Παγκόσμια η κρίση στην εκπαίδευση. Η ελληνική της εκδοχή

12 Οκτωβρίου 2020

Ο θεσμός των Πανελληνίων Εξετάσεων όπως τον γνωρίζουμε σήμερα ξεκίνησε το 1980. Το 1995 παρουσιάστηκε ένας πρωτοφανής χαμηλός μέσος όρος πού κυμάνθηκε στο 8,97 με άριστα το 20. Το γεγονός αυτό απετέλεσε ένα σοκ για την ελληνική κοινωνία και ιδιαίτερα για την εκπαιδευτική κοινότητα. Εξαιτίας του γεγονότος αυτού, ο καθηγητής Μιχάλης Κασσωτάκης δημοσίευσε ένα εμπεριστατωμένο άρθρο που περιγράφει,τα κατά τη γνώμη του,αιτία αυτής της μεγάλης πτώσης.

Η παρουσίαση των στοιχείων των Πανελληνίων Εξετάσεων προκάλεσε σοκ στην ελληνική κοινή γνώμη και υπήρξε η αφορμή για έντονη συζήτηση με αντικείμενο την υποβάθμιση της ποιότητας της ελληνικής εκπαίδευσης και τη γενικότερη κρίση του ελληνικού σχολείου και ιδιαίτερα του Λυκείου.

Στις αρχές του Μάη δημοσιεύτηκε στην Αγγλία έκθεση του γραφείου για το επίπεδο της εκπαίδευσης,η οποία αναφέρεται στην επίδοση των μαθητών που φοιτούν στα σχολεία δύο διαμερισμάτων του Λονδίνου σε τεστ ανάγνωσης. Σύμφωνα με την έκθεση αυτή, οκτώ στα δέκα παιδιά ηλικίας 7 ετών δεν είναι σε θέση να διαβάζουν σε βαθμό αντίστοιχου προς την ηλικία τους, ενώ έξι στα δέκα παιδιά ηλικίας 11 ετών παρουσιάζουν σοβαρή καθυστέρηση στην κατάκτηση της αναγνωστικής ικανότητας. Η πλειονότητα από αυτά εμφανίζει καθυστέρηση μεγαλύτερη των δύο ετών.

Την ίδια περίοδο,ο Υπουργός Παιδείας της Γαλλίας έδωσε στη δημοσιότητα τα συγκεντρωτικά αποτελέσματα εθνικής αξιολόγησης των μαθητών που τελειώνουν το Δημοτικό σχολείο, σύμφωνα με τα οποία,ένας στους τέσσερις μαθητές δεν ξέρει να διαβάζει και να μετρά σωστά. Ο διευθυντής της σχετικής υπηρεσίας υποστήριξε ότι «πρέπει να εξετάσουμε νέες μεθόδους για να βελτιώσουμε την παιδαγωγική αποτελεσματικότητά του Δημοτικού σχολείου, αυτό το Γυμνάσιο («κολλέγιο» στη Γαλλία) δεν μπορεί να καλύψει τις ελλείψεις αυτές». Παραδέχεται πάντως ότι το γενικό επίπεδο των μαθητών μάλλον έχει αυξηθεί σε σύγκριση προς ότι συνέβαινε πριν από 20 έως 30 χρόνια.

Πρόκειται για ενδεικτικές περιπτώσεις από τρεις διαφορετικές Ευρωπαϊκές χώρες,που ενισχύουν τους ισχυρισμούς όσων υποστηρίζουν την άποψη ότι η εκπαίδευση περνά τα τελευταία χρόνια σοβαρή κρίση σε παγκόσμιο επίπεδο.

Παρά τις επιφυλάξεις, όμως, που διατυπώνονται ως προς την έντονη προβολή της παγκόσμιας εκπαιδευτικής κρίσης ,φαίνεται να υπάρχει μεταξύ των ειδικών αλλά και μεταξύ του ευρύτερου κοινού, μία τάση σύγκλισης στην άποψη ότι το σχολείο σήμερα βρίσκεται σε μεγαλύτερη αδυναμία απ΄ ότι άλλοτε να επιτελέσει αποτελεσματικά το ρόλο του. Η αδυναμία αυτή αντανακλάται και στην πτώση των επιδόσεων των μαθητών στα διάφορα μαθήματα και κυρίως αυτά που θεωρούνται βασικά, όπως είναι η γλώσσα, τα μαθηματικά ιστορία, οι φυσικές επιστήμες και άλλα.

ΤΑ ΑΙΤΙΑ

Τα αίτια της κατάστασης αυτής είναι πολύπλοκα και επιπρόσθετα αλληλεπιδρούν μεταξύ τους. Ανάμεσά τους συγκαταλέγονται και τα εξής:

1. Το σχολείο δυσκολεύεται να παρακολουθεί από πολύ κοντά τις επιστημονικές και τεχνολογικές και κοινωνικές και οικονομικές εξελίξεις, που σήμερα είναι πιο ταχείς από κάθε άλλη φορά, και αδυνατεί να προσαρμοστεί έγκαιρα στις αλλαγές αυτές το περιεχόμενο της εκπαίδευσης που προσφέρει στους νέους. Η δυσκαμψία και η βραδυπορία του σχολείου στον τομέα αυτό επιδρούν αρνητικά στο ενδιαφέρον των μαθητών απέναντι σε αυτά που τους διδάσκει.

2. Το κοινωνικό – οικονομικό αντίκρισμα των διαφόρων τίτλων σπουδών έχει σημαντικά μειωθεί τα τελευταία χρόνια, αφού τα ποσοστά ανεργίας των διαφόρων πτυχιούχων αυξάνουν καθημερινά. Τα επαγγελματικά δικαιώματα των νέων που αναπόφευκτα προσβάλλονται από την κατάσταση αυτή και αμβλύνουν τα κίνητρά τους για μάθηση, ενώ ελαττώνουν ακόμη περισσότερο το ενδιαφέρον τους για το σχολείο.

3. Τα μέσα μαζικής ενημέρωσης και κυρίως η τηλεόραση και τα δίκτυα των υπολογιστών δρουν ανταγωνιστικά προς το παραδοσιακό σχολείο. Συνηθίζουν τους μαθητές σε ένα περιβάλλον ταχείας εναλλαγής παραστάσεων και πλούτου ερεθισμάτων που αναπόφευκτα κάνουν ανιαρό και βαρετό τον σχολικό μαθησιακό χώρο.

4. Η κυριαρχία της εικόνας αμβλύνει άμεσα και έμμεσα την έκθεση που αποδίδεται στον γραπτό λόγο, ο οποίος εξακολουθεί να αποτελεί το βασικότερο άξονα της σχολικής εκπαίδευσης. Υποστηρίζεται, μάλιστα, ότι η αποκωδικοποίηση του επικοινωνιακού μηνύματος μέσω της εικόνας διαφέρει από την αποκωδικοποίηση γραπτών ή ακουστικών γλωσσικών μηνυμάτων. Για το λόγο αυτό, η πληθώρα των πρώτων συρρικνώνει αναπόφευκτα την ικανότητα κατανόησης και χειρισμού των δεύτερων. Εξάλλου σε παγκόσμιο επίπεδο παρατηρείται μείωση της χρήσης του γραπτού λόγου ως επικοινωνιακού μέσου,γεγονός που αντανακλάται και στην ελάττωση της συγγραφικής δραστηριότητας στο σχολείο.

5. Το εκπαιδευτικό επάγγελμα δεν είναι σήμερα ιδιαίτερα ελκυστικό, λόγω των χαμηλών αποδοχών των εκπαιδευτικών σε παγκόσμιο επίπεδο και της υποβάθμισης του κοινωνικού τους ρόλου και κύρους, εμ αποτέλεσμα να μη στρέφονται προς αυτό τα ικανότερα μέλη της επιστημονικής κοινότητας.

6. Η εκπαίδευση που παρέχεται στο διδακτικό προσωπικό των σχολείων δεν είναι πάντοτε αποτελεσματική. Συνήθως απουσιάζει η σύνδεση θεωρίας και πράξης ή η παιδαγωγική κατάρτιση ή δίδεται μερικές φορές έμφαση σε καινοτόμες θεωρητικές απόψεις και παραβλέπονται βασικές πρακτικές ανάγκες κατάρτισης των μελλοντικών εκπαιδευτικών. Ανεπαρκής, επίσης, θεωρείται σε πολλές χώρες και η διαδικασία επιμόρφωσης των εκπαιδευτικών, ενώ άλλες παράμετροι όπως κακή επιλογή αυτών που γίνονται εκπαιδευτικοί, καθυστερήσεις στο διορισμό τους, απουσία αξιολόγησης τους κλπ χειροτερεύουν την κατάσταση.

7. Παρερμηνείες, τέλος και παρεξηγημένες εφαρμογές της λεγόμενης αντιαυταρχικής παιδαγωγικής, που είναι πολύ πιο δύσκολη από την αυταρχική παιδαγωγική, ευθύνονται σε αρκετές περιπτώσεις για τη διαμόρφωση κλίματος χαλαρότητας, ελαχιστοποίησης της προσπάθειας που δεν είναι άσχετο με τα χαμηλά αποτελέσματα του σχολείου.

8. Άμβλυνση παρατηρείται τέλος και στην ενασχόληση των γονέων στις μαθησιακές δραστηριότητες των παιδιών τους, η οποία οφείλεται στο άγχος, στην υπέρ απασχόληση τους και στις συνεχώς αυξανόμενη είσοδο και των μητέρων στην αγορά εργασίας. Η άμβλυνση αυτή έχει επιπτώσεις και στα αποτελέσματα του σχολείου.

Επιμέλεια: Ηλίας Λιαμής, Σύμβουλος Ενότητος Πολιτισμού