Η έννοια της Θείας Πρόνοιας στους Στωικούς

20 Δεκεμβρίου 2020

ii. Η θεία πρόνοια

Η Στωική θεία πρόνοια είναι η ικανότητα του θεού (φύσης) να δημιουργεί αγαθά και τέλεια έργα. Με αυτή την θεωρία εξηγούσαν την ομορφιά και την τελειότητα του κόσμου. Οι στωικοί θεωρούσαν τον κόσμο στον οποίο υπάρχουν ως τον καλύτερο από όλους του πιθανούς κόσμους, παρά τις φαινομενικές ατέλειες του. Διότι η φύση οργανώνει και διατηρεί με αγάπη όλα τα μέρη του, τα οποία συναθροίζει σε ένα εύτακτο σύνολο ή αρμονία.

Η πρόσληψη της θεωρίας της θείας πρόνοιας είχε θετική επίδραση στον ψυχισμό και στην ηθική των ακολούθων της. Διότι αποδέχθηκαν ότι ανεξάρτητα από το προδιαγραμμένο μέλλον τους, η ζωή τους συμμετάσχει σε ένα μεγαλειώδες και μοναδικό συμπαντικό γεγονός. Η ενεργός συμμετοχή τους σε ένα αρμονικό σύνολο σημαίνει ότι το ολικό συμφέρον είναι αδύνατο να βλάψει το επιμέρους. Και επομένως ότι και να τους συμβεί τους φέρνει ευτυχία.(Long, 2012: 263-264)

Η Ειμαρμένη, ταυτίζεται με την θεία πρόνοια και κατ΄ επέκταση με τον Δία. Διότι ο θεός υπάρχει μέσα σε κάθε ύπαρξη δίνοντας της την μοναδική της ταυτότητα και επιδρά καθοριστικά στον τρόπο που αυτή ενεργεί στα άλλα πράγματα. Αυτή η διαδικασία δεν είναι ελεύθερη αλλά αυστηρά προκαθορισμένη βάσει ενός θείου σχεδίου το οποίο λειτουργεί από την αρχή κάθε κοσμικού κύκλου. Σε νεότερα γραπτά, όπως του νεοπλατωνικού Χαλκίδιου, η θεία πρόνοια και η ειμαρμένη αναφέρονται σαν θέλημα θεού, πράγμα που σημαίνει ότι ο θεός σαν ανώτερη δύναμη επιβάλει το θέλημά του πάνω στην κατώτερη του φύση. Την «καθ΄ ειμαρμένη σχέση» των πραγμάτων προσπαθούν να εκμεταλλευτούν πρακτικά στην μαντική. Φυσικά η κατάσταση των εντοσθίων ενός εξαγνισμένου σφαγίου δεν ευθύνεται για την ασφαλή πρόβλεψη της έκβασης ενός γεγονότος, συνδέεται όμως άρρηκτα με αυτό, στη λογική της συνύπαρξη και της σύνδεσης όλων των μερών μεταξύ τους σε ένα ενιαίο σύνολο (θεωρία της συμπάθειας). Ο Κικέρωνας, ερμηνεύοντας την μαντική τέχνη στα πλαίσια της Στωικής δοξασίας, πιστεύει ότι όλα τα γεγονότα συμβαίνουν μοιραία και κατά συνέπεια αν κάποιος μπορεί να μάθει τα αίτια και τις αλληλοεπιδράσεις τους θα είναι ικανός να γνωρίζει απόλυτα και τα αποτελέσματα τους, δηλαδή το μέλλον. Αυτή η ιδιότητα, όμως ανήκει όχι στον άνθρωπο αλλά μόνο στον θεό. Ο άνθρωπος μπορεί να προβλέψει εμπειρικά ελάχιστα κομμάτια του μέλλοντος, μέσα από την μακροχρόνια παρατήρηση ορισμένων σημαδιών (οιωνοί) τα οποίο οδηγούν στο ίδιο πάντα αποτέλεσμα (γεγονός). Αυτά τα σημάδια αν δεν αλλοιωθούν θα παράγουν το ίδιο αποτέλεσμα αιωνίως (μέλλον). Και συμβαίνει αυτό γιατί τα γεγονότα δεν εμφανίζονται ξαφνικά στο χρόνο, ο οποίος είναι η γραμμή των κατ΄ επανάληψη εμφανίσεων καταστάσεων που υπήρχαν από την αρχή. Το μέλλον, δηλαδή, για τον Κικέρωνα δεν είναι πηγή του νέου, αλλά μέσο προβολής του παλιού. Συνεχίζοντας την περί μαντικής συλλογιστική του ο Λατίνος σοφός αναφέρει ότι ο θεός δεν ασχολείται με τα ευτελή ανθρώπινα τεχνάσματα, όπως η μελέτη των εντοσθίων, γιατί τον απαξιώνουν. Η αποκάλυψη του μέλλοντος, όμως, είναι εμφανής στο σύμπαν μέσα από την αιτιατή σχέση ορισμένων σημαδιών με το αποτέλεσμά τους. Οι ενδείξεις πρόβλεψης του μέλλοντος είναι δυνατόν να βρίσκονται υπό μορφή σημείων στα εντόσθια ζώων, στο πέταγμα των πουλιών, στα φυσικά φαινόμενα (κεραυνός), στα αστέρια, στα θαύματα, στα οράματα, στα όνειρα, στα λόγια των τρελών. Είναι, επομένως, ανθρώπινη υπόθεση να παρατηρήσουν και να ερμηνεύσουν σωστά αυτούς τους οιωνούς. Φυσικά υπάρχουν και προβλεπτικές αστοχίες. Αυτές δεν οφείλονται σε κάποιο σφάλμα της σχέσης των πραγμάτων αλλά στην ανεπάρκεια των μάντεων. ( Sharples,2002: 95-97 )

Η Ειμαρμένη ή θεία πρόνοια ή θεός ελέγχει και καθορίζει σαν μια ενιαία αρχή τη αμοιβαία δράση της παγκόσμιας αιτιοκρατίας. Σε αυτό το πλέγμα των σχέσεων αιτίου και αιτιατού (αιτιότητα ) υπόκειται και κάθε ανθρώπινη πράξη, διότι αποτελεί μέρος του κόσμου. Κατά συνέπεια η κάθε πράξη μας είναι προκαθορισμένη όπως άλλωστε και το κάθε γεγονός που συμβαίνει στον κόσμο. Οι αρνητές της Ειμαρμένης αποκρούουν τον προκαθορισμό ισχυριζόμενοι ότι αν αυτός υπήρχε τότε δεν θα ήταν επαινετές οι καλές πράξεις ούτε και μεμπτές οι κακές , διότι αυτό σημαίνει την εκτός ειμαρμένης συμμετοχή του ανθρώπου στην πράξη . Αντιλέγοντας ο Χρύσιππος υποστηρίζει ότι η αιτιοκρατία δεν είναι άσχετη με την κρίση των πράξεων μας ή με τη ευθύνη της. Πρώτον, επειδή, ακόμα και αν είναι προκαθορισμένη η ανταπόκριση μας στα εξωτερικά ερεθίσματα, τα συναισθήματα που προκαλούνται από αυτά στον έσω εαυτό μας είναι αποκλειστικά δικές μας ενέργειες. Ο Χρύσιππος, επιπλέον, θεωρεί ότι η ανθρώπινη αντίδραση στα εξωτερικά ερεθίσματα δεν είναι κοινή, αλλά εξαρτάται από την ψυχοσύνθεση του κάθε ατόμου η οποία είναι ανόμοια και μοναδική. Οι άνθρωποι ανταποκρίνονται σχηματικά στα ερεθίσματα όπως συμπεριφέρεται ένας κώνος και ένας κύλινδρος όταν σπρωχτούν. Θα κυλίσουν σε διαφορετική κατεύθυνση και με διαφορετικό τρόπο , επειδή έχουν διαφορετικά σχήματα, όχι εξ αιτίας την ωστικής δύναμης. Δεν θα προκαθορίσει δηλαδή το κινητικό αίτιο (ώθηση ) την κίνηση τους. ( Sharples,2002:132)

Ο Γέλλιος αναφέρει την περαιτέρω ανάλυση του Χρύσιππου πάνω στη σχέση υποταγής του νου στην αιτιότητα. Ακόμη και αν είναι υπαρκτή η παντοδυναμία της ειμαρμένης και όλα είναι υποταγμένα σε αυτή, ο νους υπάγεται συνοδευόμενος από την ιδιαίτερή ποιότητα του κάθε φορέα του. Οι ανθρώπινοι νόες διαφέρουν , διότι, αν και είναι, αρχικά, πλασμένοι από την φύση με τον ίδιο τρόπο (υγιή και πρόσφορο), κατά την πορεία τους δεχόμενοι όλη την αναπόφευκτη δύναμη της ειμαρμένης διαφοροποιούνται. Και νους ο οποίος είναι άγριος, αμαθής, απαίδευτος και αρνείται οποιανδήποτε στήριξη, τότε χωρίς καμιά ή με ελάχιστη εξωτερική πίεση, και λόγω της διαστροφής του και της εκούσιας παρόρμησης του, σφάλει και εγκληματεί. Αυτή, όμως, η ολίσθηση του νου κατευθύνεται από την φυσική αιτιότητα των γεγονότων η οποία καλείται πεπρωμένο. Από αυτό είναι προκαθορισμένη η ιδιότητα των κακών να εγκληματούν. Κατά τον Χρύσιππο, λοιπόν μέσα στο κυκεώνα των αναγκαστικών δυνάμεων, υπάρχουν εστίες δράσεων οι οποίες ανήκουν μόνο σε αυτό και όχι στην κυβέρνηση του πεπρωμένου. Αυτές οι δυνάμεις εξουσιάζονται από την προσωπική βούληση του κάθε ανθρώπου και από τη φύση του νου του και είναι οι σκέψεις μας, οι παρορμήσεις μας και οι πράξεις μας. ( Sharples,200: 132-133)

Το δεύτερο επιχείρημα του Χρύσιππου για την ελευθερία της βούλησης στο αιτιοκρατικό σύστημα είναι η διατήρηση της ευθύνης. Διότι οι πράξεις του ανθρώπου, ακόμη και προκαθορισμένες να είναι κάνουν τη διαφορά μεταξύ τους. Επειδή μπορεί μεν το αίτιο να είναι προκαθορισμένο νομοτελειακά, αλλά το αιτιατό, το αποτέλεσμα, δηλαδή, επηρεάζεται άμεσα από την συμβολή του ανθρώπου ο οποίος συν έδρασε προηγουμένως . Κατά, συνέπεια, το συγκεκριμένο δραστικό αποτέλεσμα και όλες οι απαραίτητες για την έκβαση του δράσεις είναι «συν-προδιαγραμμένα». Διότι μπορεί μεν π.χ. να ήταν προδιαγραμμένο για το Λάιο, τον πατέρα του Οιδίποδα να κάνει παιδί, αλλά από τη στιγμή που είχε ειδοποιηθεί από το μαντείο ότι αυτό το παιδί θα τον σκοτώσει μπορούσε να το αποφύγει. Δεν το έκανε και πήρε την ευθύνη να το γεννήσει, απόφαση που απέβη μοιραία. Αυτή η εκλογή αν και προδιαγραμμένη ήταν δική του.(Προδιαγραμμένη ήταν και η άλλη εκλογή να μη κάνει, δηλαδή παιδί οπότε το πεπρωμένο θα αποφευγόταν). Μπορεί ο κόσμος των Στωικών να περιορίζεται και να διοικείται αυστηρά από το θεό ή την ειμαρμένη, αλλά ο άνθρωπος αποτελεί εξαίρεση από αυτό τον κανόνα. Του ανάθεσε ο Θεός ορισμένα καθήκοντα με την εξουσιοδότησή να τα εκτελεί σύμφωνα με τις εκλογές του, οι οποίες μπορεί αν είναι σωστές ή λαθεμένες. Αυτή η Στωική άποψη για την παραχώρηση από τον θεό σχετικής ελευθερίας της βούλησης στον άνθρωπο, είχε όπως είναι φυσικό και τον αντίλογο. Ο οποίος εκφραζόταν με την απορία πως είναι δυνατόν να ενεργεί κατ’ αυτόν τον τρόπο ο θεός τη στιγμή που γνωρίζει εκ των προτέρων ότι οι άνθρωποι θα αποτύχουν και θα βλαφθούν. Οι Στωικοί ανταπαντούσαν ότι για τις αποτυχίες τους οι άνθρωποι ήταν μόνο αυτοί υπεύθυνοι. Το ότι όλοι οι άνθρωποι έχουν ακεραία την ευθύνη των πράξεων τους, τους κάνει στην ουσία ανελεύθερους. ( Sharples,2002: 134 ).

Διαβάστε ολόκληρη τη μελέτη εδώ