 4ου μ.Χ. αιώνα. Βέβαια ακόμα και εδώ, πίσω από τους Αντιοχείς, «αἰσθάνεται κανεὶς – εἴτε τὸν εἶχε ὑπόψη του ὁ Καβάφης, εἴτε ὄχι – τὸν μεγάλο ἴσκιο τοῦ Ναζιανζηνοῦ»[9]. Ο Ιουλιανός επισκέπτεται την Αντιόχεια ως αυτοκράτωρ, όταν μαθαίνει πως οι ιερείς του Απόλλωνα δεν θέλουν να δώσουν χρησμό :

Χρησμὸ δὲν ἤθελε νὰ δώσει (σκοτισθήκαμε!)

αναφέρει χαρακτηριστικά ο ακριβής καβαφικός στίχος  

γιατί εκεί κοντά στο άλσος της Δάφνης, προάστιο της Αντιόχειας, ήταν θαμμένος ο μάρτυρας και επίσκοπος της Αντιόχειας Βαβύλας, που έζησε τον 3ο μ.Χ. αιώνα και η Εκκλησία εορτάζει τη μνήμη του στις 4 Σεπτεμβρίου[10]. Εκνευρισμένος ο Ιουλιανός διατάζει να μεταφέρουν οπωσδήποτε σε άλλο μέρος το λείψανο του. Πραγματικά οι χριστιανοί μεταφέρουν αλλού το λείψανο του μάρτυρα Βαβύλα, με τη συνοδεία δύο καβαφικών στίχων :

Τό πήραμε, τό πήγαμε τό ἅγιο λείψανον ἀλλοῦ.

Τό πήραμε, τό πήγαμε ἐν ἀγάπῃ κ’ ἐν τιμῇ.

αλλά και της γνωστής ειρωνείας του Αλεξανδρινού ποιητή :

Κι ὡραῖα τωόντι πρόκοψε τό τέμενος.

Όμως μέσα στη δίνη εκείνων των γεγονότων συνέβη κάτι αναπάντεχο : ξέσπασε μία μεγάλη φωτιά  

μιά φοβερή φωτιά :

Καί κάηκε καί τό τέμενος καί ὁ Ἀπόλλων.

Ο Ιουλιανός διέδωσε πως οι χριστιανοί έβαλαν τη φωτιά όμως

Ἄς πάει νά λέει.

Δέν ἀποδείχθηκε˙ ἀς πάει νά λέει.

Τό οὐσιῶδες εἶναι πού ἔσκασε.

Ο Καβάφης αναμφισβήτητα παίρνει το μέρος των χριστιανών – και μόνο μερικές εκφράσεις το φανερώνουν, όπως η δεύτερη παρένθεση του ποιήματος (Τοὺς τρέμουνε τοὺς μάρτυράς μας οἱ ψευτοθεοί) [11]– , όμως και δεν τους δικαιολογεί, αρνούμενος να δεχθεί πως υπάρχουν αθώοι στην ιστορία των ανθρώπων. Υπάρχουν μόνο άνθρωποι τρωτοί, με πάθη και δεινούς εγωκεντρισμούς, μεταξύ των οποίων είναι βέβαια και οι χριστιανοί. Δεν προσάπτει κάποια δικαιολογία εκ μέρους των χριστιανών, παρότι παίρνει το μέρος τους. Αντιθέτως λέγει δεικτικά πως δεν αποδείχθηκε τίποτα, αφήνοντας ένα υπονοούμενο πως μπορεί να την έβαλαν και οι χριστιανοί, υπογραμμίζοντας την ίδια ώρα και τη χαρά τους που τελικά έσκασε από το κακό του ο Ιουλιανός.

[Συνεχίζεται]

 

Άρθρο που δημοσιεύθηκε στο Φιλολογικό περιοδικό του Συνδέσμου Φιλολόγων Χανίων Θαλλώ, Χανιά, Φθινόπωρο 2009, τεύχος 17, σελ. 115 – 131.
[1] Δημήτρη Δασκαλόπουλου και Μαρίας Στασινοπούλου, Ο βίος και το έργο του Κ. Π. Καβάφη, εκδ. Μεταίχμιο 2002, σελ. 166.  
[2] Δημήτρη Δασκαλόπουλου και Μαρίας Στασινοπούλου, Ο βίος και το έργο του Κ. Π. Καβάφη, ο. π. σελ. 166˙ Γιώργου Σεφέρη, Δοκιμές, πρώτος τόμος (1936 – 1947), Ίκαρος, (19926), σελ. 450.
[3] Τέλλου Άγρα, Γραμματολογικά και άλλα δημοσιευμένο στο Κ. Π. Καβάφης κριτικές μελέτες παρουσίαση Γιώργου Πικρού, εκδόσεις Γιάννη Οικονόμου, σελ. 55˙ Κ. Π. Καβάφης Ατελή ποιήματα 1918 – 1932, Φιλολογική έκδοση και σχόλια Renata Lavagnini, (μετάφραση του εισαγωγικού σημειώματος από την Κατερίνα Τικτοπούλου), Ίκαρος, 20062, σελ. 15.
[4] Γιώργου Σεφέρη, Δοκιμές, πρώτος τόμος ο.π. σελ. 343. Πρβλ. Νίκου Ματσούκα, Για τον Ιουλιανό τον Παραβάτη εφτά ποιήματα του Καβάφη, δημοσιευμένο στο Μυστήριον ἐπὶ τῶν ἱερῶς κεκοιμημένων εκδ. Π. Πουρναρά, Θεσσαλονίκη 1992, σελ. 308.  
[5] Κ. Π. Καβάφη, Τα πεζά (1822; – 1931), φιλολογική επιμέλεια Μιχάλης Πιερής, Ίκαρος εκδοτική εταιρεία 2003, σελ. 58 – 63.    
[6] Γιώργου Σεφέρη, Δοκιμές, Α΄ τόμος ο. π. σελ. 359.
[7] Ποίημα όπου ο Καβάφης χρησιμοποιεί αυτούσια τη διήγηση του Γρηγορίου του Θεολόγου, παρότι η ίδια διήγηση υπάρχει και στον ιστορικό Σωζομενό, όμως παρέχει πολύ λίγες πληροφορίες Βλ. για το θέμα Νίκου Ματσούκα, Για τον Ιουλιανό τον Παραβάτη εφτά ποιήματα του Καβάφη, δημοσιευμένο στο Μυστήριον ἐπὶ τῶν ἱερῶς κεκοιμημένων εκδ. Π. Πουρναρά, Θεσσαλονίκη 1992, σελ. 307 – 308, όπου υπάρχουν και ακριβείς παραπομπές στα κείμενα του Σωζομενού και του Γρηγορίου του Θεολόγου.
[8] Κ. Π. Καβάφης Ατελή ποιήματα 1918 – 1932, Φιλολογική έκδοση και σχόλια Renata Lavagnini, (μετάφραση του εισαγωγικού σημειώματος από την Κατερίνα Τικτοπούλου), Ίκαρος, 20062, σελ. 42.    
[9] Γιώργου Σεφέρη, Δοκιμές, ο. π. σελ. 450 – 451.
[10] Νίκου Ματσούκα, Για τον Ιουλιανό τον Παραβάτη εφτά ποιήματα του Καβάφη, ο.π. σελ. 325. Μάλιστα ο Βαβύλας είχε ταφεί στο άλσος της Δάφνης με εντολή του Γάλλου, ετεροθαλούς αδερφού του Ιουλιανού : βλ. Γ. Π. Σαββίδη, Κ. Π. Καβάφη, Τα Ποιήματα (1919 – 1933), (19975), Ίκαρος Εκδοτική Εταιρία, σελ. 154.
[11] Κατά την προσωπική μου γνώμη το ότι ο ποιητής τάσσεται με το μέρος των χριστιανών φαίνεται καθαρά και από τρία ακόμα σημεία
α) από τη χρησιμοποίηση του πρώτου πληθυντικού :
«Σασίσταμε στὴν Ἀντιόχειαν ὅταν μάθαμε
Τὰ νέα καμώματα τοῦ Ἰουλιανού….
Στὴν Δάφνη βρίσκονταν τάφοι πολλοί. –
Ἕνας ἀπ’ τοὺς ἐκεῖ ἐνταφιασμένους
ἦταν ὁ θαυμαστός, τῆς ἐκκλησίας μας δόξα,
ὁ ἅγιος, ὁ καλλίνικος μάρτυς Βαβύλας….
Τὸ πήραμε, τὸ πήγαμε τὸ ἅγιο λείψανον ἀλλοῦ˙
Τὸ πήραμε, τὸ πήγαμε ἐν ἀγάπη κ’ ἐν τιμῆ.
β) από το χαρακτηριστικό στίχο, απάντηση στους ιερείς του Απόλλωνα που δεν έδιναν χρησμό στο άλσος της Δάφνη, : Χρησμὸ δὲν ἤθελε νὰ δώσει (σκοτισθήκαμε!). Το (σκοτισθήκαμε!) γραμμένο και μέσα σε παρένθεση και με θαυμαστικό, δίνει το στίγμα της ειρωνικής διάθεσης του ποιητή εναντίον των ιερών του Απόλλωνα καθώς και της ταύτισης του με τους χριστιανούς, και   
γ) από το συνολικό πνεύμα του ποιήματος όπου διακρίνεται η αγωνία του αφηγητή (που δεν είναι άλλος από τον ίδιο τον ποιητή) για την εξέλιξη των γεγονότων και τη συμπεριφορά που θα κρατήσει ο αυτοκράτορας απέναντι στους χριστιανούς, καθώς και η λύτρωση του για το γεγονός ότι δεν αποδείχθηκε πως η φωτιά προκλήθηκε από τους χριστιανούς.