Ρούπελ. «Ότι τα οχυρά παραδίδονται μόνον όταν κυριευθώσιν παρά του αντιπάλου»

30 Απριλίου 2020

Το ΡΟΥΠΕΛ είναι ένα από τα εικοσιένα συγκροτήματα οχυρών που κατασκευάσθηκαν. Αποτελείτο από πολλά στεγανά συγκροτήματα και μερικά μεμονωμένα έργα που εκτείνονται σε μέτωπο 2.500 μέτρων. Περιελάμβανε 123 επιφανειακά έργα, από τα οποία 13 νωτιαίας άμυνας και οι υπόγειες στοές του είχαν ανάπτυγμα 6.100 μέτρα.

Ο οπλισμός του αποτελείτο από:

– 2 πυροβόλα 75 χιλιοστών
– 5 A/T των 37 χιλιοστών
– 1 Α/Α των 20 χιλιοστών
– 5 όλμων 81 χιλιοστών
– 85 πoλ/λα πλην των εφεδρικών
– 25 οπλοπολυβόλων και
– 53 βομβιδοβόλα, εκτός από τον οπλισμό της φρουράς (που ανήρχετο σε 27 Αξιωματικούς και 950 περίπου οπλίτες) και στοίχισε συνολικά μαζί με το οχυρό ΟΥΣΙΤΑ 111.540.000 δρχ.

Ανχης Δουράτσος Γεώργιος, διοικητής Ρούπελ.

Δυτικά πλαισιωνόταν από το οχυρό Παλιουριώνες (απόσταση 1.500 μ) και αριστερά από το οχυρό Kαρατάς (απόσταση 2.500 μ). Ανάμεσα στο Ρούπελ και Καρατάς οργανώθηκε με έργα εκστρατείας το κέντρο αντιστάσεως ΚΑΠΙΝΑ – ΓΙΑΚΟΥΠΟΒΙΤΣΑ και κατείχετο από το ΙΙ/81 Τάγμα πεζικού. Η Γερμανική διοίκηση εστίασε την κύρια προσπάθειά της στην διάνοιξη της στενωπού Ρούπελ, παράλληλα με τις ενέργειές της σε άλλου τομείς και τοποθεσίες. Έτσι απέναντι από την τοποθεσία του Μπέλες και του Ρούπελ είχαν παραταχθεί οι 5η και 6η Μεραρχίες ορεινού αγώνα καθώς και το 125 ανεξάρτητο Σύνταγμα επίλεκτων, ενισχυμένο με ένα επιπλέον τάγμα πεζικού και ένα Μηχανικού. Το σύνταγμα αυτό θα σήκωνε το βάρος της επίθεσης εναντίον του Ρούπελ. Είχε πείρα από επιχειρήσεις σε οχυρωμένες τοποθεσίες, αφού είχε πάρει μέρος στην εκκαθάριση της γραμμής ΜΑΖΙΝΩ. Η αποστολή του ήταν να ανοίξει τον δρόμο Προμαχώνα-Σιδηροκάστρου καταλαμβάνοντας τα υψώματα Ρούπελ σε μία μέρα. Τις προσπάθειες του θα υποστήριζαν 128 πυροβόλα και πλήθος αεροσκαφών.

Απεικόνιση των έργων του Ρούπελ σε γερμανικό σχεδιάγραμμα.

Το τάγμα Μηχανικού που διατέθηκε στις μονάδες, όφειλε από την αρχή της επίθεσης να κάνει ζεύξη του Μπίστριτσα με στενές γέφυρες για να περάσει το πεζικό, να κατασκευάσει στην ζώνη του 1ου τάγματος ανθεκτική γέφυρα, προκειμένου να περάσουν γρήγορα τα βαρέα όπλα και να καταλάβει αιφνιδιαστικά την μόνη Ελληνική γέφυρα κοντά στο τελωνείο. Από την προηγούμενη μέρα 5 Απριλίου είχαν ολοκληρωθεί οι προωθήσεις τμημάτων και δεν έμενε τίποτα άλλο από την εντολή επίθεσης, η οποία και δόθηκε. Την 05:15 της 6ης Απριλίου αρχίζει ο βομβαρδισμός του Μπέλες και πέντε λεπτά αργότερα αρχίζει η επίθεση προς το Φυλάκιο Προμαχώνα. Εκεί όμως συναντούν τον Υπλγό Νιάνιο Δημήτριο με τους 28 λεβέντες του, οι οποίοι αφού ανατινάζουν την γέφυρα του ποταμού Μπίστριτσα και καθυστερούν μέχρι την 10:00 ώρα τον εχθρό, συμπτύσσονται σύμφωνα με τον σχεδιασμό στον κύριο χώρο αμύνης του λόχου, που ήταν εκτός των οχυρών, στο κέντρο αντιστάσεως ΚΑΠΙΝΑ. Σημαντικότατη η προσφορά αυτή των λίγων αγωνιστών οι οποίοι αψηφώντας όλους τους κινδύνους καθυστέρησαν για αρκετές ώρες τους Γερμανούς και τους προκάλεσαν σύγχυση ως προς το τι θα ακολουθούσε, δεδομένου ότι το τμήμα αυτό δεν διέθετε βαρύ οπλισμό και οι Γερμανοί δεν είχαν «γευθεί» ακόμη τα πυρά των οχυρών, όπου ήταν και το κύριο μέρος του οπλισμού. Το ένιωσαν σε λίγο.

Γράφει ο μετέπειτα Τχης Βόλφγκανκ Κάπ : «…Εδώ πάνω, ακριβώς κάτω από την κορυφή, στο κεντρικότερο σημείο του Ρούπελ, μένουμε άφωνοι. Είναι αδύνατο να προχωρήσουμε. Όποιος τολμήσει να ξεμυτίσει, γαζώνεται. Ποιος μπορούσε να σκεφθεί ότι τα λίγα και με δυσκολία φτιαγμένα αυτά οχυρά, που μπορούσαμε να τα δούμε από την Βουλγαρική πλευρά, θα ήταν τόσο δυνατά και μοντέρνα. Ποιος μπορούσε να πιστέψει ότι οι Έλληνες θα μας αντιστέκονταν τόσο σκληρά και με τέτοια δύναμη. Δεν μας βοηθάει τίποτε….» .
Πλήθος πυροβόλων καμπύλης και ευθυτενούς τροχιάς ρίχνουν το μολύβι τους στο οχυρό, απέναντι στα στήθη του Ανχη Δουράτσου, του Λγου Κυριακίδη, του Υπλγού Νιάνιου, και τόσων άλλων. Για να έχουν επιτυχία τα πυροβόλα τους, ανυψώθηκε στην κοιλάδα ένα δέσμιο αερόστατο τύπου ΖΕΠΕΛΙΝ, από όπου οι παρατηρητές κατεύθυναν τα πυρά τους. Ό,τι μέσον όμως και να χρησιμοποίησαν δεν μπόρεσε να αποδώσει. Έτσι ντύνουν 100 επίλεκτους του Συντάγματος Βρανδεμβούργου με Ελληνικές στολές και χρησιμοποιώντας λαστιχένιες βάρκες προσπαθούν να περάσουν μέσα από τον Στρυμόνα. Είχε προβλεφθεί όμως τέτοια ενέργεια και για το σκοπό αυτό είχε στηθεί συρμάτινο πλέγμα στο νερό. Οι τρεις πρώτες βάρκες ακινητοποιήθηκαν πάνω σε αυτό και καταστράφηκαν από τα πυρά, ενώ οι υπόλοιπες εξαφανίσθηκαν προς τα πίσω.

Ο διοικητής του 125 Συντάγματος, Σχης Petersen, που επετέθηκε στο Ρούπελ.

Ταυτόχρονα μικρές διεισδύσεις γίνονται πίσω από τα οχυρά του Ρούπελ, μέσω των βαθέων χαραδρώσεων του Καπνότοπου. Το δύσκολο έργο της εκκαθάρισης αναλαμβάνει ο Υπλγός Νιάνιος και ο Ανθλγός Πορφύρης οι οποίοι για μια ακόμη φορά έκαναν το καθήκον τους στο ακέραιο, συλλαμβάνοντας αιχμαλώτους και κυριεύοντας το μεγαλύτερο μέρος του υλικού που έφεραν μαζί τους. Πολυβόλα , όλμοι 60 χιλιοστών, χάρτες, διόπτρες και λοιπό υλικό, ήταν η συγκομιδή των εκκαθαρίσεων μαζί με τους 30 αιχμαλώτους.

Γερμανοί ζητούντες 6ωρη εκεχειρία για περισυλλογή νεκρών και τραυματιών.

Μέχρι αργά το απόγευμα οι προσπάθειες τους είναι άκαρπες. Συνεχίζει ο Τχης Κάπ «….Αποφασίσαμε την 17:30 να κάνουμε την νέα επίθεση. Τα Stukas βομβαρδίζουν τις θέσεις του αντιπάλου και τα κανόνια μας χτυπάνε διαρκώς. Με εκκωφαντικούς κρότους και με πολύ γρήγορους κανονιοβολισμούς ρίχνουν το σίδερο τους ενάντια στα ελληνικά οχυρά. Αναπνέουμε !!! Η γη σείεται!!! Και τώρα επιτίθεται το πεζικό μας που περίμενε πίσω από το ύψωμα. Οι Έλληνες μας βάλλουν με όλα τους τα όπλα και αναγκάζουν το πεζικό μας να επιστρέψει πίσω από το ύψωμα. Για πολλά λεπτά δεν μπορούμε να δούμε τίποτα. Τα πυροβόλα μας σκεπάστηκαν από σκόνη και βρωμιά. Όπως φαίνεται από τους συναδέλφους μας δε θα ξαναδούμε κανέναν. Απροστάτευτοι βρίσκονται στο έλεος του εχθρού….»

Οι Γερμανοί στιος όχθες του Στρυμόνα ποταμού προσπαθούν να διεισδύσουν.

Ο εχθρός όμως είναι μεγαλόψυχος. Είναι χαρακτηριστικά τα παρακάτω: Μια από τις πρώτες ενέργειες, του Υπλγού Νιάνιου, όταν συνέλαβε τους 30 Γερμανούς αιχμαλώτους ήταν να επιδέσει τα τραύματα τους. Ακόμα πιο χαρακτηριστικό όμως είναι το περιστατικό που έγινε στο Περιθώρι της Δράμας όπου ένας Έλληνας στρατιώτης ειδοποίησε τον Αξιωματικό του πως ανάμεσα στους νεκρούς Γερμανούς ήταν και ένας τραυματίας. Έτρεξε λοιπόν ο αξιωματικός με κίνδυνο της ζωής του, να βοηθήσει τον εχθρό του. Έφθασε κοντά του. Ο πληγωμένος έτρεμε από την αιμορραγία και το φόβο. «Τι φταις εσύ», σιγοψιθύρισε ο Ανθστής Λευτέρης Γιαννόπουλος. Ο Γερμανός τον κοίταξε με αγωνία. Δέχτηκε τις πρώτες βοήθειες και αφού ηρέμησε λίγο, του έδειξε την αριστερή τσέπη στο χιτώνιο του για να βρει κάτι. Βρήκε το πορτοφόλι του και μέσα μια φωτογραφία. Μια όμορφη ξανθιά γυναίκα και ένα πεντάχρονο κοριτσάκι τους κοίταζαν χαρούμενα. Τούτο το παλικάρι είχε αφήσει στην πατρίδα του δύο αγαπημένα πρόσωπα. Αλλά ας δούμε πως περιγράφει τις επιθέσεις τους αυτές ένας άλλος Γερμανός αξκός ο Alex Buchner.

Μέχρι τα συρματοπλέγματα μπόρεσαν να φθάσουν…

Το 1° τάγμα σαν συγκρότημα κρούσης, προχώρησε σε ευρύ μέτωπο, περνώντας τον Μπίστριτσα. Ο 1ος λόχος του ενισχυμένος με δύο διμοιρίες σκαπανέων, πλησίασε την στενωπό χωρίς ανταλλαγή πυρών, εκμεταλλευόμενος τους θάμνους, τις κοιλότητες, την ομίχλη και τον καπνό που δημιουργήθηκε από τις εκρήξεις. Εκεί συναντήθηκε με δύο πυροβόλα εφόδου και δύο αντιαρματικά, που πέρασαν από την επισκευασθείσα γέφυρα του Μπίστριτσα. Μόλις όμως πλησίασε στο πρώτο αντιαρματικό κώλυμα, δέχθηκε τα πυρά πολυβόλων των αμυνομένων και καθηλώθηκε, παρότι οι σκαπανείς κατάφεραν να ανοίξουν δίοδο, ανατινάζοντας μερικούς «οδόντες Δράκοντος». Τότε και μόνο τότε, όταν έφθασαν μπροστά και κάτω από την ΟΥΣΙΤΑ, κατόρθωσαν οι Γερμανοί να δουν ορισμένα φατνώματα των έργων. Ήταν όμως αργά γι’ αυτούς και αναγκάστηκαν να παραμείνουν σε διαρκή κάλυψη.

Ενταφιασμός Γερμανού.

Το αντιαρματικό που κινούνταν στον κεντρικό δρόμο καταστράφηκε από εύστοχα πυρά. Την ίδια τύχη είχαν και τα δύο πυροβόλα εφόδου. Οι απώλειες των Γερμανών μεγάλωναν συνεχώς από τα πυρά των αμυνομένων, που υπερασπίζονταν τα υψώματα με αυτοθυσία. Από τα πυρά αυτά σκοτώθηκε ο διοικητής του Γερμανικού λόχου. Να πως περιγράφει το περιστατικό ο λοχίας Klotz: Η ομάδα μας είναι τώρα τελείως αποκομμένη. Το τανκ τραβάει τώρα όλα τα πυρά επάνω του. Ο ανθυπολοχαγός διατάζει: [Δεν γίνεται αλλιώς, πρέπει να προχωρήσουμε, δεν μπορούμε να μείνουμε εδώ]. Ένα αντιαρματικό βλήμα χτυπάει πολύ κοντά, κάτω από την πλευρά του άρματος και μας γεμίζει με πέτρες και χώμα. Μετά από λίγο άλλο ένα αντιαρματικό χτυπάει διάνα το τανκ. Ο διοικητής του λόχου πληγώνεται. Δέχεται ένα θραύσμα στο μηρό κι όμως συνεχίζει να ασκεί τη διοίκηση. Δεν μπορούμε να μείνουμε εδώ γιατί σε λίγο δεν θα υπάρχει κανείς. Ο ανθυπολοχαγός ρίχνεται πίσω, για να καλυφθεί εκ νέου. Μια ριπή αυτομάτου όπλου τον διαπερνάει. Πληγώνεται βαριά και λίγο αργότερα πεθαίνει. Ο διοικητής του λόχου τρέχει πάνω στον δρόμο, να καλυφθεί στην απέναντι πλευρά. Δέχεται έναν πυροβολισμό στο κεφάλι, που τον αφήνει στον τόπο. Από την πρώτη διμοιρία σκαπανέων μόνο τρεις που δεν τραυματίστηκαν έμειναν και από τους υπηρέτες των αντιαρματικών μόνο τέσσερις.

Το αυτοκίνητο DKW που πλησίασε με αγγελιαφόρους που ζήτησαν την παράδοση του οχυρού.

Οι Έλληνες μαχητές αφού καθήλωσαν τους αντιπάλους τους, προσπάθησαν με αντεπίθεση να τους αποτελειώσουν, όμως αποκρούστηκαν αφού δέχθηκαν ισχυρά πυρά, τόσο πυροβολικού όσο και αεροπορίας. Τελικά τα υπολείμματα του λόχου αυτού, με την κάλυψη της νύχτας, αποσύρθηκαν στον χώρο εξόρμησης, όπου όμως υπέστησαν νέες μεγάλες απώλειες, καθώς εντοπίσθηκαν και υπό το φως δύο προβολέων εβλήθησαν. Συνεχείς προσπάθειες αντιαεροπορικών και βαρέων πυροβόλων συνοδείας να καταστρέψουν τους προβολείς όχι μόνο απέτυχαν, αλλά το ένα αντιαεροπορικό δέχθηκε και αυτό πυρά και καταστράφηκε.

Γερμανικό τμήμα σε ώρα αναφοράς μετά την αποχώρηση των Ελλήνων. Έλληνες στρατιώτες παρέμειναν για να μεταφέρουν τρόφιμα στις Σέρρες, με οχήματα που διέθεσαν οι Γερμανοί.

Και βράδιασε και ξημέρωσε ημέρα δεύτερη και αναρωτιούνται οι Γερμανοί τι έγινε και ο διάδρομος δεν άνοιξε; Τι έφταιξε και δεν πέτυχαν τον σκοπό τους;

Συνέχιζαν τις προσπάθειες τους και την δεύτερη μέρα με τα ίδια και ακόμη αρνητικότερα αποτελέσματα γι’ αυτούς.

Γράφει ο Κούρτ Κρέϊζερ στο βιβλίο του «Η Γραμμή Μεταξά»… «Πυκνές βολές του ΚΑΡΑΤΑΣ και άλλων πυροβολείων που βρίσκονται νότια, πνίγουν την επίθεση στο αίμα. Το τάγμα υποχωρεί σε θέσεις άμυνας. Μόνο με τον ερχομό του σκοταδιού κατορθώνουν οι υπόλοιποι του 10ου λόχου να υποχωρήσουν στις αρχικές τους θέσεις. Το 1° Τάγμα οπισθοχωρεί με φοβερές απώλειες, το ίδιο και το 3° τάγμα που απωθείται από το οχυρό «Ε». Τα αυτοκινούμενα πυροβόλα εφόδου καταστρέφονται. Από το 2° τάγμα λείπουν πληροφορίες για την τύχη τους. Μέχρι το τέλος της πρώτης ημέρας κανένα οχυρό ή πυροβολείο δεν καταλαμβάνεται. Οι Έλληνες αμύνονται σκληρά και με αντεπιθέσεις εκκαθαρίζουν το προ των οχυρών έδαφος. Στις 7 Απριλίου, τη δεύτερη μέρα, το 125 σύνταγμα προετοιμάζει νέα επίθεση για κατάληψη του οχυρού ΟΥΣΙΤΑ από ανατολικά και βορειοανατολικά. Το Ελληνικό πυροβολικό βάλλει ακατάπαυστα και δημιουργεί στο 3° τάγμα τόσες απώλειες στις θέσεις συγκέντρωσης ώστε η επίθεση ματαιώνεται. Στις 14:00 και 16:00 σαράντα ως πενήντα Stukas βομβαρδίζουν τις Ελληνικές θέσεις και θέτουν εκτός μάχης μια ίλη πυροβολικού. Παρόλα αυτά το 3° τάγμα αποτυγχάνει στις εφόδους του κατά του οχυρού «Α».» Και βράδιασε και ξημέρωσε ημέρα Τρίτη και το ΡΟΥΠΕΛ εκεί ΑΓΕΡΩΧΟ, ΕΠΙΒΛΗΤΙΚΟ, ΑΚΑΤΑΜΑΧΗΤΟ, με την σημαία του να κυματίζει στον ιστό της και να σκορπά ρίγη συγκίνησης όχι μόνο στους μαχητές του, αλλά σε όλους. Συμμάχους και εχθρούς.

Γερμανικό άρμα-πυροβόλο καμουφλαρισμένο προ των οχυρών

«….Στις 8 Απρ διατάσσεται η τέταρτη επίθεση του 3ου τάγματος. Τρεις ομάδες εφόδου και μία διμοιρία Μηχανικού, όλα τα βαρέα όπλα του τάγματος, δύο διμοιρίες του 13ου λόχου και μία του 14ου μαζί με αυτοκινούμενα πυροβόλα εφόδου εξορμούν. (52)Η επίθεση προετοιμάζεται πάλι με βολές πυροβολικού και κάθετες εφορμήσεις των Stukas κατά του ΚΑΡΑΤΑΣ. Πυκνά πυρά του Ελληνικού πυροβολικού επιφέρουν σοβαρές απώλειες στις διμοιρίες μηχανικού και στα αυτοκινούμενα πυροβόλα εφόδου. Η επίθεση σταματά προτού καν αρχίσει. Στην έκθεση του ο διοικητής του 3ου τάγματος αναφέρει περιορισμένες πλέον δυνατότητες του τάγματος, λόγω απωλειών….».

Και ενώ σε μια μέρα έπρεπε να ανοίξουν το πέρασμα του Ρούπελ ούτε την τρίτη μέρα κατάφεραν τίποτε. Όλες τους οι προσπάθειες έσπαζαν πάνω στα γενναία στήθη, πάνω στα οχυρά που με επιμέλεια είχαν χτιστεί.

Τρίτη προς τέταρτη μέρα της γιγαντομαχίας. Όλα τα εχθρικά κύματα θραύονται πάνω στην ευψυχία, την τόλμη και τον ηρωισμό. Ο εχθρός λυσσά. Οι αμυνόμενοι με την τόλμη και την απόφαση τους να πεθάνουν επαυξάνουν αυτή τη λύσσα. Ο Γολιάθ μαίνεται. Ο Δαυίδ τον σφυροκοπά.

Γράφει χαρακτηριστικά ο Τχης Κάπ «…8 Απριλίου. Κατά το μεσημέρι επιχειρούμε νέα επίθεση. Το μπροστινό πυροβόλο ανεβαίνει προς την κορυφή και αρχίζει να βάλει. Εάν ο αντίπαλος δεν απαντήσει τα επόμενα λεπτά, το πεζικό μας θα κάνει επίθεση. Το κανόνι δεν πρόλαβε να ρίξει για 20-30 δευτερόλεπτα και από απέναντι δεχόμαστε καταιγισμό πυρών. Αρχίζουμε να αμφιβάλουμε αν οι συνάδελφοι μας θα βρουν το δρόμο της επιστροφής μέσα σ’ αυτήν την κόλαση. Ο εχθρός και τα βαριά του όπλα είναι πολύ έξυπνα κρυμμένα μέσα στους βράχους…». Αναγκάζονται τότε να ζητήσουν εξάωρη εκεχειρία για περισυλλογή νεκρών και τραυματιών, η οποία και τους δόθηκε.

Και ενώ αυτά συμβαίνουν στο Ρούπελ, στους Παλιουργιώνες, στο Νευροκόπι και σε όλα σχεδόν τα οχυρά, οι Γερμανοί αξιοποιούν το πλεονέκτημα που απέκτησαν από την μέχρι τότε στάση της Γιουγκοσλαβίας.

Οι Έλληνες αποχωρούν με ψηλά το κεφάλι. Διακρίνεταιο ο υπολοχαγός Ζαχαριάδης και πίσω του ο ανθστής Ζιώγας.

Πιο συγκεκριμένα η 2η ΤΘ μεραρχία μπαίνει στην κοιλάδα Στρώμνιτσας (Βουλγάρικο έδαφος) και ανενόχλητη φτάνει στα Βουλγαρογιουγκοσλαβικά σύνορα, κοντά στην λίμνη Δοϊράνη. Ήταν εύκολη υπόθεση μετά η κάθοδος των Γερμανών στη Θεσσαλονίκη μέσω της ελαφρά οχυρωμένης κοιλάδας του Αξιού καθώς Γιουγκοσλαβική άμυνα δεν υπήρξε.
Έτσι ενώ οι μάχες συνεχίζονταν στα ελληνικά οχυρά , στην Θεσσαλονίκη την 9/4 υπογράφτηκε συνθηκολόγηση. Την ίδια μέρα Γερμανοί κήρυκες προσήλθαν στα οχυρά και ζήτησαν από τον Διοικητή των οχυρών να τα παραδώσει. ….«Συμφώνως τοις κεκανονισμένοις διέταξα τον λοχαγόν ΟΥΣΙΤΑΣ να αποστείλει τον ανθλγόν του μετά τριών στρατιωτών και λευκής σημαίας προς συνάντησίν των και πληροφορηθή τι εζήτουν ούτοι. Πράγματι μεταβάς εκεί ο ανθλγός συναντήθη μετά των αναφερομένων Γερμανών. Επιστρέψας μετά ημίσειαν ώραν, ανέφερεν τηλεφωνικώς ότι ο μέθ’ ου έγινε η συνάντησις ήτο Γερμανός Αξκός απεσταλμένος παρά της διοικήσεως του και εζήτουν την παράδοσιν του οχυρού επί του λόγου ότι μεταξύ του αρχιστρατήγου των Γερμανών και του διοικητού της ημετέρας στρατιάς Θεσσαλονίκης υπεγράφη ανακωχή και ότι κατόπιν τούτου τα Γερμανικά στρατεύματα εισήλθον εις την Θεσσαλονίκην. Διέταξα τον ανθλγόν να επανέλθη προς συνάντησιν του αναμένοντος Γερμανού και να τω ανακοινώσει τα κατωτέρω:

1ον. Ότι τα οχυρά παραδίδονται ΜΟΝΟΝ όταν κυριευθώσιν παρά του αντιπάλου.
2ον. Ότι τοιούτων διαταγών περί ανακωχής κλπ στερούμεθα παρά των ιεραρχικώς προϊσταμένων μας αρχών,
3ον. Ότι διαταγάς λαμβάνομεν και εκτελούμεν μόνον τας προερχομένας εκ των προϊσταμέων μας αρχών.
4ον. Ότι ο αγών θα συνεχισθεί. Πάσα δε απόπειρα προσεγγίσεως του οχυρού θα συντριβεί ».

Βληματοφορέας 75 χιλιοστών

Την 6η πρωινή της 10 Απριλίου ο διοικητής του οχυρού πηγαίνει, στην συνάντηση που ορίσθηκε με τον Γερμανό αξιωματικό, με ψηλά το κεφάλι και αξιώνει «κανείς Γερμανός να μην ανέβει στο οχυρό έως ότου και οι τελευταίοι αποχωρήσουν». Στις 10.00 επιστρέφει και αφού όλοι μαζί αποδίδουν τιμές στο οχυρό και τους ήρωες νεκρούς, ξεκινούν πεζοί για τις Σέρρες, αφήνοντας φρουρά για τα τρόφιμα και τα ατομικά είδη, τα οποία, κατόπιν συμφωνίας, θα μεταφέρονταν στις Σέρρες με Γερμανικά οχήματα. Στην έξοδο των στενών Γερμανικό τμήμα αποδίδει τιμές και οι μαχητές ανταποδίδουν τον χαιρετισμό.

Κοντά στο χωριό Προμαχώνα στήθηκαν τρία μεγάλα νεκροταφεία, όπου σε ένα μόνο από αυτά ενταφιάσθηκαν 360 Γερμανοί.

Μέρος των Γερμανικών νεκροταφείων μετά την μεταφορά τους στην Βουλγαρία.

Δεκατέσσερις (14) νεκροί και τριάντα οκτώ(38) τραυματίες είναι ο απολογισμός των απωλειών του οχυρού Ρούπελ, ενώ οι νεκροί της ευρύτερης περιοχής Ρούπελ-Καπίνα-Καρατάς-Λουτρά Σιδ/στρου ανέρχονται σε 122 νεκρούς, εκ των οποίων οι 9 Αξκοί.

Έτσι έληξε η μάχη του Ρούπελ, η οποία έμελλε να μείνει στην μνήμη όλων και κυρίως των Γερμανών.

Εδώ φουντώνει η δάφνη, εδώ το φως.
Εδώ αγκαλιά η Ελλάδα και η θυσία
Μονάχα εδώ θα γίνεται αδερφός
Ο θάνατος με την αθανασία.

Ας χειροκροτήσουμε τους ήρωές του, καθώς και όλους όσους στάθηκαν με πείσμα απέναντι στους Γερμανούς, σε όλα τα οχυρά..