Όσιος Ιερώνυμος, Η μικρή Μαρία αναρωτιόταν πώς μπορούσε να μπαίνει στην σκέψη της!

21 Ιανουαρίου 2021

Όσιος Ιερώνυμος Σιμωνοπετρίτης (1871-1957).

(Επιμέλεια Στέλιος Κούκος)

Με συγκίνηση και ζωηρότητα διηγείται, η τότε μικρή Μ. Κυρίτση.
Ήταν στο σπίτι της και της λέει ο αδελφός της, πως κάποιος γνωστός τους φοιτητής αποφάσισε να γίνη μοναχός. Εκείνη είπε, πως οι μοναχοί είναι χασομέρηδες και καλύτερα θα ήταν να έκανε μια χριστιανική οικογένεια.

Το απόγευμα της ίδιας ημέρας πήγανε στην Ανάληψη. Βάλανε μετάνοια στον Γέροντα [στον όσιο Ιερώνυμο Σιμωνοπετρίτη] που ήταν άρρωστος. Ο αδελφός της βγήκε έξω και κάθησε μόνη. Φαινότανε κουρασμένος και δεν μιλούσε ο Γέροντας και τον περίμενε να της μιλήση, αρχίζοντας, όπως συνήθιζε πάντοτε, από τα μαθήματά της.

Πήρε ένα βιβλίο από το τραπέζι και διάβαζε χωρίς να τον ενοχλή. Για μια στιγμή της λέει·
– Οι μοναχοί, Μαρία, δεν είναι χασομέρηδες.

Είχε τελείως λησμονήσει τη συζήτηση που είχε με τον αδελφό της σπίτι τους. Ποιος του είπε, σκέφτηκε, κάτι τέτοιο. Νόμιζε πως έχει πυρετό και παραμιλάει.
– Καλό είναι αυτό που λες εσύ, συνέχισε ο Γέροντας, να κάθεται ο άνθρωπος στον κόσμο και να κάνη οικογένεια, αλλά οι καλόγεροι είναι ευλογημένοι από την Παναγία.

Και άρχισε να της διηγείται την Ιστορία των μοναστηριών του Αγίου Όρους.

Εκείνη τη στιγμή ήλθε ένα πνευματικό του τέκνο.

Έκπληκτη η μικρή με όσα της είπε τον ρώτησε πώς γνώριζε αυτά που είχαν ειπωθεί στο σπίτι τους. Δεν της απάντησε και αφέθηκε στην υποδοχή του τέκνου του, με την πατρική αγάπη που τον διέκρινε και με την οποία συνήθιζε να υποδέχεται όλους όσους τον επισκέπτονταν.

Εκείνη επέμενε να τον ρωτάη, μα μάταια.

Μια καθημερινή, που είχε απόγευμα σχολείο, πλησίαζε η ώρα των μαθημάτων και η μητέρα της δεν είχε επιστρέψει από τον Γέροντα, που είχε πάει από το πρωί. Πήγε να τη βρη με κάποιο θυμό.

Πέρασε από το κελλί του Γέροντος δίχως να δείξη τίποτε. Έκανε τα παράπονα στη μητέρα της, που ήταν δίπλα στην κουζίνα, και ετοιμάστηκε να φύγη.

Περνώντας από το κελλί του Γέροντος, είδε ένα μήλο στο τραπέζι του.
Να μου το έδινε, σκέφτηκε. Και αμέσως τον ακούει
– Να, πάρε αυτό το μήλο να το φας, θα πεινάς.

Ήλθε και η μητέρα της παραπονούμενης.
– Έχει δίκαιο το παιδί, της λέει, γιατί πεινάει.

Στο δρόμο για το Δημοτικό σχολείο, το παιδί σκεφτόταν, πώς μπορούσε να περνάη μέσα στη σκέψη σου ο Γέροντας.

Δεν πεινούσε και έτρεχε χαρούμενο.

 

Από το βιβλίο του Μωυσέως Μοναχού, «Ιερώνυμος Σιμωνοπετρίτης, Ο Γέρων της ‘Αναλήψεως'», έκδοση Ιεράς Μονής Σίμωνος Πέτρα.