Η δημοκρατική ελευθερία των αρχαίων Ελλήνων

22 Νοεμβρίου 2020

Ο Πελοποννησιακός πόλεμος, ο οποίος χώρισε την Ελλάδα σε δύο ιδεολογικά στρατόπεδα, εμφάνισε μία νέα παράμετρο της ελληνικής πολιτικής την ιδεολογική. Οι δύο εμπόλεμοι αναζητούσαν ομόρριζα ιδεολογικά στήριγμα στα πολιτικά κόμματα της κάθε πόλης την οποία προσεταιρίζονταν. Οι Αθηναίοι στις δημοκρατικές παρατάξεις και οι Σπαρτιάτες στις ολιγαρχικές υποστηρίζοντας παράλληλα και την τοπική πλουτοκρατία.

Αυτή η νέα μορφή του πολέμου η ιδεολογική υπήρχε πολύ ολέθρια διότι τα πολιτικά κόμματα πολλές φορές παρέδιδαν στον εχθρό την πόλη τους για ευτελή ανταλλάγματα. Σε όποια πόλη επικρατούσαν οι δημοκρατικοί επέβαλαν τη δημοκρατία και το ανάλογο συνέβαινε με τους ολιγαρχικούς. Από αυτή την έντονη ιδεολογική αντιπαράθεση φάνηκαν αδρά τα χαρακτηριστικά τις κάθε ιδεολογίας. Η ολιγαρχία ήταν ένα καθεστώς το οποίο περιόριζε τις ανθρώπινες ελευθερίες ενώ η δημοκρατία αντίθετα επιβίωνε χάριν σε αυτές. Μια πόλη είναι ελεύθερη όταν εξωτερικά δεν είναι υπόδουλη και διοικείται εσωτερικά από τους πολίτες της, το λαό της. Η ταυτόχρονη ύπαρξη εσωτερικής και εξωτερικής ελευθερίας σε ένα πολιτικό φορέα είναι η δημοκρατική ελευθερία. Η δημοκρατική ελευθερία προϋποθέτει νόμους οι οποίοι εξασφαλίζουν την ισονομία, την κοινωνική ισότητα και την ασφάλεια στους πολίτες της. Η πολιτική ισότητα κορυφώνεται με την ισηγορία, την ισότιμη, δηλαδή, και ελεύθερη συμμετοχή των πολιτών στις αγορεύσεις τους στην συνελεύσεις του δήμου. (Romilly, 1992:86, 91)

Το δικαίωμα της συμμετοχής των πολιτών στις υποθέσεις τής πόλης δεν εξάλειψε την κοινωνική διαστρωμάτωση πράγμα που εμπόδιζε την λήψη ομόφωνων αποφάσεων. Παρόλο που όλοι οι πολίτες είχαν τα ίδια δικαιώματα απέναντί στη πόλη κοινωνικά δεν ήταν ίσοι. Διότι οι τάξεις των πλούσιων και των φτωχών παρέμειναν. Οι οποίες πάλευαν στα πλαίσια της δημοκρατίας για το ποια θα επιβληθεί. Αυτή η πάλη ήταν μια από τις βασικές αιτίες των σκληρών εμφυλίων πολέμων οι οποίοι όξυναν τα πάθη και προκαλούσαν σφαγές και εξορίες (Romilly, 1992:56-58)

Η ισότητα κατέληξε να είναι ιστορικά μια θεωρητική εκφορά του νόμου διότι όπως βλέπουμε στην αθηναϊκή δημοκρατία ήταν πρακτικά ανέφικτη. Ο Περικλής «ομολογεί» μια τέτοια ανωμαλία στον επιτάφιο του, στο εγκώμιο της δημοκρατίας, όταν αναφέρει ότι όλοι οι πολίτες σαν ιδιώτες είναι ίσοι απέναντι στο νόμο . Αλλά όταν πρόκειται για διανομή δημοσίων αξιωμάτων η επιλογή γίνεται με κριτήριο τις ικανότητες του υποψηφίου και όχι με τη κοινωνική του τάξη.

Η πρακτική εμπειρία φανέρωσε δύο είδη ισότητας: την αριθμητική και τη γεωμετρική. Η αριθμητική είναι η ισότητα του όλου, όλοι οι πολίτες, δηλαδή, έχουν ίσα δικαιώματα. Η γεωμετρική ισότητα είναι αξιακή που σημαίνει ότι οι δημοκρατικές απολαβές ενός πολίτη αντιστοιχούν στη αξία του. Τα δικαιώματα του, δηλαδή, ποικίλουν ανάλογα με τις επιτηδειότητές του. Όταν διαμορφώθηκαν οριστικά οι πόλεις κράτη εμφανίστηκαν περίπλοκοι εξουσιαστικοί μηχανισμοί οι οποίοι συνόδευαν την ανάπτυξη τους (οικονομικοί, πολιτικοί κ.λ.π.). Αυτοί οι μηχανισμοί οι οποίοι ήταν έξω και πάνω από τον πολίτη ο οποίος διοικούσε έμμεσα την πόλη, αποτελούσαν εστίες καταχρήσεων και έρχονταν συχνά σε σύγκρουση με το άτομο. (Romilly, 1992:176-178 ). Οι τάξεις οι οποίες συνόδευαν τις συντεχνίες και αποτελούσαν τον δήμο ασκούσαν πολιτικές και ιδεολογικές πιέσεις για περισσότερο έλεγχο της πόλης. Αλλά ήταν ανίσχυρες μπροστά στις επιθέσεις των γαιοκτημόνων (αριστοκρατίας), της τάξης, δηλαδή την οποία ίδρυσε η πόλη για να στηρίζεται σε αυτή. (Veggetti,2003:71)

Οι συγκρούσεις εξουσίας δημιούργησαν επιπλέον ανάγκες για δικαιοσύνη διότι η αδικία επεκτάθηκε σε πολλούς τομείς. Πρόκειται ουσιαστικά για την έλλειψη ελευθεριών, οι οποίες διεκδικήθηκαν τόσο όσο και συλλογικά. Τα διάφορα είδη ελευθερίων εμφανίζονται με την μορφή των ατομικών δικαιωμάτων. Τέτοια είναι η ελεύθερη κυκλοφορά εντός της πόλης και η ελεύθερη έξοδος από αυτή. Η νομική κατοχύρωση κατοχής και κληροδοσίας με διαθήκη περιουσίας. Οι πολίτες δεν φυλακίζονταν προληπτικά (προφυλάκιση) εκτός από τις περιπτώσεις των βαριών εγκλημάτων. Σε περίπτωση θανατικής καταδίκης ο ένοχος μπορούσε αν ήθελε να εγκαταλείψει την πόλη του και να καταφύγει σε άλλη πόλη αμέσως μετά την πρώτη συνεδρίαση. Οι κυριότερες ελευθερίες είναι δύο η ελευθερία του λόγου (παρρησία) και η ελευθερία της σκέψης η οποία συνεπάγεται και την αποδοχή οποιουδήποτε θεού από τον πολίτη. Και οι δύο ελευθερίες τιμήθηκαν δεόντως από του Έλληνες στην βουλή, στην λογοτεχνία και στην καθημερινή τους ζωή. Αλλά υπήρξε και ένας φραγμός στην ελευθερία του λόγου. Είχε το δικαίωμα στα πλαίσια της δημοκρατικής ελευθερίας το θιγόμενο πρόσωπο από την δημόσια έκφραση να καταφύγει στη δικαιοσύνη (π.χ. η απειλή υποβολής μήνυσης του Κλέωντα στον Αριστοφάνη και η υποχώρηση του τελευταίου). (Romilly, 1992:86, 91-96, 101-104) Από νωρίς διαγνώσθηκαν τα μειονεκτήματα της δημοκρατίας τα οποία δημιούργησαν τόσα προβλήματα στην ελευθερία η οποία τελικά στράφηκε εναντίον του εαυτού της.

Το πρώτο παρεκβατικό φαινόμενο της δημοκρατίας ήταν οι δημαγωγοί. Ήταν τυχοδιωκτικά άτομα αμφιβόλου ηθικής τα οποία εκμεταλλεύονταν το δικαίωμα της παρρησίας για να παρασύρουν προς δικό τους όφελος τον λαό. Όπλα τους ήταν η ρητορική τους δεινότητα και η με ψεύδη κολακεία του λαού. Η ανάπτυξη των δημαγωγών σήμανε την εξασθένηση της ισηγορίας διότι κατέληξε να μονοπωλούν την αγόρευση στις συνελεύσεις. Επίσης, πολλές φορές οι διαμάχες των δημαγωγών κάλυπταν τους ανταγωνισμούς των πολιτικών κόμματων. Οι έντονες διαμάχες των αντιμαχόμενων στρατοπέδων φόβιζε τους νηφάλιους αγορητές και κατέστειλε την αγορική τους ελευθερία. Η αγοραφοβία αυτή οφειλόταν στο φόβο των ανεξάρτητων ρητόρων, εκείνων δηλαδή, οι οποίοι βρίσκονταν έξω από κυκλώματα, μήπως, εξοργίσουν τον λαό αν πουν κάτι το οποίο δεν θα τους «χάιδευε τα αυτιά» αν δεν τους κολάκευε, δηλαδή. Ο φόβος αυτός ήταν υπαρκτός διότι οι δημαγωγοί είχαν μετατρέψει το δήμο σε πλήθος, σε άμορφη και ανεγκέφαλη μάζα. Σε αυτή την περίπτωση έχουμε οχλοκρατία στην οποία δε διοικεί ο νόμος αλλά τα διατάγματα Ο ευνουχισμός των ελεύθερων φωνών ήταν το δεύτερο τρωτό σημείο της δημοκρατίας. (Romilly, 1992:176-178, 184-186 )

Αυτά τα δύο παρεκβατικά φαινόμενα ευθύνονται για τα ανθρώπινα δεινά της αρχαιότητας διότι στο όνομα τους έγιναν ακρότητες κατά της ζωής. Στην Αθήνα το 404 π.χ. έγιναν σωρείες ομαδικών εκτελέσεων, σύμφωνα μα τις μαρτυρίες αρχαίων συγγραφέων, όπως ο Αριστοτέλης και ο Ισοκράτης. Από τα γραπτά τους μαθαίνουμε ότι εκτελέστηκαν από τους ολιγαρχικούς χωρίς δίκη 1500 Έλληνες πολίτες. Αλλά και η δημοκρατία δεν απέφυγε τις εκτελέσεις αντιπάλων της. Της χρεώνεται ο θάνατος του Σωκράτη ύστερα από δίκη αλλά με ψευδείς κατηγορίες κατά τους υπερασπιστές του. Στην δημοκρατία της κλασικής εποχής επειδή η ζωή ήταν ύψιστο αγαθό και επομένως ιερή δεν υπήρχε δήμιος για να την αφαιρέσει από τον καταδικασμένο. Για το λόγο αυτό υποχρεωνόταν ο ίδιος ο κατάδικος να αφαιρέσει ο ίδιος την ζωή του, όπως αναγκάστηκε να το κάνει ο Σωκράτης πίνοντας το κώνειο. Οι ακρότητές και από τις δύο πλευρές έδειξαν τα μελανά σημεία αποφυγής μιας ανθρώπινης δημοκρατίας και το τυραννικό πείραμα υπέδειξε τις ελάχιστες ανθρώπινες αξίες οι οποίες πρέπει να διαφυλαχθούν. (Romilly, 1992: 205-206). Ο Θάνατος του Σωκράτη έχει βαθιά πολιτικά αίτια, ανατράπηκε μεν από τη δημοκρατία η εξουσία των τριάκοντα τυράννων αλλά η ίδια εξήλθε οικονομικά κατεστραμμένη από τον πόλεμο. Για να επιβιώσει έπρεπε να αμυνθεί κατά παντός εσωτερικού εχθρού της. Σε αυτά τα ιστορικά πλαίσια τοποθετείται ο θάνατος του Σωκράτη. Στο πρόσωπο του οποίου έβλεπαν οι δημοκρατικοί ένα κατάλοιπο της τυραννίας. Για το λόγο αυτό μία από τις κατηγορίες εναντίον του ήταν ότι έχει διασυνδέσεις με εχθρούς της δημοκρατίας. (Vegetti, 2003:148)

Οι διαπιστώσεις αυτές είναι στην ουσία η αρχή της εξεύρεσης τρόπων ίασης της δημοκρατίας. Οι νοσταλγοί της αρχέγονης δημοκρατίας, της «μετριοπαθούς» δηλαδή, δημοκρατίας πριν από τον βιασμό της, προτείνουν την εγκατάσταση της «πάτριας πολιτείας». Αυτή η γενική πρόταση είναι ουσιαστικά μια προτροπή για την υιοθέτηση παλιών συνταγμάτων όπως η «τροπολογία του Κλειτοφόντα» σύμφωνα με την οποία η δημοκρατική εξυγίανση βρίσκεται στους νόμους του Κλεισθένη τους οποίους θέσπισε για να εγκαταστήσει την δημοκρατία. Ο σοφιστής Θρασύμμαχος αναφέρεται επίσης στην «Πάτριον Πολιτεία». Ο Αριστοτέλης στην πραγματεία του Αθηναίων πολιτεία αναφέρει ότι «η ειρήνη παραχωρήθηκε στους Αθηναίους με τον όρο ότι θα εφάρμοζαν το σύνταγμα των προγόνων τους», σχολιάζει επίσης στην ίδια πραγματεία ότι το σύνταγμα του Κλεισθένη δεν ήταν δημοφιλές διότι δεν διέφερε ουσιαστικά από το σύνταγμα του Σόλωνα. Η παρωχημένη σκέψη είχε ωριμάσει αρκετά και ο Ισοκράτης μισό αιώνα αργότερα στον Αρειοπαγητικό του προτείνει για να εξυγιανθεί η δημοκρατία πρέπει να στραφεί η πολιτική στους νόμους του Σόλωνα και του Κλεισθένη. Οι φίλοι της αρχέγονης δημοκρατίας επιθυμούν την επαναφορά της ιδανικής ισορροπίας ζωής η οποία την σύνεχε. Τελικά από τους συνταγματικούς πειραματισμούς διαμορφώθηκαν, με κριτήριο το δημόσιο καλό ,δύο διακριτές μορφές πολιτευμάτων, τα οποία ο Αριστοτέλης τα κατέταξε σε δύο γενικές κατηγορίες : στα «ορθά», εκείνα, δηλαδή τα οποία υπηρετούν το γενικό καλό και στις «εκτροπές» τους (παρεμβατικά) εκείνα τα οποία υπηρετούν το ατομικό συμφέρων των κυβερνόντων. Τα ορθά πολιτεύματα είναι η μοναρχία, η αριστοκρατία και η πολιτεία ή συνταγματικό πολίτευμα . Στις παρεκβάσεις αυτών βρίσκονται η τυραννία, η ολιγαρχία και η δημοκρατία. Η αριστοτελική κατηγοριοποίηση των πολιτευμάτων δείχνει τον ξεπεσμό της δημοκρατίας από την παράχρηση της. Την θέση της πήρε η πολιτεία και συγκεκριμένα η συνταγματική πολιτεία η οποία εξουσιάζει συλλογικά. Αυτή η πολιτεία η οποία έμελλε να απασχολεί το κόσμο μέχρι σήμερα είναι μια μικτή δημοκρατία, έχει στοιχεία, δηλαδή, από την δημοκρατία και την ολιγαρχία.(Romilly, 1992: 208-216)

Παράλληλα με τις συνταγματικές μεταρρυθμίσεις μερίδα διανοητών της εποχής αναζητούσε τις κατάλληλες ηθικές μεταρρυθμίσεις. Θεώρησαν αναγκαία μια τέτοια κίνηση διότι οι αξίες της δημοκρατίας είχαν υποτιμηθεί από τις συκοφαντίες των εχθρών της. Οι μεταρρυθμιστές έθεσαν σαν βάση τους τρία αναμορφωτικά στοιχεία: την ηθική παιδεία, το παράδειγμα και τον έλεγχο. Όλο το βάρος έπεφτε στη παιδεία διότι ο απαίδευτος άνθρωπος διαμορφώνεται ανάλογα από τα καθεστώτα. Την αξία της παιδείας στην διαμόρφωση του υψηλού πολιτικού ήθους τόνισε ο Ισοκράτης. Ο οποίος ανέφερε συγκεκριμένα ότι μια σωστή πολιτεία δεν πρέπει να κυβερνάται με νόμους και διατάγματα άλλα με τα ήθη. Και η υπακοή στους νόμους πρέπει να γίνεται κυρίως με τα έθη τα οποία είναι δημιουργήματα της σωστής παιδείας. Το μέχρι τότε βίωμα των βασικών πολιτικών μορφωμάτων ανέδειξε ένα στοιχείο το οποίο είναι προϋπόθεση για τη συμφιλίωση των πολιτών . Το στοιχείο αυτό είναι η ομόνοια και είναι τόσο ισχυρό για να σταματήσει τους εμφυλίους πολέμου όπως έγινε στην Αθήνα μετά το 404 π. χ. Η αξιακή αρχή της ομόνοιας είναι η αναγνώριση των ελευθεριών του άλλου, κυρίως των ελευθερίων των ομάδων οι οποίες αγωνίζονται για την εσωτερική επικράτηση. (Romilly, 1992: 218-220)

Διαβάστε ολόκληρη τη μελέτη εδώ