Γέρων Αιμιλιανός: Γιατί δεν υπάρχουν «πρέπει» στην χριστιανική ζωή!

1 Μαρτίου 2021

Γέροντας, Αρχιμανδρίτης Αιμιλιανός Σιμωνοπετρίτης (1934-2019).

(Επιμέλεια Στέλιος Κούκος)

Συνέχεια από εδώ: http://www.pemptousia.gr/?p=302256

Το πρώτο λοιπόν, στοιχείο που χρειάζεται ως εναρκτήριο είναι αυτή η αίσθησις [«την αίσθηση της εξώσεως»].

Έχομε τώρα την τιναγμένη ψυχή, την πεταγμένη ψυχή που είναι εγκλωβισμένη μέσα σε τέσσερις τοίχους και δεν βλέπει τίποτε. Αυτή η ψυχή σκέπτεται να σπάσει τον φραγμό αυτό, να σπάσει τους τοίχους στους οποίους ζει και να ενωθεί με τον Θεό.

Πώς θα πρέπει να προχωρήσει;

Δεν υπάρχει πρέπει. Δεν υπάρχουν πρέπει στην χριστιανική ζωή. Το πρέπει είναι απόρροια του νοός. Το πρέπει το βγάζω ως λογικό συμπέρασμα εγώ, ότι εφ’ όσον το Ευαγγέλιο λέγει έτσι και αφού ο Χριστός είπε εκείνη την παραβολή και έκανε εκείνο το θαύμα και είπε «μακάριοι» οι τάδε, άρα πρέπει εγώ αυτό να κάνω ακριβώς.

Το πρέπει δεν συγκινεί. Το πρέπει σου δίνει την αίσθηση της σκλαβιάς, σε κάνει να μην θέλεις να προχωρήσεις. Το πρέπει δεν υποκινεί τον Θεόν ούτε την καρδιά ούτε τίποτε. Το πρέπει αναφέρεται μόνο στην ανθρώπινη βούληση, στην ανθρώπινη ένταση, η οποία πάντοτε ξέρομε ότι είναι κάτι το οποίο σπάει πάρα πολύ εύκολα.

Το πιο εύθραυστο πράγμα είναι η ανθρώπινη καρδιά με όλες της τις βουλήσεις και με όλες της τις εντάσεις. Εκεί που σε αγαπώ, μπορεί να σε μισήσω. Εκεί που σε μισώ, μπορεί να σε ερωτευτώ. Εκεί που σε κατηγορώ, μπορεί να καταλάβω ότι είσαι ο υπ’ αριθμόν άλφα άνθρωπος του κόσμου. Εκεί που σε ανυψώνω, σε στέλνω μέσα στην κόλαση . Εκεί που λέγω θα γίνω «άγιος», εκεί μπορεί αμέσως να γίνω ένας σατανάς.

Πρέπει δεν υπάρχει. Δεν μπορώ να πω: «Τι πρέπει να κάνω τώρα;». Θα πρέπει η ψυχή μόνη της να προχωρήσει στην εποπτεία της, στην αίσθησή της.

Προχωρούμε από την εικόνα την οποία έχομε μπροστά μας.
Ο άνθρωπος είναι πλέον διωγμένος από τον παράδεισο , η ψυχή είναι εξωσμένη. Αυτό που καταλαβαίνει, όταν είναι έξω, είναι ο πόνος τον οποίον έχει. Με πόνο θα γεννήσεις, με πόνο θα τρυγήσεις τους καρπούς της γης, με πόνο θα σπείρεις, ο,τιδήποτε θα κάνεις θα είναι με πόνο.

Ο πόνος όμως αυτός αρχίζει από πότε; Από την ώρα της ηδονής.
Η οδύνη αρχίζει από την ηδονή.
Η ηδονή αρχίζει από πότε; Από την στιγμή που βρέθηκε ο άνθρωπος γυμνός.

Θυμηθείτε τον Αδάμ μέσα στον παράδεισο. Έφαγε τον καρπό. Την ώρα που ήδη σκέφθηκε να δοκιμάσει τον καρπό, είχε γυμνωθεί. Η Εύα ήταν ήδη γυμνή, αλλά δεν είδε την γύμνωσή της και την γύμνωση του Αδάμ παρά μόνο όταν είχε φάει τον καρπό.

Αλλά ήδη η γύμνωση είχε γίνει. Αλλιώς δεν θα μπορούσε να φάει τον καρπό. Η τροφή αυτή και η αίσθηση της ηδονής της απεκάλυψαν την γύμνωση την δική της και την γύμνωση του Αδάμ.

Προσέξτε, διότι έχει πάρα πολύ μεγάλη σημασία η πορεία της ψυχής.
Επομένως αρχίζομε από τον πόνο, ο πόνος έχει άμεση σχέση, όπως είπαμε, με την γύμνωση. Θα πρέπει να καταλάβει η ψυχή ότι είναι μία γυμνή ψυχή, ότι δεν είναι απλώς κάτι το πεταγμένο αλλά είναι κάτι το γυμνό.

Να καταλάβει πλέον ότι δεν είναι τίποτε. Τι ήταν ο Αδάμ και η Εύα; Ήταν ας το πούμε έτσι, οι συμπεριπατούντες με τον Θεόν, ήταν ομόσκηνοι του Θεού, ήσαν σύντροφοι του Θεού, συνοδοιπόροι, συνέκδημοι του Θεού.

Και μέσα σε μια στιγμή ο Αδάμ και η Εύα γίνονται ένα τίποτε, ένα εξουθένωμα, τέτοιοι που ένα φίδι να μπορεί να τους περιγελά και η φύσις η φθαρτή, στην οποία είχε δώσει ονόματα και την εξουσίαζε ο Αδάμ και η Εύα, να μπορεί να επανίσταται εναντίον τους. Και το πιο τρεμουλιάρικο πλάσμα μέσα στην ιστορία γίνεται ο άνθρωπος.

Είναι, λοιπόν, ο άνθρωπος ο γυμνός κάτι το ανύπαρκτο. Είναι ένας ουδείς και έχει την αίσθηση της γυμνότητας. Θα λέγαμε την αίσθηση της αμαρτίας του, του ότι είναι αμαρτωλός. Όχι να πει ότι είμαι αμαρτωλός, όχι ότι πρέπει να εξομολογηθώ, πρέπει να ομολογήσω την αμαρτία μου, αλλά η ψυχή να ζήσει την αμαρτία της.

Είδατε, ο Αδάμ και η Εύα ήσαν γυμνοί προηγουμένως. Δεν είχαν αισθανθεί όμως ποτέ την γύμνωσή τους. Όταν αμάρτησαν, είδαν ότι είναι γυμνοί και ντύθηκαν. Το ένιωσαν ότι ήσαν γυμνοί. Έτσι και η ψυχή να νοιώσει ότι είναι γυμνή από αρετή, από αγιότητα, από θεότητα. Ότι είναι μέσα στην αμαρτία ριγμένη, είναι ντυμένη με τα φύλλα τα δικά της, με τα φύλα της αμαρτίας.

Λοιπόν; Θα μπορέσει η ψυχή να νοιώσει αυτή την αμαρτία; Δεν μπορώ να σου πω: «Νοιώσε την αμαρτία!». Δεν μπορώ να σου το επιτάξω. Είναι μία ενέργεια, ένα διάβημα της ίδιας της ψυχής.

Αν η ψυχή δεν καταλάβει, αν η ψυχή δεν το χωρέσει, αν η ψυχή δεν θελήσει να το καταλάβει, ουδεμία δύναμις υπάρχει, ούτε και ο Θεός ακόμη, που να μπορεί να την κάνει να το νοιώσει. Μπορεί να εξομολογείται, μπορεί να διαβάζει, μπορεί να προσεύχεται, μπορεί να χύνει δάκρυα, είναι δυνατόν όμως όλα αυτά να γίνονται χωρίς καμία αίσθηση της αμαρτίας.

Όταν θα αποκτήσει η ψυχή την αίσθηση αυτήν της γυμνότητος και θα πει: «Γυμνός είμαι, πρέπει να ντυθώ», τότε έρχεται μέσα η ανάγκη της μετάνοιας, δηλαδή του ντυσίματος. Αλλά, για να φθάσομε στην μετάνοια, είναι ένα πρόβλημα άλλο. Άλλο είμαι γυμνός και άλλο ετοιμάζω φόρεμα να φορέσω. Πόρρω απέχουν το ένα από το άλλο.

Συνέχεια εδώ: http://www.pemptousia.gr/?p=302443

 

Απόσπασμα από το βιβλίο του Αρχιμανδρίτη Αιμιλιανού, Καθηγουμένου Ιεράς Μονής Σίμωνος Πέτρας, «Κατηχήσεις και λόγοι 2 – Ζωή εν πνεύματι», εκδόσεις Ορμύλια 2003.