Ο άγιος γέροντας Φιλόθεος Ζερβάκος ως πνευματικός πατήρ και ανάδοχος ψυχών

8 Μαΐου 2023

Μέσα στην Εκκλησία μας πατέρες πνευματικοί ανεδείχθησαν εκείνα τα χαρισματούχα πρόσωπα τα οποία έλαβαν το Άγιο Πνεύμα αφού πρώτα εκαθάρισαν οι ίδιοι την καρδία τους και κατόπιν ανέλαβαν πνευματικά ψυχές ανθρώπων. Όπως πολύ εύστοχα αναφέρει ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος: “Καθαρθήναι δεί πρώτον, είτα καθάραι∙ σοφισθήναι και ούτω σοφίσαι∙ γενέσθαι φως και φωτίσαι∙ εγγίσαι Θεώ και προσαγαγείν άλλους∙ αγιασθήναι και αγιάσαι, χειραγωγήσαι μετά χειρών, συμβουλεύσαι μετά συνέσεως”. (PG 35, 480 B).

Ένας τέτοιος χαρισματούχος γέροντας και πνευματικός πατήρ ανεδείχθη ο όσιος γέροντας Φιλόθεος Ζερβάκος, ο νέος βλαστός της αγιοτόκου Πάρου. Ως γνήσιος φορέας του Αγίου Πνεύματος ανέλαβε υπό την καθοδήγησή του χιλιάδες πνευματικά τέκνα, τα οποία προσέτρεχαν κάτω από το αγιασμένο του πετραχήλι. Η Πάρος αναδείχτηκε πνευματικό φυτώριο όπου οι πιστοί έσπευδαν να συναντήσουν τον «άγιο γέροντα», όπως τον αποκαλούσαν.

Εν συνεχεία μέσα από τα ίδια τα γραπτά του αγίου γέροντος Φιλοθέου θα εντρυφήσουμε και θα δούμε πώς κατέστη ο ίδιος πνευματικός πατέρας και ανάδοχος ψυχών αλλά περισσότερο πως καθοδηγούσε και νουθετούσε τα τέκνα τα οποία ο Θεός του έδωκε.

Γράφει ο όσιος Φιλόθεος σε μια επιστολή του, όσον αφορά τον εξομολογούμενο αλλά και τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα που πρέπει να διέπουν τον πνευματικό πατέρα: «δεν ωφελεί τον ασθενή να γνωρίζει μόνο την ασθένειά του και κατόπιν να μην θέλει να πάει στον γιατρό να πάρει οδηγίες και φάρμακα. Έτσι και με τον αμαρτωλό. Δεν τον ωφελεί αν αισθάνεται μόνο ότι είναι αμαρτωλός. Πρέπει και αυτός να πάει στον πνευματικό γιατρό, να ομολογήσει τις αμαρτίες του και να λάβει τα κατάλληλα φάρμακα. Πριν πας, αγαπητέ μου, στον πνευματικό, θα σου δώσω μια οδηγία. Να κλειστείς σε ένα δωμάτιο, σε ένα ήσυχο μέρος και να σκεφτείς καλά τον εαυτό σου και τις αμαρτίες σου, τί δεν έκανες από αυτά που ορίζει η αγάπη του Θεού, πόσο αγαπάς και πόσο δεν αγαπάς το Θεό και τους ανθρώπους. Ίσως είναι καλό να σημειώσεις τα αμαρτήματά σου και κατόπιν να εξετάσεις ποιός είναι καλός πνευματικός ιατρός, έμπειρος, σοφός, διακριτικός, επειδή πρέπει να μην πηγαίνουμε σε οποιοδήποτε πνευματικό, αλλά να βρίσκουμε τον καλύτερο. Βέβαια η Χάρη του Θεού δίνει σε όλους που μετανοούν τη συγχώρηση, χρειάζεται όμως για να φέρουμε καρπούς μετανοίας, και η ανθρώπινη συμβολή. Πάντως πρέπει αν παραδεχτούμε ότι, όπως πολλοί γιατροί, ανεπιστήμονες, αμαθείς, απρόσεκτοι, πολλούς αρρώστους πριν την ώρα τους, τους έστειλαν στο θάνατο, έτσι και πολλοί πνευματικοί πολλές φορές πολλούς κατέστρεψαν πνευματικά, άλλοι με την πολύ συγκατάβαση και επιείκεια και άλλοι με την πολύ αυστηρότητα και αδιακρισία.

Γι’ αυτό ο πνευματικός πρέπει να είναι γνώστης της πνευματικής επιστήμης του, σοφός, διακριτικός, έμπειρος, συνετός, να έχει Πνεύμα Άγιο, για να τον οδηγεί πώς να οικονομεί και να θεραπεύει τις ψυχές των αμαρτωλών. Προπαντός πρέπει να έχει αγάπη και στοργή για τους εξομολογούμενους, όπως μια φιλόστοργη μητέρα στα παιδιά της. Έτσι παραγγέλλει ο Κύριος στο βιβλίο των Αριθμών: «Πάρε αυτούς τους ανθρώπους στην αγκαλιά σου όπως η μάνα παίρνει στην αγκαλιά της το νήπιο που θηλάζει» (Αριθμ. 11,12). Έτσι αγαπούσε και ο Απόστολος Παύλος τα πνευματικά του παιδιά, όπως φαίνεται από την επιστολή του προς Θεσσαλονικείς: «Ήμασταν ήπιοι και στοργικοί μαζί σας, όπως η μάνα που περιθάλπει τα παιδιά της∙ τόσο πολύ σας αγαπήσαμε και σας νοιαζόμασταν, ώστε ήμασταν έτοιμοι να σας δώσουμε όχι μόνο το Ευαγγέλιο του Θεού, αλλά και την ίδια μας τη ζωή» (Α΄ Θεσσ. 2, 7 – 8).

Τέτοιοι πνευματικοί σήμερα – το λέω γιατί γύρισα σε πολλά μέρη στην Ελλάδα και στο εξωτερικό – είναι σπάνιοι. Τι είναι τούτο, οργή Θεού ή εγκατάλειψη, δε γνωρίζω. Γι’ αυτό σας παρακαλώ όλοι να υψώσουμε ικετευτικά τα χέρια μας στον Πανάγαθο Θεό και να Τον παρακαλέσουμε να στείλει εργάτες για το θερισμό του∙ διότι ο θερισμός είναι πολύς και οι εργάτες δυσεύρετοι. Καλό και αναγκαίο είναι το κήρυγμα, αλλά πιο πολύ χρειάζονται οι ενάρετοι και διακριτικοί πνευματικοί. Ο πνευματικός θα μας δώσει οδηγίες και φάρμακα για να προφυλάξει και να θεραπεύσει την ψυχή, και θα μας ενώσει, εφόσον το θέλουμε, με το Θεό. Ωστόσο, όποιος θέλει πραγματικά, μπορεί αν αναζητήσει και να βρει έναν καλό πνευματικό και, με τη βοήθεια του, να βρει το δρόμο της μετανοίας και της Ανάστασης.

Περί εμπείρου πνευματικού

Συνεχίζοντας ο άγιος γέροντας Φιλόθεος μας νουθετεί, λέγοντας: «Εις την ειλικρινή και καθαράν μετάνοιαν και εξομολόγησιν του αμαρτωλού πολύ συντείνει ο καλός και έμπειρος πνευματικός. Ο καλός τρόπος αυτού, η ιλαρότης του προσώπου, η πατρική στοργή μεθ’ ης θα δεχθή τον αμαρτωλόν, η γλυκεία γλώσσα της διδασκαλίας, το θάρρος όπερ πρέπει να δίδη εις τους εντροπαλούς, η παραμυθία εις τους πολλά πταίσαντας και απελπισμένους, τα παραδείγματα πολλών μετανοησάντων και σωθέντων, ως το του Μανασσή, του Τελώνου, του ασώτου, της πόρνης και άλλων πολλών, οι οποίοι δια της μετανοίας και εξομολογήσεως ανεδείχθησαν άγιοι, ως το του προφητάνακτος Δαυίδ, των κορυφαίων αποστόλων Πέτρου και Παύλου, της οσίας Μαρίας της Αιγυπτίας, του αββά Μωσέως του Αιθίοπος, της οσίας Πελαγίας και άλλων∙ όλα αυτά συντείνουν εις την ειλικρινή μετάνοιαν και εξομολόγησιν του αμαρτωλού. Τοιαύτα και άλλα παρόμοια οφείλει να μεταχειρίζηται ο πνευματικός δια να σώσει εαυτόν και τους εξομολογουμένους. Εις τοιούτους δε πνευματικούς πατέρας και ιατρούς οφείλει ο αμαρτωλός να εμπιστεύηται την θεραπείαν της ψυχής του».

Διακρίνουμε τη σοφία την κατά Θεόν του Αγίου γέροντος αλλά και την μεγάλη του έγνοια για τη σωτηρία των ανθρώπων και την μέριμνά του και τον πόνο του για τον μικρό αριθμό των γνησίων εκκλησιαστικών ποιμένων.

Ένας πνευματικός πατήρ που γνώριζε τον άγιο γέροντα αναφέρει τα εξής χαρακτηριστικά περί αυτού: «Ο άγιος γέροντας Φιλόθεος, διακόνησε το μυστήριο αυτό με μεγάλη υπευθυνότητα και φόβο Θεού. Ο σκοπός του ήταν πάντοτε να αρπάζει ψυχές από τον διάβολο και να τις προσφέρει στον Θεό. Στα κηρύγματά του μιλούσε πολύ τακτικά για την σπουδαιότητα και την αναγκαιότητα του μυστηρίου αυτού. Προσκαλούσε με ιδιαίτερη θέρμη τους ακροατές του να προσέλθουν στο ιερό εξομολογητήριο. Τα πύρινα λόγια του έφεραν αμέτρητες ψυχές κάτω από το πετραχήλι του. Με μεγάλη πατρική στοργή και διακριτικότητα αντιμετώπιζε όσους έρχονταν κοντά του και ήταν πληγωμένοι από τα βέλη της αμαρτίας. Προσπαθούσε ως άριστος γιατρός και κυβερνήτης των ψυχών εμπειρότατος να θεραπεύει τα ψυχικά τραύματα χρησιμοποιώντας τα κατάλληλα φάρμακα ανάλογα με την περίπτωση. Επιδίωκε να απαλλάξει τις συνειδήσεις των μετανοούντων από την ενοχή των πονηρών έργων. Έσκυβε με πατρικό ενδιαφέρον πάνω στα διάφορα προβλήματα δίνοντας τις σωστές οδηγίες για την αντιμετώπισή τους.

Καθώς η καρδία του εξομολογούμενου ήταν ανοικτή, έσπερνε τον καλό σπόρο για να βλαστήσουν τα άνθη της αρετής. Ήταν πάντα πρόθυμος να διδάξει, καθώς αγωνιούσε για την κατά Χριστό πρόοδο των ψυχών που του εμπιστεύθηκε ο Θεός. Προσπαθούσε να πείσει τους ανθρώπους να μισήσουν την αμαρτία και να αγαπήσουν την αρετή. Για να γίνουν περισσότερο κατανοητά αυτά που δίδασκε χρησιμοποιούσε και κατάλληλα παραδείγματα.

Είχε δυνατή μνήμη και με τρόπο συναρπαστικό διηγιόταν περιστατικά διδακτικότατα κυρίως από το γεροντικό. Δεν βιαζόταν ποτέ, όσο πολλές και αν ήταν οι υποχρεώσεις του. Πολλές φορές μια εξομολόγηση διαρκούσε μία και δύο ώρες. Η απέραντη αγάπη του και ο ζήλος του να οδηγήσει ψυχές κοντά στο Θεό τον έκαναν να μην υπολογίζει ούτε χρόνο, ούτε κούραση. Πρώτα το καθήκον και ύστερα όλα τα άλλα. Δεν δίσταζε, όταν ήταν απαραίτητο, να επιβάλει για λόγους παιδαγωγικούς και τα ανάλογα επιτίμια. Όχι για να τιμωρήσει αλλά για να θεραπεύσει. Δεν χρησιμοποιούσε τα επιτίμια σαν δικανικά μέσα σωτηρίας, αλλά ως φάρμακα θεραπευτικά της αμαρτίας που είναι η ασθένεια της ψυχής. Σκοπός του να κατανοήσει ο εξομολογούμενος το σφάλμα του και να ζητήσει το έλεος του Θεού. Να φωτισθεί ο νους του, να διορθώσει την πορεία του για να φανερωθούν οι καρποί της μετανοίας. Δεν θεωρούσε ωφέλιμο να κοινωνήσει κάποιος των Αχράντων Μυστηρίων χωρίς να θεραπευθεί προηγουμένως, χωρίς συντριβή και διόρθωση όσων κακών έπραξε.

Ίσως κάποιοι να τον θεωρούσαν αυστηρό. Όσοι όμως γνώριζαν τη θεραπευτική μέθοδο των Πατέρων της Εκκλησίας μας, κατανοούσαν απόλυτα την υπεύθυνη στάση του, του έκαναν απεριόριστη υπακοή και δεν αργούσαν να διαπιστώσουν τα ευεργετικά αποτελέσματα της θεραπευτικής αγωγής που ελάμβαναν. Ο πνευματικός πατήρ είναι ο φιλών τον Θεό και ο υπό του Θεού φιλούμενος. Πράγματι ο άγιος γέροντας αναδείχθηκε και φιλόθεος και θεόφιλος. Δέχθηκε μέσα του την χάρη και την ενέργεια του Θεού και ο Θεός ενοίκησε στον αγαθόν δούλο του.

Ο γέροντας ως πνευματικός πατήρ ενεργούσε ελεύθερα και με διάκριση. Αναφέρει δε τα εξής: Η Ορθόδοξη Εκκλησία από τα παλιά χρόνια ασκεί την επιείκεια και την οικονομία. Ο Μέγας Βασίλειος, που είχε γράψει πολύ αυστηρούς κανόνες για τους μετανοούντες, αφήνει τον πνευματικό ελεύθερο να κάνει διάκριση και λέει: τα επιτίμια να μην δίνονται στους μετανοούντες αδιάκριτα, για ένα ορισμένο χρονικό διάστημα, αλλά με διάκριση, ανάλογα με τη διάθεση της ψυχής. Αν π.χ. ο εξομολογούμενος μετανοεί με ειλικρίνεια, όπως ο άσωτος, ο ληστής, η πόρνη και ο τελώνης και στενάζει και ομολογεί ταπεινά τις αμαρτίες του και ζητεί συγχώρηση, ο πνευματικός ανάλογα με τη μετάνοια που βλέπει, να λιγοστεύει το χρόνο της αποχής από τα Άχραντα Μυστήρια. Όταν όμως κάποιος εξομολογείται χωρίς μετάνοια, χωρίς ευλάβεια και κατάνυξη και δικαιολογεί τον εαυτό του με διάφορες προφάσεις και επιμένει στην αμαρτία, τότε ο πνευματικός να προσέξει πολύ: να μην του επιτρέψει τη Θεία Κοινωνία, γιατί έτσι γίνεται συνυπεύθυνος για ξένες αμαρτίες και είναι σαν να δίνει τα Άγια στα σκυλιά και ναν βάζει τα μαργαριτάρια μπροστά στα γουρούνια. Η ευθύνη του τότε θα είναι πολύ μεγάλη. Να κάνεις επιείκεια και οικονομία με διάκριση και όπου χρειάζεται.

Ωστόσο ο πνευματικός δεν πρέπει να είναι πολύ αυστηρός. Ούτε να είναι απότομος και να διώχνει τους αμαρτωλούς αλλά να τους δέχεται σαν πατέρας φιλόστοργος και με αγάπη να τους νουθετεί και να τους εμπνέει ειλικρινή εξομολόγηση, χωρίς φόβο, ντροπή και δειλία. Σαν πνευματικός γιατρός, να θεραπεύει τις πληγές τους. Όταν όμως δει ότι δεν διορθώνονται και επιμένουν, και τότε πάλι να μην τους διώξει προσβλητικά αλλά με μέτρο μαλακό να τους λέει: «πήγαινε, παιδί μου, στο έλεος του Θεού και, αφού δε δέχεσαι τη συμβουλή μου, εγώ θα παρακαλώ το Θεό να σε φωτίσει. Κάνε και συ προσευχή να σε φωτίσει ο Θεός, να γνωρίσεις την αλήθεια, αν μετανοήσεις αληθινά και να επιστρέψεις στο Θεό».

Η πνευματική πατρότητα εκφράζεται με πολλή αγάπη και στοργή. Ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός αναφέρει ότι, το όνομα πατήρ ανήκει πρωτίστως εις τον Θεόν. Ο Άγιος Συμεών ο νέος θεολόγος βλέπει στο πρόσωπο του πνευματικού πατρός τον Χριστό. Ο πνευματικός πατήρ όμως, είναι ο τέλειος, ο εν Χριστώ αναπλασθείς και μεταμορφωθείς άνθρωπος. Είναι ο άνωθεν γεννηθείς για αυτό και δύναται να μεταδώσει την εν αυτώ υπάρχουσα ζωή και να γεννήσει τέκνα πνευματικά. Τέτοιος θεοφόρος και πλήρης Πνεύματος Αγίου υπήρξε ο Γέροντας Φιλόθεος της Πάρου.

Εν συνεχεία παραθέτουμε σταχυολογήματα του αγίου γέροντος που διαφαίνεται η πνευματική του πατρότητα και η μεγάλη του αγάπη προς τα τέκνα του ώστε να κληρονομήσουν την αιώνια ζωή.

– «δια να απαλλαγής από τον πόλεμο των αοράτων δυσμενών εχθρών απαιτείται μεγάλη υπομονή, προσοχή, αδιάλειπτος προσευχή, πίστης θερμή, αγάπη ολοκάρδιος προς τον Θεόν και τον πλησίον και τέλος άκρα ταπείνωση. Φρόντισε παιδί μου να αποκτήσεις αυτάς τας αρετάς και εάν δεν τας έχεις, ζήτησε μετά πίστεως από τον Θεόν τον χορηγό των αγαθών και των δωρεών ο οποίος ευχαρίστως θα σου τας δώσει».

Αλλού ο άγιος γέροντας γράφει μετά πόνου και δακρύων,

– «…εάν θέλει ο Θεός και έλθω, και δυνηθώ μίαν μόνον ψυχήν να αρπάσω από την αμαρτίαν, να την φέρω εις μετάνοιαν, από την πλάνην εις την αλήθειαν, απο την κακίαν εις την αρετήν, από το σκότος εις το φως, από τον διάβολον εις τον Χριστόν, αυτό θα είναι μέγιστος έρανος δι εμέ και την μονήν μου, διότι μια ψυχή αξίζει περισσότερον από όλον τον κόσμον…

…φοβούμαι ότι πολύ σύντομα θα επέλθη όλεθρος εις το ανθρώπινον γένος, επειδή οι πλείστοι των αρχόντων και αρχομένων, κληρικοί και λαϊκοί, βαδίζουν την ευρύχωρον οδόν, η οποία οδηγεί εις την απώλειαν. Αυτήν διδάσκουν και εις τους άλλους να ακολουθούν και με το παράδειγμά των… Ημείς ας ακολουθώμεν την στενήν και τεθλιμμένην οδόν και με υπομονήν ας βαδίζωμεν τον προκείμενον ημίν αγώνα, αφορώντες εις τον της πίστεως Αρχηγόν μας, λογιζόμενοι πάντα σκύβαλα, ίνα Χριστόν κερδίσωμεν… Στήκετε παρακαλώ, στερεοί, εις την ορθήν πίστιν και τας πατρικάς παραδόσεις, και περισσότερον στήκετε θερμοί εις την αγάπην του Χριστού, ίνα όταν έλθη με την δόξαν Αυτού εύρωμεν ανάπαυσιν μετά πάντων των Αγίων».

Ο γέροντας γράφοντας σε εξομολόγο ιερέα τον συμβουλεύει λέγοντας,

– «…πράγματι η κακία του παρόντος πονηρού αιώνος υπερέβη τας κακίας και αμαρτίας πάντων των αιώνων, και πας πνευματικός, έχων φόβον Θεού και συνείδησιν, ευρίσκεται εις δύσκολον θέσιν πώς να εξοικονομή τους εξομολογουμένους αμαρτωλούς. Εις την παρούσαν πονηράν γενεάν ο πνευματικός οφείλει να μεταχειρίζεται την οικονομίαν, διότι εάν μεταχειρισθή την ακρίβειαν ή ουδείς εκ των εξομολογουμένων ή σπάνιοι θα ευρεθούν άξιοι να κοινωνούν. Απαιτείται όμως μεγίστη προσοχή και διάκρισις εις τον πνευματικόν και προσευχή θερμή προς τον Ουράνιον Θεόν και Πατέρα να τον φωτίζη πώς να μεταχειρίζεται την οικονομίαν, και κατά τον θείον Γρηγόριον «οικονομητέον και μη παρανομητέον», οπότε, εάν πρόκειται να παρανομή προτιμώτερον να μη εξομολογή, δια να μη ακούσει το «ιατρέ θεράπευσον σεαυτόν».

Η σημερινή αξιοθρήνητος κατάστασις των ανθρώπων οφείλεται αφ’ ενός μεν εις την έλλειψιν πνευματικών εναρέτων, σοφών, διακριτικών, θεοφοβουμένων, ευσεβών και εμπείρων, αφ’ ετέρου δε εις την ύπαρξιν πνευματικών στερουμένων φόβου Θεού και πάσης αρετής, αμαθών, απείρων, και ενίων ασεβών, δυσπίστων και διεφθαρμένων. Ούτω δεν πρέπει να αναμένη τις άλλο τι παρά, ή το έλεος του Παναγάθου Θεού, να εξαποστείλη ανθρώπους ικανούς και εκλεκτούς εις τον μυστικόν αμπελώνα Αυτού, ή την ερχομένης ρομφαίαν να καθαρίση την γην εκ των ανομιών αυτής… και ταύτα εν ολίγοις∙ σώζου εκ της γενεάς ταύτης της πονηράς…»

Στην προς Γαλάτας επιστολή του ο Απόστολος Παύλος, αναφέρει στους χριστιανούς: «Τεκνία μου, ους πάλιν ωδίνω άχρις ου μορφωθεί Χριστός εν υμίν». Εδώ ο Απόστολος των εθνών ωδίνει, πονεί αλλά σκοπός του είναι η αναγέννησις και μόρφωσις εν χριστώ των τέκων του. Έτσι και ο άγιος γέροντας νυχθημερόν και κάτω από το φως του κεριού τις μεσονύκτιες ώρες γράφει, καλύτερα συνομιλεί, με τα πνευματικά του τέκνα, νουθετώντας τα πονώντας και προσευχόμενος υπέρ αυτών.

Οι επιστολές που έχει γράψει είναι μερικές χιλιάδες. Σώζονται στα ανέκδοτα χειρόγραφα τετράδια 1800 επιστολές από τις 5.000 που υπολογίζεται ότι έγραψε.

H θυσιαστική αγάπη του αγίου Γέροντος Φιλοθέου Ζερβάκου

«Εγώ ειμί ο ποιμήν ο καλός. Ο ποιμήν ο καλός την ψυχήν αυτού τίθησι υπέρ των προβάτων». Και μόνο αυτό το συμβάν το οποίο θα διηγηθούμε πιο κάτω, πιστεύουμε ότι από μόνο του φανερώνει την αυτοθυσία και την μείζονα αγάπη του γέροντος αλλά και την πνευματική του πατρότητα. Τον καιρό της Γερμανικής κατοχής ο γερμανός διοικητής, επειδή στο χωριό Τσιμπίδο σκότωσαν δύο γερμανούς και τραυμάτισαν έναν αξιωματικό, ζήτησε αν του προσκομίσουν οι πρόεδροι των κοινοτήτων, μία ορισμένη μέρα, 125 νέους από όλες τις κοινότητες της Πάρου, για να τους εκτελέσει.

Όταν άκουσα αυτή τη θανατική απόφαση λέει ο γέρων Φιλόθεος – πόνεσε η ψυχή μου και δοκίμασα θλίψη περισσότερο από κάθε άλλον, γιατί οι μελλοθάνατοι ήταν πνευματικά μου παιδιά… και η πνευματική συγγένεια και αγάπη είναι ανώτερη από τη σαρκική, όπως έγραψε ο Άγιος Ιουστίνος, ο φιλόσοφος και μάρτυρας. Γι’ αυτό λοιπόν δεν αδιαφόρησα, αλλά αμέσως έσπευσα σαν πνευματικός πατέρας να σώσω τα πνευματικά μου παιδιά από τον επικείμενο θάνατο. Δεν έχασα καιρό. Την ίδια μέρα τον κάλεσα στο Μοναστήρι, και την επόμενη ήρθε. Φοβόμουν μήπως απορρίψει την παράκλησή μου και κατέφυγα στην ακαταίσχυντη προστασία των χριστιανών, την απροσμάχητη βοήθεια, την μόνη ελπίδα, καταφυγή και σωτηρία, την Υπεραγία Θεοτόκο, τη Ζωοδόχο Πηγή. Κάναμε λοιπόν παράκληση με όλους τους πατέρες και αδελφούς του μοναστηριού και παρακαλέσαμε με πίστη και ικετεύσαμε να μεσιτεύσει στον υιό της και Θεό μας να μετατρέψει την απόφαση του αδίκου Διοικητή και να χαρίσει τη ζωή στους ανεύθυνους, που άδικα καταδικάστηκαν σε θάνατο. Την παράκληση στην Παναγία παρακολούθησε και ο διοικητής με την συνοδεία του. Μόλις τελείωσε η παράκληση, ετοιμάστηκαν αν αναχωρήσουν. Τότε ο διοικητής είπε στον διερμηνέα να του ζητήσω να μου κάνει μια χάρη. Εγώ εκείνη τη στιγμή γέμισα χαρά και αγαλλίαση, διότι πίστεψα ότι εισακούστηκε η δέησή μας και ήρθε η κατάλληλη στιγμή να του ζητήσω εκείνο για το οποίο τον κάλεσα στο μοναστήρι και κάναμε και την παράκληση. Οπότε, πήρα θάρρος και μέσο του διερμηνέα του λέω να μου υποσχεθεί πρώτα ότι θα μου κάνει την χάρη που θα του ζητήσω, και τότε θα του τη ζητήσω. Μου έδωσε το δεξί του χέρι και μου υποσχέθηκε ότι θα το κάνει. Τότε λοιπόν του είπα ότι θέλω να χαρίσει τη ζωή στους 125 νέους που αποφάσισε να θανατώσει. Αλλά όταν το άκουσε, απήντησε να του ζητήσω άλλη χάρη, γιατί αυτή τη χάρη δεν μπορεί να την κάνει διότι έχει τέτοια διαταγή, που λέει: Όταν σκοτωθεί ένας γερμανός, στη θέση του να σκοτώνονται 50 Έλληνες από τα κοντινά χωριά, για δύο γερμανούς 100 Έλληνες κλπ. και επειδή είδα ότι, παρά τις παρακλήσεις που του έκαμα, επέμενε να του ζητήσω άλλη χάρη, του ζήτησα ωε μέγιστη χάρη να με πάρει με τους 125 καταδίκους, να με εκτελέσει. Όταν άκουσε τούτο ο σκληρός εκείνος και απάνθρωπος διοικητής, κάμφθηκε, μαλάκωσε η καρδιά του, συντρίφθηκε και συγκινημένος μου έδωσε το δεξί του χέρι και μου είπε: «Σου τους χαρίζω». Τη στιγμή εκείνη τόση μεγάλη χαρά αισθάνθηκα, όση ποτέ. Είχα βέβαια χαρά ελπίζοντας ότι, εάν δεν άλλαζε γνώμη για τους καταδίκους, θα πέθαινα και γω με τα πνευματικά μου παιδιά, αλλά η χαρά εκείνη θα ήταν χαρά μόνο για μένα, ο θάνατός μου δηλαδή μόνο σε μένα θα προξενούσε χαρά, ενώ στους αδελφούς της μονής και σε όλα τα πνευματικά μου παιδιά στην Πάρο θα προξενούσε λύπη.

Όμως η χαρά που πήρα, όταν ο διοικητής μου είπε «Σου τους χαρίζω», ήταν χαρά κοινή, γενική, για όλους: για μένα, για τους καταδίκους, για τους γονείς, αδελφούς, συγγενείς, φίλους και συμπατριώτες, χαρά για όλη την Πάρο. Εκτός λοιπόν από τη δική μου χαρά συμμετείχα ως πνευματικός πατέρας και στην κοινή χαρά όλων. Όλη αυτή η δραματική υπόθεση είχε ως αφετηρία τον σύνδεσμο της αγάπης διότι, αν δεν μας συνέδεε ο σύνδεσμος της αγάπης, της αγάπης της ειλικρινούς, της πνευματικής, της χριστιανικής, της αδελφικής, της πατρικής, με τους καταδίκους, θα έλεγα: «τι με μέλει εμένα; Δεν παν να τους σκοτώσουν οι Γερμανοί; Εμένα να μην πειράζουν και το μοναστήρι μου. Εγώ να ζήσω και εκείνοι ας πεθάνουν». Όμως η αγάπη, το χριστιανικό και το ηθικό μου καθήκον μου έλεγε «όχι». Ο Χριστός, μου έλεγε η αγάπη του Θεού, ο αναμάρτητος Θεός, κατέβηκε από τους ουρανούς και υπέμεινε τον πιο επονείδιστο σταυρικό θάνατο και πέθανε για εμάς τους αμαρτωλούς, τους εχθρούς του γι αυτό και συ οφείλεις, ως μαθητής, ιερέας του Ιησού Χριστού, αν γίνεις μιμητής Του, να πεθάνεις για τα πνευματικά σου παιδιά, τα οποία και εκείνα σε σέβονται, σε εκτιμούν, σε αγαπούν.

Ο πνευματικός πατήρ είχε καρδιά αγίου ανδρός. Και η καρδία αυτού είναι πλήρης αγάπης

Η ζωή του γέροντος ήταν γεμάτη θεοφάνειες αλλά και συντυχίες μετά των αγίων, όπως της κυρίας Θεοτόκου, του αγίου Δημητρίου, του αγίου Νεκταρίου και άλλων.

«Πορεύομαι ετοιμάσαι τόπον υμίν… εάν αγαπάτε με τας εντολάς τας εμάς τηρήσατε και εγώ ερωτήσω τον Πατέρα και άλλον Παράκλητον δώσει μοι… ουκ αφήσω υμάς ορφανούς». Ο άγιος γέροντας προαισθανόμενος το μακάριο τέλος του ως καλός πνευματικός πατέρας, η σκέψη του είναι και πάλι στα τέκνα αυτού.

Ο ίδιος αναφέρει ότι με τη χάρη του Θεού συντάσσει πνευματική διαθήκη και την αφήνει ως πνευματική περιουσία στα πνευματικά του τέκνα. Τα νουθετεί ως καλός πατέρας, τα προτρέπει αν αγαπήσουν τον Θεόν για να βρούν την χάρη την αιώνιον. Υπόσχεται ότι αν βρει παρουσία ενώπιον του Θεού ποτέ δεν θα τα ξεχάσει. Είναι πάρα πολλά τα γεγονότα αλλά και οι επιστολές που φανερώνουν τον άγιο γέροντα ως τέλειο πνευματικό πατέρα μιμούμενο τον ουράνιο πατέρα μας.

Ταπεινή μας ευχή και προσευχή είναι να γραφεί και επισήμως εις τας δέλτους της εκκλησίας μας ο άγιος γέροντας ως πρεσβευτής και μεσίτης προς Κύριον.