Η Παγκοσμιοποίηση της Αγάπης. Αντίδοτο σε σύγχρονο φαινόμενο

13 Νοεμβρίου 2020

Η αφορμή. Τον τελευταίο καιρό, μεταξύ των απόψεων που διατυπώνονται από πολλές πλευρές για διάφορα θέματα, ακούστηκε και μία με την οποία εμφανίζεται «Η Αγάπη ως βία». Άλλοι πάλι της δίνουν διάφορες ανθρώπινες ερμηνείες, καίτοι προέρχεται απόλυτα, από το Θεό της αγάπης. Βεβαίως, μπορεί και η αγάπη, που εννοιολογείται ως ιδέα, αρετή και κατάκτηση, να εκφράζεται με βάση και τις ψυχολογικές ή φιλοσοφικές ή και ακόμα και θεολογικές, ως Δογματικές, θεωρήσεις. Να δίνουν διάφορα είδη της και να την επενδύουν, με διάφορες θεωρητικές έννοιες και διαστάσεις. Η έννοια της αγάπης όμως, ως θεσμοθετημένη από το Θεό της αγάπης, με διαχρονική και οικουμενική διάσταση, μπορεί να γίνεται θέμα παντός δυναμένου, ακόμα και φιλοσοφούντων δογματολόγων. Παρά ταύτα, δεν παύει να βρίσκει την πλήρη έκφρασή της θεωρητικώς και πρακτικώς, στην παγκομιοποιημένη μορφή της, αυτήν που κεντρίζει το ενδιαφέρον παντός ατόμου επί της γης. Αυτή τη διάσταση έδωσε, άλλωστε, διατυπώνοντας τον «Ύμνο της αγάπης», και ο μέγιστος των Αποστόλων, ο θείος Παύλος, όταν την χαρακτήριζε ως ανώτερη και υπεράνω όλων των υπάρξεων του ορατού και του αοράτου Σύμπαντος, δηλαδή, των ανθρώπων και των Αγγέλων. «Εάν ταις γλώσσαις των ανθρώπων λαλώ και των Αγγέλων, αγάπην δε μη έχω, γέγονα χαλκός ηχών ή κύμβαλον αλαλάζον» Α΄Κορ.γ΄1. Θα έλεγα επιπλέον, ότι όλες οι απόψεις γύρω από το θέμα της αγάπης, είναι και ενδιαφέρουσες και σημαντικό να ακούγονται σε ευρέα ακροατήρια. Η αγάπη όμως, ως παγκοσμιοποιημένη έννοια, παρουσιάζει ιδιαίτερο αίτημα της εποχής μας, καθόσον, αγγίζει ό,τι ευγενέστερο επιθυμεί να κατακτήσει η ανθρώπινη ύπαρξη.

Η Aνάδειξη. Η ανάδειξη αυτής της μορφής της αγάπης, ως δεσπόζουσας έννοιας στο παγκόσμιο στερέωμα, δεν είναι νεοφανής. Προσδιορίζεται από ολόκληρη την αποκαλυπτική θεία διδασκαλία με σαφήνεια και με τα είδη που την εκφράζουν, από την εποχή που προσφέρθηκε στον κόσμο για πρώτη φορά. Μάλιστα δε, η πρωτοεμφάνιση της έννοιας της αγάπης βρίσκεται στα αρχεγονικά κείμενα των Βιβλίων της Π.Δ. τα οποία γράφτηκαν από τον Μωυσή, γύρω στον 16ο αιώνα π. Χ. Εκεί φέρεται να νομοθετεί ο Θεός και την αρετή της αγάπης με τη διπλή της κατεύθυνση· προς το Θεό και προς τον πλησίον. Είπε με αδιαμφισβήτητη σαφήνεια: «Αγαπήσεις Κύριον τον Θεόν σου» Δευτ.στ΄5. Πέραν τούτου: «Αγαπήσεις τον πλησίον σου ως σεαυτόν» Λευ.ιθ΄18. Με διπλή κατεύθυνση, δόθηκε από τον ίδιο το Θεό και η παγκοσμιότητα της αγάπης, για τα ουράνια και τα επίγεια. Επισφραγίζει δε την έννοια αυτής της αγάπης, ο Ευαγγελιστής Προφήτης της αγάπης, ο Ωσηέ, όπως ονομάστηκε από τον 8ο αιώνα π. Χ. Μίλησε δε, σε εποχή αναρχίας με κυρίαρχη την ηθική κατάπτωση, από απάτες, κλοπές, αισχροκέρδειες ακόμα και φόνους. Μέσα σε κόσμο που οι σχέσεις των ανθρώπων διακρίνονταν και εκφράζονταν σχετικά με το αξίωμα, (Homo hominis lupus), άνθρωπος για τον άνθρωπο λύκος. Προσδιορίζεται, ως εξής η κατάσταση της εποχής εκείνης: «ουκ έστιν αλήθεια ουδέ έλεος ουδέ επίγνωσις Θεού επί της γής. Αρά και ψεύδος και φόνος και κλοπή και μοιχεία κέχυται επί της γης και αίματα εφ’ αίμασι μίσγουσι» Ωσ.δ΄1-2. Μέσα σ’ αυτόν τον κόσμο μίλησε, αποκάλυψε και οριστικοποίησε ο Ωσηέ, την έννοια της αγάπης, κατ’ εντολήν του Θεού. Δίδαξε επίσης, ότι ο Θεός ζητάει από τον άνθρωπο: «έλεος θέλω και ου θυσίαν και επίγνωσιν Θεού ή ολοκαυτώματα» Ωσ.στ΄6. Δύο πράγματα ζήτησε ο Θεός δια του Προφήτου. Δηλαδή: Αγάπην επιθυμώ και όχι θυσίες, γνώσιν του Θεού και όχι υλικές θυσίες με ολοκαυτώματα.

Όχι μια ανούσια και ξηρά τυπολατρία, επομένως.

Η επιβεβαίωση. Αυτήν τη μορφή και διάσταση της αγάπης, επιβεβαίωσε επί της γης και ο ίδιος ο Κύριος Ιησούς Χριστός, ως ο παγκόσμιος Διδάσκαλος. Αποκάλυψε ότι η αγάπη, ως εντολή του Τριαδικού Θεού, αλλά και ως παγκόσμια αρετή, πρέπει να κυριαρχεί στις σχέσεις όλων των ανθρώπων, πλουσίων και φτωχών. Για τούτο και δίδαξε: «μείνατε εν τη αγάπη τη εμή… καθώς εγώ τας εντολάς του Πατρός μου τετήρηκα και μένω αυτού εν τη αγάπη», Ιωά.ιε΄9-10. Η αγάπη από το Θεό, προσφέρεται και ισχύει, καθολικά και διαχρονικά, σε όλους τους ανθρώπους. Στη συνέχεια ο Ευαγγελιστής Ιωάννης, ως ο κατ’ εξοχήν Διδάσκαλος-Μαθητής της αγάπης, την παρέλαβε και της έδωσε οικουμενική διάσταση. Την πρόσφερε ως αντίδοτο πάσης άλλης συμπεριφοράς στις σχέσεις των ανθρώπων, ακόμα και σε φαινόμενα ανθρώπινης παγκοσμιοποιούμενης οργάνωσης. Σαν παράδειγμα, είναι η νεοφανής στην εποχή μας λεγομένη «Παγκοσμιοποίηση», με κεντρικό προσδόκιμο τα κέρδη της οικονομικής ολιγαρχίας, τάχα προς ενίσχυση των υπανάπτυκτων Κρατών. Ορίζεται, ως οικονομικό κυρίως σύστημα, με κεντρική προσδοκία και επιδίωξη των ισχυρών Κρατών, «Την παράκαμψη της εθνικής κυριαρχίας και των δημοκρατικών διαδικασιών όλων των Χωρών, μέσα από τη μυστική λειτουργία διεθνών οργανισμών, με διοικήσεις διορισμένες από τις πλουσιότερες χώρες του κόσμου!…». Από αυτή την αρχή δεινοπαθεί και η Πατρίδα μας.

Ερωτάται, όμως: Διαθέτει αυτή η παγκοσμιοποίηση τη μοναδικότητα;

Το Αντίδοτο. Αντίδοτο και φραγμός στη βουλιμία των οικονομικά ισχυρών ηγετών και Κρατών, απέναντι στις ανίσχυρες και δεινοπαθούσες Χώρες, έρχεται από τα χρόνια της δημιουργίας του κόσμου, η φωνή του Παντοκράτορος εξουσιαστή των πάντων. Έρχεται με ένα παγκόσμιο ανατρεπτικό μήνυμα των λαθεμένων ανθρώπινων επιδιώξεων. Είναι το μήνυμα της αγάπης σε παγκόσμια αποκαλυπτική διάσταση, με τις ανάλογες μορφές της. Ιδιαιτέρως, μάλιστα, ο Ευαγγελιστής της αγάπης, ο Ιωάννης, με το Βιβλίο της Θείας Αποκαλύψεως, διαμηνύει και την παγκοσμιότητα αυτής, δια των επτά (7) πρώτων Ορθοδόξων Εκκλησιών της Ασίας, ως οικουμενικών φορέων, για την εποχή τους και σήμερα. Μιλάει σε κάθε εκπρόσωπο των Εκκλησιών εκείνων και εφιστά την προσοχή να μην παρεκκλίνει κανένας από την παγκόσμια μορφή της αγάπης. Παρουσιάζει δε την αγάπη, ως Δικαιοσύνη, ως Αγαθότητα, ως Αγαθοεργία, ως Ευεργεσία.

Έτσι, προσδιορίζονται και οι μορφές της παγκόσμιας αγάπης, όπως μας τις δίνει ο Ευαγγελιστής Ιωάννης, στους επτά (7) παγκόσμιους αποδέκτες:

  1. Στον πρώτο φορέα, της Εφέσου, προσδιορίζει την αγάπη σε διάρκεια, ως αγάπη συνεχής. Παρατηρεί: «Έχω κατά σου, ότι την αγάπην σου την πρώτην αφήκας» κεφ.β΄4. Συγχρόνως υποδεικνύει: «Μνημόνευε ουν πόθεν πέπτωκας, και μετανόησον και τα πρώτα έργα ποίησον» κεφ. β΄5.

Συμπέρασμα: Αγάπη παντοτινή, χωρίς διακοπή.

  1. Στο δεύτερο φορέα, της Σμύρνης, θυμίζει ότι η αγάπη περνάει μέσα από κινδύνους. Οφείλει να αντέχει, δια του πλούτου της αγάπης. Παραγγέλλει: «Οίδα σου τα έργα και την θλίψιν και την πτωχείαν. Αλλά πλούσιος ει» κεφ. β΄9. Επιπλέον, λέγει: «Μηδέν φοβού α μέλλεις παθείν… γίνου πιστός άχρι θανάτου και δώσω σοι τον στέφανον της ζωής» κεφ. β΄10.

Συνιστάται σταθερότητα πίστεως, εν αγάπη, με κέρδος μεγάλο.

  1. Τον τρίτο φορέα, της Περγάμου, τον επιβραβεύει, αλλά και του συνιστά να είναι αδέσμευτος από έξωθεν επιρροές. Τον τονώνει όμως, ο λόγος του Θεού της αγάπης: «Κρατείς το όνομά μου και ουκ ηρνήσω την πίστιν μου» κεφ.β΄13. Παραγγέλλονται αυτά, ως διάκριση μεταξύ κακού και αγαθού. Σχετική η εντολή του Θεού της αγάπης: «μη μιμού το κακόν, αλλά το αγαθόν» Γ΄Ιωά.α΄11. Επιπλέον, γνώριζε και «το δοκιμάζειν τι το θέλημα του Θεού, το αγαθόν και ευάρεστον και τέλειον» Ρωμ.ιβ΄2. Η αγάπη υπό έλεγχο πορείας.
  2. Τον τέταρτο φορέα των Θυατείρων, τον παινεύει για την αγάπη του, πλαισιωμένη από πλήθος αρετών, αλλά σταθερά και με καθολική μορφή, από όλους. Για τούτο, λέγει: «Οίδα σου τα έργα και την αγάπην και την πίστιν και την διακονίαν και την υπομονήν σου, και τα έργα σου τα έσχατα πλείονα των πρώτων» κεφ.β΄19. Για τούτο παραγγέλλει: «Ο έχετε κρατήσατε άχρις ου αν έλθω» κεφ. β΄25. Συμπέρασμα: Διατήρηση ανόθευτης της αγάπης.
  3. Από τον πέμπτο φορέα των Σάρδεων, απαιτεί εγρήγορση, για τούτο, του παραγγέλλει: «Γίνου γρηγορών» κεφ.γ΄2. Καθόσον, ύστερα από έλεγχο, λέγει: «Ου γαρ εύρηκά σου τα έργα πεπληρωμένα ενώπιον του Θεού μου» κεφ.γ΄2. Ζητεί, επιπλέον, να αναλαμβάνουν πρωτοβουλίες οι ηγέτες της Εκκλησίας για εγρήγορση της αγάπης, ανάμεσα στο λαό. Τότε ο Θεός της αγάπης απονέμει το: «ομολογήσω το όνομα αυτού ενώπιον του Πατρός μου και ενώπιον των Αγγέλων αυτού» κεφ.γ΄5. Η αγάπη θριαμβευτική οικουμενικά.
  4. Στον έκτο φορέα της Φιλαδέλφειας, εκφράζεται η συμπάθεια του Πνεύματος του Θεού της αγάπης, για διατήρηση αυτής. Λέγει με βεβαιότητα: «Ότι ετήρησας τον λόγον της υπομονής μου, καγώ σε τηρήσω εκ της ώρας του πειρασμού της μελλούσης έρχεσθαι επί της οικουμένης όλης, πειράσαι τους κατοικούντας επί της γης» κεφ.γ΄10. Εξ αιτίας αυτής της εφαρμογής της αγάπης, έρχεται και η αμοιβή: «Ιδού ποιήσω αυτούς ίνα ήξουσι και προσκυνήσουσιν ενώπιον των ποδών σου, και γνώσιν ότι Εγώ ηγάπησά σε» κεφ.γ΄9. Για τούτο και παραγγέλλει: «Κράτει ο έχεις, ίνα μηδείς λάβη τον στέφανόν σου» κεφ.γ΄11. Συμπέρασμα: Η αγάπη οδηγεί στη δόξα.
  5. Στον έβδομο φορέα της Λαοδικείας, γίνεται έλεγχος για σταθερή πορεία ολοκληρωμένη, με πλήρη και τέλεια πίστη και αγάπη, με καθολικότητα. Λέγει το Πνεύμα: «Οίδα σου τα έργα, ότι ούτε ψυχρός ει ούτε ζεστός. Όφελον ψυχρός ης ή ζεστός» κεφ.γ΄15. Παρ’ όλα αυτά ενισχύεται. Συμβουλεύει: «Ιδού έστηκα επί την θύραν και κρούω. Εάν τις ακούση της φωνής μου και ανοίξη την θύραν, και εισελεύσομαι προς αυτόν και δειπνήσω μετ’ αυτού και αυτός μετ’ εμού» κεφ.γ΄20. Ο θρίαμβος της αγάπης με το Θεό μαζί.

Κατά ταύτα:

 Οι επτά πρώτες Εκκλησίες της Ασίας, σύγχρονες με το ξεκίνημα και την εξάπλωση του χριστιανικού μηνύματος στον κόσμο, είναι οι αντιπροσωπευτικές ενός παγκόσμιου κοσμοθεωριακού γίγνεσθαι, με επίκεντρο την αγάπη, ως αντίδοτο σε έναν παραπαίοντα σύγχρονο κόσμο. Εξέφρασαν το προανάκρουσμα της κατάκτησης της οικουμένης από τον σωτήριο ιδεαλισμό, που στόχευσε και όδευσε στο να καταστεί ο κόσμος μας, κόσμος της αγάπης. Αυτής της γνήσιας αγάπης που έφερε και δίδαξε την οικουμένη, ο Χριστός.