Εκπαιδευτικός κλεφτοπόλεμος

16 Ιουλίου 2020

Η ολοκληρωτική κατάργηση των καλλιτεχνικών μαθημάτων στο Λύκειο δεν αποτελεί «κεραυνό εν αιθρία». Προηγήθηκε η προ ολίγων ετών κατάργηση της μουσικής από αυτήν τη βαθμίδα της εκπαίδευσης αλλά και η γενικότερη απαξίωση όλων εκείνων των μαθημάτων τα οποία δεν συνδέονται άμεσα με τις πανελλήνιες εξετάσεις, όπως η οικιακή οικονομία. Βασικό επιχείρημα τής κατάργησης είναι πως, ως επιλεγόμενο μάθημα, ελάχιστοι μαθητές επέλεγαν την καλλιτεχνική παιδεία αλλά και πώς, σύμφωνα με άδηλες έρευνες του Υπουργείου, τα μαθήματα αυτά δεν διδάσκονται με σοβαρότητα και σύστημα.

Η αλήθεια είναι πώς υπάρχουν στοιχεία που συνηγορούν σε αυτές τις διαπιστώσεις. Αυτό όμως που αποκρύπτεται είναι πως με απόλυτη ευθύνη της εκάστοτε ηγεσίας τού Υπουργείου Παιδείας, τα καλλιτεχνικά μαθήματα οδηγούνται εδώ και δεκαετίες συστηματικά προς την απαξίωση με συνέπεια, αυτό που παρουσιάζεται ως γεγονός να αποτελεί μοιραία εξέλιξη συνειδητών επιλογών τής εκπαιδευτικής πολιτικής.

Υπάρχουν πολλοί τρόποι για να απαξιώσεις ένα μάθημα. Ο πρώτος είναι να το καταστήσεις μονόωρο, άρα ουσιαστικά αόρατο στο σχολικό πρόγραμμα. Δεύτερος τρόπος είναι να του αφαιρέσεις κάθε είδους αξιολόγηση, μεταβάλλοντας το σε μία ώρα αφηρημένης δραστηριότητας χωρίς υπόσταση και χωρίς κίνητρο.

Το γεγονός πώς την βαρύτητα στο μάθημα την προσφέρει ή δεν την προσφέρει ο εκπαιδευτικός αποτελεί μισή αλήθεια. Και αυτό διότι, ακόμη και ο καλύτερος και ο πιο συνειδητοποιημένος εκπαιδευτικός δεν διαθέτει τις δυνάμεις ώστε να εξισορρόπησει την απαξίωση που υφίσταται το μάθημά του από αυτή καθεαυτή τη δομή του προγράμματος αλλά και από την περιρρέουσα ατμόσφαιρα που δημιουργείται. Από την στιγμή που η εκπαιδευτική πολιτική τοποθετεί ως βασικό κίνητρο στο σχολικό πρόγραμμα τη χρησιμοθηρία εν όψει πανελληνίων εξετάσεων, είναι μοιραίο πως κάθε μάθημα που δεν προσφέρει ευθέως πλεονέκτημα εισαγωγής στις ανώτατες σχολές αποτελεί διακοσμητική διαδικασία την οποία το σχολείο απλώς ανέχεται.

Η σχολική ζωή αποτελεί συγχρόνως καθρέφτισμα των προτεραιοτήτων μιας κοινωνίας αλλά και συνδιαμορφωτή των προτεραιοτήτων αυτών. Στην προκειμένη περίπτωση, το σχολείο αντικατοπτρίζει την θέση που κατέχει ο πολιτισμός στην πνευματική, κοινωνική και οικονομική ζωή της ελληνικής κοινωνίας. Συγχρόνως, το σχολείο διαμορφώνει νοοτροπίες και ετοιμάζει την αυριανή γενιά των ενηλίκων, οι οποίοι θα συνεχίσουν την απαξίωση του πολιτισμού, αφού έχουν μπολιαστεί με αυτήν στην πιο κρίσιμη περίοδο της ζωής τους.

Το θέμα όμως είναι βαθύτερο, τόσο σε πνευματικό όσο και σε πολιτικό επίπεδο. Τέτοιου είδους αποφάσεις, όπως η υποβάθμιση των καλλιτεχνικών μαθημάτων, αποτελούν έμπρακτη και σαφή απάντηση στο ερώτημα «τι είδους ανθρώπων θέλουμε να διαμορφώσουμε στο σχολείο και ευρύτερα στην κοινωνία». Το ελληνικό σχολείο παραμένει με επιμονή εγκλωβισμένο σε νοοτροπίες προ μισού και πλέον αιώνα όπου η νοημοσύνη, η επιτυχία και η καταξίωση ταυτίζονταν με τις επιδόσεις της μνήμης και των νοητικών συλλογισμών. Η ελληνική εκπαιδευτική πραγματικότητα μοιάζει να έχει πλήρη άγνοια για όλα τα αποτελέσματα των ερευνών περί πολλαπλής ευφυΐας, περί συνδέσεως των νοητικών επιδόσεων με το συναίσθημα και την φαντασία, περί της ψυχοσωματικής ανάπτυξης του ανθρώπου, αλλά και περί της παταγώδους αποτυχίας να δημιουργήσει το παλιό σύστημα εκπαίδευσης ανθρώπους ολοκληρωμένους, πολύπλευρους και κυρίως ευτυχείς. Βέβαια, τα κενά του εκπαιδευτικού συστήματος κάλυπτε η κοινωνική ζωή με τις συχνές λαϊκές εκδηλώσεις και τις καλλιτεχνικές συνήθειες πριν η οθόνη κάνει κατοχή στα σπίτια και τις προτιμήσεις των πολλών. Οι καιροί όμως άλλαξαν και ήδη έχουν γίνει γονείς και παππούδες οι πρώτες γενεές της τηλεόρασης. Η δυσκολία των ενηλίκων, πλέον, να εκφραστούν συναισθηματικά, να χαρούν την δημιουργικότητά τους και να καμαρώσουν για τις ιδιαίτερες δεξιότητες τους, όντας πεπεισμένοι πώς την αξία δίνει, δήθεν μόνον η επαγγελματική και κοινωνική καταξίωση, αν και είναι οφθαλμοφανής, αφήνει στην απόλυτη αδιαφορία όλους εκείνους που χαράζουν τις κατευθυντήριες γραμμές του σχολικού προγράμματος. Κανέναν δεν φαίνεται να απασχολεί η ανικανότητα τού νεοέλληνα να συνυπάρξει, να συνεργαστεί και να αποκτήσει κοινωνική συνείδηση. Κανέναν δεν φαίνεται να απασχολεί η αδυναμία τού νεοέλληνα να δώσει πρακτικές λύσεις ακόμη και στα απλούστερα προβλήματα της καθημερινότητας, η πλήρης αποξένωσή του από την δημιουργική φαντασία, η πλήρης αδυναμία του να ολοκληρώσει θεωρητικούς συλλογισμούς και να οδηγηθεί σε συμπεράσματα. Αδιάφορους αφήνει επίσης τους ιθύνοντες το γεγονός της κατάταξης της Ελλάδος στις τελευταίες θέσεις των μετρήσεων παγκοσμίως ως προς την κατανόηση ενός απλού κειμένου και την ολοκλήρωση απλών μαθηματικών πράξεων. Ή, και αν έλαβαν το γεγονός αυτό υπόψιν, βρήκαν την απλή και τάχα αποτελεσματική λύση: περισσότερη ύλη, περισσότερη αποστήθιση, περισσότερες νοητικές απαιτήσεις. Και οι παιδικές και εφηβικές ψυχές έλαβαν το μήνυμα και αν΄τεδρασαν αναλόγως: Περισσότερη ανία, περισσότερος θυμός, περισσότερη παιδική κατάθλιψη, περισσότερη μοναξιά.

Ο περιορισμός της σκοπιμότητας των σχολικών μαθημάτων μόνο σε πλαίσιο εξετάσεων εμπόδισε ιθύνοντες και πολίτες να συνειδητοποιήσουν πώς οι μόνοι πυλώνες κοινωνικής παιδείας μέσα στο σχολείο είναι τα καλλιτεχνικά και αθλητικά μαθήματα. Σε ένα σύστημα που θεοποιεί την ατομική επίδοση, διδάσκει την αδιαφορία για την κατάσταση του διπλανού, αδρανοποιεί το ενδιαφέρον για τις αδυναμίες του συμμαθητή ενώ αντίθετα ερεθίζει τον μέχρι κανιβαλισμού ανταγωνισμό που κρύβει ο καθένας μέσα του, η έννοια της ομάδας που συνεργάζεται διασώζεται μόνον στις αθλητικές και καλλιτεχνικές δραστηριότητες. Μόνον αυτές διδάσκουν πώς όλοι μαζί θα νικήσουμε ή όλοι μαζί θα χάσουμε, όλοι μαζί θα επιτύχουμε ή όλοι μαζί θα αποτύχουμε. Την αλήθεια της ζωής διασώζει ο συμπαίκτης που σπεύδει να διορθώσει το λάθος τού αλλού ή το παιδί που, σε ένα μουσικό συγκρότημα η μία χορωδία, συνειδητοποιεί πως η αμέλεια ή το λάθος του καταδικάζει την προσπάθεια όλων των υπολοίπων.

Το εκπαιδευτικό σύστημα, δεκαετίες τώρα, μοιάζει αμετανόητο, όπως αμετανόητοι μοιάζουν οι τάγοι του πού μόνη τους φιλοδοξία φαίνεται να αποτελεί η σύνδεση τού ονόματός τους με την πιο αλλοπρόσαλλη μεταρρύθμιση. Στις υπάρχουσες συνθήκες, οι οποίες συντονισμένες προσπάθειες ανατροπής αυτών των προτεραιοτήτων πρέπει να συνοδευτούν από έναν εκπαιδευτικό κλεφτοπόλεμο. Κλεφτοπόλεμο που θα στηριχθεί στον φωτισμένο διευθυντή της σχολικής μονάδας, τον εμπνευσμένο εκπαιδευτικό και τον συνειδητοποιημένο σύλλογο καθηγητών. Τη θεσμική ανεπάρκεια μπορεί να την καλύψει μόνο το φιλότιμο του εκπαιδευτικού και τα περιθώρια που θα βρεθούν στο κάθε σχολείο ξεχωριστά για δράσεις που τιμούν την ανθρώπινη ύπαρξη και που θα προσφέρουν στην κάθε νέα παιδική ψυχή ευρύτητα οριζόντων, πηγή άλλου είδους καταξίωσης και κυρίως χαρά. Χαρά αληθινή πού προέρχεται από την ισορροπημένη ανάπτυξη όλων των κέντρων της ανθρώπινης ύπαρξης και από την επαφή με νόημα ζωής που αφήνει πίσω της τη θλιβερή χρησιμοθηρία και τον καταθλιπτικό εγωκεντρισμό.