Οι άγιοι Ανάργυροι στη Σμύρνη..

14 Ιουλίου 2020

“Ο άνθρωπος στο τέλος είναι μία πρόθεση. Ο Θεός δεν περιμένει από μας να γίνουμε τέλειοι ή άγιοι. Έχει τόση αγάπη που μόλις ο άνθρωπος κάνει ένα βήμα, Αυτός ανταποκρίνεται. Είναι μεγάλο πράγμα αυτό και στην Εκκλησία του Χριστού ζούμε την πληρότητα εν τη ατελεία. Αν όμως ο άνθρωπος θεωρήσει ότι αυτή την πληρότητα την οφείλει στον εαυτό του, αμέσως τη χάνει. Διαφορετικά, παρά την ατέλεια παραμένει η πληρότητα. Μεγάλο μυστήριο αυτή η κατάσταση.”

Τα λόγια αυτά του πατέρα Ν. Λουδοβίκου με ενέπνευσαν να γράψω το άρθρο αυτό, διότι αυτή την κατάσταση βλέπω στην ιστορία που θα σας αφηγηθώ. Δεν είναι μια απλή ιστορία μιας θαυμαστής ενέργειας του Θεού, αλλά είναι και ένα μάθημα παιδαγωγίας. Ο Θεός κοινωνεί μαζί μας, αλλά ευτυχώς δεν εμπαίζετε, όπως πολλές φορές νομίζουμε ότι θα θέλαμε συμβαίνει.

Με αφορμή τη γιορτή των αγίων Αναργύρων, θα μοιραστώ μαζί σας μια ιστορία την οποία πρώτες μου πρόσφεραν δύο γλυκές υπάρξεις, η κ. Ευφροσύνη και η κ. Αθανασία τις οποίες γνώρισα κατά την διάρκεια της στρατιωτικής μου θητείας. Βέβαια, εδώ, στο μικρό χωριό Κλειώ, της βόρειας Λέσβου τις ξέρουν ως Φρόσω και Νάσια. Είναι γεννημένες στη Μυτιλήνη, αλλά κατάγονται από τη Σμύρνη της Μικράς Ασίας. Οι γονείς τους ήρθαν στη Λέσβο το 1922, περί τα τέλη της Μικρασιατικής Καταστροφής, και μαζί τους φέραν μια περίτεχνη εικόνα των αγίων Αναργύρων η οποία κουβαλάει πάνω της τη Χάρις του Θεού.

Εικόνα: Οι άγιοι Ανάργυροι. Ξυλόγλυπτο (ξύλο καρυδιάς).

Αυτή λοιπόν, είναι η ιστορία της:

Όταν ακόμη οι γονείς τους ήταν στη Σμύρνη η μητέρα τους έμεινε έγκυος και δυστυχώς, ύστερα από πολύ ταλαιπωρία, απέβαλε το έμβρυο και έπεσε σε κατάθλιψη. Πολύ γρήγορα αρρώστησε βαριά και έμεινε καθηλωμένη στο κρεβάτι. Επειδή όμως η οικογένεια ήταν εύπορη, μπόρεσαν και ζήτησαν ιατρική βοήθεια από τους τότε καλύτερους ιατρούς και καθηγητές. Μία ημέρα λοιπόν, καθώς αυτοί συνεδριάζανε μεταξύ τους στο σαλόνι του σπιτιού, καταλήξανε στο ότι η ασθενής θα πεθάνει λίαν συντόμως. Μαζί τους καθόταν ο σύζυγος και ο μπαμπάς της. Ξαφνικά, άνοιξε η πόρτα της κρεβατοκάμαρας και βγήκε χαμογελαστή η σύζυγος. Όλοι τους μείνανε άφωνοι, μέχρι που άρχισαν να τη ρωτάν πως μπόρεσε και σηκώθηκε. Η απάντηση της ήταν: “Δεν έχω τίποτα, ήρθαν δύο ρασοφορεμένοι, σηκώσαν λίγο τη μπλούζα μου και σταύρωσαν την κοιλιά μου τρεις φορές. Ήταν οι άγιοι Ανάργυροι”. Τότε ήταν που ο σύζυγος της ο κ. Σ. , όντας και τεχνίτης (έφτιαχνε μουσικά όργανα) εκτός από τραπεζικός, αποφάσισε να φτιάξει μια σκαλιστή εικόνα ως κίνηση ευγνωμοσύνης προς τους αγίους Αναργύρους και το Χριστό.

Όταν αργότερα, ήρθαν στην Ελλάδα και αφού εγκαταστάθηκαν μόνιμα στην Κλειώ της Λέσβου ο κ. Σ. θέλησε να κληρώσει την εικόνα αυτή στο χωριό και τα έσοδα να τα δώσει στην εκκλησία του, την Ι.Μ. Αγίας Τριάδας. Τότε η νονά της Νάσιας, η κ. Β. απευθυνόμενη στην Αγία Τριάδα είπε: “Μακάρι να κερδίσω εγώ την εικόνα και θα στη φέρω στην Εκκλησία”. Προς μεγάλη της έκληξη την κέρδισε, όμως τελικά, αποφάσισε μαζί με τον άντρα της τον κ. Στ. να τη κρατήσουν στο δικό τους εικονοστάσι, γιατί θεώρησαν πως είχε μεγάλη πνευματική αξία για να την δώσουν. Έλα που όμως, κάθε βράδυ το σπίτι τους “έτριζε” σαν να γινόταν σεισμός. Για αυτό, ο κ. Στ. είπε στη γυναίκα του, τη νονά της Νάσιας: “Σήκω να πάμε την εικόνα στην εκκλησία, μήπως και ησυχάσει το σπίτι. Αφού την τάξαμε”. Μετά από την κίνηση τους αυτή δεν είχαν ξανά ενοχλήσεις στο σπίτι και η εικόνα βρίσκεται μέχρι και σήμερα στην εκκλησία της Αγίας Τριάδος του χωριού Κλειώ.

(Σεβόμενος την επιθυμία που είχαν οι δύο αδερφές κράτησα κρυφά τα ονοματεπώνυμα των μελών της οικογένειας τους.)