Ο θερισμός

 
Παιδικά / Ιστορίες σε συνέχειες

sporakia_titlos_4

Τα μικρά βλασταράκια είχαν πια ψηλώσει πολύ. Τα πράσινα στάχυα είχαν γίνει χρυσά. Σήκωναν όλα στον καλοκαιριάτικο ουρανό από ένα όμορφο στάχυ γεμάτο σπόρους, που ο ήλιος τους έκανε να ωριμάζουν.

– Φοβάμαι, μήπως ο καυτός ήλιος μας ξεράνει μέχρι τις ρίζες μας, είπε ο Σοφός. Αν ξεροψηθούμε τώρα, θα πάει χαμένος όλος ο κόπος που κάναμε για να μεγαλώσουμε. Μ΄ αυτή τη ζέστη θα πεθάνουμε όλοι.

– Όχι, δε θα πεθάνουμε, είπε ο Συνετός, αλλά θα ωριμάσουμε. Και ξέρετε τι σημαίνει να ωριμάζει κάποιος; Να, είναι να γεμίσει από ήλιο, είναι να γίνει ένας ωραίος χρυσόμορφος καρπός γεμάτος με τους χυμούς της γης. Έτσι θα γίνει άξιος να δώσει τη χαρά και τη ζωή.

Ήταν ένα φοβερό πρωινό. Κι όμως η μέρα είχε αρχίσει τόσο καλά… Η νύχτα είχε ρίξει σε κάθε στάχυ και σε κάθε λουλούδι από ένα δροσερό δάκρυ. Ο ήλιος με την ανατολή του είχε δημιουργήσει σε κάθε στάχυ από ένα διαμάντι μα ύστερα, η μεγάλη ζέστη το είχε καταστρέψει.

Στην αρχή ένα μικρό ορτύκι άγγιξε τους τρεις φίλους μας, τρέχοντας.

– ΤΙ συμβαίνει, τι συμβαίνει, ορτυκάκι; ρώτησαν με αγωνία και τα τρία σποράκια.

Το ορτυκάκι δεν μπόρεσε ν΄ απαντήσει αμέσως. Έτρεμε!

– Δεν ξέρω τι ετοιμάζεται, απάντησε μόλις συνήλθε. Έτρωγα ήσυχα-ήσυχα στην άλλη άκρη του κάμπου, όταν παρουσιάστηκε μπροστά μου ένας άνθρωπος, έχοντας στον ώμο του ένα μεγάλο δρεπάνι, που γυάλιζε στον ήλιο. Και χρατς-χρουτς , χωρίς να ζητήσει κανενός την άδεια, έκοψε τα στάχυα σ΄ ένα μεγάλο μέρος του χωραφιού. Χιλιάδες αδέλφια σας κόπηκαν κιόλας.

4c_demati

– Δυστυχία μας! φώναξε ο Σοφός.

Κατά τις δέκα το πρωί πέρασε η κυρα-πέρδικα με τα δώδεκα παιδιά της, πολύ φοβισμένη. Η κυρα-πέρδικα αγκομαχούσε ακόμα. Ρίχνοντας ανήσυχες ματιές δεξιά κι αριστερά, φώναζε τα μικρά της.

– Τι τρέχει, κυρα-πέρδικα; ρώτησαν και τα τρία σποράκια μέσα από το στάχυ.

– Δεν ξέρω και πολύ καλά, απάντησε εκείνη, αλλά θα πρέπει να είναι κάτι το τρομακτικό. Μια παράξενη μηχανή έφθασε στο χωράφι κι άρχισε να τρέχει απ΄ άκρη σ΄ άκρη. Τόσο πολύ φοβήθηκα, που αμέσως μάζεψα τα παιδιά μου, για να πάμε σε πιο ήσυχη γειτονιά.

– Δυστυχία μας, δυστυχία μας, έλεγε και ξανάλεγε ο Ποιητής.

Τέλος, έφτασε με τη σειρά του ο κυρ λαγός. Με τα μάτια γεμάτα φόβο ξεγλιστρούσε μέσα από τα στάχυα κάνοντας όσο το δυνατόν λιγότερο θόρυβο.

4d_lagos

– Τι συμβαίνει κυρ λαγέ;

– Α! μη μου μιλάτε, μη μου μιλάτε, απάντησε. Είχα φτιάξει τη φωλιά μου στη μέση του χωραφιού, όπως συνηθίζω. Σήμερα το πρωί ονειρευόμουν έχοντας μισόκλειστα τα μάτια μου. Ξαφνικά ένας φοβερός κρότος ακούστηκε. Για μια στιγμή το αίμα μου πάγωσε. Μια τεράστια μηχανή προχωρούσε ανάμεσα στα στάχυα. Μόλις και πρόφθασα να σταθώ ακίνητος στη θέση μου, γιατί ένα μέτρο μπροστά μου είδα να περνάει το τέρας. Έξι μεγάλα δρεπάνια έκοβαν τα στάχυα και τα έριχναν σ΄ έναν μεγάλο δίσκο, που σερνόταν χάμω. Αυτός ο δίσκος πήγαινε κι ερχόταν με δύναμη και κατάπινε ό,τι συναντούσε μπροστά του. Καθώς καταλαβαίνετε, δεν περίμενα άλλο… το έβαλα αμέσως στα πόδια, για να γλιτώσω.

Και με ένα πήδημα ο κυρ λαγός βρέθηκε στην άλλη άκρη του δρόμου.

– Δυστυχία μας, δυστυχία μας, ξαναείπε ο Σοφός.

– Κι όμως, μην απελπίζεστε! ψιθύρισε ο Συνετός, αν κι αυτός ένιωθε την ίδια αγωνία.

Και να, σε λίγο ήρθε η σειρά τους. Η θεριστική μηχανή προχώρησε κατά πάνω τους με θόρυβο σπασμένων σιδηρικών. Ένιωσαν το δρεπάνι να τους κόβει τον βλαστό τους σύρριζα στο έδαφος. Στριφογύρισαν σ΄ έναν περιστρεφόμενο δίσκο, έπειτα συγκρατήθηκαν από κάτι δόντια και μετά γύρω τους τυλίχτηκε ένα κορδόνι, που τους έσφιξε πολύ δυνατά. Σχεδόν αμέσως το δεμάτι με τα στάχυα, έτοιμο πια, έπεσε στη γη.

4e_georgos

– Οι άνθρωποι είναι περίφημοι εφευρέτες, ψιθύρισε ο Σοφός. Φτιάχνουν μηχανές που είναι έξυπνες μα και κακές.

– Ε, όχι και τόσο κακές, είπε ο Συνετός. Καλύτερα δε είναι να θεριστούμε τώρα που ωριμάσαμε; Μόνο ο Θεός γνωρίζει ποια αποστολή μας περιμένει…

Εικόνες: Μαρίνα Ξυνού