Η Προσευχή του Ιησού

22 Δεκεμβρίου 2020

Το θεμέλιο της Ευχής του Ιησού βρίσκεται στους λόγους του Κυρίου: «Έως άρτι ουκ ητήσατε ουδέν εν τω ονόματί μου, αιτείτε και λήψεσθε… Όσα αν αιτήσητε τον Πατέρα εν τω ονόματί μου, δώσει υμίν» (Ιω. 16,24, 23). Στην Παλαιά Διαθήκη ο άνθρωπος ορίζεται ως «βαθεία καρδία» (Ψαλμ. 63,7) που αναζητά «νοεράν και θείαν αίσθησιν» (πρβλ. Παροιμ. 15,14). Όσο βαθύτερα μυείται ο άνθρωπος στην προσευχή, τόσο περισσότερο συνειδητοποιεί ότι το κέντρο κάθε πνευματικής πάλης ενάντια στα πάθη και τον εχθρό είναι η καρδιά του.

Η οδός που οδηγεί στη βαθειά καρδιά διέρχεται από τη φυσική μας καρδιά. Η σχέση μεταξύ των δύο είναι η ίδια με αυτή που υπάρχει μεταξύ του νου και του εγκεφάλου μας. Η σημαντική διαφορά έγκειται στο γεγονός ότι, ο άνθρωπος χρησιμοποιεί τον εγκέφαλο και τη φυσική του καρδιά μόνο μέχρι τη στιγμή του θανάτου, ενώ ο νους και η πνευματική βαθειά καρδιά συνοδεύουν την ψυχή και μετά την αναχώρηση από αυτόν τον κόσμο. Ωστόσο, στη ζωή αυτή οι πράξεις και οι ενέργειες του νου μας συνδέονται στενά με τη λειτουργία του εγκεφάλου, και με τον ίδιο τρόπο η φυσική μας καρδιά παραμένει το κέντρο της υπάρξεώς μας, όπου φανερώνονται όλες οι πτυχές της πνευματικής μας ζωής.

Ο σκοπός της Ευχής του Ιησού είναι η ένωση του νου και της καρδιάς. Οι Πατέρες μιλούν για μια τριπλή και «κυκλική κίνηση του νου». Η πρώτη κίνηση του νου έγινε μετά την πτώση, όταν ο νους διασκορπίσθηκε στον ορατό κόσμο και προσκολλήθηκε σε αυτόν. Η δεύτερη κίνηση λαμβάνει χώρα όταν, με τη χάρη του Θεού και τη δύναμη της προσευχής, ο νους κατευθύνεται προς τα μέσα για να βρει τη βαθειά καρδιά και να ενωθεί με αυτήν. Τοτε, μέσω αυτής της θαυμαστής ενώσεως, πραγματοποιείται η τρίτη κίνηση, όταν ο άνθρωπος στρέφει ολόκληρο το είναι του προς τον Θεό. Αυτή η κυκλική κίνηση του νου είναι «απλανής», διότι κατά τη διάρκειά της, ο εχθρός δεν μπορεί να μολύνει τον νου με τους αλλότριους λογισμούς του. Ο πόνος της μετάνοιας και η Ευχή του Ιησού δημιουργούν ζέση στην καρδιά, η οποία εξαναγκάζει τον εχθρό να μείνει έξω από τα τείχη του κάστρου της ψυχής. Γι’ αυτό οι Πατέρες λένε ότι: «Όποιος εισέρχεται στο ταμείον (θάλαμο) της καρδίας, έχει εισέλθει στο ταμείον του ουρανού» (Αββάς Ισαάκ ο Σύρος). Η ένωση νου και καρδιάς δια ης οποίας ο άνθρωπος ενώνεται με τον Θεό είναι έργο που μπορεί να επιτευχθεί μόνο με τη χάρη του Θεού και μας δίνεται δωρεάν, ως χάρισμα, και όχι ως ανταμοιβή της προσπάθειάς μας. Δεν έχουμε κάνει τίποτε για να αξίζουμε την αμοιβή του Θεού, ο Οποίος «πρώτος ηγάπησεν ημάς» (Α’ Ιω. 4,19) και «έτι αμαρτωλών όντων ημών, Χριστός υπέρ ημών απέθανεν» (Ρωμ. 5,8).

Η γενική αρχή της προσευχής είναι ότι η ποσότητα φέρνει ποιότητα, γιατί η προσευχή αγαπά αυτούς που προσεύχονται. Η σταδιακή πρόοδος στην προσευχή είναι η πιο αξιόπιστη. Συνήθως συστήνεται στον αρχάριο να ξεκινήσει με το πρώτο βήμα, δηλαδή  να λέει την ευχή μεγαλοφώνως όσο το δυνατόν συχνότερα, ώσπου το σώμα, η γλώσσα, ο νους και η καρδιά την αφομοιώσουν. Ο απαιτούμενος χρόνος διαφέρει μεν για κάθε άνθρωπο, αλλά όσο πιο δυνατή είναι η μετάνοια, τόσο συντομότερος είναι και ο δρόμος. Όπως εξηγεί ο άγιος Γέροντας Σωφρόνιος, πρώτα λέμε την ευχή με τα χείλη μας, προσπαθώντας να συγκεντρώσουμε την προσοχή μας στο Όνομα και στους λόγους της ευχής. Στη συνέχεια προφέρουμε την Ευχή του Ιησού νοερά. Στο τρίτο στάδιο η προσοχή του νου συγκεντρώνεται στην καρδιά και η ευχή επαναλαμβάνεται εκεί. Τέταρτον, χωρίς ιδιαίτερη προσπάθεια εκ μέρους μας, η προσευχή ενεργείται στην καρδιά, όπου συγκεντρώνεται ο νους. Τέλος, ο άνθρωπος φθάνει στο επίπεδο της χαρισματικής προσευχής, οπόταν η προσευχή αρχίζει να ενεργεί σαν μια τρυφερή φλόγα μέσα του, ως έμπνευση άνωθεν. Το τελευταίο αυτό στάδιο συνοδεύεται μερικές φορές από τη θεωρία του Ακτίστου Φωτός του Θεού. Η επίκληση του Ονόματος του Χριστού δημιουργεί τέτοια κατάσταση στην καρδιά, ώστε η ζωή γίνεται όντως πρόγευση της ουράνιας ζωής.

Ποιοί είναι οι καρποί που εμφανίζονται όταν ο άνθρωπος επικαλείται το Όνομα του Κυρίου με τον νου στην καρδιά; Η Ευχή του Ιησού τον βοηθά να παραμείνει στη ζωντανή παρουσία του Θεού, που είναι «πυρ καταναλίσκον». Η θεϊκή δύναμη που περιέχει η Ευχή, ελευθερώνει την καρδιά από τον θάνατο της αμαρτίας και το φως της φωτίζει τον νου. Το είναι του ανθρώπου θεραπεύεται και η αίσθηση της ακεραιότητας που επανακτάται μέςω της Ευχής μεταδίδει μεγάλη ειρήνη και χαρά στην καρδιά του. Μέσω της Ευχής του Ιησού, ο νους παύει να είναι προσκολλημένος στα μάταια πράγματα του κόσμου αυτού, ούτε γίνεται πλέον θύμα εισβολής ακάθαρτων λογισμών μέσω της φαντασίας, εφόσον έχει βρει μια σταθερή βάση στην καρδιά. Όλος  ο άνθρωπος απελευθερώνεται σιγά-σιγά από την κυριαρχία της αμαρτίας και γίνεται στόχος των μυστικών επισκέψεων του Κυρίου (πρβλ. Ιώβ 7,18). Επικαλούμενος το Όνομα του Χριστού με τον νου στην καρδιά, ο άνθρωπος εισέρχεται στην παρουσία του Θεού του Ζώντος και στο φως της παρουσίας αυτής, μπορεί, για πρώτη φορά στη ζωή του, να δει την πραγματική κατάσταση της καρδιάς του. Με τον τρόπο αυτό αποκτά πνεύμα ταπεινό και αναλαμβάνει το έργο του πνευματικού πένθους, τρέφοντας την ψυχή του με τον άρτο των δακρύων, που ο Κύριος παρέχει άφθονα σε εκείνους που φιλοτιμούνται να Τον ακολουθήσουν μέχρι τέλους (βλ. Ψαλμ. 79,6)

Ο άνθρωπος που έχει αποκτήσει την ένωση νου και καρδιάς μέσω της Ευχής του Ιησού, «ουκ αγνοεί τα νοήματα του σατανά» (Β  Κορ. 2,11). Τότε, η διάκριση των λογισμών συμβαίνει με φυσικό τρόπο, αφού η καρδιά του γίνεται σαν κρυστάλλινος καθρέπτης, στον οποίο βλέπει όλες τις πονηρές ροπές του νου του και όλα τα μηχανεύματα των ακάθαρτων πνευμάτων. Η καρδιά είναι τώρα σαν φρούριο, όπου ο νους, ενθρονισμένος σαν βασιλιάς, βλέπει τους λογισμούς του εχθρού από μακριά και δεν τους επιτρέπει να παρεμποδίσουν το ιερό έργο της προσευχής. Εφόσον ο νους και η καρδιά έχουν καθαρισθεί, η αγνότητα αποκαθίσταται τόσο στο σώμα όσο και στην ψυχή του ανθρώπου. Ωστόσο, είναι πιο εύκολο να καθαρισθεί ο νους παρά να εξαγνισθεί η καρδιά. Όπως εξηγεί ο άγιος Ισαάκ ο Σύρος, ο νους καθαρίζεται σχετικά γρήγορα, όμως γρήγορα και σπιλώνεται, ενώ η καρδιά, η ρίζα όλων των αισθήσεων, καθαρίζεται με περισσότερο κόπο, γι´ αυτό και όταν η ρίζα είναι αγία, τότε και τα κλαδιά είναι άγια. Ο άνθρωπος είναι όντως ελεύθερος, όταν κατέχει πλήρως την αληθινή του φύση, ώστε να μπορεί να αγαπά τον Θεό με όλο του το είναι και τον πλησίον του όπως τον εαυτό του.

Ερωτήσεις και Απαντήσεις

Ερώτηση: Είναι καλό να λέμε την ευχή ακόμη και μηχανικά, ελπίζοντας ότι ο Θεός θα κάνει το υπόλοιπο;

Απάντηση: Βεβαίως, ακόμη και η μηχανική προσευχή είναι καλύτερη από το τίποτε. Μερικοί άνθρωποι λένε: «Μου αρέσει να κρατώ το κομποσχοίνι και να λέω την ευχή με τη γλώσσα μου, όταν βλέπω τηλεόραση». Ωστόσο, δεν πρέπει να περιμένουμε καρπούς από την προσευχή μόνο με το να κρατούμε το κομποσχοίνι στο χέρι. Πρέπει να τιμούμε αυτό το Όνομα, με το οποίο μας έχει υπερτιμήσει ο Θεός. «Ου λήψει το Όνομα Κυρίου του Θεού σου επί ματαίω» (Έξοδ. 20,7). Είναι σημαντικό να αφιερώνουμε κάποια συγκεκριμένη ώρα της ημέρας, που δεν θα κάνουμε τίποτε άλλο, μόνο θα λέμε την ευχή. Αν μιλάμε με όλη μας την καρδιά στους ανθρώπους που αγαπάμε, πόσο περισσότερο πρέπει να κάνουμε το ίδιο με τον Θεό. Όταν στεκόμαστε ενώπιόν Του, πρέπει να Του μιλάμε με όλη μας την προσοχή, επικαλούμενοι το Όνομά Του «μετά αιδούς και ευλαβείας»(Εβρ. 12, 28), από την καρδιά.

Ερώτηση: Όταν έχουμε λογισμούς και προσπαθούμε να προσευχηθούμε, πως μπορούμε να αποφύγουμε να φαντασθούμε ότι όντως βρισκόμαστε μπροστά στον Θεό;

Απάντηση: Στην αρχή είναι αναπόφευκτο να δεχόμαστε επιθέσεις λογισμών, αλλά ο άγιος Σωφρόνιος λέει ότι, η πρόοδός μας θα εξαρτηθεί από την ένταση της μετάνοιάς μας. Χρειάζεται επιμονή. Αν μάθουμε να μετανοούμε ενώπιον του Θεού, ο νους θα βρει με φυσικό τρόπο την καρδιά και τότε οι λογισμοί δεν θα μπορούν πλέον να μας επιτεθούν όπως προηγουμένως. Οι Πατέρες λένε ότι όταν ο νους βρει την καρδιά, είναι σαν να ξανασυναντιώνται έπειτα από καιρό χωρισμού δύο ερωτευμένοι, που είχαν μεγάλη αγάπη μεταξύ τους. Μερικοί άνθρωποι ρωτούν: «Γιατί χρειάζεται τόσο πολύς χρόνος για να αποκτήσουμε την Ευχή του Ιησού;» Στην πραγματικότητα αυτό είναι τιμή που μας κάνει ο Θεός· ο χρόνος είναι μυστικό κλειδί. Αν τον αφιερώσουμε στην ευχή, τότε ο Θεός θα ανοίξει τη θύρα της ευχής. Εκείνος θέλει να Του δείξουμε την πιστότητά μας. Λέει: «Μη δώτε το άγιον τοις κυσί, μηδέ βάλητε τους μαργαρίτας υμών έμπροσθεν των χοίρων» (Ματθ. 7,6). Ο χρόνος μας δίνει την ευκαιρία να πείσουμε τον Θεό ότι Του ανήκουμε. Σίγουρα πάντως, δεν είναι κάτι το ουδέτερο το να στεκόμαστε για μερικές ώρες επικαλούμενοι το Όνομα του Χριστού. Είμαι σίγουρος ότι αυτός που το δοκίμασε, γεύθηκε πως ενεργεί η Ευχή στην ψυχή και στην καρδιά.

Ερώτηση: Όταν, με τη βοήθεια του Θεού, η Ευχή του Ιησού γίνεται απερίσπαστη, μερικές φορές κατέρχεται στον νου σιγή. Να συνεχίσουμε τότε να επαναλαμβάνουμε τα λόγια της προσευχής;

Απάντηση: Η σιγή αυτή μπορεί να έλθει, ειδικά όταν δοθεί στον άνθρωπο καθαρά προσευχή, όταν η ένωση του νου με την καρδιά και η παρουσία του Θεού στην καρδιά είναι τόσο δυνατές, που δεν μπορεί πλέον να προσευχηθεί. Μάλλον ο ίδιος γίνεται όλος προσευχή. Ωστόσο, η φύση μας είναι αδύναμη. Παρατηρούμε ότι, ακόμη και όταν δόθηκαν στους Πατέρες μας τέτοιες καταστάσεις, εκείνοι δεν παρέμεναν συνεχώς σε αυτές. Για όσους γνωρίζουν τη χάρη της Ευχής του Ιησού, η δύναμη του θείου Ονόματος γίνεται ο διδάσκαλός τους. Ο άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος αναφέρει ότι οι πιστοί διδάσκονται από το χρίσμα που έλαβαν, από τη δωρεά του Αγίου Πνεύματος μέσα τους (Α’ Ιω. 2,27). Ωστόσο, είναι πάντοτε ασφαλέστερο να ζητάμε την επιβεβαίωση των Πνευματικών μας.

Ερώτηση: Είπατε ότι οι καρποί της προσευχής δεν είναι αξιομισθία αλλά δώρο, και όμως ταυτόχρονα μιλάμε τόσο πολύ για τον μεγάλο κόπο που τη συνοδεύει.

Απάντηση: Ο Χριστός λέει: «Όταν ποιήσητε πάντα τα διαταχθέντα υμίν, λέγετε ότι δούλοι αχρείοί εσμεν, ότι ο ωφείλομεν ποιήσαι πεποιήκαμεν» (Λουκ. 17,10). Το ίδιο ισχύει για την Ευχή του Ιησού. Βεβαίως, πρέπει να κάνουμε την προσπάθειά μας, αλλά χωρίς να περιμένουμε ανταμοιβή. Αν περιμένουμε, τελείωσε και η προσευχή. Πρέπει να έχουμε την πρέπουσα στάση και να γνωρίζουμε ότι, η χάρη δεν θα έλθει όταν θέλουμε εμείς, αλλά όταν θέλει ο Θεός. Αυτό θα μας κρατήσει ταπεινούς και εξαρτώμενους από τον Θεό. Μια λανθασμένη στάση μπορεί να οδηγήσει ακόμη και σε πλάνη.

Ερώτηση: Ποιά είναι η καλύτερη μέθοδος για να αποκτήσουμε αδιάλειπτη προσευχή;

Απάντηση: Σκοπός μας δεν είναι να αποκτήσουμε αδιάλειπτη προσευχή, ούτε να γίνουμε Σιλουανοί ή Σωφρόνιοι. Σκοπός μας είναι να συμφιλιωθούμε με τον Θεό και να καταστήσουμε τις εντολές Του τον μοναδικό νόμο της υπάρξεώς μας. Με την Ευχή του Ιησού αγωνιζόμαστε να σταθούμε στην παρουσία του Χριστού, επειδή μόνο αυτή η παρουσία μπορεί να μας αποπλύνει από τον ρύπο της αμαρτίας και τότε οι Θείες ιδιότητες του Κυρίου μεταδίδονται και σε μας κατά χάρη. Τότε δεν επικαλούμαστε πλέον ένα απλό όνομα, αλλά το Όνομα του Γνωστού και Ηγαπημένου Θεού.

Ερώτηση: Γιατί δεν μπορώ να διατηρήσω κάποια σταθερότητα στην προσευχή;

Απάντηση: Πρέπει συνέχεια να κάνουμε καινούργια αρχή στην προσευχή. Ο άγιος Ιωάννης ο Σιναΐτης λέει ότι, δεν θα κριθούμε από τον Θεό επειδή δεν είχαμε την αδιάλειπτη προσευχή, εφόσον ο Κύριος γνωρίζει την αδυναμία μας. Θα κριθούμε όμως, επειδή δεν βάζαμε συνεχώς καινούργια αρχή. Όταν βλέπουμε ότι δεν έχουμε προσευχή, το καλύτερο είναι να παρουσιάσουμε την κατάστασή μας στον Θεό και να πούμε: «Κύριε, Συ βλέπεις· η καρδιά μου είναι ξηρή, ο νους μου σκοτισμένος, το σώμα μου δεν μπορεί να σταθεί στην παρουσία Σου. Είμαι ´πεπτωκός´ και χωρισμένος από Σένα και όλη μου η ζωή παραμένει αλύτρωτη». Όταν ταπεινωθούμε και πενθήσουμε, η Ευχή του Ιησού γίνεται εύκολη, γιατί τα δάκρυα συντρίβουν το κέλυφος που σκληραίνει την καρδιά μας. Τα δάκρυα φέρνουν φως και έμπνευση, αποκαλύπτοντάς μας μια δύναμη, άγνωστη ως εκείνη τη στιγμή. Όταν ο άνθρωπος ελκύεται από την Ευχή του Ιησού, τότε μπορεί να αντιμετωπίσει τον πειρασμό να τη χρησιμοποιήσει ως κάτι που εξαρτάται μόνο από το θέλημά του. Τότε ο Θεός επιτρέπει να μην αισθανόμαστε τίποτε ενώ λέμε την ευχή, ούτως ώστε να έλθουμε σε συναίσθηση και να καταλάβουμε ότι η στάση μας είναι λανθασμένη. Ασφαλώς, όταν αισθανόμαστε ξηρασία, σίγουρα εκείνος που φταίει δεν είναι ο Θεός. Έχουμε ασάλευτη πεποίθηση ότι ο Θεός μας αγαπά και θέλει να μας δώσει «κατά χάριν» όλα όσα είναι δικά Του. Πρέπει να παρουσιάσουμε την ξηρασία αυτή στον Θεό ταπεινά, ζητώντας Του να μας βοηθήσει να κάνουμε μια νέα αρχή.

Ερώτηση: Μερικές φορές εμπνεόμαστε να προσευχηθούμε, όταν έχουμε επαφή με τον πνευματικό μας, ο οποίος προσεύχεται πολύ περισσότερο από μας. Υπάρχει κίνδυνος να γίνουμε εξαρτημένοι από τον πνευματικό μας με την επαφή αυτή;

Απάντηση: Αν παίρνετε έμπνευση από τον πνευματικό σας για προσευχή, είστε πολύ ευλογημένοι. Δεν υπάρχει τίποτε πιο ευεργετικό στην προσευχή από το να στέκεσαι στην παρουσία ενός ανθρώπου που προσεύχεται. Είναι πολύ σημαντικό να έχουμε ισχυρή αναφορά στον πνευματικό μας. Είναι το ίδιο Πνεύμα που ενεργοποιεί, τόσο τη σχέση μας με τον πνευματικό, όσο και την προσευχή μας και γι’ αυτό τα δύο συμβαδίζουν. Επίσης, ο πνευματικός μας πληροφορείται αν ποθούμε την προσευχή και ο Θεός του δίνει τον κατάλληλο λόγο για μας. Δυστυχώς, όσοι υποτιμούν τον πνευματικό τους, πιστεύοντας ότι μπορούν να μάθουν από τα βιβλία πως να προσεύχονται, αποδεικνύουν ότι βρίσκονται μακριά από την αλήθεια. Η Εκκλησία είναι κοινωνία χαρισμάτων και όταν λάβουμε κάποιο χάρισμα, υπάρχει ένα αλάθητο κριτήριο για να διακρίνουμε από που αυτό προέρχεται: Το χάρισμα αυτό μας ενώνει με το Σώμα της Εκκλησίας ή μάς κάνει αυτάρκεις; Αν είναι όντως από τον Θεό, μας συνδέει πιο στενά με το Σώμα του Χριστού που είναι η Εκκλησία.