Οι Τρεις Ιεράρχες στο Παγκράτι

3 Φεβρουαρίου 2021

Δεκαετίες τώρα, όλο και κάποιος τύπος επιβατικού οχήματος δημοσίας χρήσεως με μεγάλο μεταξόνιο (πχ τρόλεϊ ή παλιότερα ΤΡΑΜ…) συνδέει την Κυψέλη με το Παγκράτι∙ δύο γειτονιές που ανοικοδομήθηκαν ταυτόχρονα και εκρηκτικά κατά την (πολεοδομικά) «ανέμελη» εκείνη δεκαετία του 1960.

Σήμερα συγκεκριμένα, παίρνοντας κάποιος το ηλεκτροκίνητο λεωφορείο 2 ή 4 από Πλατεία Κανάρη («Κυψέλης»), μετά από 25 περίπου λεπτά βρίσκεται στην οδό Ερατοσθένους.

Λίγο πριν, ο εποχούμενος περιηγητής του Άστεως έχει αφήσει πίσω του σημαντικά τοπόσημα των Αθηνών όπως την «Παλιά Βουλή», το Εθνικό Κοινοβούλιο στην Πλατεία Συντάγματος («Παλαιά Ανάκτορα»), το Ολυμπιείον («Στύλοι Ολυμπίου Διός») και το Καλλιμάρμαρο Παναθηναϊκό Στάδιο… Έτσι, έχει ίσως ήδη καλλιεργηθεί στον ανώνυμο flâneur μια  νοσταλγική διάθεση και υποψία περί την ιστορική και πολιτιστική συνέχεια και (αυτο)συνέπεια αυτής της Πόλης.

Φθάνοντας στο ύψος του Αγίου Σπυρίδωνος, απέναντι από το ολοκαίνουργιο Μουσείο (Σύγχρονης Τέχνης) Γουλανδρή, εύκολα θα περάσει απαρατήρητο το Παρεκκλήσιον των Τριών Ιεραρχών.

Σημειωτέον ότι το εν λόγω σημείο ανήκει σε μια περιοχή η οποία απαιτεί ποικίλα πρίσματα ανάλυσης για να «χαρτογραφηθεί» επαρκώς…

Σε πρώτη φάση, προκύπτει ότι στην παρακείμενη οδό Κωνσταντίνου Βερσή, οι atenistas πραγματοποίησαν εικαστική παρέμβαση -ένα θερινό πρωϊνό του  2007- μετατρέποντας τα σκαλοπάτια, σε πλήκτρα πιάνου! 

Ο στοχαστικός περιπατητής του Άστεως (flâneur) έχει την ευκαιρία να ακολουθήσει τα πλήκτρα, τις διέσεις, υφέσεις και αναιρέσεις των νεαρών atenistas… στην οδό Κωνσταντίνου Βερσή.

 Ανεβαίνοντας τη «μουσική» αυτή κλίμακα και αφουγκραζόμενοι τα «ημιτόνια» των νεαρών ακτιβιστών του αστικού τοπίου, φθάνουμε στην οδό Άγρας 20 όπου κείται το σπίτι στο οποίο έζησε ο Γιώργος Σεφέρης μαζί με τη σύζυγό του Μαρώ τα τελευταία δέκα χρόνια της ζωής του.

Το αιγαιοπελαγίτικης αισθητικής και τεχνοτροπίας σπίτι του Σεφέρη στο Παγκράτι. Εκεί φιλοξενήθηκε το «βαρύτιμο τρόπαιο» του Νόμπελ Λογοτεχνίας στα τέλη του 1963..

Όμως, επανερχόμενοι στην οδό Ερατοσθένους, μια φωτογραφία ληφθείσα το 1917, μας βοηθάει να καταδυθούμε ακόμα βαθύτερα στο μαγγανοπήγαδο του χώρου και του χρόνου [ΠΗΓΗ: Βιβλιοθήκη του Κογκρέσου].

Η φωτογραφία αυτή απαθανατίζει ένα στιγμιότυπο από την καθημερινότητα της περιοχής, το 1917 [ΠΗΓΗ: Library of Congress (loc.gov)]. Υπενθυμίζεται ότι ο γειτονικός μεγαλοπρεπής και περικαλλής Ιερός Ναός του Αγίου Σπυρίδωνα θεμελιώθηκε στις αρχές του 20ου αιώνα.

Κοιτώντας το αδιάψευστο ασπρόμαυρο τεκμήριο παρατηρούμε τις εικονιζόμενες γυναίκες να φοράν ανοιχτόχρωμα ελαφριά ρούχα, ενώ μια εξ αυτών κάνει αντήλιο με το αριστερό χέρι της. Ένα παιδάκι προσχολικής ηλικίας στέκεται στο «ρείθρο» και ακουμπάει στο «κράσπεδο». Ακριβώς δίπλα του βρίσκεται η διαχρονική ενσάρκωση της καρτερικής υπομονής, η οποία αποτελεί την μόνη κινητήρια δύναμη που διαθέτει το σταθμευμένο δίτροχο αραμπαδάκι… Οι εργασίες καθαριότητας και ευπρεπισμού του ναΐσκου προφανώς δεν σχετίζονται με την εορτή των Τριών Ιεραρχών (30 Ιανουαρίου), καθότι η φωτογραφία πρέπει να έχει ληφθεί πρωινή ώρα κάποια ηλιόλουστη καλοκαιρινή μέρα του 1917. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η επιγραφή επί της πινακίδας στην είσοδο… «με δυσκολία διαβάζω στην πέτρα την αρχαία»:

 

«Ναός των Τριών Ιεραρχών, ιδρυθείς υπό Δ. Καλογ……, 188…».

Οπότε, προκύπτει ότι η ανέγερση του ναϊδίου έλαβε χώρα τη δεκαετία του 1880, ενώ το πλήρες ονοματεπώνυμο του κτήτορα παραμένει (δυσαν)άγνωστο… [ΠΗΓΗ: athensopenmuseum.com]

Έτσι, σε μια προσπάθεια αποκρυπτογράφησης αυτού του «τοπικού αστικού γρίφου»,  οδηγηθήκαμε σε ένα απόκομμα εφημερίδας που βρίσκεται ανηρτημένο στην ιστοσελίδα της Τζένης Δρόσου και αναφέρει:

«…απέναντι απ’ τον Αγ. Σπυρίδωνα, υπάρχει μια μικρή εκκλησία αφιερωμένη εις τους Τρείς Ιεράρχας. Η εκκλησία ανήκει εις την κ. Παν. Καλ. που κάθεται εκεί κοντά. Στο εσωτερικό υπάρχουν παληές τοιχογραφίες και άπειρα τάματα, γιατί όπως μάθαμε είναι πολύ θαυματουργή. Εις τας 29 Απριλίου, Κυριακή των Βαϊων, η κόρη της κ. Καλ., κ. Δ. Αμ. είδε στον ύπνο της τον παππού της και κτήτορα του ναού Δημ. Καλογρίδην, καθώς επίσης και τον αγιογράφο της εκκλησίας να μαλώνουν δήθεν για μια εικόνα…»  

Από τα ανωτέρω συνεπάγεται ότι ο κτήτορας του παρεκκλησίου των Τριών Ιεραρχών στο Παγκράτι ήταν ο αείμνηστος Καλογρίδης Δημήτριος, γυψάς στο επάγγελμα, άνθρωπος σεβάσμιος με έντονο θρησκευτικό συναίσθημα [ΠΗΓΗ: jennydrosou.gr]. Άραγε, γιατί επέλεξε τους Τρεις Μεγίστους Φωστήρας της Τρισηλίου Θεότητος για αυτό το συμβολικό έργο ζωής; Ποια λογική, ποιο σκεπτικό, ποια συναισθηματική παρόρμηση τον οδήγησε στη συγκεκριμένη ονοματοδοσία;

Με αυτά τα αναπάντητα (προς το παρόν) ερωτήματα ολοκληρώνεται η σύντομη περιπλάνησή μας εδώ στο Παγκράτι, εν όψει της γιορτής των Τριών Ιεραρχών.

Κλείνοντας, έρχονται συνειρμικά κάποιες σκέψεις του Σεφέρη να διανθίσουν το σχετικό διαχρονικό προβληματισμό:

«Τα γράμματα είναι από τις πιο ευγενικές ασκήσεις κι από τους πιο υψηλούς πόθους του ανθρώπου. Η παιδεία είναι ο κυβερνήτης του βίου. Κι επειδή οι αρχές αυτές είναι αληθινές, πρέπει να μην ξεχνούμε πως υπάρχει μια καλή παιδεία εκείνη που ελευθερώνει και βοηθά τον άνθρωπο να ολοκληρωθεί σύμφωνα με τον εαυτό του και μια κακή παιδεία εκείνη που διαστρέφει και αποστεγνώνει και είναι μια βιομηχανία που παράγει τους ψευτομορφωμένους και τους νεόπλουτους της μάθησης, που έχουν την ίδια κίβδηλη ευγένεια με τους νεόπλουτους του χρήματος.»

Στη φωτογραφία απεικονίζεται το εκκλησάκι των Τριών Ιεραρχών Παγκρατίου, όπως ήταν κατά την πρώτη μεταπολεμική δεκαετία.