Ο νεοειδωλολατρικός χαρακτήρας του σύγχρονου «δυτικού» προτύπου διατροφής

14 Απριλίου 2020

Στις τέσσερις περίπου τελευταίες δεκαετίες έχει υιοθετηθεί, δυστυχώς σε μεγάλο ποσοστό, από τον ελληνικό πληθυσμό, το «δυτικό» (αμερικάνικο) πρότυπο διατροφής, γνωστό και ως διατροφικό πρότυπο του «γρήγορου και πρόχειρου» φαγητού (fast food). Το διατροφικό αυτό πρότυπο διαφοροποιείται σημαντικά από τις αρχές και τα χαρακτηριστικά της κρητικής/ελληνικής παραδοσιακής διατροφής, πάνω στην οποία βασίστηκε το υγιεινό πρότυπο της παραδοσιακής Μεσογειακής Διατροφής ή παραδοσιακής Μεσογειακής Δίαιτας.

Το άγχος, η κατάθλιψη, η ανεργία, τα ωράρια εργασίας, τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, και η ελλειμματική διατροφική παιδεία, αποτελούν μερικούς από τους βασικούς παράγοντες που συνέβαλλαν στην υιοθέτηση του. Το πρότυπο αυτό χαρακτηρίζεται κυρίως από αυξημένη κατανάλωση κόκκινου και επεξεργασμένου κρέατος, υψηλών σε λιπαρά γαλακτοκομικών προϊόντων, επεξεργασμένων δημητριακών, αλατιού, ζάχαρης, γλυκών και αναψυκτικών, επεξεργασμένων σε υψηλές θερμοκρασίες σπορέλαιων, πρόσθετων τροφίμων (συντηρητικά, χρωστικές, κ.ά.), ενώ περιορισμένη είναι η κατανάλωση φρούτων, λαχανικών και οσπρίων. Η υψηλή πρόσληψη κορεσμένων και υδρογονωμένων (ή τρανς / trans) λιπαρών οξέων, όπως και απλών υδατανθράκων, ο υψηλός λόγος ω6:ω3 πολυακόρεστα λιπαρά οξέα (περίπου 10-20:1 αντί του 1-2:1) και η χαμηλή πρόσληψη διαιτητικών (φυτικών) ινών, αντιοξειδωτικών ουσιών και βιταμινών που χαρακτηρίζουν τη δίαιτα δυτικού τύπου, εξηγούν σε μεγάλο βαθμό τη ραγδαία αύξηση των καρδιαγγειακών, νεοπλασματικών, μεταβολικών και άλλων διατροφοεξαρτώμενων νοσημάτων στους λαούς που έχουν υιοθετήσει το πρότυπο αυτό (ή παρόμοιο με αυτό) διατροφής.

Σημαντική θέση στο δυτικό πρότυπο διατροφής καταλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, εύγευστα επεξεργασμένα τρόφιμα χαμηλής θρεπτικής αξίας, πλούσια σε θερμίδες («θερμιδικές βόμβες») και εύκολα προσβάσιμα, όπως π.χ. χάμπουργκερ, πίτσες, σάντουιτς, σαλάμια, ζαμπόν, μπέικον, λουκάνικα, «hot dogs», προσούτο, επεξεργασμένα σνακ και γλυκά (μπισκότα, τυρόπιτες, πατατάκια, ντόνατς, κ.ά.), που έχουν αντικαταστήσει δυστυχώς μεγάλο μέρος των υγιεινών τροφών και έχουν ενταχθεί στις καθημερινές συνήθειες των ανθρώπων.

Δεν είναι εξάλλου εύκολο να αντισταθεί κάποιος στις διατροφικές προτάσεις που διαθέτουν ωραία εμφάνιση, υπέροχη γεύση και χαμηλό κόστος, πωλούνται παντού και διαφημίζονται ποικιλοτρόπως, ακόμα κι αν γνωρίζει ότι είναι ανθυγιεινές! Για τις τροφές αυτές ισχύει ακριβώς αυτό που υποστήριζε ο πατέρα της ιατρικής Ιπποκράτης ο Κώος (460-377 π.Χ.) αιώνες πριν: «η τροφή δεν είναι τροφή, αν δεν έχει τη (θρεπτική) δύναμή της. Ό,τι δεν είναι τροφή γίνεται τροφή, αν μπορεί να θρέψει. Στην πρώτη περίπτωση είναι στο όνομα τροφή, στην πραγματικότητα όμως όχι. Στη δεύτερη περίπτωση είναι τροφή στην πραγματικότητα κι όχι στο όνομα».1 Το πρότυπο αυτό εξασφαλίζοντας στο σύγχρονο φιλήδονο άνθρωπο την αισθητηριακή απόλαυση και ηδονή που διαρκώς αναζητά και επιδιώκει, προκειμένου να καλύψει, έστω και παροδικά, τα ψυχοσυναισθηματικά του κενά, μπορεί να τον οδηγήσει σε παθολογικές διατροφικές συμπεριφορές, χαρακτηριζόμενες συνήθως από υπερφαγία (πολυφαγία) ή ακόμα και από «εθισμό στην τροφή» (food addiction),2-5 αλλά και να θέσει σε κίνδυνο την ψυχοσωματική του υγεία γενικότερα.

Για το γεγονός αυτό ευθύνεται κυρίως ο νευροβιολογικός μηχανισμός παραγωγής της νευροδιαβιβαστικής ουσίας ντοπαμίνη (dopamine, DA) στον εγκέφαλο στο πλαίσιο ενεργοποίησης του νευρωνικού (μεσομεταιχμιακού) κυκλώματος της ανταμοιβής ή επιβράβευσης του εγκεφάλου (reward system).2,3 Πιο συγκεκριμένα, η κατανάλωση τροφών υψηλής ενισχυτικής αξίας, όπως είναι π.χ. οι επεξεργασμένες πλούσιες σε ζάχαρη, λίπος και αλάτι, τροφές, μπορεί να προκαλέσει στον άνθρωπο, λόγω της αυξημένης απελευθέρωσης DA στον επικλινή πυρήνα του εγκεφάλου, τόσο ισχυρά συναισθήματα ευφορίας, ικανοποίησης και ευχαρίστησης, ώστε αυτός να θέλει να επαναλαμβάνει τη συγκεκριμένη διατροφική συμπεριφορά («κυνηγητό» παρόμοιας ανταμοιβής), συνήθως κάθε φορά που αντιμετωπίζει κάποιο ψυχοσυναισθηματικό πρόβλημα, προκειμένου να βιώσει ξανά, έστω και παροδικά, την ίδια ευχάριστη εμπειρία («εθισμός»).

Είναι φανερό ότι όσο πιο σύνθετο είναι το τροφικό ερέθισμα, ως προς τη χημική του σύνθεση (κατάλληλοι γευστικοί συνδυασμοί), ως προς τις εναλλαγές της υφής του (τραγανό / μαλακό), ως προς την εξωτερική του εμφάνιση και ως προς τη διαθεσιμότητά του (τρόφιμο που δε συναντάμε συχνά ενδέχεται να γίνεται πιο ελκυστικό λόγω της σπανιότητάς του), τόσο πιο «λαχταριστό» και «εθιστικό» αυτό γίνεται, σε σύγκριση με τα απλά τροφικά ερεθίσματα, καθώς η παραγωγή DA από την έντονη προκληθείσα διέγερση του κυκλώματος ανταμοιβής και κατά συνέπεια το αίσθημα της απόλαυσης που αυτό προσφέρει είναι αρκετά υψηλότερο.5

Κατανοούμε, λοιπόν, ότι ένα τέτοιο πρότυπο διατροφής, που οι περισσότερες βιομηχανίες τροφίμων («βιομηχανίες πειρασμών») προωθούν, όχι μόνο εξαπατά τον ανυποψίαστο σύγχρονο άνθρωπο, εθίζοντας τον προοδευτικά στη συχνή κατανάλωση, επικίνδυνων για την ψυχοσωματική του υγεία, «ελκυστικών», «λαχταριστών» και «απολαυστικών» διατροφικών σκουπιδιών υψηλής θερμιδικής και ενισχυτικής αξίας, αλλά και γίνεται πύλη εισόδου στην ανθρώπινη ψυχή της αμαρτίας, των παθών («εθισμών») της γαστριμαργίας/λαιμαργίας και των γεννημάτων τους που οδηγούν στον ψυχοσωματικό θάνατο (ηδονή ® οδύνη ® ηδονή).4,6-9 Δυστυχώς στο πρότυπο αυτό διατροφής η επικράτηση της ηδονής καλύπτει την άμεση αίσθηση της οδύνης, με αποτέλεσμα ο εξαπατημένος άνθρωπος να μην αντιλαμβάνεται έγκαιρα τον κίνδυνο που διατρέχει, όπως και την αναγκαιότητα «μετάνοιας» του, αλλαγής δηλαδή του τρόπου σκέψης του («μεταβολή νοός»), και υιοθέτησης υγιεινότερων διατροφικών συνηθειών.

Το δυτικό πρότυπο διατροφής που μας προωθούν είναι αναμφίβολα ξένο προς την Αγιογραφική και Ορθόδοξη Πατερική μας Παράδοση, αφού καθιστά την τροφή κύριο μέσο επίτευξης απόλαυσης και ηδονής («ἐσθίειν διά τήν ἡδονή»), οδηγεί τους Χριστιανούς «τῷ Κυρίῳ ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστῷ μή δουλεύωσι, ἀλλά τῇ ἑαυτῶν κοιλίᾳ» (Ρωμ. 16,18), καταντά αυτούς εχθρούς τοῦ Σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ «ὧν τό τέλος ἀπώλεια, ὧν ὁ Θεός ἡ κοιλία καί ἡ δόξα ἐν τῇ αἰσχύνῃ αὐτῶν, οἱ τά ἐπίγεια φρονοῦντες» (Φιλιπ. 3,18-19) και τους απομακρύνει από την γνήσια και αληθινή ηδονή των πνευματικών αγαθών, την ηδονή δηλαδή που αρμόζει στη λογική αθάνατη ψυχή και διαμένει αιωνίως.9

Ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης αναφέρει χαρακτηριστικά ότι: «η απόλαυση μέσω της γεύσεως θα μπορούσε να πει κανείς πως είναι η μητέρα όλων των κακών∙ γιατί ποιος δεν γνωρίζει ότι ρίζα σχεδόν όλων των πλημμελημάτων του βίου είναι η ασχολία με το λαιμό; Γιατί απ’ αυτόν εξαρτάται η τρυφή, η μέθη, η λαιμαργία, η ασωτία σχετικά με τη δίαιτα, η πληθώρα, ο κορεσμός, τα συμπόσια, η κτηνώδης και παράλογη τάση για τα πάθη της ατιμίας».10 Το δυτικό πρότυπο διατροφής αποτελεί, κατά την άποψη μου, ένα νοσογόνο και δυνητικά θανατηφόρο, εξαπατητικό, εθιστικό και νεοειδωλολατρικό πρότυπο διατροφής, που θεοποιεί την τροφή και διαστρέφει τον ορθό τρόπο χρήσης της και τον σκοπό καταναλώσεώς της. Αποτελεί ένα πρότυπο διατροφής προς αποφυγή και όχι προς μίμηση! Οι μιμητές του είναι «αυτοί που δεν γεύτηκαν τη Χάρη του Παρακλήτου και επιζητούν οπωσδήποτε να γλυκαίνονται από την ηδονή της γαστριμαργίας/λαιμαργίας».11

Βιβλιογραφία

  1. Ἱπποκράτης, Ἅπαντα 6, Διαιτητική – Θεραπευτική 2, «Περί τροφῆς» §21, ἐκδ. Κάκτος, Ἀθήνα 1992, σελ. 181.
  2. Wieland D.M., “Food addiction: A new mental health disorder?” J Psychosoc Nurs Ment Health Serv. 57 (2019), σελ. 3-5.
  3. Ξυράφη Ε., Εθισμός στην τροφή: Προσαρμογή και μελέτη της εγκυρότητας του ερωτηματολογίου Yale Food Addiction Scale σε ελληνικό πληθυσμό, Μεταπτυχιακή εργασία, Ιατρική Σχολή Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, Αθήνα 2019.
  4. Mazokopakis E.E., “Food addiction in the Christian Patristic Tradition”, Eat Weight Disord. 2020 (Υπό δημοσίευση).
  5. Εμμανουηλίδου Κ., Ψυχολογία της διατροφής. Πώς οι διατροφικές συνήθειες αντανακλούν τον συναισθηματικό μας κόσμο, εκδ. Μεταίχμιο, Αθήνα 2011.
  6. Mazokopakis E., “Eating disorders are described as «psychosomatic passions» in the Christian Patristic Tradition”, Braz J Psychiatry 42 (2020), σελ. 225–226.
  7. Πρβλ. Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, Ὁμιλίαι εἰς Γένεσιν, 1, 4, PG 53, 25: «Η ηδονή φτάνει μέχρι το φάρυγγα και τα χείλη και δεν προχωρεί περαιτέρω. Η μεν ηδονή είναι βραχεία και πρόσκαιρος, ο δε πόνος συνεχής και χωρίς τέλος».
  8. Larchet J-C, θεραπευτική τν πνευματικν νοσημάτωνΕσαγωγή στήν σκητική παράδοση τς ρθοδόξου κκλησίας, τόμ. Α΄, μετάφραση: Χρίστος Κούλας, ἐκδ. Ἀποστολική Διακονία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, Ἀθῆναι 2011, σελ. 243-255.
  9. Εὐσεβίου (Βίττη), Ἡδονή δύνη. διπλός καρπός τῆς αἰσθήσεως: ὑπαρξιακός ἄξονας ἡδονής-ὀδύνης καί ὑπέρβασή του: Νηπτική ἁγιοπατερική θεώρηση, ἐκδ. Ἀκρίτας, Ἀθήνα 20054.
  10. Γρηγορίου Νύσσης, Εἰς τὴν Προσευχήν, Λόγος Ε’, PG 44, 1185CD.
  11. Ἰωάννου τοῦ Σιναῒτου, Κλῖμαξ, Λόγος ΙΔ΄, Περὶ γαστριμαργίας (Περὶ τῆς παμφίλου καὶ δεσποίνης πονηρᾶς γαστρός), PG 88, 872Α.