Πατέρες της Εκκλησίας και Επιστήμη

26 Ιανουαρίου 2021

Αφού είδαμε τις απαρχές του προβλήματος, περνάμε τώρα να εξετάσουμε τους ισχυρισμούς που καταφέρονται κατά του Χριστιανισμού, θεωρώντας τον ενάντιο στην επιστήμη. Εκτός της αντιμετώπισης των επιστημόνων τον Μεσαίωνα, προσάπτονται στον Χριστιανισμό κατηγορίες ότι στην διδασκαλία του και στα ιερά του κείμενα, υπάρχουν λανθασμένες αναφορές για την δημιουργία του κόσμου.

Υπάρχουν άνθρωποι οι οποίοι προβάλλουν βιβλικά χωρία της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης, ακόμα και χωρία από γραπτά Αγίων, στα οποία υποτίθεται ότι διατυπώνεται η δομή του κόσμου με παντελώς ανακριβές τρόπο, η Γη ως το κέντρο του σύμπαντος και πολλές φορές ως επίπεδη. Επίσης, θεωρούν πως η κοσμογονία όπως αυτή αναγράφεται στην «Γένεση» είναι λανθασμένη και αντιεπιστημονική. Με αυτά ως δεδομένα καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι ο Χριστιανισμός δεν είναι θεόπνευστος, διότι αν ήταν δεν θα υπέπιπτε σε τέτοιου είδους λάθη. Γι’ αυτό και όσοι επικρίνουν την Χριστιανική πίστη το κάνουν σε σχέση με τις θετικές επιστήμες και δη με όσες έχουν ως γνωστικό πεδίο την δημιουργία και την διάρθρωση του κόσμου. Οι ισχυρισμοί αυτοί βεβαίως είναι άστοχοι, πρώτον διότι η «Γένεσις» είναι βιβλίο θεολογικό και όχι επιστημονικό 19 και δεύτερον γιατί οι Άγιοι Πατέρες όταν αναφέρονταν σε κοσμολογικά θέματα στα γραπτά τους, χρησιμοποιούσαν τις γνώσεις της εποχής τους.20

Ας πάρουμε ως παράδειγμα τους Αγίους Αθανάσιο τον Μεγάλο και Γρηγόριο τον Παλαμά, οι οποίοι σε έργα τους ανέφεραν την γη ως κέντρο του κόσμου, αλλά σημειωτέον σφαιρική.21 Ο λόγος που συνέβη αυτό είναι πολύ απλός, αφού από τον 2ο κιόλας μ.Χ. αιώνα, δηλαδή πριν την επικράτηση του Χριστιανισμού, είχε υπερισχύσει το γεωκεντρικό μοντέλο του Κλαυδίου Πτολεμαίου (περ. 90-168 μ.Χ.), για τον λόγο ότι «αποδείχθηκε αρκετά ευέλικτο και ικανό να προλέγει τις μελλοντικές θέσεις των πλανητών, με αποτέλεσμα να επικρατήσει ως το μόνο πλανητικό σύστημα για 1400 χρόνια μετά από αυτόν»,22 δηλαδή μέχρι την εποχή του Γαλιλαίου. Αυτό οφείλεται στον απλό παρατηρητή, ο οποίος εκείνο που βλέπει είναι τα ουράνια σώματα να κινούνται, αφού δεν αντιλαμβάνεται την κίνηση της Γης, οπότε με την απλή λογική το σύστημα του Πτολεμαίου φάνταζε ως το ορθό.

Αυτό επιβεβαιώνει και ο Γαλιλαίος, ο οποίος εισήγαγε την αρχή της σχετικότητας, αφού «είχε παρατηρήσει με πειράματα και λογικούς συλλογισμούς, ότι η ομαλή σχετική κίνηση ανάμεσα σε δύο παρατηρητές δεν επηρεάζει τα φαινόμενα της μηχανικής, όπως αυτοί τα παρατηρούν». Οπότε, «οι βασικοί νόμοι της φυσικής είναι ταυτόσημοι για όλα τα συστήματα αναφοράς που κινούνται με σταθερή ταχύτητα το ένα ως προς το άλλο». Για παράδειγμα, αν κάποιος βρίσκεται σε ένα σταματημένο πλοίο και σε ένα αμπάρι υπάρχουν πετούμενα ζώα και μια γυάλα με ψάρια και τα παρατηρεί, κι εκείνος περπατάει μέσα στο πλοίο, αν αυτό τεθεί σε κίνηση, η οποία θα είναι ομοιόμορφη, δεν θα παρατηρηθεί καμία διαφορά σε ό,τι παρατηρούσε ο άνθρωπος αυτός όταν το πλοίο ήταν σταματημένο, ούτε στην κίνησή του ούτε στην κίνηση των ψαριών και των ζώων. Επομένως δεν μπορεί να θεωρηθεί λανθασμένη η απλή, καθημερινή και μη επιστημονική παρατήρηση ότι ο ήλιος κινείται γύρω από την γη.23

Βλέπουμε λοιπόν, πως οι Άγιοι Πατέρες μίλησαν σε μία εποχή που αυτό το σύστημα ήταν δεδομένο, και δεν υπάρχει καμία περίπτωση έλλειψης θεοπνευστίας, διότι «ο θεόπτης είναι θεόπνευστος και μιλάει απλανώς περί Θεού και οδηγεί αλαθήτως προς τον Θεό, αλλά δεν είναι αλάθητος σε θέματα που αφορούν τις θετικές και άλλες επιστήμες, περί των οποίων μπορεί να γνωρίζει μόνο όσα γνωρίζουν οι σύγχρονοί του επιστήμονες»,24 και αφού μέσα στις Θείες Γραφές όπως θα δείξουμε στην συνέχεια δεν υπάρχει αναφορά για την δομή του σύμπαντος, θεώρησαν ότι αυτή έγινε γνωστή από την επιστήμη της εποχής εκείνης, αφού δεν συνέτρεχε κάποιος λόγος να διαφωνήσουν με τους επιστήμονες και τις θεωρίες τους. Αν τότε επικρατούσε ένα άλλο μοντέλο, πιθανότατα να είχαν ακολουθήσει εκείνο. Εξ’ άλλου υπέρ της θεωρίας του γεωκεντρικού μοντέλου είχε ταχθεί και ο μεγάλος φιλόσοφος Αριστοτέλης, που κατά πάσα πιθανότητα επηρέασε τον Πτολεμαίο, αλλά και πολλούς άλλους ακόμα για να το δεχτούν ως ορθό και μοναδικό, λόγω της προσωπικότητας, του κύρους και της μεγάλης επιστημονικής του αξίας.

Επιπροσθέτως, είναι γνωστό πως όλες οι επιστήμες και οι φιλοσοφικές θεωρίες υπήρξαν και διασώθηκαν στην Ρωμανία ως η θύραθεν παιδεία του Κράτους, όπως εξίσου γνωστό είναι πως η πλειονότητα των μεγάλων Πατέρων της Εκκλησίας, όπως οι Τρεις Ιεράρχες, ο Μέγας Φώτιος, ο Άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας κ.α., είχαν υψηλοτάτου επιπέδου κοσμική μόρφωση, φοιτώντας στις μεγαλύτερες σχολές της εποχής τους, και αυτός ήταν ο λόγος που στα συγγράμματά τους χρησιμοποιούσαν τις γνώσεις τους από την κοσμική σοφία όταν αναφέρονταν στα περί φύσεως, και όχι η  έλλειψη θεοπνευστίας. Όπως γνωστό ήταν και το σχήμα της γης ως σφαιρικό από την θεωρία του Πτολεμαίου, που υποστήριζε μια σφαιρική γη στο κέντρο του σύμπαντος, σχήμα το οποίο κατά κάποιον τρόπο υιοθετήθηκε από την Εκκλησία και την βυζαντινή εξουσία, αφού βλέπουμε τον Δικέφαλο Αετό να κρατάει στο ένα του χέρι μια σφαίρα με έναν Σταυρό στο πάνω μέρος της, που απεικονίζει την γη και δείχνει την εξουσία της Αυτοκρατορίας σε όλο τον κόσμο, τον «Στύλο του Ιουστινιανού», που κατασκευάστηκε μετά τις νίκες του, στον οποίο ο Αυτοκράτορας φαίνεται να βρίσκεται πάνω σε ένα άλογο κρατώντας κι αυτός μια σφαίρα και τέλος σε εικόνες της Ορθοδοξίας, που απεικονίζεται ο Χριστός στην αγκαλιά της Παναγίας να κρατάει στα χέρια Του την γη ως σφαίρα, κάτι που συμβαίνει και σε εικόνες του Αρχαγγέλου Γαβριήλ.

Από όλα όσα αναφέρθηκαν τεκμαίρεται, πως εκτός των άλλων στην Ορθοδοξία υπήρχε ανέκαθεν ελευθερία πνεύματος. Προς επίρρωση αυτού φέρνουμε το παράδειγμα του μοναχού Κοσμά Ινδικοπλεύστη, ο οποίος είχε κάνει πολλά ταξίδια ανά τον κόσμο και είχε φτάσει μέχρι την Ινδία, εξ ου και το προσωνύμιο, και συνέγραψε ένα δωδεκάτομο έργο με τίτλο «Χριστιανική τοπογραφία», όπου εκεί παρουσίαζε την γη ως επίπεδη, ισχυριζόμενος πως για σφαιρική γη έκαναν λόγο οι ειδωλολάτρες.25 Βέβαια, η άποψη αυτή δεν αποτελούσε θέση της Εκκλησίας, αλλά απλή θέση ενός Χριστιανού. Για να θεωρηθεί κάτι ως άποψη της Εκκλησίας, θα πρέπει να είναι δεκτό από όλο το Σώμα Της και να έχει περάσει ως μέρος της Παράδοσής Της, όπως για παράδειγμα οι αποφάσεις των Αγίων Οικουμενικών Συνόδων. Φαίνεται λοιπόν, το ελεύθερο πνεύμα που επικρατούσε στην βυζαντινή εποχή, παρά τους ισχυρισμούς που διατυπώνονται σήμερα, κι αυτό γιατί στην προκειμένη συνέβη κάτι αντίθετο από ό,τι στην Δύση.

Ενώ εκεί βλέπουμε ότι υπήρχε περιορισμός στην διατύπωση ιδεών, ακόμη και με την ποινή του θανάτου, στην Ρωμανία ο καθένας μπορούσε να εκφραστεί χωρίς τον φόβο κάποιας τιμωρίας, εκτός αν δημιουργείτο αίρεση, όπου έπαιρνε θέση η επίσημη Εκκλησία, αλλά και σε αυτή την περίπτωση επερχόταν μόνο αφορισμός, το λεγόμενο ανάθεμα, το οποίο δεν είναι η επίρριψη κάποιας κατάρας, όπως πολλοί αναληθώς νομίζουν, αλλά η αποκοπή από το εκκλησιαστικό Σώμα. Η ποινή αυτή επιβαλλόταν δικαίως, αφού ο ίδιος ο αιρετικός επέλεγε τον αποκλεισμό του από την Εκκλησία με τις πράξεις και τις απόψεις του, όμως είχε νουθετικό και όχι τιμωρητικό χαρακτήρα, αποσκοπώντας στην μετάνοια του αιρετικού και την επιστροφή του στην Εκκλησία. Αυτή λοιπόν ήταν η μόνη κύρωση που επέβαλε και επιτρέπεται να επιβάλλει διαχρονικά η Εκκλησία, και όχι κάποια άλλη τιμωρία ανάλογη της Δύσης. Σε ζητήματα όμως επιστημονικά δεν υπήρχε περιορισμός, αφού ο καθένας μπορούσε να εκφράσει την άποψη και τις θέσεις του, χωρίς η Εκκλησία να παίρνει θέση επ’ αυτών και δίχως κάποιον αντίκτυπο. Συμπεραίνουμε λοιπόν, και μπορούμε μάλιστα να εκφράσουμε με βεβαιότητα, πως αν ό,τι συνέβη τον Μεσαίωνα στην Δύση, λάμβανε χώρα στην Ρωμανία και την Ορθοδοξία, η αντιμετώπιση θα ήταν τελείως διαφορετική.

Διαβάστε ολόκληρη τη μελέτη εδώ

 

Παραπομπές:

19. «Η Άποψη του Σεβ. Μητροπολίτη Μεσογαίας & Λαυρεωτικής κ. Νικολάου Χατζηνικολάου», απόσπασμα συνέντευξής του στο περιοδικό «ΒΗΜΑSCIENCE», 24/12/2006, σελ. Η04

20. «Συνέντευξη Μητροπολίτη Δημητριάδος και Αλμυρού Ιγνατίου», https://www.youtube.com/watch?v=iDQ1wk_0FYc&t=812s (11.20-13-55)

21. Αγ. Γρηγορίου Παλαμά έργα, τόμος 9, Πατερικαί εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς», μτφρ. Παναγιώτης Κ. Χρήστου, παρ. 7-9

22. Α.Δ. Πινότσης (2003), «Η εξέλιξη των κοσμολογικών ιδεών και μαθηματικών μοντέλων στην αρχαία Ελλάδα», σελ. 304-305, http://journal.primedu.uoa.gr/greek/aristarchos/20.pdf

23. Κ. Χριστοδουλίδης (2010), «Η ειδική θεωρία της σχετικότητας και εφαρμογές», σελ. 21, https://semfe.gr/files/users/2726/2010_Simeioseis_sxetikotitas.pdf

24. π. Ι. Ρωμανίδη (1975), Ρωμηοσύνη, Ρωμανία, Ρούμελη, κεφ. Δ’, 2

25. Κοσμάς Ινδικοπλεύστης, Χριστιανική Τοπογραφία