Ο Ιμανουέλ Κάντ και η ηθική

27 Μαρτίου 2021

Ο Κάντ έζησε την εποχή του Διαφωτισμού όπου η δύναμη της ανθρώπινης λογικής βρισκόταν στο υψηλότερο αξιακό της σημείο. Λόγω της λογικής παντοδυναμίας αμφισβητήθηκε και περιήλθε σε αυστηρή κριτική κάθε αυθεντία, ακόμα και αυτή της Εκκλησίας. Η άρνηση της εκκλησιαστικής και θρησκευτικής αυθεντίας είχε αντίκτυπο στην εξέλιξη της ηθικής. Η οποία πλέον είναι αναγκαίο να καθορίζεται από την αυτοβουλία του ανθρώπου και όχι από τον εξαναγκασμό της Εκκλησίας. Ο Κάντ, υποστηρικτής αυτού του αιτήματος αναδείχθηκε τελικά ο κυριότερος εκφραστής της ηθικής αυτονομίας και άσκησε μεγάλη επιρροή στη Δυτική σκέψη. Ο Κάντ στο βιβλίο του κριτική του καθαρού λόγου αναδεικνύει τη σπουδαιότητα της κριτικής φιλοσοφίας στην έρευνα της σχέσης μεταξύ των πραγμάτων και της γνώσης. Η καθαρή γνώση διαθέτει μια εγγενή ανωτερότητα έναντι της εμπειρικής, διότι, υπάρχει εκ των προτέρων στον ανθρώπινο νου και είναι καθαρή από κάθε εμπειρία ή αίσθηση. Στη κριτική του πρακτικού λόγου ο Κάντ για να μετατρέψει τα μεταφυσικά προβλήματα σε ηθικές επιταγές αφαιρεί από την ιδέα του Θεού και της ελευθερίας την οντολογία τους και τους συνδέει με ένα σύστημα ηθικών κανόνων (δεοντολογία).Στο έργο του Θεμέλια της μεταφυσικής των ηθών αποκαλύπτεται ένας ανθρωπολογικός δυαλισμός. Σε αυτόν διαχωρίζεται η σωματική ή συναισθηματική εμπειρική πραγματικότητα από την λογική και την βούληση. (Κόιος, 2004: 35-36 )

Κύριο χαρακτηριστικό της λογικής είναι η κριτική της βούλησης η ελευθερία. Η Καντιανή βούληση διακρίνεται από την επιθυμία, διότι η βούληση είναι αντικειμενική ενώ η επιθυμία υποκειμενική. Οι δύο αυτές ποιότητες διαφέρουν επίσης και ως προς τα κίνητρα. Η βάση τη βούλησης είναι το κινητικό της αίτιο ενώ της επιθυμίας το κίνητρο. Η ελευθερία της βούλησης και η λογική κινούνται από το ενδιαφέρον, τη δύναμη η οποία είναι εξαρτώμενη από ορθολογικά αξιώματα. Επομένως για τον Κάντ η βούληση οφείλεται στην προτρεπτική ικανότητα του ανθρώπου να ενεργεί σύμφωνα με τις προσταγές νόμων. Η βούληση αυτοκαθορίζεται από τον σκοπό. Οι σκοποί οι οποίοι ορίζονται αυθαίρετα παράγουν υποθετικές προσταγές και όχι καθολικές. Για να θεμελιωθεί μια ηθική κατηγορική προσταγή πρέπει να υπάρξει ένας σκοπός ο οποίος θα είναι απόλυτη αξία σαν αυτοσκοπός . Απόλυτος αυτοσκοπός είναι κατά τον Κάντ το έμβιο ον και συγκεκριμένα ο άνθρωπος. Και για τούτο πρέπει να αντιμετωπίζεται μόνο σαν σκοπός και όχι σαν μέσο για να πετύχουμε κάποιο σκοπό. Τιθέμενη σε αυτά τα πλαίσια η καντιανή κατηγορική προσταγή ορίζεται ως εντολή «πράττε έτσι ώστε να χρησιμοποιείς την ανθρωπότητα στο πρόσωπο σου όσο και στο πρόσωπο κάθε άλλου ανθρώπου, πάντα ταυτόχρονα ως σκοπό και ποτέ μόνο ως μέσον». Επομένως ο άνθρωπος στου οποίου το πρόσωπο εκφράζεται όλη ανθρωπότητα είναι πάντα σκοπός και όχι μέσον, και σαν σκοπός είναι ιερός και απαράβατος και η ηθική η οποία βασίζεται στη στην ιερότητα του προσώπου του είναι και αυτή ιερή. Τα έμβια όντα τα οποία αποτελούν αυτοσκοπούς είναι πρόσωπα ενώ όλα τα άλλα πλάσματα της φύσης είναι πράγματα. Αυτή η αρχή στηρίζεται στον καθαρό λόγο, διότι όταν ο άνθρωπος πράττει έλλογα οδηγεί το πρόσωπο του στον αυτοσκοπό και περνά στη νοητή πραγματικότητα, στο νοητό κόσμο. Ο κόσμος αυτός ονομάζεται από τον Κάντ «βασίλειο των σκοπών» και είναι ένας νοητός τόπος στον οποίο τα έλλογα όντα συνυπάρχουν και συνδέονται με κοινούς νόμους. Αυτοί οι νόμοι είναι ιδεατοί και δεν σχετίζονται με την φυσική πραγματικότητα. (Κόιος, 2004: 34-40 )

Στη ηθική του ο Κάντ δέχεται ότι κάθε ηθική επιλογή η οποία βασίζεται σε έναν επιμέρους σκοπό δεν είναι έλλογη διότι κατευθύνεται από τις ορμές του ανθρώπου. Μια τέτοια επιλογή συνεπώς δε είναι ελεύθερη αλλά κατευθυνόμενη από κάποιον άλλο παράγοντα. Η κατευθυνόμενη ηθική δεν είναι καθαρή διότι κύριο χαρακτηριστικό της καθαρής ηθικής είναι η ελευθερία. Η ανθρώπινη ηθική για τον Κάντ είναι αναγκαία η δε αναγκαιότητα της πηγάζει από τη βούληση , επειδή, η βούληση αναγκάζει (ωθεί) τα έλλογα όντα να δρουν σύμφωνα με τις επιταγές ορισμένων νόμων της . Αυτοί οι νόμοι δεν πρέπει να εμποδίζουν το ίδιον της βούλησης, την ελευθερία της, δηλαδή, και να είναι προαπαιτημένο για αυτή. Οι μόνοι νόμοι μοι οι οποίοι εκπληρώνουν αυτές τις υποθέσεις είναι οι νόμοι της ηθικής. Στον άνθρωπο εμφωλεύει η ηθικότητα και η αίσθηση του καθήκοντος, τα οποία τον ωθούν να πράξει ανάλογα. Αυτά τα αισθήματα όμως δεν είναι δυνατά με αποτέλεσμα να αλλοιώνεται η ηθική πρακτική κάθε φορά που προτάσσονται τα αρνητικά της εμπειρικής πραγματικότητας: το συμφέρον, η ιδιοτέλεια και το εγώ. Κατά συνέπεια η ηθική θα πρέπει να θεμελιωθεί πάνω σε μια αναλλοίωτή, υψίστη και μοναδική αξία η οποία θα επιδιώκεται για την ίδια και θα αποτελεί αυτοσκοπό. Αυτή η αξία είναι το αγαθό, το οποίο επιδιώκει η ίδια η ηθική. Αλλά χωρίς την ελευθερία δεν μπορεί να θεμελιωθεί τίποτα. Επομένως αφού η ελευθερία είναι θεμέλιο της βούλησης ο Κάντ θεμελιώνει την ηθική του πάνω στην ανθρώπινη βούληση και ειδικά στην αγαθή βούληση την οποία θεωρεί « καλό χωρίς περιορισμό». Η οποία τίθεται από τον Κάντ πάνω από τον νου, τη κριτική, το θάρρος, την αποφασιστικότητα και αποτρέπει την μεταβολή των χαρακτηριστικών του ανθρώπου στα αντίθετα τους. (Κόιος, 2004: 42)

Ο Κάντ στερεώνει την ηθική του στο λογικό μέρος της ψυχής. Η πρόθεση του είναι να κατασκευάσει ένα νόμο ο οποίος θα λειτουργεί σαν κατηγορική προσταγή και σαν καθήκον και θα είναι απαλλαγμένος από τα ιδιοτελή κίνητρα των σκοπών των διάφορων ροπών. Αυτή η ηθική είναι η αληθινή ηθική η οποία βρίσκεται έξω από την ανθρώπινη ευτέλεια. Η αληθινή ηθική χρειάζεται μόνο κριτική ικανότητα και οξυδέρκεια, για την ανακάλυψη και την εφαρμογή των προ υπαρχόντων νόμων της ηθικής . Η ηθική πιστεύει ο Κάντ υπάρχει καθαυτή γιατί έτσι πρέπει να υπάρχει. Στοιχείο της καθαρής ηθικής είναι το καθήκον. Το καθήκον ορίζεται σαν η ανιδιοτελής τήρηση του ηθικού νόμου, χωρίς, δηλαδή, δευτερεύοντα σκοπό, επειδή ο ηθικός νόμος είναι αναγκαίο να εφαρμόζεται καθαυτός. Τα καθήκοντα έχουν διττή υπόσταση : τα τέλεια, εκείνα τα οποία επιβάλλονται εξωτερικά με νόμο και εσωτερικά με βούληση και τα ατελή τα οποία επιβάλλονται μόνο με εξωτερική παρέμβαση. Τα δεύτερα είναι υποκειμενικά και δεν έχουν ισχύ καθολικού νόμου. Υπάρχει διάκριση μεταξύ των πράξεων οι οποίες γίνονται από καθήκον από τις πράξεις, οι οποίες γίνονται σύμφωνα με το καθήκον. Οι πραγματικά ηθικές πράξεις είναι εκείνες οι οποίες πράττονται από καθήκον διότι έχουν σαν μοναδικό μέλημα τους την φύλαξη του ηθικού νόμου. Οι πράξεις οι οποίες γίνονται σύμφωνα προς το καθήκον είναι κατά σύμπτωση ηθικές διότι απλά συμπίπτουν με τον ηθικό νόμο και δεν είναι αληθινά ηθικές. Σε αυτές τις πράξεις δεν είναι αυτοσκοπός η τήρηση της ηθικής επειδή κινούνται από ιδιοτελή ελατήρια.(Κόιος, 2004: 43-45)

Διαβάστε ολόκληρη τη μελέτη εδώ