Η Καθολική προσέγγιση της Παρηγορητικής Αγωγής

16 Σεπτεμβρίου 2020

Η Καθολική Εκκλησία, ακολουθώντας μια παράδοση αιώνων, φροντίζει ανθρώπους που είναι κοντά στο θάνατο, καθώς και τις οικογένειές τους, σε όλες τις χώρες του κόσμου, όπου υπάρχουν πιστοί στον ρωμαιοκαθολικισμό. Ειδικά στην Αυστραλία, σχεδόν το ήμισυ όλων των υπηρεσιών παρηγορητικής φροντίδας παρέχεται από τους ανθρώπους της Καθολικής Εκκλησίας. Κατά την παροχή της παρηγορητικής φροντίδας σε ασθενείς που βρίσκονται στο τελικό στάδιο, δίνεται μεγάλη προσοχή στην υπεράσπιση της αξιοπρέπειας των ασθενών και στο σεβασμό των πνευματικών, των σωματικών, των συναισθηματικών και των κοινωνικών τους αναγκών. Σε καμιά περίπτωση ο ασθενής δεν πρέπει να νιώσει ότι πλησιάζει στο τέλος της ζωής του και είναι βάρος στους δικούς του και στην κοινωνία. Επίσης, οι υπεύθυνοι της Εκκλησίας δεν παραλείπουν να παράσχουν παρηγορητική φροντίδα και στα μέλη της οικογένειας του ασθενούς, τα οποία ενδέχεται να έχουν κυριευτεί κι αυτά από απελπισία κι απόγνωση. (Πηγή: www.thecatholic.org/2002_April/Euthanasia.htm).

Η μεγάλη σημασία που αποδίδει η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία στην αξιοπρέπεια του ανθρώπου που υποφέρει, φαίνεται και από το λόγο που εκφώνησε ο Πάπας Φραγκίσκος το 2015 στο Ποντιφικό Συμβούλιο για τη Ζωή: «Η παρηγορητική φροντίδα είναι μια έκφραση της αληθινά ανθρώπινης στάσης της φροντίδας ενός άλλου ανθρώπου, ειδικά εκείνων που υποφέρουν. Είναι αλήθεια ότι ο άνθρωπος είναι πάντα πολύτιμος, ακόμη και αν χαρακτηρίζεται από ασθένεια και γήρας. Όταν η ζωή των ανθρώπων γίνεται πολύ εύθραυστη και πλησιάζει το τέλος της γήινης ύπαρξής τους, αισθανόμαστε την ευθύνη να βοηθήσουμε και να τους συνοδεύουμε με τον καλύτερο τρόπο». (Πηγή: www.thecatholic.org/2002_April/Euthanasia.htm).

Σε ολόκληρο τον κόσμο υπάρχουν πολλά παραδείγματα που φανερώνουν ότι η παρηγορητική φροντίδα αποτελεί αναπόσπαστο μέρος των υπηρεσιών και της αποστολής της Καθολικής Εκκλησίας. Στην Τασμανία, για παράδειγμα, λειτουργεί η μονάδα υγειονομικής περίθαλψης με την επωνυμία «Μονάδα του Γολγοθά», στην οποία μπορούν να βρουν παρηγορητική φροντίδα οι ασθενείς, των οποίων η ζωή πλησιάζει στο τέλος της. Στην Τασμανία συναντάμε και άλλες μονάδες, όπως η Gibson, που λειτουργεί στο νοσοκομείο του Αγίου Ιωάννη και έχει σχεδιαστεί για παροχή παρηγορητικής φροντίδας, αιματολογικής ογκολογίας, ακτινοθεραπευτικής ογκολογίας και γενικής ιατρικής. Ακόμη, υπάρχει η Μονάδα Παρηγορητικής Φροντίδας Melwood στο νοσοκομείο St Luke’s. Η υγειονομική περίθαλψη στην Τασμανία έχει δεσμευτεί να παραδώσει συμπονετική, ολοκληρωμένη και ολιστική υγειονομική περίθαλψη σε ανθρώπους που πλησιάζουν ή φτάνουν στο τέλος της ζωής τους. Το κλινικό προσωπικό που εργάζεται στις παραπάνω μονάδες ή και σε άλλες, εκπαιδεύεται και επιμορφώνεται, ώστε να παρέχει την παρηγορητική φροντίδα με τον τρόπο που πρέπει και αναλόγως με την περίπτωση του κάθε ασθενούς. (Πηγή: www.thecatholic.org/2002_April/Euthanasia.htm).

Οι απόψεις της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας για την ανακούφιση του πόνου και των άλλων συμπτωμάτων.

Η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία, όπως, βέβαια, και η παραδοσιακή ιατρική δεοντολογία αναγνωρίζει την αξία της λήψης φαρμάκων για την ανακούφιση του πόνου και άλλων συμπτωμάτων ασθενειών τελικού σταδίου. Χρειάζεται όμως πολύ μεγάλη προσοχή στην επιλογή και στη λήψη των φαρμάκων, γιατί η λανθασμένη χρήση τους μπορεί να προκαλέσει σημαντικές σωματικές, συναισθηματικές και πνευματικές επιπλοκές, όπως ταλαιπωρία του ασθενούς και των δικών του. Για το σκοπό αυτό χρησιμοποιούνται οπιοειδή, όπως η μορφίνη, για την ανακούφιση του πόνου και ηρεμιστικά φάρμακα, όπως η μιδαζολάμη, για τον έλεγχο των συμπτωμάτων κατά τη διάρκεια της παρηγορητικής φροντίδας. Όταν κριθεί απαραίτητο, η δόση αυξάνεται σταδιακά, αλλά ποτέ δεν ξεπερνά το όριο της ανακούφισης των συμπτωμάτων. Η χρήση αυτών των αναλγητικών φαρμάκων δεν γίνεται για να επισπεύσει το θάνατο ενός ασθενούς.

Όμως, πέρα από την ανακούφιση του πόνου, το ιατρικό προσωπικό συμμετέχει και στη θεραπευτική φροντίδα των πασχόντων στις περιπτώσεις, όπου αυτό είναι δυνατόν. Μερικά φάρμακα έχουν ηρεμιστικά αποτελέσματα, μπορούν να θέσουν τα συμπτώματα υπό έλεγχο και τότε ο ασθενής θα συνειδητοποιήσει πως τα μέλη της οικογένειάς του είναι κοντά του και έτσι θα προετοιμαστεί πιο ήσυχος για τον επικείμενο θάνατό του, όταν αυτός είναι αναπόφευκτος. Πρόκειται για μια προσωπική απόφαση του ασθενούς, η οποία θα πρέπει να γίνει σεβαστή τόσο από την οικογένειά του, όσο και από τους θεράποντες ιατρούς και νοσηλευτές του. Η χορήγηση φαρμάκων ανακούφισης συμπτωμάτων μπορεί να γίνει, ακόμη και όταν ο ασθενής δεν είναι σε θέση να εκφράσει την επιθυμία του, αλλά μπορούμε να υποθέσουμε ότι αυτό θα επιθυμούσε να γίνει.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση Παρηγορητικής Φροντίδας (EAPC) παρέχει ολοκληρωμένες διαδικαστικές κατευθυντήριες γραμμές για τη χρήση της «παρηγορητικής καταστολής» στη φροντίδα επιλεγμένων περιπτώσεων ασθενών που ταλαιπωρούνται από αφόρητη δυσφορία λόγω σωματικών συμπτωμάτων, όταν δεν υπάρχουν οι υποδομές για να εφαρμοστεί κάποια άλλη μέθοδος για ανακούφιση εντός ενός αποδεκτού χρονικού πλαισίου και χωρίς τον κίνδυνο να προκύψουν ανεπίτρεπτες δυσμενείς επιπτώσεις. Τα πιο συνηθισμένα συμπτώματα περιλαμβάνουν ανησυχητικό παραλήρημα, δύσπνοια, πόνο και σπασμούς. Οι καταστάσεις επείγουσας ανάγκης μπορεί να περιλαμβάνουν μαζική αιμορραγία, ασφυξία, σοβαρή τερματική δύσπνοια ή συντριπτική κρίση πόνου. Οι οδηγίες του EAPC επισημαίνουν με προσοχή αυτό περιστασιακά, πως, όταν οι ασθενείς προσεγγίζουν το τέλος της ζωής τους, η καταστολή μπορεί να θεωρηθεί σοβαρή, μη φυσική. Συμπτώματα είναι η ανερέθιστη κατάθλιψη, το άγχος, η αποθάρρυνση ή η υπαρξιακή δυσφορία. Ειδικώς παρέχονται προφυλάξεις για αυτές τις κλινικές περιστάσεις. Ενώ η παροδική ή η αναπνευστική καταστολή μπορεί να ενδείκνυται για την παροχή προσωρινής ανακούφισης κατά την αναμονή του οφέλους θεραπείας από άλλες θεραπευτικές προσεγγίσεις, οι κατευθυντήριες γραμμές δηλώνουν σαφώς ότι η συνεχής βαθιά καταστολή θα πρέπει να εξετάζεται μόνο εάν ο ασθενής είναι πιθανό να πεθάνει μέσα σε λίγες μέρες. Από την άποψη αυτή, και προειδοποιώντας για τις δυνατότητες κατάχρησης, το EAPC επιμένει ότι η παρηγορητική καταστολή δεν πρέπει ποτέ να στοχεύει στη διακοπή της ζωής. Με άλλα λόγια, η παρηγορητική καταστολή πρέπει να διαχωρίζεται από την ευθανασία, καθώς αυτή έχει σκοπό να σταματήσει την ανυπόφορη ταλαιπωρία του ασθενούς χορηγώντας του ένα καταπραϋντικό φάρμακο για τον έλεγχο των συμπτωμάτων. Η υποβοηθούμενη από γιατρό αυτοκτονία και η ευθανασία δεν αποτελούν συστατικό της παρηγορητικής φροντίδας.

Το 2015 η Παγκόσμια Ιατρική Ένωση επιβεβαίωσε την ισχυρή της πεποίθηση ότι «η ευθανασία έρχεται σε σύγκρουση με τις βασικές δεοντολογικές αρχές της ιατρικής πρακτικής» και προέτρεψε όλους τους Ιατρικούς Συλλόγους όλων των χωρών να απέχουν από τη συμμετοχή τους στην ευθανασία, ακόμη και στην περίπτωση που το ποινικό δίκαιο των χωρών τους το επιστρέψει ή το αποποινικοποιήσει υπό ορισμένες προϋποθέσεις. Επιπλέον, η ΠΟΥ δηλώνει ότι «η αυτοκτονία που υποστηρίζεται από ιατρούς – που δεν είναι άλλη από την ευθανασία – είναι ανήθικη και πρέπει οι απανταχού ιατρικοί σύλλογοι να την καταδικάσουν».

Το σύνολο των αυστραλιανών Μονάδων Παρηγορητικής Φροντίδας διατυπώνει θέσεις ανάλογες με αυτές του EAPC και θεωρεί κι αυτή ότι η ευθανασία δεν έχει καμιά σχέση με την Παρηγορητική Φροντίδα. Τα μέλη του ιατρικού και του νοσηλευτικού προσωπικού, που συμμετέχουν στη διαδικασία της φροντίδας, θα πρέπει αρχικά να κάνουν μια ολοκληρωμένη αξιολόγηση της κατάστασης του ασθενούς που επιθυμεί να τερματίσει τη ζωή του και να έρθουν σε επικοινωνία μαζί του, προκειμένου να κατανοήσουν τα κίνητρά του. Στη συνέχεια, εφαρμόζοντας τις γνώσεις που έχουν πάνω στη διαδικασία της παρηγορητικής φροντίδας – τις οποίες πρέπει να ανανεώνουν με επιμορφωτικά σεμινάρια – θα προσπαθήσουν να τον κάνουν να αλλάξει γνώμη, αλλά και να τον προετοιμάσουν ψυχολογικά για το ενδεχόμενο που ο θάνατος τελικά θα έρθει. (Πηγή: www.thecatholic.org/2002_April/Euthanasia.htm).

Συμπερασματικά, θα μπορούσαμε να πούμε ότι οι ασθενείς που φτάνουν στο σημείο της απόγνωσης και της απελπισίας και γι’ αυτό επιθυμούν να τους γίνει θανατηφόρα ένεση ή να αποσυνδεθούν τα μηχανήματα υποστήριξης ζωτικών λειτουργιών, αποτελούν μια μεγάλη πρόκληση για την παρηγορητική φροντίδα, καθώς ζητούν από τα μέλη της κάτι που δεν συμβαδίζει με το καθήκον τους. Οι ασθενείς αυτοί έχουν μεγαλύτερη ανάγκη από στήριξη, αξίζουν την καλύτερη μορφή ιατρικής θεραπείας για τον έλεγχο των συμπτωμάτων και ειδική ψυχοκοινωνική και πνευματική συμβουλευτική, με βάση τον ατομικό σεβασμό και την κατανόηση καταστάσεων βιαιότητας και απελπισίας. Πρέπει οι συμμετέχοντες στην παρηγορητική φροντίδα να έχουν πάντοτε υπόψη τους ότι, ακόμη και στις πιο δύσκολες στιγμές του ασθενούς, η επικοινωνία, εφόσον βασίζεται στην αμοιβαία εμπιστοσύνη μεταξύ του προσωπικού και του ασθενούς, μπορεί να βελτιώσει την κατάσταση του τελευταίου και να τον κάνει να επιθυμεί πλέον να ζήσει. (Πηγή: www.thecatholic.org/2002_April/Euthanasia.htm).

Διαβάστε ολόκληρη τη μελέτη εδώ