Ιστορικές μνήμες Έπους 1940-Ανθ/γός Ανδρέας Τσίγκας
16 Νοεμβρίου 2020Εν όψει της 16ης Νοεμβρίου και γυρνώντας το ρολόι της ιστορίας 80 χρόνια πίσω ο νούς μας πετάει πάνω απο το ύψωμα Γκραμπάλα Καλπακίου και στον τόπο όπου κείνται οι 18 ήρωες του 2/39 Συντάγματος Ευζώνων όλοι τους Αιτωλοακαρνάνες που πέσανε ύστερα απο σκληρή μάχη με τους Ιταλούς φασίστες. Επικεφαλής της διμοιρίας ήταν ο Ανθ/γός Ανδρέας Τσίγκας.
Ο Ανδρέας Τσίγκας ήταν υιός του δημοδιδασκάλου και μεγάλου γεωκτήμονος Σπυρίδωνος Τσίγκα και ένας απο τα δέκα εν ζωή παιδιά που είχε ο πατέρας του. Αγάπησε τα γράμματα και σπούδασε Νομική, φέρνοντας το πτυχίο στο σπίτι του τον Ιούλιο του 1940 το έδειξε στον πατέρα του ο οποίος με δάκρυα χαράς ανέγνωσε το κείμενο του διπλώματος “…περί την Νομικήν εν τω Πανεπιστήμιω μετ’ ακριβή δοκιμασίαν σπουδάσας αξιωθείς του βαθμού λίαν καλώς εις τους πτυχιούχους της Νομικής… Ενεκρίθη εν έτει τεσσαρακοστώ και εννεακοστώ και χιλιοστώ μηνί Ιουλίω…”
Πέρασε το καλοκαίρι εκείνο του ’40 και έφτασε το φθινόπωρο. Μαζί με αυτό ήρθε η αποφράδα μα ένδοξη 28η Οκτωβρίου. Με τα άλλα παιδιά του χωριού του που επιστρατεύτηκαν ήταν και ο Ανδρέας με την διαφορά όμως οτι αυτός είχε επιστρατευτεί νωρίτερα σε μυστική κλήτευση που έγινε για όλους τους επίλεκτους Αξιωματικούς μετά το χτύπημα του αντιτορπηλικού ΕΛΛΗ φέρων τον βαθμό του Ανθυπολοχαγού. Κατετάγει στο 2/39 Σύνταγμα Ευζώνων στο Μεσολόγγι με Διοικητή τον Παυσανία Κατσώτα εκ Σταμνάς Μεσολογγίου. Τον ίδιο μήνα κατετάγει ο αδερφός του Χρήστος στο ιππικό με τον βαθμό του Υπιλάρχου.
Όταν λοιπόν το Σύνταγμα του Ανδρέα βάδιζε για το μέτωπο περνώντας απο τον σημερινό εθνικό δρόμο στην είσοδο του Παναιτωλίου κατάφερε και πήρε άδεια να πάει λίγο πιο πέρα που ήταν το σπίτι του να χαιρετήσει τους δικούς του. Πήρε μαζί του και τα άλλα παιδιά του χωριού τα οποία όταν είχανε μάθει οτι είναι ο Ανδρέας στο τάγμα ζητήσανε μόνα τους να είναι υπο τας διαταγάς του. Μετά τον χαιρετισμό ο χωρισμός του ήταν συγκινητικότατος. Η μητέρα του όλο ευχές. “Στο καλό Ανδρέα μου και η Παναγιά μαζί σου” έλεγε και ξανάλεγε πεσμένη στην αγκαλιά του πνιγμένη στα κλάματα. Ο Ανδρέας θέλοντας να της δώσει κουράγιο της έλεγε. “Κάνε υπομονή μητέρα.Θα νικήσουμε! Και όταν τελειώσει ο πόλεμος θα γυρίσω να πάμε στην Αθήνα να ζήσουμε.” Ο πατέρας του τον καμάρωνε όπως μιλούσε. “Ο Θεός μαζί σου παιδί μου. Ναι, θα γυρίσεις και με τη νίκη μάλιστα Αντρίκο μου.” Ηταν ο δάσκαλος και πατέρας που έστελνε δυο παιδιά στον πόλεμο τον Αντρέα και τον Χρήστο και που σε λίγους μήνες θα έστελνε και το τρίτο του παιδί τον Κώστα.
Άρχισε μετ’ ολίγον ο πόλεμος και η πρώτη μάχη δόθηκε στη Βίγλα Καλπακίου εις θέσην Γκραμπάλα την 16η Νοεμβρίου. Επικεφαλής ήταν ο Ανδρέας και μαζί του είχε μια μικρή ομάδα συγχωριανών του. Όταν πήρε την εντολή της επιθέσεως σηκώθηκε όρθιος και με το όπλο προτεταμένο κατά του εχθρού εφώναξε, »Επίθεσης…» μια ριπή απο τις σφαίρες του εχθρού τον βρίσκει στα πόδια, γονατίζει, πέφτει… Για να μην δούν οι άλλοι οτι χτυπήθηκε ανασυντάσει όλες του τις δυνάμεις και προσπαθεί να σηκωθεί. Σηκώνεται και με όση φωνή μπορούσε να βγάλει μετά απο τον τραυματισμό του φωνάζει, »Επάνω τους παιδιά…” Μια δεύτερη ριπή έρχεται να τον βρει στο στήθος και σωριάζεται νεκρός.
Βλέποντάς τον οι συμπολεμιστές του και συγχωριανοί του έσπευσαν δίπλα του, ο δε Μπλάνης Βασίλειος εφώναξε … »χτυπήθηκε ο Αξιωματικός μας, και εκινήθει να πάει προς βοήθεια αψηφώντας τον κίνδυνο. Αυτό όμως του στοίχησε, καθόσον μια σφαίρα του εχθρού του έκοψε το νήμα της ζωής πέφτοντας πάνω στον Αξιωματικό του που τόσο αγαπούσε. Όταν έγινε γνωστός ο θάνατος του Ανδρέα και των άλλων παιδιών, το χωριό πάγωσε.
Έφτασε το μαντάτο και στα αυτιά του γεροδιδάσκαλου. Η θλίψη για το χαμό του γιού του, του έσκαβε τα σωθηκά και τον έλιωνε. Δεν λύγισε όμως μπροστά στον πόνο, την ίδια μέρα που έμαθε το κακό μαντάτο στέλνει το παρακάτω τηλεγράφημα στον Πρωθυπουργό. “Ταυτην την στιγμήν πληροφορούμαι ότι ο Υιός μου Ανδρέας Τσίγκας Έφεδρος Ανθυπολοχαγός έπεσε γενναίως μαχόμενος εις το μέτωπον της Ηπείρου εις τον μέγα αγώνα που ενεπλάκει η Πατρίς κατά του ανάνδρου επιδρομέως. Τα κλάματα είναι συγχωρημένα, τα χείλη μου όμως πλημμυρίζουν επί τω θανάτω του Υιού μου απο το γλυκύ επιφώνημα, Ζήτω η Πατρίς, Ζήτω ο μεγάλος καθοδηγητής προς την δόξα μεγάλος Αρχηγός.”Τις ημέρες εκείνες ο αδερφός του Ανδρέα, Χρήστος Τσίγκας Υπίλαρχος ευρίσκετο με την επιλαρχία του Βόρεια κοντά στα σύνορα και επίκειτο να δοθεί μάχη κατά του Ιταλικού ιππικού.
Ο Συντ/ρχης Διοικητής του όταν ρώτησε ποιός ηγείται της μάχης και του είπαν ο Υπίλαρχος Χ. Τσίγκας, είπε επι λέξη “Πάση θυσία να αντικατασταθεί διότι αυτός θα κάνει τρέλα σήμερα.Μπορεί να θυσιαστεί, γιατί τον οδηγεί το μίσος για το θάνατο του αδερφού του.” Κι όμως, χωρίς να γνωρίζει μέχρι εκείνη τη στιγμή που εδόθει η μάχη τίποτε, την έκανε την »τρέλα» του! Με μια ίλη ιππικού της οποίας ηγείτο κατετρόπωσε τον εχθρό και εξήλθε νικητής, συλλαμβάνοντάς τους όλους αιχμαλώτους μαζί με τον Διοικητή τους, παίρνοντάς του και την σημαία!
Δια δε την ανδρεία του αυτή και όχι μόνο, αλλά και για την τεχνική του στη μάχη, παρασημοφωρήθηκε σε ειδική τελετή που έγινε προς τιμήν του απο τον Βασιλέα Γεώργιο και τον Μεταξά. Κατά την τελετή μετά απο τα παράσημα ανδρείας, του χάρισαν, το ξίφος του Ιταλού Διοικητού, την σέλα του αλόγου του και την σημαία των Ιταλών. Μετά απο όλα αυτά κλείνοντας γόνυ ευλαβώς μπρος στα παλικάρια και τους μάρτυρες της Ελληνικής ιδέας ας αναφωνήσουμε όλοι με ένα στόμα μια ψυχή … Ζήτω η 28η Οκτωβριου, Ζήτω η λατρευτή μας Πατρίδα.
Το κείμενο γράφτηκε από τον ανηψιό του Ανδρέα Τσίγκα, Σπυρίδωνα Τσίγκα.