Η πολιτική ελευθερία στην αρχαιοελληνική σκέψη

20 Νοεμβρίου 2020

Η πολιτική ελευθερία

Από τον 5ο π.χ. αιώνα από την εποχή των Μηδικών πολέμων ο κίνδυνος της απώλειας της εθνικής ανεξαρτησίας (πρωταρχικό αίσθημα) αφύπνισε στους πρόσκαιρα ενωμένους Έλληνες, ένα άλλο εξ ίσου καίριο αίσθημα, το αίσθημα της πολιτικής ελευθερίας.

Το κοινό συμφέρον το οποίο τους ένωσε τους πρόσφερε την ευκαιρία να συνειδητοποιήσουν την διαφορά των δύο υπό σύγκρουση καθεστώτων. Ανακάλυψαν, επίσης, τα συγγενικά χαρακτηριστικά της φυλής τους τα οποία υπάρχουν κοινά σε όλους τους πολίτες των ελληνικών πόλεων. Σχηματίζεται κατ’ αυτό το τρόπο και η συνεκτική έννοια της Ελλάδας η οποία περιλαμβάνει όλους τους Έλληνες. Τα κοινά χαρακτηριστικά τα οποία επικαλούνται κατά τον Ηρόδοτο με υπερηφάνεια οι Αθηναίο είναι το ίδιο αίμα, η ίδια γλώσσα τα κοινά ιερά, οι κοινές θυσίες και τα παρόμοια ήθη. Και τονίζουν κατά τον ίδιο συγγραφέα ότι αυτά είναι οι λόγοι για τους οποίους πρέπει να αγωνιστούν ώστε να μην «υποδουλωθεί η Ελλάδα» (Romilly, 1992: 63)

Κατά την σύγκρουση των Ελλήνων και των Περσών φάνηκε η μεγάλη αντίθεση των δύο πολιτικών συστημάτων. Οι Έλληνες ήταν ελεύθεροι στα πλαίσια του νόμου τον οποίο σέβονταν και φοβόντουσαν. Ο νόμος προστάτευε την ζωή τους και την περιουσία τους και για το λόγο αυτό οι πράξεις τους ήταν σύμφωνες με αυτόν. Ο νόμος με την προστασία του συμπληρώνει την ελευθερία και την βοηθάει να αποκαλύψει τη δύναμη της. Η αυθεντία του νόμου είναι ανώτερη κάθε ανθρώπινης αυθεντίας διότι είναι αποτέλεσμα συλλογικότητας. Ενώ η ανθρώπινη αυθεντία είναι ατομική και ως εκ τούτου ανεξέλεγκτη. Αντίθετα οι Πέρσες υπακούνε σε ένα αφέντη και το κάνουν από εξωτερικό φόβο. (Romilly, 1992: 64-66) Οι Έλληνες μη έχοντας ουσιαστικά καμία κοινή εξουσία ούτε κατεύθυνση νίκησαν τον άνισο γιατί πολεμούσαν για την ελευθερία τους. Η υπεράσπιση αυτού του ύψιστου αγαθού τους έδωσε μεγάλη ηθική δύναμη και ανδρεία. Τα οποία τους έκαναν ικανούς να θυσιάσουν τα υλικά τους αγαθά. (Παπαρηγόπουλος, 2009-2010: τ. Γ΄230)

Η πολιτική ελευθερία, έδινε στους Έλληνες μια ενθουσιώδη ώθηση για δημιουργία, η οποία έκανε το ανεπανάληπτο Ελληνικό θαύμα. Η εποχή των Μηδικών πολέμων (5ος π.χ. αιώνας) κατάφερε μια ριζοσπαστική τομή στην Ελληνική και κατ΄ επέκταση στη παγκόσμια ιστορία. Φανέρωσε τη αντίθεση δύο κόσμων της Ανατολής και της Δύσης. Μέχρι τότε δεν υπήρχε διαφοροποίηση κόσμων, το βλέπουμε στον Όμηρο (8ος π.χ. αιώνας), όπου οι Αχαιοί και οι Τρώες είχαν κοινωνική ομοιότητα. Διότι θυσίαζαν στους ίδιους θεούς, μιλούσαν την γλώσσα και είχαν τα ίδια πολιτικά συστήματα. Σε όλο αυτό το διάστημα μέχρι τα Μηδικά οι Έλληνες εξελίσσονται αθόρυβα και σταθερά οργανώνοντας τη ζωή τους στα πλαίσια της ελεύθερης και δημοκρατικής πόλης εγκαταλείποντας σταδιακά τη μοναρχία. Ο νέος τρόπος συνύπαρξης των πολιτών ήταν μια ρήξη με τον παλιό τρόπο διοίκησης ο πολιτικός απόηχος του οποίου φτάνει μέχρι τις μέρες μας. Ο γραπτός νόμος αν και ήταν αμετάβλητος για να αποφεύγονται οι αυθαιρεσίες έχει εντούτοις μια σχετική ευπλασία. Η οποία του επιτρέπει να προσαρμόζεται σε οποιοδήποτε καθεστώς, εξωραΐζοντας το. (Romilly, 1992: 76-77) Ο νόμος της πόλης ρύθμιζε τους όρους συνεργασία των πολιτών και όριζε το περιεχόμενο της δικαιοσύνης και της αδικίας. Ο σεβασμός του νόμου αφ’ ενός όριζε το πρότυπο του καλού πολίτη και αφ’ εταίρου συνέβαλλε στην ευημερία της πόλης των ίδιων, δηλαδή την οποία κέρδιζαν μέσω του αλληλοσεβασμού. (Vegetti,2003:37)

Οι δύο βασιλιάδες στο πολίτευμα της Σπάρτης ελέγχονταν με το νόμο από την Απέλλα και τους άρχοντες για να μη καταργήσουν τις πολιτικές ελευθερίες των πολιτών. Υπάκουαν στους Εφόρους στους οποίους ορκίζονταν ότι θα κυβερνήσουν σύμφωνα μα τους νόμους. (Παπαρηγόπουλος, 2009-2010: τ. Β΄107)Το ίδιο και στην προ δημοκρατική Αθήνα ο βασιλιάς δεν εμπόδισε την πολιτική ελευθερία των Αθηναίων. Η δημοκρατία εγκαθιδρύθηκε σαν πολίτευμα στην Αθήνα όταν εκδιώχθηκαν οι Πεισιστρατίδες, μετά το 514 π.χ. . (Romilly, 1992: 81-83 ). Η τυραννία αντίθετα ήταν η ολοσχερής καταπάτηση του νόμου. Η τυραννία ήταν ένα ιδιόμορφο καθεστωτικό φαινόμενο στην Ελλάδα. Οι τύραννοι ήταν λαϊκά πρόσωπα τα οποία κυριευμένα από άκρατη φιλοδοξία η αρχομανία εκμεταλλεύονταν την λαϊκή δυσαρέσκεια για να καταλάβουν αυθαίρετα την εξουσία. Η κατάλυση του πολιτεύματος γινόταν είτε με την βοήθεια των οπαδών τους ή τους καλούσαν οι πολίτες για να αντιμετωπίσουνε κάποιο πρόβλημα. Στη δεύτερη περίπτωση η παραμονή τους στην εξουσία ήταν μέρι να λυθεί το πρόβλημα. Πολλοί όμως έμεναν για αόριστο χρόνο και έφευγαν όταν ανατρέπονταν. Πολλοί τύραννοι καταχράσθηκαν την εξουσία τους και έκαναν ακρότητες, αλλά υπήρξαν και επιεικείς. (Παπαρηγόπουλος, 2009-2010: τ. Β΄136) Η τυραννία σαν πολιτικό γεγονός εμφανίστηκε τον 7ο π.χ. αιώνα και έσβησαν τον 5ο αιώνα ανάλογα με τις συνθήκες της κάθε πόλεις. Στο διάστημα αυτό δοκίμασαν την τυραννία σχεδόν όλες οι Ελληνικές πόλεις της Μ. Ασίας της Σικελίας και της Ελλάδας. Η τυραννία γεννιέται από την δημοκρατία από την ακόρεστη δίψα για ελευθερία η οποία αποδεικνύεται φυτώριο αυτοκαταστροφής της δημοκρατίας. Πολιτικά οι τύραννοι ήταν επικεφαλής των λαϊκών κόμματων, πράγμα το οποίο εξηγεί γιατί στην Αθήνα δεν επιβλήθηκε σαν πολιτικό καθεστώς μακροχρόνια τυραννία αλλά εμβόλιμη. (Romilly, 1992: 194-197)

Εκτός από τον γραπτούς νόμους την πόλη κυβερνούσαν και οι άγραφοι (εθιμικοί) νόμοι οι οποίοι είχαν στη συνείδηση των Ελλήνων την ίδια ισχύ με τους γραπτούς. Οι άγραφοι νόμοι εφαρμόζονταν κυρίως στις διαπροσωπικές σχέσεις των ανθρώπων και ήταν η εγγύηση για πολλές ελευθερίες. Οι άγραφοι νόμοι στηρίζουν τις θεμελιώδεις σχέσεις των ανθρώπων όπως εκφράζονται μέσα από τα αναφαίρετα ανθρώπινα δικαιώματα. (Romilly, 1992: 132-137 ) Το κύρος αυτών των νόμων πηγάζει από την θρησκεία και από την ηθική συνείδηση, η οποία τους επικυρώνει τιμωρώντας τους παραβάτες τους.(Παπαρηγόπουλος, 2009-2010: τ. Δ΄84). Η θρησκευτική τους προέλευση τους δίνει θεϊκή υπόσταση κάνοντας τους απαράβατους, αιώνιους και καθολικούς και οι παραβάτες τιμωρούνται. Οι άγραφοι νόμοι επειδή αντανακλούν τα κοινώς παραδεκτά έθιμα έχουν ανώτερη θέση στην συνείδηση των ανθρώπων οι οποίοι τους τιμούν συνειδητά. (Romilly, 1992: 132-137 ) Αυτοί οι κοινοί νόμοι των Ελλήνων με τους επίσης άγραφους κανόνες τους προστατεύουν τους πολίτες από κάθε επιβουλή. Η προστασία του ανθρωπισμού γίνεται μέσω αρνητικών επιταγών. Απαγορεύεται η πρόκληση βλάβης σε ικέτη, η επίθεση σε κήρυκα, ο φόνος αιχμαλώτου, η καταπάτηση όρκου και η παραβίαση συνθήκης. Παρά την θεϊκή ισχύ των άγραφων νόμων οι παραβάσεις τους γίνονταν σωρηδόν. Παρά την καταστρατήγηση τους οι άγραφοι νόμοι αποτέλεσαν την πρωτόλεια σύλληψη των εννοιών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και του διεθνούς δικαίου.(Romilly, 1992: 141-143)

Διαβάστε ολόκληρη τη μελέτη εδώ