Η φύση της Εκκλησίας και η ανάδειξη του μυστηριακού χαρακτήρα της
7 Απριλίου 2020Το σώμα της Εκκλησίας δεν αποτελεί μια στατική περιοχή ταυτισμένη με μια ιστορική φάση ή με μια τοπική και χρονική διάσταση[1]. Είναι κάτι το ευρύτερο και δυναμικό και απλώνεται σε ολάκερη την κτίση, αισθητή, ιστορική και νοητή, η οποία μετέχει στην άκτιστη δόξα της βασιλείας του Θεού. Η ίδια λοιπόν η κτίση είναι Εκκλησία μέσα στην οποία συντελείται η αποκάλυψη του Θεού δια των διαρκών θεοφανειών, μέσω των οποίων αναδεικνύεται το χαρισματικό σώμα της εκκλησιαστικής κοινότητος[2], το οποίο δεν μπορεί να χωριστεί ούτε από την κτίση, αλλά ούτε κι από την ιστορία.
Αυτή η πραγματικότητα είναι η οικοδομή και η σύναξη του σώματος του Χριστού με την διαρκή παρουσία των χαρισματικών φορέων διακονίας, η οποία εκφράζεται μέσω της λειτουργικής ενότητας[3] των μελών της[4], της εν Χριστώ αγάπης[5] και της ποικιλίας των χαρισμάτων, ως δωρεών του Αγίου Πνεύματος[6].
Στην προκειμένη λοιπόν περίπτωση η δράση της Εκκλησίας συντελείται και καρποφορεί στο χώρο των λαών, στον πολιτισμό τους[7] και σε συγκεκριμένες μορφές ζωής καταδεικνύοντας τον ιστορικό και εσχατολογικό χαρακτήρα της αποκάλυψης, καθώς και τη μεταμορφωτική δόξα[8] της λειτουργικής και ασκητικής ζωής και επιζητά προοδευτικά τη σωτηρία της κτίσης και της ιστορίας και κατά συνέπεια τη μεταμόρφωση του κόσμου[9]. Αυτό εν τέλει είναι και το οικουμενικό φρόνημα της Εκκλησίας που εκφράζεται δια της συνεχούς και διαρκούς ζωντανής αποκαλύψεως ενός βιωματικού τρόπου ζωής, συνδυάζοντας την πράξη και την θεωρία[10], τον βίο και τον λόγο[11], το πλήρωμα της αληθείας, της αγαθότητας και της προόδου, διατηρώντας και αυξάνοντας τους καρπούς της ενότητας και θεραπεύοντας τα παρουσιαζόμενα τραύματα της διαίρεσης[12]. Ως εκ τούτου, και ο χαρακτήρας της σωτηρίας την οποία και ευαγγελίζεται η Εκκλησία είναι θεραπευτικός και εν ταυτώ απολυτρωτικός[13].
Αυτή η πραγματικότητα της Εκκλησίας, ως αληθινό θεραπευτήριο[14], πορεύεται στην ιστορία και δέχεται όλους τους ανθρώπους, είτε αυτοί είναι άγιοι, είτε αμαρτωλοί και πλανεμένοι[15], προκειμένου να τους θεραπεύσει[16], να τους αγιάσει[17] και να τους καταστήσει αγίους και κατά χάριν θεούς και μετόχους στην αιώνια ζωή του Θεού[18]. Αυτή είναι η καθολικότητα[19] και η οικουμενικότητά της που αποτελεί και το βασικό γνώρισμά της, διότι καθώς είναι σώμα Χριστού περιέχοντας τα πάντα, κατά συνέπεια και η φύση της είναι καθολική[20]. Η καθολικότητα αυτή, ως οικουμενική έκταση της Εκκλησίας, αλλά και η διαχρονικότητά της θεμελιώνονται στον Χριστό[21], ο οποίος ανακεφαλαιώνει[22] εν Εαυτώ τα πάντα και μένει εις τον αιώνα.
Διαβάστε ολόκληρη τη μελέτη εδώ