Θεραπευτικές επεμβάσεις για τον καρκίνο

31 Οκτωβρίου 2020

Η εγχείριση στους ογκολογικούς ασθενείς στοχεύει στην αφαίρεση του καρκινικού όγκου από το σώμα τους, ώστε να απομείνουν ικανοποιητικά όρια υγιούς ιστού. Υπάρχουν όμως και περιπτώσεις, στις οποίες η εγχείριση δεν είναι εφικτή. Αυτό συμβαίνει όταν ο καρκίνος έχει κάνει μετάσταση σε απομακρυσμένα σημεία του οργανισμού ή όταν είναι τεχνικά αδύνατο να αφαιρεθεί ολόκληρος ο όγκος. Σε τέτοιες περιπτώσεις οι γιατροί κατεφεύγουν σε άλλες θεραπείες καρκίνου, τις οποίες θα παρουσιάσουμε παρακάτω.

Όταν πάντως η εγχείριση είναι εφικτή, τότε πρέπει να σχεδιαστεί πολύ προσεκτικά και εφόσον έχει προηγηθεί σίγουρη ή σχεδόν σίγουρη διάγνωση κακοήθειας. Υπάρχουν όμως και ελάχιστες περιπτώσεις, στις οποίες οι ασθενείς πρωτοδιαγιγνώσκονται με καρκίνο κατά τη διάρκεια επειγουσών εγχειρήσεων για καταστάσεις όπως η διάτρηση ή η απόφραξη εντέρου, οι οποίες αποτελούν συχνές επιπλοκές του καρκίνου. Σε τέτοιες περιπτώσεις, δυστυχώς, η εγχείριση συνήθως δεν έχει ευνοϊκή έκβαση. Αυτό μπορεί να οφείλεται είτε στο ότι ο όγκος βρίσκεται σε αρκετά προχωρημένο στάδιο είτε στο ότι ο ασθενής βρίσκεται πιθανότατα σε άσχημη κατάσταση.

Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται η τάση να μην προτιμώνται οι ριζικές επεμβάσεις σε όλες τις περιπτώσεις. Για παράδειγμα, στον καρκίνο του μαστού, εφόσον βέβαια το μέγεθος και η θέση του όγκου είναι ευνοϊκά, είναι δυνατόν να αφαιρεθεί μόνο ο όγκος από τον μαστό της γυναίκας μαζί με ικανοποιητικά όρια υγιούς ιστού (ευρεία τοπική εκτομή), ενώ ταυτόχρονα αποφεύγεται η ριζική αφαίρεση ολόκληρου του μαστού (μαστεκτομή). Μετά το πέρας της εγχείρησης, και ανάλογα με τον ιστολογικό τύπο και τη σταδιοποίηση του όγκου (ΤΝΜ system), ακολουθεί ακτινοθεραπεία στο μαστό, έτσι ώστε να εξουδετερωθούν τυχόν μικροσκοπικά ίχνη του καρκίνου και με την προοπτική ότι η θεραπεία είναι τόσο ριζική, όσο στην ολική μαστεκτομή. Συχνά ακολουθείται η ακτινοθεραπεία και μετά τη μαστεκτομή, εφόσον υπάρχουν οι ενδείξεις σύμφωνα με τα διεθνή Guidelines (NCCN). Ένας παρόμοιος συνδυασμός όχι τόσο επιθετικής επεμβατικής μεθόδου μαζί με ακτινοθεραπεία χρησιμοποιείται και στη θεραπεία των πιο σπάνιων κακοηθειών μαλακών ιστών, των σαρκωμάτων.

Όσον αφορά τον καρκίνο του μαστού, οι περισσότερες γυναίκες υποβάλλονται σε εκτομή των μασχαλιαίων λεμφαδένων μετά την εγχείρηση στον μαστό. Η εκτομή αυτή είναι αρκετά επιμελής και περιλαμβάνει ολους τους λεμφαδένες που μπορούν να ταυτοποιηθούν. Η μέθοδος αυτή ονομάζεται «μασχαλιαίος καθαρισμός» και δεν είναι απλώς μια μέθοδος εκρίζωσης του όγκου στους λεμφαδένες της μασχάλης, αλλά ταυτόχρονα μας δίνει σημαντικές πληροφορίες για το αν ο καρκίνος έχει εξαπλωθεί μικροσκοπικά σε άλλες περιοχές του σώματος. Όσο παραμένουν καρκινικά κύτταρα στους λεμφαδένες, τόσο αυξάνεται ο κίνδυνος της διασποράς. Όλα τα παραπάνω μπορούν να ληφθούν υπόψη, για την περαιτέρω θεραπεία του ογκολογικού ασθενούς.

Κάποιες γυναίκες, στις οποίες ο καρκίνος του μαστού έκανε μετάσταση στους λεμφαδένες, αυξάνουν σημαντικά τις πιθανότητές τους για θεραπεία με τη λήψη χημειοθεραπείας ή ορμονικής θεραπείας.

Η εγχείριση αποτελούσε πάντα μια θεραπεία που έδινε πολλές ελπίδες στους ασθενείς με καρκίνο και λεμφαδενικές μεταστάσεις. Στα χρόνια μας εξακολουθούν να εναποθέτουν πολλές ελπίδες στην επέμβαση οι ασθενείς, στους οποίους ο καρκίνος έχει εξαπλωθεί μέσω των αγγείων σε μια σχετικά μικρή περιοχή του πνεύμονα ή του ήπατος, η οποία μπορεί να αφαιρεθεί. Αν περάσει, ένα μεγάλο χρονικό διάστημα ανάμεσα στη θεραπεία της πρωτοπαθούς εστίας και της ανάπτυξης της μετάστασης, τότε οι πιθανότητες επιτυχίας της επέμβασης αυξάνονται ακόμη περισσότερο. Κάποιες ηπατικές μεταστάσεις μπορούν να καταστραφούν με την εφαρμογή υψηλής θερμοκρασίας μέσω εκπομπής με ραδιοσυχνότητα. Η πρακτική αυτή συνίσταται στα εξής: Στην αρχή εισάγεται στον ήπαρ και στον όγκο μια βελόνα και στη συνέχεια αφαιρείται ο όγκος με την εφαρμογή ραδιοσυχνότητας. (Rees, 2009: 55-60).

Διαβάστε ολόκληρη τη μελέτη εδώ