Καθαρή Δευτέρα ή Απόθεση- Απόδοση για τους βυζαντινούς

1 Μαρτίου 2023

Καθαρή Δευτέρα: Τούτη η μέρα πέρασε στη συλλογική συνείδηση σαν μέρα καθαρμού με τους βυζαντινούς να την ονομάζουν Απόθεση- Απόδοση.

Ημέρα αργίας για τους Καππαδόκες, σηματοδοτούσε το τέλος της Αποκριάς και την επιδίωξη της σωματικής και πνευματικής καθαρότητας με την έναρξη του σαραντάημερου νηστείας. Από την ημέρα αυτή πολλοί και κυρίως οι σε μεγάλες ηλικίες γερόντισσες «πλυνέγκαν το στόμα τους με ζεστό νερό για να μη μείνει το ελάχιστο αρτύσιμο κατάλοιπο έως το βράδυ της Αναστάσεως», νηστεύανε την «τρίτη ή εβδόμη», λέγοντας «νηστεύω τα τρία, ή νηστεύω τα επτά» που σήμαινε ότι για τρεις ή επτά ημέρες δεν τρώγανε τίποτε παρά μόνο αντίδωρο τη Τετάρτη, την Παρασκευή και το Σάββατο στη Λειτουργία.

Για τούτη τη μέρα υπήρχαν μια σειρά δοξασίες, αλλά και αρκετά δρώμενα τα οποία και παραθέτουμε, αντλώντας τα από την υπάρχουσα βιβλιογραφία του χώρου και το Αρχείο της Προφορικής μας Παράδοσης.

Δοξασίες

• Η μέρα αυτή ονομάστηκε έτσι γιατί οι χριστιανοί πρέπει να καθαρίζονται πνευματικά και σωματικά. Προετοιμασία για το επερχόμενο μυστήριο του σταυρικού θανάτου και της Αναστάσεως… Φυσικά, ήταν απαραίτητο να εξομολογηθούν τουλάχιστον μια φορά, αλλά και βεβαίως να μεταλάβουν.

• Θεωρείτο πένθιμη ημέρα, γιατί σύμφωνα με την παράδοση «μια τέτοια ημέρα διώχτηκαν από τον παράδεισο ο Αδάμ και η Εύα…».

• Αν κάποιος άφηνε τον μάταιο κόσμο εκείνη τη μέρα, τότε η ψυχή του θα εντασσόταν άμεσα στη χορεία και των λοιπών ψυχών που μένανε ελεύθερες: όπως για το δωδεκαήμερο των Χριστουγέννων, για το αντίστοιχο χρονικό διάστημα της περιόδου του Πάσχα.

Πρακτικές

• Μετά τη Θεία Λειτουργία, οι γυναίκες προέβαιναν σε γενική καθαριότητα του σπιτιού… από τα πατώματα που έπλεναν, έως τα μαγειρικά σκεύη, τις αποθήκες, μέχρι τους στάβλους, με μια περίεργη αντίληψη σχετικά με την καθαριότητα των χώρων: απέφευγαν να κάνουν κακό στις αράχνες, διότι σύμφωνα με την παράδοση εκείνο το πλάσμα, κάποτε, προστάτεψε τον Χριστό.

«Αράχνη καλό ’ναι. Το Χριστό όταν το κυνήγησαν έφυγε σ’ ένα σπηλιά. Αμέσως έπλεξε τ’ αράχνη την πόρτα. Ήρθαν, είδαν τ’ αράχνη, είπαν όχι, δεν είναι και έφυγαν».

Παραλλαγή της προαναφερόμενης παράδοσης

«Όταν οι Εβραίοι κυνηγούσαν τον Χριστό, για να τον σταυρώσουν, ο Χριστός κρύφτηκε μέσα σε βατόμουρα, δίπλα σε κάτι χαλάσματα. Τότε ήρθε μια αράχνη και έπλεξε το πανί της. Όταν έφτασαν οι Εβραίοι, είδαν το πανί της αράχνης και σκέφτηκαν ότι δεν πέρασε κανένας από εκεί. Πάνω στην ώρα όμως ξεπετάχτηκε μια πέρδικα μέσα από τα βατόμουρα και τιτίβισε. Τότε οι Εβραίοι κοντοστάθηκαν και κατάλαβαν ότι κάτι υπήρχε. Έψαξαν, βρήκαν τον Χριστό και τον συνέλαβαν. Από τότε την αράχνη δεν τη σκοτώνουμε, γιατί είναι ευλογημένη, όμως την πέρδικα την κυνηγούμε και δεν βρίσκει ησυχία και ανάπαυση. Πολλοί στήνουν παγίδες για να την πιάσουν και την προτιμούν μαγειρεμένη, παρά ελεύθερη στα δάση της. Αυτή είναι η τιμωρία της».

• Συνήθιζαν στις περισσότερες κοινότητες να τρώνε, λόγω νηστείας, άζυμο ψωμί, φασολάδα, λαχανικά και κυρίως χαλβά. Σε κάποιες άλλες όμως, ιδιαίτερα στις μεικτές, συνήθιζαν να τρώνε το πεζίκη- φιδόχορτο, το οποίο προμηθεύονταν από το μουσουλμανικό στοιχείο. Επρόκειτο για το γιλάν παντζαρή, δηλαδή το παντζάρι του φιδιού, ένα ξεχωριστό και υπερβολικά καταναλώσιμο λαχανικό από τον μουσουλμανικό πληθυσμό, γνωστό για τις θερμικές του δυνατότητες.

• Συνήθιζαν επίσης να τρώνε χοσάφε, δηλαδή βρασμένες σταφίδες, κάνε, δηλαδή αχλάδια αποξηραμένα όπως και ζαρνταβούδε, ξερά βερίκοκα.

• Η νηστεία για το σύνολο του πληθυσμού ήταν τριήμερη, αρχής γενομένης τη Δευτέρα μέχρι την Τετάρτη. Την έλεγαν ουτς γκουν Ορουτζού, δηλαδή τριήμερη νηστεία ή σομ τουτμάκ ή τερκνέ τουκμάκ. Βεβαίως υπήρχαν μερίδες πληθυσμού που την κρατούσαν ολάκερη την εβδομάδα, δηλαδή κάνανε χαφτά ορουτζού…

Ήταν μάλιστα τόσο σημαντική, ώστε οι μανάδες κυρίως την επέβαλαν με διάφορους τρόπους στα παιδιά τους. Με το καλό, τον φόβο ή την άνωθεν δίκαιη τιμωρία…

Έτσι, για να προκαλέσουν την τήρηση, αλλά και να γίνουν πιστευτές, εφεύρισκαν μια πληθώρα δοξασιών μεταξύ των οποίων τον ορούτς παπαζί…

Σχεδίαζαν λοιπόν ένα σκιάχτρο στον τοίχο του σπιτιού με αλεύρι ή κάρβουνο και «μόλις ξυπνούσαν τα παιδιά, τούς το έδειχναν και τα φοβέριζαν: τη νύχτα ήρθε ο ορούτς παπαζί και αν δεν νηστέψετε τη Σαρακοστή, θα σας κόψει το αφτί»… ή κάποιο σταυρό με στεγνό αλεύρι σε ένα δένδρο, άνωθεν σημάδι κι αυτό για την τήρηση της απαραίτητης νηστείας.

Στο Χαλβάντερε, πάλι, ήταν περισσότερο πρακτικοί. Τοποθετούσαν σταυρούς ή ζωγράφιζαν σταυρούς σε διάφορα μέρη, λέγοντας πως όλα αυτά τα έκανε ο ορούτς παπαζί ή κάποιος άγγελος, πως είναι σημάδι θεϊκό και πρέπει οπωσδήποτε να τηρηθεί η νηστεία, διότι σε κάθε διαφορετική περίπτωση τα κακά που θα προέλθουν από την ανομία θα ήταν πολλά και μεγάλα.

Σε κάποιες άλλες περιπτώσεις καταγράφονται μικρά ομοιώματα, μια σειρά σημαδιών, αλλά και ονείρων που μετά επιτάσεως προέτρεπαν τη νηστεία για όλη την οικογένεια.

• Σε μερικές κοινόνητες την ημέρα αυτή πήγαιναν και παρέμεναν στα χωράφια χωρίς να φάνε και να πιούνε οτιδήποτε καθόλη τη διάρκειά της.

• Στην κοινότητα των Φαράσων, πάλι, υπήρχε μια συνήθεια, με άγνωστη αιτιολογική βάση και προέλευση, σύμφωνα με την οποία τα κορίτσια «έβγαιναν σε κάποια εξοχή να παίξουν τις νυφαδόκκες, νυφούλες… Έφτιαχναν δηλαδή κούκλες κι έπαιζαν διάφορα παιχνίδια».

• Σε ορισμένες κοινότητες, η ζωγραφική με αλεύρι στους κατάμαυρους τοίχους του σπιτιού από την κάπνα του τουντουριού λάμβανε χώρα με τελετουργική διαδικασία. Με την έναρξη τούτης της πρακτικής από τους μικρούς της οικογένειας και την ολοκλήρωσή της από τους μεγάλους. Προφανώς, στη συγκεκριμένη περίπτωση, το κίνητρο δεν ήταν ο φόβος για τη μη τήρηση της νηστείας, αλλά για την αποτροπή του κακού.

• Στην κοινότητα της Αξού, σύμφωνα με τον ιστοριοδίφη Γ. Μαυροχαλυβίδη, τα σχήματα με τον προαναφερόμενο τρόπο ήταν: ένα ανάποδο τρίγωνο ή ένα φεγγάρι με τον σταυρό αποκάτω και μάλιστα «σε μέρος που έπρεπε να το βρει ο ήλιος την ημέρα από τον φεγγίτη και το φεγγάρι τη νύκτα…». Συμπληρώνοντας μάλιστα πως «ίσως ήταν σημάδια ειδωλολατρικά, ευχαριστίες τρόπον τινά στους συντελεστές της ευφορίας».

• Ιδιαίτερα παράξενες μα και σημαντικές ήταν οι αντίστοιχες απεικονίσεις στην κοινότητα της Τροχού. Παρατηρήθηκαν λοιπόν:

α΄Το δένδρο και ο καμηλιέρης

«Την καθαρά Δευτέρα το πρωί παίρνισκαμ ένα πιάτο με αλεύρι και πηγαίναμε κάτω από το εικόνισμα και με το μεγάλο δάκτυλο κάνισκαμ στον τοίχο ένα δέντρο, με τόσες δακτυλιές, όσες μέρες έχει η σαρακοστή. Κάνισκαμ ακόμα ένα τεβετζή (καμηλιέρη) και μια καμήλα».

β΄Ο σταυρός και τα λουλούδια

«Την Καθαρά Δευτέρα έκαμναν μεγάλη καθαριότητα στα σπίτια. Έφτιαχναν σταυρούς και λουλούδια με το αλεύρι στον τοίχο. Έπιαναν με τα τρία δάκτυλα αλεύρι και το κολλούσαν. Ο τοίχος ήταν χωματένιος και γι’ αυτό το αλεύρι έστεκε. Τ’ αφήναμε ως το Πάσχα, ως να πέσ’ μόνο τ’».

γ΄ Το φεγγάρι, ο σταυρός και οι Άγγελοι.

«Παίρισκαμ ένα σαχάν (πιάτο) αλεύρ’ και σάνισκαμ’ φεγγάρι σο τουβάρ, σταυρός, αγγελούϊα.”Ταϊζουμ’ το φεγγάρ”, λέϊσκαμ’.

Παίρισκαμ’ τ’ αλεύρ’ με τα δάκτυλα και πάτηναμ’ το σο τουβάρ. Στέκονταν μέχρι κι ένα χρόνο. Τ’ άλλο χρόνο Καθαρά Δευτέρα πάλι σάνισκαμ».

• Τοποθετούσαν μαύρα πανιά στα εικονίσματα, κανδήλια και πολυελαίους, εκτός από αυτά που βρισκόταν στα προσκυνητάρια… μέχρι και την Ανάσταση.