Η ενορία ως εργαστήρι θεραπείας των εξαρτήσεων με αφορμή τον ηλεκτρονικό τζόγο

22 Απριλίου 2020

Με γνώμονα αυτό το πνεύμα και δεδομένου ότι η ενορία αποτελεί  εργαστήρι αγιότητας, η ένταξη κάποιου ως μέλους αυτής της κοινότητας δεν τον προτρέπει απλά  και μόνο σε έναν διαρκή αγώνα αυτογνωσίας με στόχο τη συνεχή επίγνωση, πάταξη και θεραπεία των παθών του. Τον καθιστά παράλληλα ικανό να ανακαλύψει και να εκτιμήσει τα «τάλαντα», τις κλίσεις, τις δεξιότητες και αρετές του, τις οποίες καλείται να καλλιεργήσει επ’ ωφελεία τόσο του εαυτού του, όσο και του ιδίου του εκκλησιαστικού σώματος, στη ζωή και λειτουργία του οποίου συμπράττει και ο ίδιος. Την αποτυχία των κοινωνικών θεσμών να ανταποκριθούν στον κοινωνικοποιητικό τους ρόλο οφείλει να αναπληρώσει εν προκειμένω η ενορία, η οποία αποτελεί την «όντως» κοινωνία, η οποία προσβλέπει να εντάξει το άτομο στο πλέγμα των μεταμορφωτικών της σχέσεων και έτσι να αναδειχτεί όχι μόνο ως εργαστήρι αγιότητας αλλά ταυτόχρονα και ως φορέας πολιτισμού. 

Μ’ αυτόν τον τρόπο η ενοριακή ζωή θα λειτουργήσει ως γέφυρα επανακοινωνικοποίησης του «εξαρτημένου» εκ του στοιχηματικού τζόγου ανθρώπου, γεγονός που αποκτά ακόμα μεγαλύτερη σημασία αν λάβουμε υπόψη μας ότι η μοναξιά και η κοινωνική απομόνωση είναι χαρακτηριστικά στάδια της πορείας της ασθένειας του «παθολογικού τζόγου»[Σύμφωνα με σχετικές έρευνες που διεξήχθηκαν στη Φιλανδία για τη μελέτη της διαταραχής του τζόγου αποδείχτηκε ότι τα άτομα τα οποία εμφάνισαν συμπεριφορές εξάρτησης από τον «προβληματικό τζόγο» δηλώσαν ότι αισθάνονται το συναίσθημα της μοναξιάς και της κοινωνικής απομονώσης πολύ πιο συχνά σε σχέση άκομα και με άλλες ομάδες ενασχόλησης με τον τζόγο:Castrén, Basnet, Salonen (κ.α.), 2013, σ. 6]. Δεν είναι μάλιστα, σπάνια και η εγκατάλειψη του «εξαρτημένου» ανθρώπου από τους οικείους του, λόγω του κοινωνικού στιγματισμού, ή της οικονομικής και ηθικής εξάντλησης στην οποία οδηγούνται οι τελευταίοι. Αυτό είναι φυσικό επόμενο αν λάβουμε υπόψη μας ότι ο κάθε μορφής τζόγος απευθύνεται σε υποτιθέμενα ευφυή αλλά μοναχικά άτομα, που χαρακτηρίζονται από αδυναμία εξωτερίκευσης των προβλημάτων και συναισθημάτων τους, και ως εκ τούτου δεν μπορούν να επικοινωνήσουν επαρκώς με τους άλλους.

Πέραν της λατρευτικής ζωής αυτού του σώματος και κυρίως της ευχαριστιακής σύναξης, η οποία αποτελεί το κορυφαίο γεγονός της ζωής του, οι εκκλησιαστικές τέχνες, όπως η αγιογραφία, η ψαλτική, ή η χειροτεχνία, οι προσκυνηματικές εκδρομές της ενορίας, οι κατασκηνώσεις, οι εκθέσεις βιβλίων ή η διοργάνωση εκδηλώσεων ποικίλου περιεχομένου με τη συμμετοχή φορέων της κοινωνίας και του πολιτισμού, μπορούν να προκαλέσουν το ενδιαφέρον ενός εθισμένου στον τζόγο ανθρώπου και ταυτόχρονα να του απευθύνουν ένα δυναμικό προσκλητήριο για τον εντοπισμό και την καλλιέργεια ενδεχόμενων κλίσεών του. Η σταδιακή ενασχόληση του στοιχηματικού «παίκτη» με όλες τις παραπάνω η άλλες δημιουργικές δραστηριότητες θα αναστείλει το επώδυνο αίσθημα της απομόνωσης που βιώνει, ενώ ταυτόχρονα θα τον βοηθήσει στην κατεύθυνση της βαθμιαίας διακοπής του τζόγου, η οποία τελικά δεν αποκλείεται να τον βοηθήσει αποφασιστικά στον απεγκλωβισμό του και τη μακροχρόνια αποχή του από πάσης φύσεως τυχερά παιχνίδια.

Πρέπει μάλιστα να λάβουμε υπόψη μας ότι η πολιτιστική, καλλιτεχνική και εν γένει πνευματική ζωή των ελληνικών επαρχιών σήμερα ατονεί ή μαραζώνει, λόγω της βαθιάς οικονομικής κρίσης που πλήττει τη χώρα μας. Το φαινόμενο αυτό γίνεται ακόμα πιο έντονο κατά τους χειμερινούς μήνες, κατά τους οποίους οι ακραίες καιρικές συνθήκες εγκλωβίζουν τους ανθρώπουν στα σπίτια τους και τους κατευθύνουν στην καλλιέργεια κοινωνικότητας συγκεκριμένου τύπου. Η θέα άδειων δρόμων ή άδειων πλατειών διακόπτεται από ασφυκτικά γεμάτα καφενεία, στα οποία συνωστίζονται άνθρωποι κάθε ηλικίας, μικρότεροι και γεραίτεροι, προκειμένου να παρακολουθήσουν στο καφενείο του χωριού τους ποδοσφαιρικούς αγώνες της Κυριακής και να «ρεφάρουν» τη στοιχηματική ήττα της προηγούμενης Κυριακής με ένα πιο επικερδές αυτή τη φορά «κουπόνι».

Υπάρχουν βέβαια περιπτώσεις, κατά τις οποίες οι τοπικοί φορείς αναλαμβάνουν σημαντικές πρωτοβουλίες για τη διοργάνωση τοπικών εορτών και πανηγύρεων, που προσφέρουν κάποια διέξοδο για ψυχαγωγία στους κατοίκους κάποιας απομακρυσμένης περιοχής και έρχονται να περιορίσουν το αίσθημα εγκατάλειψης και κοινωνικής απομόνωσής τους. Όλες αυτές οι εκδηλώσεις όμως, πραγματοποιούνται ως επί το πλείστον κατά το θέρος, δεν επικεντρώνονται πάντοτε στα ιδιαίτερα πνευματικά ή καλλιτεχνικά ενδιαφέροντα των νέων, που είναι και οι πιο επιρρεπείς στο τζόγο και άρα, είναι αποσπασματικές. Οι αναζήτησεις, οι οποίες απορρέουν από την ηλικία τους και τα στοχευμένα ενδιαφέροντά τους, μένουν σε αρκετές περιπτώσεις ανικανοποίητες. Έτσι, αναπόφευκτα βρίσκουν τροφή στη στέγη του διαδικτύου, οι παγίδες του οποίου καθίστανται προφανείς. Αυτές οι διαπιστώσεις συνδέονται άμεσα με τα συμπεράσματα πρόσφατων ερευνών που βλέπουν το φως της δημοσιότητας, σύμφωνα με τα οποία ο διαδικτυακός τζόγος έχει μεγαλύτερη διείσδυση στην περιφέρεια απ’ ό, τι στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη. Οι κάτοικοι αυτών των περιοχών και ειδικά οι νέοι, ίσως μετατρέπονται σε μανιώδεις παίκτες του στοιχηματικού τζόγου  λόγω της εύλογης αδυναμίας της τοπικής κοινωνίας, μέλη της οποίας είναι και οι ίδιοι, να θρέψει τις όποιες αναζητήσεις τους με αξιοσημείωτες πολιτιστικές παρεμβάσεις και την προσφορά συμβατών προς τα ενδιαφέροντά τους «πολιτιστικών αγαθών».

Οι επίσκοποι παραμεθόριων  περιοχών, αλλά και γενικότερα οι ποιμένες της Εκκλησίας, η οποία τυγχάνει, όπως αποδείχθηκε, συντελεστής, δημιουργός και συνδιαμορφωτής του πολιτισμού, οφείλουν να λάβουν πολύ σοβαρά υπόψη τους τις παραπάνω διαπιστώσεις στη σχεδιαζόμενη για την αντιμετώπιση του στοιχηματικού τζόγου ποιμαντική στρατηγική της Εκκλησίας, προσφέροντας στο ποίμνιό τους ποικίλες ευκαιρίες πολιτισμού. Η διοργάνωση μουσικών συναυλιών ή η θεσμοθέτηση ενός ετήσιου μουσικού φεστιβάλ με την πρόσκληση αξιόλογων ελλήνων ή και ξένων καλλιτεχνών, που αντιπροσωπεύουν ένα ευρύ φάσμα του πενταγράμμου, ενδεχομένως θα ανταποκρίνονταν στα μουσικά ενδιαφέροντα των νέων ανθρώπων. Ταυτόχρονα, η προβολή ανά τακτά διαστήματα σε ειδικά διαμορφωμένες αίθουσες, γιατί όχι και της ίδιας της ενορίας κάποιου μικρού χωριού ή μιας απομακρυσμένης κωμόπολης, κινηματογραφικών ταινιών που ψυχαγωγούν και διδάσκουν, η φιλοξενία κάποιας έκθεσης ζωγραφικής ή φωτογραφίας, στην οποία θα προσκαλούνταν και οι ίδιοι οι κάτοικοι μιας περιοχής να μετέχουν με τα έργα τους έναντι ενός επάθλου και η ενθάρρυνση του προσκυνηματικού τουρισμού, με τη διοργάνωση επισκέψεων σε μνημεία και χώρους θρησκευτικής ή ευρύτερης πολιτιστικής σημασίας και σε συναφείς εκδηλώσεις θρησκευτικού περιεχομένου, αποτελούν μόνο κάποιες από τις πολλές ευκαιρίες πολιτισμού που θα μπορούσαν να ενεργοποιηθούν με τη μέριμνα του επιχώριου επισκόπου, προκειμένου να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα της κοινωνικής και πολιτιστικής απομόνωσης των νέων στις ημιαστικές η αγροτικές ενορίες παραμεθόριων μητροπόλεων.

Διαβάστε ολόκληρη τη μελέτη εδώ