Η ισχύς της προσευχής

3 Μαρτίου 2021

Διανύομε, αδελφοί μου, την κατανυκτική περίοδο του Τριωδίου, μια περίοδο προπαρασκευής για την είσοδό μας στο στάδιο της Αγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστής. Και όπως για τον κάθε αγώνα προετοιμαζόμαστε με τα κατάλληλα όπλα, έτσι και για τον πνευματικό αγώνα εξοπλιζόμαστε με τα αντίστοιχα πνευματικά όπλα.

Τρία είναι, κατά τους Πατέρες, τα κύρια πνευματικά όπλα, που καταπολεμούν τα αντίστοιχα κυρίαρχα πάθη: το όπλο της νηστείας που καταπολεμάει την φιληδονία, το όπλο της προσευχής που κατανικάει την υπερηφανεία (ήτις εστί φιλοδοξία) και το όπλο του ελέους η μάλλον της φιλαδελφίας, που αντιμάχεται την φιλοχρηματία.

Στο άρθρο αυτό θα αναφερθούμε στην δύναμη της προσευχής. Ο Χρυσόστομος στους λόγους του «Περί προσευχής» την ονομάζει «κεφάλαιον παντός αγαθού», διάλογο του ανθρώπου με τον Θεό, στοιχείο που τον διακρίνει από τα άλογα και τον «συνάπτει τοις αγγέλοις». Κατά τον Άγιο Ιωάννη της Κλίμακος, η προσευχή χαρακτηρίζεται ως «συνουσία και ένωση Θεού και ανθρώπου». Για να μπορέση, βεβαίως, ο άνθρωπος να επιτύχη την ένωση με τον Θεό διά της προσευχής, απαιτούνται, κατά τον Ιερό Χρυσόστομο, ορισμένες προϋποθέσεις. Μία από αυτές είναι «ο θερμός έρως ταύτης» και «το ομιλείν ηδέως». Όπως λ.χ. η αγάπη του ζευγαριού προϋποθέτει την θερμότητα των συναισθημάτων, και εκφράζεται, τουλάχιστον στο αρχικό στάδιο, του έρωτος, με τα γλυκόλογα, έτσι και η προσευχή προς τον αγαπημένο μας Θεό, χωρίς θέρμη και γλυκύτητα λόγων, δεν έχει αποτέλεσμα.

Άλλη προϋπόθεση είναι το «προσεύχεσθαι συνεχώς», η συνέχεια, που συνδέεται με την συνέπεια. Εξ άλλου και ο Απόστολος Παύλος προτρέπει «αδιαλείπτως προσεύχεσθαι, εν παντί ευχαριστείτε» (Α’ Τιμ. 5, 17). Κατά τον Άγιο Ιωάννη της Κλίμακος, μάλιστα, ο «άριστος τρόπος προσευχής» είναι εκείνος, κατά τον οποίον προηγείται «η ειλικρινής ευχαριστία», ακολουθεί «η εξομολόγησις και ο συντριμμός ψυχής εν αισθήσει (=με συναίσθηση)» και κατόπιν απευθύνεται «η αίτησις».

Όταν πληρούνται οι ως άνω προϋποθέσεις, τότε η προσευχή έχει την δύναμη να μεταστήση τον άνθρωπο «προς αθανασίαν», διότι, αν και είμαστε θνητοί, «τη προς τον Θεόν ομιλία προς αθάνατον ζωήν μεταβαίνομεν».

Την αναγκαιότητα της προσευχής για τον άνθρωπο ο Ι. Χρυσόστομος την παρουσιάζει με τις εξής θαυμάσιες παρομοιώσεις-αναλογίες: «Ώσπερ τω σώματι ήλιος, ούτω τη ψυχή η προσευχή». Επίσης: «Ώσπερ το σώμα διά των νεύρων συνέχεται, ούτω και η ψυχή διά των αγίων προσευχών αρμόζεται». Ακόμη: «Ώσπερ τω ιχθύι ζωή, ούτω ημίν προσευχή» και «ην γαρ επί των δένδρων ισχύν έχει τα ύδατα, ταύτην επί του βίου των Αγίων αι προσευχαί». Εις επίρρωσιν των λεγομένων του ο Ι. Χρυσόστομος φέρνει τα παραδείγματα, από την Παλαιά Διαθήκη, των προσευχών του Δανιήλ, των Τριών Παίδων, του Δαυΐδ, του Μωϋσέως, και, από την Καινή Διαθήκη, αναφέρει τις προσευχές των Πρωτοκορυφαίων Πέτρου και Παύλου, και μάλιστα το κάλεσμα για συμπροσευχή προς τους αδελφούς προς αντιμετώπιση των δυσκολιών όλων. Ο Απόστολος Παύλος, μάλιστα, δέσμιος προτρέπει τους αδελφούς εν Κυρίω: «τη προσευχή προσκαρτερείτε, γρηγορούντες εν αυτή εν ευχαριστία, προσευχόμενοι άμα (=συγχρόνως) και περί ημών…λαλήσαι το μυστήριον του Χριστού» (Κολ., 4, 2-3).

Χαρακτηριστική, εξ άλλου, είναι η συσχέτιση της προσευχής με την αρετή και με τα άλλα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος: «ει το ομιλείν σοφοίς, ποιεί τινα σοφόν», τότε πόση σοφία, αρετή, σύνεση, καλοκαγαθία, σωφροσύνη και επιείκεια μπορεί να αποκτήση «ο ομιλών Θεώ»! Επομένως, «αμήχανον (=αδύνατον) εστί άνευ προσευχής αρετή συζήν» και «μηδέν των συντελούντων εις ευσέβειαν δύναται εισελθείν εις ψυχήν, προσευχής και δεήσεως έρημον (=χωρίς…)».

Τελικά, η προσευχή είναι όχι μόνον «σωτηρίας και ζωής αιωνίου πρόξενος» αλλά και «Εκκλησίας τείχος αρραγές, φυλακτήριον άσειστον, τοις δαίμοσιν φοβερόν, τοις ευσεβέσιν σωτήριον». Ας οπλιζόμαστε, λοιπόν, όλοι, αδελφοί μου, για όλες μας τις δυσκολίες και μάλιστα, εν όψει της εισόδου μας στο πνευματικό στάδιο της Αγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστής, με το «άμαχον όπλον» της προσευχής, για την οποία δεν υπάρχει «μείζον εγκώμιον» από το ότι μας καθιστά «ναούς Θεού».