Ενημέρωση του πληθυσμού σε καιρό πανδημίας

26 Απριλίου 2021

Σε περίπτωση πανδημίας γεννάται το ζήτημα με ποιον τρόπο πρέπει να γίνεται η πληροφόρηση όσων έχουν διαγνωσθεί θετικοί στον ιό, στη συγκεκριμένη περίπτωση στο κορονοϊό.

Η πληροφόρησή τους, λοιπόν, πρέπει να γίνεται με πολλή προσοχή και παράλληλα να συνεκτιμώνται οι εξής δυο κρίσιμοι παράγοντες: α) Το εύλογο ενδιαφέρον που ενδέχεται να δείξουν οι άνθρωποι για να πληροφορηθούν τους χώρους, στους οποίους είχε κινηθεί ο φορέας του ιού ή τις δραστηριότητές του (π.χ. μήπως παραβρέθηκε σε κάποια συγκέντρωση σε κλειστό χώρο, κάτι που συντελεί στη διασπορά του ιού), β) Το ενδεχόμενο οι φορείς του ιού να στιγματιστούν κοινωνικά και να τεθούν στο περιθώριο λόγω της μεγάλης δημοσιότητας που έχει λάβει η διασπορά του κορονοϊού. Γενικά οι πληροφορίες που δημοσιοποιούνται σχετικά με τους νοσούντες, θα πρέπει να περιορίζονται στα απολύτως απαραίτητα δημογραφικά και στατιστικά στοιχεία. Αυτό αποκλείει – μεταξύ άλλων – τη δημοσιοποίηση πληροφοριών που αφορούν τους τόπους που ζει και κινείται το άτομο (τόπος κατοικίας, εργασίας κλπ). Πληροφορίες σαν αυτές δεν πρέπει να ταυτοποιούν άμεσα ή έμμεσα τον ασθενή[52].

Η ενημέρωση του πληθυσμού για την πανδημία μπορεί να γίνει σωστά, αν δεν χρησιμοποιηθούν μέσα πανελλήνιας εμβέλειας, αλλά τοπικά μέσα ενημέρωσης ή ακόμα και με τηλεφωνική ενημέρωση των κατοίκων σε χωριά με μικρό πληθυσμό. Τα μέσα στενής εμβέλειας συμβάλλουν σε μια εμπιστευτική ενημέρωση, η οποία με τη σειρά της συμβάλλει στην περαιτέρω ευαισθητοποίηση του τοπικού πληθυσμού σχετικά με τον κίνδυνο μετάδοσης του ιού στην περιοχή τους και με την ανάγκη λήψης μέτρων προστασίας. Η όλη αυτή διαδικασία καθιστά ευκολότερο τον έλεγχο για τυχόν εξάπλωση του ιού σε μικρές κοινωνίες. Από την άλλη μεριά, βέβαια, στις μικρές κοινωνίες είναι πιο εύκολο να ταυτοποιηθεί όποιος νοσεί από τον ιό και κατ’ επέκταση να στιγματιστεί από τον υπόλοιπο πληθυσμό. Ωστόσο, η προστασία της δημόσιας υγείας τίθεται σε προτεραιότητα από τυχόν ταυτοποίηση του νοσούντος. Εξάλλου, και σ’ αυτήν την περίπτωση οι πληροφορίες πρέπει να περιορίζονται στα απολύτως αναγκαία στοιχεία, χωρίς να τίθεται σε κίνδυνο η προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα του νοσούντος.

Τέλος, πρέπει να δοθεί μεγάλη προσοχή στην ακρίβεια των διαδιδόμενων πληροφοριών και στον περιορισμό των ψευδών ειδήσεων «fake news», σχετικά με τα προσωπικά στοιχεία των νοσούντων. Πρέπει, επίσης, οι πληροφορίες να παρουσιάζονται στα ΜΜΕ με ευπρέπεια, ώστε να μην παρατηρηθούν φαινόμενα πανικού στη συμπεριφορά του κοινού. Αν όμως συμβεί κάτι τέτοιο, τότε οφείλει να παρέμβει το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης, όπως ορίζει το άρθρο 15 § 2 του Συντάγματος. Εκεί τονίζεται ότι το ραδιόφωνο και η τηλεόραση έχουν κοινωνική αποστολή και γι’ αυτό πρέπει να μεταδίδουν τις πληροφορίες με σεβασμό στις ανθρώπινες αξίες. Το ζήτημα καθίσταται ιδιαίτερα σημαντικό αν σκεφτούμε ότι οι άνθρωποι ζούνε σε καθεστώς περιορισμού ή απαγόρευσης μετακινήσεων και ταυτόχρονα «βομβαρδίζονται» καθημερινά από ειδήσεις για εξάπλωση του ιού, για νέα κρούσματα και για νέους θανάτους. Μέσα σ’ αυτό το κλίμα, η δημιουργία πανικού μπορεί εύκολα να επιτευχθεί και μια τέτοια δυσάρεστη εξέλιξη φυσικά δεν συμβαδίζει με την κοινωνική αποστολή των ΜΜΕ. Έτσι, αν το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης (ΕΣΡ) παρεμβαίνει και αυξάνει την επιτήρηση στη δημοσιογραφική κάλυψη της πανδημίας, η πράξη του δικαιολογείται χάριν υπέρτερου εννόμου συμφέροντος και εντάσσεται στη γενικότερη κρατική πολιτική για τον περιορισμό της πανδημίας. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι οι αρμόδιοι δικαιούνται να εκμεταλλευθούν την κατάσταση και να επιβάλλουν λογοκρισία και κρατική χειραγώγηση της δημοσιογραφίας[53].

Διαβάστε ολόκληρη τη μελέτη εδώ

[52] Φ. Παναγοπούλου-Κουτνατζή, (2016). Η ελευθερία του τύπου και η προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, ΔiMΕΕ, σελ. 39 επ. (48).
[53] Φ. Παναγοπούλου-Κουτνατζή., (2020), ό.π., σελ. 11-12.