Οι πεζές Καταβασίες των Χριστουγέννων – Μετάφραση Ερμηνεία (ε΄, και στ’ Ωδή)

17 Δεκεμβρίου 2020

Ωδή ε΄

Θεός  ὢν εἰρήνης, Πατὴρ οἰκτιρμῶν,
τῆς μεγάλης Βουλῆς σου τὸν Ἄγγελον
εἰρήνην παρεχόμενον ἀπέστειλας ἡμῖν·
ὅθεν θεογνωσίας πρὸς φῶς ὁδηγηθέντες,
ἐκ νυκτὸς ὀρθρίζοντες δοξολογοῦμέν σε, Φιλάνθρωπε.

Μετάφραση

Κύριε σαν Θεός της ειρήνης και φιλεύσπλαχνος Πατέρας που είσαι

μας έστειλες τον Άγγελο της Μεγάλης σου Βουλής, για να μας παρέχει την ειρήνη.

Γι  αυτό κι εμείς, Φιλάνθρωπε,  που οδηγηθήκαμε στο φως της Θεογνωσίας

ξυπνώντας τη νύχτα  πολύ πρωί   σε δοξολογούμε.

Ερμηνεία

            Ο υμνογράφος για να γράψει το τροπάριο αυτό δανείστηκε:

  1. από την προς Φιλιππησίους του Απ. Παύλου «και ο θεός της ειρήνης έσται μεθ’ υμών».
  2. από την προς Εβραίους του Απ. Παύλου το «πατήρ οικτιρμών»,
  3. από τον Ησαϊα το «της μεγάλης Βουλής σου τον Άγγελον»,
  4. από τον Αββακούμ το «φως της θεογνωσίας» και
  5. από τον Ησαϊα το «εκ νυκτός ορθρίζει το πνεύμα μου προς σε ο Θεός»

Ας κάνουμε  λοιπόν κάποιες παρατηρήσεις  κατά στίχο:

1.«Θεός  ὢν εἰρήνης»: Ο Θεός μας είναι θεός Ειρήνης, ποιας όμως ειρήνης; Της ειρήνης του ανθρώπου με το θεό, της ειρήνης του ανθρώπου με τους αγγέλους, της ειρήνης του ανθρώπου με τους συνανθρώπους του και της ειρήνης του ανθρώπου με τον εαυτό του. Πρόκειται για την ειρήνη του Θεού, που φέρνει τη συμφιλίωση του ανθρώπου με όλη την κτίση και με τον εαυτό μας. Αυτή δεν επιβάλλεται με όπλα, δεν κατοχυρώνεται με συνθήκες, αλλά απορρέει από την ειρήνη, από  τη συμφιλίωση του ανθρώπου με το θεό.

  1. «Πατὴρ οἰκτιρμῶν» : Ο Θεός μας είναι ο πατέρας των οικτιρμών, που σημαίνει ότι δεν υπάρχει οικτιρμός και φιλανθρωπία που να μη τη δείχνει στον ταλαίπωρο άνθρωπο. Ο πιο σημαντικός όμως οικτιρμός είναι η αποστολή του Υιού του στον κόσμο, για να σώσει τον άνθρωπο. Κι έτσι από τότε πλήθαιναν οι οικτιρμοί του Θεού με τη μεσολάβηση του Υιού του Θεού και τη μεσιτεία της μητέρας του Παναγίας.
  1. «τῆς μεγάλης Βουλῆς σου τὸν Ἄγγελον»: Η μεγάλη βουλή είναι η μεγάλη απόφαση που πήρε ο Θεός να σώσει τον άνθρωπο, αμέσως μετά το προπατορικό αμάρτημα. Ο απεσταλμένος Άγγελος που ανέλαβε να πραγματοποιήσει αυτή τη «μεγάλη βουλή του Θεού» είναι ο Ιησούς Χριστός.
  2. «εἰρήνην παρεχόμενον ἀπέστειλας ἡμῖν»: Σαν Θεός της ειρήνης απέστειλε τον Άγγελο της Μεγάλης βουλής για να δώσει αυτήν την πολυπόθητη ειρήνη στους ανθρώπους. Ας θυμηθούμε την ψαλμωδία των Αγγέλων κατά τη γέννηση του Χριστού : «Δόξα εν Υψίστοις Θεω και επι γης ειρήνη εν ανθρώποις ευδοκία». Αν η δόξα αρμόζει στον Ύψιστο Θεό, στους ανθρώπους αρμόζει  η ειρήνη του Θεού, που δόθηκε σ’  αυτoύς  λόγω της  μεγάλης Του ευσπλαχνίας. Αυτή λοιπόν ήταν η αποστολή του Χριστού, να φέρει την συμφιλίωση του ανθρώπου με το Θεό και την ειρήνη στις ψυχές των ανθρώπων.
  3. «ὅθεν θεογνωσίας πρὸς φῶς ὁδηγηθέντες»: Ο Χριστός και οι Απόστολοι είναι αυτοί που μας οδήγησαν στο Αληθινό Φως , «εγώ ειμί το φως του κόσμου». Αυτό το φως του Χριστού «που φέγγει πάσι» χρειαζόμαστε για να οδηγηθούμε στη Θεογνωσία, στην Αυτογνωσία και στην Αλήθεια. Είναι το Θαβώρειο φως που φώτισε τους αποστόλους και στη συνέχεια όλη την εκκλησία. Αυτογνωσία όμως χωρίς Θεογνωσία είναι αδύνατο να υπάρχει. Η Αυτογνωσία οδηγεί στην ευλογημένη ταπείνωση, διότι «τοις ταπεινοίς ο Χριστός δίδωσι χάριν».
  4. «ἐκ νυκτὸς ὀρθρίζοντες δοξολογοῦμέν σε, Φιλάνθρωπε»: Η μετάβαση από τη νύκτα στον όρθρο συμβολίζει τη μετάβαση από το σκότος της σύγχυσης, της πλάνης και αγνωσίας στο φως της αλήθειας, της γνώσης και της βεβαιότητας, που χαρίζει ο Θεός στους πιστούς. Πρόσεξε όμως διότι ο υμνογράφος δεν μιλάει για μετάβαση από τη νύκτα στη μέρα αλλά από τη νύκτα στον όρθρο. Νύκτα είναι η κατάσταση της ασέβειας, ενώ ημέρα είναι η κατάσταση της ευσέβειας. Εμείς στην παρούσα ζωή μεταβαίνουμε σε μια μέση κατάσταση, ούτε σε νύχτα που επικρατεί σκοτάδι, ούτε σε μέρα που επικρατεί το φως, αλλά σε όρθρο, όπου επικρατεί το ημίφως, όπως είναι αυτή η ζωή, όπου βλέπουμε «δι’ εσόπτρου και εν αινίγματι» κατά τον Απ. Παύλο, δηλαδή με κάτοπτρο και με παραβολές.

Χρειαζόμαστε συνεπώς τον φωτισμό του Αγίου Πνεύματος για να μπορέσουμε να δούμε το βαθύτερο νόημα αυτής της ζωής που συνεχίζει να είναι ένα αίνιγμα προς επίλυση. Γι αυτό  ο απόστολος τονίζει «αποθώμεθα ουν τα όπλα του σκότους και ενδυσώμεθα τα όπλα του φωτός». Η «ημέρα» όμως  «του Κυρίου» δεν έχει ακόμα ξημερώσει για μας τους ζωντανούς. «Ημέρα Κυρίου» είναι  εκείνη η κατάσταση,  στην οποία  θα βρεθούμε, όταν θα πάμε κοντά στον Κύριο. Τότε θα είμαστε μέσα στο φως και μέσα στη χαρά  και θα μας λυθούν όλες οι απορίες.

Καλούμαστε λοιπόν να φωτιστούμε από το άκτιστο φως του Χριστού, να είναι η ζωή μας φωτεινή και να μη ζούμε μέσα στο  σκοτάδι. Εξάλλου σκοτάδι δεν υπάρχει παρά εκεί που λείπει το φως. Κατά τον ίδιο τρόπο δεν υπάρχει κακία παρά μόνο εκεί που λείπει η καλοσύνη. Έτσι, αν  γίνουμε υιοί φωτός, και τα έργα μας θα είναι έργα φωτός, θα μοιάσουμε  το Θεό της Ειρήνης και των Οικτιρμών, θα κατακτήσουμε την εσωτερική ειρήνη και θα την εμπνεύσουμε  και στους άλλους, θα είμαστε οικτίρμονες προς όλους και κυρίως σε αυτούς που έχουν ανάγκη.

Ὠδὴ ς΄.
Σπλάγχνων Ἰωνᾶν ἔμβρυον ἀπήμεσε
ἐνάλιος θήρ, οἷον ἐδέξατο·τῇ Παρθένῳ δὲ
ἐνοικήσας ὁ Λόγος καὶ σάρκα λαβὼν
διελήλυθε φυλάξας ἀδιάφθορον·
ἧς (σαρκός) γὰρ οὐχ ὑπέστη ῥεύσεως,
τὴν τεκοῦσαν κατέσχεν ἀπήμαντον.

Μετάφραση

Όπως  θαλάσσιο κήτος  ξέρασε τον Ιωνά σαν έμβρυο από την κοιλιά του

και τον άφησε έτσι ακριβώς όπως τον δέχτηκε, έτσι και στην Παρθένο

ο Λόγος του Θεού, αφού κατοίκησε μέσα στα σπλάχνα της

και πήρε σάρκα ανθρώπου, πέρασε από μέσα της και την άφησε άθικτη.

Γιατί και αυτή η ανθρώπινή του υπόσταση δεν υπέστη καμιά αλλοίωση

Αλλά και αυτήν που τον γέννησε την άφησε απείραχτη.

Ερμηνεία

Η περιπέτεια του Ιωνά εδώ αξιοποιείται  από τον υμνογράφο με διαφορετικό τρόπο από εκείνο που είδαμε στην Καταβασία του Ακαθίστου Ύμνου. Εδώ γίνεται  αφορμή να μιλήσει για το θαύμα της γέννησης του Χριστού από  την Θεοτόκο. Όπως ο Ιωνάς βγήκε από την κοιλιά του κήτους αλώβητος και αδιάφθορος, χωρίς να πάθει το παραμικρό, παρόλο ότι έμεινε τρεις μέρες και τρεις νύκτες μέσα στην κοιλιά του κήτους, έτσι και ο Λόγος του Θεού, που ενοίκησε μέσα στην κοιλιά της Παρθένου, γεννήθηκε  αφήνοντας την Θεοτόκο αλώβητη και αδιάφθορη, χωρίς να χάσει την παρθενία της. Η Παναγία ήταν παρθένος πριν την γέννηση του Χριστού, αλλά παρέμεινε παρθένος και κατά τη γέννηση και μετά την γέννηση, είναι δηλαδή αειπάρθενος. Κι ακόμη το ότι η Παναγία έμεινε «αδιάφθορος» είναι μια προτύπωση της αφθαρσίας που έρχεται να φέρει ο Χριστός και να ξανααποκτήσει ο  άνθρωπος και που εγκαινιάζεται με την Παρθένο Παναγία, την οποία δεν την εγγίζει καμία φθορά και αλλοίωση.

Ο Χριστός γεννήθηκε  «αρεύστως εκ του Πατρός», «αρεύστως» όμως γεννήθηκε  και εκ της Παρθένου Μαρίας, χωρίς δηλαδή ούτε στη μια περίπτωση ούτε στην άλλη να υποστεί κάποια αλλοίωση, γιατί κατά τον Νικόδημο τον Αγιορείτη «ο  Μονογενής Υιός και Λόγος του Θεού γίνεται υιός του ανθρώπου χωρίς να τραπεί από την ιδικήν του φύσιν και Θεότητα (ατρέπτως ενανθρωπήσας), ή να λάβη καμμίαν αλλοίωσιν». Ο Γρηγόριος πάλι ο Θεολόγος  λέγει: « δεν άλλαξε αυτό που ήταν, γιατί  παρέμεινε Θεός όπως ήταν, αλλά πήρε αυτό που δεν ήταν, έγινε δηλαδή άνθρωπος, γιατί  τον αγαπούσε». Ο Χριστός με τη γέννησή του παραμένει τέλειος  θεός,  χωρίς να υποστεί  καμιά αλλοίωση, αλλά και τέλειος άνθρωπος, χωρίς να έχει την παραμικρή αμαρτία, είτε προπατορική είτε προαιρετική.

Διαβάστε ολόκληρη τη μελέτη εδώ