Η ελληνική προφορική λαϊκή λογοτεχνία στην ελληνική εκπαίδευση

25 Ιουνίου 2020

Οι μέρες μας χαρακτηρίζονται από την εξάπλωση τού φαινομένου τής παγκοσμιοποίησης σε όλο τον πλανήτη. Ενώ οι οικονομολόγοι και οι επιχειρηματίες ενδιαφέρονται και εστιάζουν στην οικονομική της διάσταση, το φαινόμενο είναι πρώτιστα ένα κοινωνικό φαινόμενο που επηρεάζει άμεσα, άλλοτε θετικά και άλλοτε αρνητικά, κάθε κάτοικο του πλανήτη.

Οι κοινωνικές αλλαγές που συντελούνται προέρχονται από την δυνατότητα ταχύτατης επικοινωνίας και εύκολης πρόσβασης σε τεράστιες ποσότητες πληροφοριών που παρέχει η τεχνολογία στο άτομο, στις ομάδες και στους λαούς. Η πρώτες συνέπειες δεν μπορεί παρά να είναι θετικές, αφού έτσι διευκολύνεται η αλληλοκατανόηση και προωθείται η ανάπτυξη της παιδείας και της δημοκρατίας. Συχνά, όμως, το αποτέλεσμα της εύκολης και απεριόριστης επικοινωνίας είναι η σύγχυση, διότι οξύνονται τα ερωτήματα και προβάλλει επιτακτικότερη η αναγκαιότητα προσδιορισμού τού κάθε μέρους που συμμετέχει στην επικοινωνία.

Ο κίνδυνος της παγκοσμιοποίησης είναι η άκριτη υιοθέτηση η απόρριψη απόψεων και πρακτικών ή αισθητικών μορφών σε ένα περιβάλλον επικοινωνίας,  όπου ο πομπός δεν γνωρίζει τίποτα για τον δέκτη, ο δέκτης για τον πομπό και ο καθένας τους για την ίδια του την ταυτότητα, την ιστορία και τελικά την ιδιοπροσωπία. Σε αυτή την περίπτωση η επιρροή της είναι καταστροφική, που προσφέρει τη δυνατότητα σε έναν πομπό να επικοινωνήσει με απεριόριστο αριθμό δεκτών που καταντούν παθητικοί καταναλωτές. Με αυτό τον τρόπο μπορεί να συντελέσει στην απόλυτη επικράτηση στερεοτύπων και προκαταλήψεων και να επιτρέψει την εγκαθίδρυση τεράστιων ιδεολογικών, αισθητικών και πολιτικών απολυταρχιών. Ο προσδιορισμός τής ταυτότητας και των ιδιαιτεροτήτων των επικοινωνιών είναι απαραίτητος για να μπορέσει να υπάρξει κατανόηση του περιεχομένου της επικοινωνίας και στη συνέχεια αξιολόγηση και κρίση, ώστε να οδηγηθούν σε συνεργασία. Βασικό παράγοντας όμως κατανόησης είναι η αυτογνωσία και ο προσδιορισμός της ιδιαίτερης ταυτότητας των επικοινωνιών.

Η αναζήτηση αυτή σε παγκόσμια κλίμακα οδηγεί σήμερα άτομα, ομάδες και έθνη πίσω στη γνωριμία  με την παράδοση τους. Η προφορική παράδοση είναι ο κορμός της και η λαϊκή λογοτεχνία μία από τις κύριες εκφράσεις της. Η προσέγγιση της, όμως αποκλειστικά μέσα από τις γραπτές καταγραφές δεν είναι μόνο μουσειακή αλλά και παραμορφωτική. Η λειτουργία και η μορφή κάθε έργου της κατανοείται μόνο μέσα από την εθνογραφική αντιμετώπιση της ως συνολικού γεγονότος μέσα σε δεδομένο κοινωνικό παύλα πολιτιστικό πλαίσιο.

Το φαινόμενο της αναθεώρησης της αξίας της παράδοσης και της χρησιμότητάς της έχει ποικίλες εκφράσεις και στη χώρα μας. Στο χώρο της εκπαίδευσης παρατηρείται μία σταδιακή αναζωπύρωση τού ενδιαφέροντος για τη λαϊκή λογοτεχνία τού τόπου μας και ειδικότερα, για το λαϊκό παραμύθι. Αν όμως προσεγγιστεί φιλολογικά σε ένα οποιοδήποτε άλλο γραπτό λογοτεχνικό κείμενο, τότε χάνει μεγάλο μέρος της αρχικής αισθητικής του αξίας και συχνά μοιάζει απλοϊκό και παρωχημένο. Στη χώρα μας, η προσπάθεια σύνδεσης τής εκπαίδευσης με τη λαϊκή παράδοση δεν έχει αξιοποιήσει την προφορική αφήγηση, αλλά αναφέρεται στο σύνολο του λαϊκού πολιτισμού. Άλλωστε, κάθε προσπάθεια στοχεύει κυρίως στην προσχολική αγωγή και στις πρώτες τάξεις του Δημοτικού σχολείου (από κει και πέρα το παιδί, κατακτώντας τη γραφή και την ανάγνωση, δεν έχει νόημα να ασχολείται με τις δημιουργίες των αγράμματων!).

Παιδαγωγική αξιοποίηση τής προφορικής αφήγησης στο Γυμνάσιο και το Λύκειο (όπως γίνεται σε πολλές χώρες του εξωτερικού) μοιάζει σενάριο επιστημονικής φαντασίας για τη χώρα μας. Σε έγγραφα και οδηγίες τού υπεύθυνου προτείνεται η αξιοποίηση τού λαϊκού παραμυθιού στο Δημοτικό σχολείο, αντιμετωπίζεται όμως με φιλολογικά κριτήρια και όχι ως μέρος τού γεγονότος τής παράστασης προφορικής αφήγησης. Τα προφορικά χαρακτηριστικά και προφορική του λειτουργία,  καθώς το λαϊκό παραμύθι αντιμετωπίζεται, είτε ως κείμενο είτε ως αφορμή για απόκτηση γλωσσικών δεξιοτήτων και λαογραφικών γνώσεων είτε ως αφορμή για δραστηριότητες στο πλαίσιο της θεατρικής αγωγής. Οι περισσότερες προσπάθειες αξιοποίησης τής λαϊκής λογοτεχνίας δεν τις συνδέουν άμεσα με την προφορική αφήγηση. Και όταν επιχειρείται μία τέτοια σύνδεση, είτε περιορίζεται στην προσχολική ηλικία είτε δεν γίνεται διάκριση ανάμεσα σε προφορική αφήγηση, θεατρική απαγγελία η μεγαλόφωνη ανάγνωση. Συχνά προστίθενται και μοντέρνες εμμονές (παραδείγματος χάρη μυθοπλασία επιδίωξη πρωτοτυπίας, ανατρεπτικό και υπέρ ελαστικό χιούμορ και δημιουργική γραφή ασκήσεις ύφους κι άλλα), οι οποίες δεν έχουν καμία σχέση με την αισθητική και τη λειτουργία τής προφορικής αφηγηματικής παράδοσης.

Στις πολυάριθμες έρευνες και προσπάθειες παιδαγωγικής αξιοποίησης τής προφορικής αφήγησης στο εξωτερικό, το συμπέρασμα είναι ότι αδικείται, όταν συμπεριλαμβάνεται, είτε στις θεατρικές δραστηριότητες είτε στις δραστηριότητες με σκοπό την ανάπτυξη της φιλαναγνωσίας ή την καλλιέργεια της λεκτικής επικοινωνίας με κριτήρια του γραπτού λόγου.

Μόνο εφόσον η προφορική αφήγηση και η λαϊκή λογοτεχνία αντιμετωπιστούν μαζί ως μία οργανική ενότητα, μπορούν να απαλλαγούν από την τα φιλολογικά κριτήρια που τις διασπούν και τις αλλοιώνουν. Η λαϊκή αφήγηση όμως έχει σβήσει εντελώς με ραγδαίους ρυθμούς. Τη μόνη δυνατότητα γνωριμίας τής λαϊκή λογοτεχνίας ως δυναμικού μέρους μιας παράστασης προφορικής αφήγησης, οι μόνοι που μπορούν να την προσφέρουν είναι οι παραμυθάδες.Το πρόσφατο φαινόμενο τής αναβίωσης τής προφορικής αφήγησης έως τώρα δεν έχει προσεχθεί και αξιοποιηθεί επαρκώς και συστηματικά. Η αξία της προφορικής αφήγησης υποτιμάται και συχνά συγχέεται ως τέχνη και πρακτική με το θέατρο, με το οποίο έχει μεγάλες διαφορές στη μορφή και στο περιεχόμενο.

η σύγχρονη αναβίωση της προφορικής αφήγησης, εάν συνδυαστεί με την ερευνητική έμφαση στον προφορικό χαρακτήρα της λαϊκής λογοτεχνίας και τα συμπεράσματα των εθνικών παιδαγωγικών μελετών για τη μετάδοση της παραδοσιακής γνώσης στους προϊστορικούς πολιτισμούς, μπορεί να προσφέρει ουσιαστικές λύσεις για την αποκατάσταση της αυθεντικής μορφής του λαϊκού λογοτεχνικού έργου. Με αυτό τον τρόπο θα είναι δυνατόν να απαντηθούν και γενικότεροι παιδαγωγικοί προβληματισμοί που αναπτύσσονται στη χώρα μας και αναφέρονται στους τρόπους με τους οποίους μπορούν τα σύγχρονα Ελληνόπουλα να προσεγγίσουν τη λαϊκή παράδοση τού τόπου τους και να ωφεληθούν από αυτή.