Η παρανόηση και παραποίηση της ηθικής αυτονομίας

20 Απριλίου 2021

Η παρανόηση και παραποίηση της αυτονομίας

Το κακό είναι το μοναδικό αίτιο το οποίο αν δεν γνωστεί έγκαιρα μπορεί να δώσει αρνητική τροπή στην ελευθερία. Το κακό κατά την άποψη της εμπειρικής Ορθόδοξης Θεολογίας δεν υπάρχει καθ’ εαυτό (αυθυπόστατο). Αλλά εμφανίζεται όπου υπάρχει ελευθερία βούλησης στην επιλογή του κακού ή του καλού στην λειτουργία, δηλαδή, των διαπροσωπικών ανθρώπινων σχέσεων. Μόνο σε αυτές τις συνθήκες εμφανίζεται το κακό, όλες οι άλλες δυσχερείς καταστάσεις οι οποίες μοιάζουν με αυτό είναι απλές διαδικασίες της φύσης.

Το κακό είναι ουσιαστικά μια άρνηση, είναι η άρνηση της επιλογής του καλού και είναι αποκλειστική ευθύνη του ανθρώπου. Η ύπαρξη του κακού δεν οφείλεται στην δημιουργία του από τον Θεό αλλά στην ατελή μορφή ζωής την οποία έδωσε «κατά συγκατάβαση» ο Θεός στον άνθρωπο. Για να τον προστατεύσει από το κακό του δώρισε παράλληλα και την δυνατότητα της ηθικής τελείωσης του. Επομένως το κακό δεν κρύβεται σε εξωγενείς παράγοντες. Οι νικητές στην μάχη του κακού γίνονται άγιοι και δεν χάνουν αυτήν την ιδιότητα τους ακόμα και όταν βρεθούν μέσα στον κόσμο, διότι την απόκτησαν με τη δωρεά της Θείας Χάρης την οποία φέρουν μόνιμα μέσα τους. Οι πειρασμοί του κόσμου δεν τους αγγίζουν διότι είναι αληθινά οντολογικά πρόσωπα ικανά να νικήσουν το κακό χάριν του ανθρώπου. Στον αγώνα του ανθρώπου για την αυτονομία του λέξεις όπως «Άδης», «οδύνη», «φόβος θεού», «πένθος», «μνήμη του θανάτου» κ.λ.π. οι οποίες νοηματοδοτούν την ετερονομία κατά την δυτική σκέψη, στην Χριστιανική ασκητική αναβαπτίζονται. Η ταπείνωση ως συμβολισμός της κατάβασης στον Άδη, δεν είναι φορέας αδυναμίας αλλά παράγοντας ανδρείας. Ο πόνος και η οδύνη δεν είναι πάθη αλλά αναγόμενα στο πνευματικό και στο οντολογικό επίπεδο είναι διαφορετικές πραγματικότητες από τον ορισμό του ορθολογισμού. Η οδύνη δεν είναι αιτία απόγνωσης αλλά έμπνευσης η οποία μεταβάλλεται ποιοτικά σε αγάπη, χαρά και ζωή. Ο φόβος στον Χριστιανισμό είναι υπερβατικός και δεν καταστέλλει αλλά αντίθετα απελευθερώνει τον άνθρωπο από κάθε μορφής ψυχολογικό φόβο. Ο Χριστιανός φοβάται όχι μήπως τιμωρηθεί αλλά μήπως εκπέσει από το οντολογικό στο ψυχολογικό επίπεδο. Ο φόβος του ξεπεσμού είναι η απώλεια της αυτονομίας του ανθρώπου και η μεγαλύτερη αγωνία για τον άγιο. (Κόιος, 2004: 116,145-149)

Τα στάδια της ηθικής τελείωσης
Ο βασικός στόχος του Ορθόδοξου ήθους είναι να προγυμνάσει με άσκηση τον αγωνιζόμενο πνευματικά άνθρωπο ώστε να καταστεί ικανός να αποδεχθεί πλήρως τη Θεία Χάρη και να αποκτήσει την οντολογική τελειότητα. (Κόιος, 2004: 99 ) Η χριστιανική άσκηση είναι ένα καθαρά εκκλησιαστικό γεγονός. Στόχος του οποίου είναι η μεταβολή της ατομικής ύπαρξης σε προσωπικό γεγονός ένταξης στο Σώμα της Εκκλησίας. (Γιανναράς,2011: 152-153) Ο πνευματικός αγώνας για την ένωση του με τον Θεό γίνεται σταδιακά, σε τρείς κύκλους τελείωσης .Στον πρώτο ανήκουν οι δούλοι, στο δεύτερο τοποθετούνται οι μισθωτοί και στο τρίτο κατατάσσονται οι ελεύθεροι ή υιοί ή τέλειοι. Το στάδιο κατάταξης εξαρτάται από τα ψυχολογικά κίνητρα τα οποία καθοδηγούν τις πράξεις του κάθε ανθρώπου. Τα κίνητρα στις δύο πρώτες βαθμίδες είναι ετερονομικά διότι είναι ιδιοτελή και εφορμώνται από τον φόβο της τιμωρίας η την προσμονή ανταμοιβής. Σε αυτά τα στάδια η ετερονομία είναι διδακτική. Η ασκητική Ορθόδοξη εμπειρία διδάσκει ότι ο φόβος ή η αμοιβή (ιδιοτέλεια) στις δύο πρώτες βαθμίδες επιδρά θετικά διότι ο άνθρωπος κινείται στο ψυχολογικό επίπεδο. Σε αυτό το κατώτερο σημείο της σχέσης του ανθρώπου με το Θεό ο φόβος ή η αμοιβή τον συγκρατεί από την διάπραξη αμαρτίας και παράλληλα τον βοηθά στον έλεγχο των παθών του. Ο φόβος εισβάλει και στις πνευματικά ανώτερες υπάρξεις τις υψωμένες στον οντολογικό ουρανό. Ο οντολογικός φόβος είναι διαφορετικός από τον ψυχολογικό διότι αφορά την πιθανότητα διακοπής της κοινωνίας του ανθρώπου με τον Θεό. Αυτός ο φόβος είναι λυτρωτικός σε αντίθεση με τον τρόμο της τιμωρίας η οποία ελλοχεύει στον ψυχολογικό ανθρώπινο φόβο. Η τροπή της ετερονομίας σε αυτονομία γίνεται μόνο στο τρίτο στάδιο της ηθικής τελείωσης, διότι το κίνητρο σε αυτό το πνευματικό επίπεδο δεν είναι ο φόβος ή η ανταμοιβή αλλά η καθαρή αγάπη και η ελευθερία. (Κόιος, 2004: 99-100, 111-112, 150 )

Στην ασκητική γραμματεία (Νηπτική και Φιλοκαλική) διδάσκεται με παραινέσεις αλλά και με προσωπικές εμπειρίες ο τρόπος της πνευματικής τελείωσης. Στην εν λόγω γραμματεία η πνευματική τελείωση περνά από τρία στάδια κατ’ αντιστοιχία των τριών αγωνιστικών σταδίων της ηθικής τελείωσης ( δούλοι, μισθωτοί και ελεύθεροι ή υιοί ή τέλειοι). Τα αντίστοιχα στάδια στον αγωνιστικό ασκητισμό (ενεργή συμμετοχή του ασκητή στον αγώνα για την τελείωση, σε αντίθεση με τον παθητικό ασκητισμό κατά τον οποίο ο ασκητής αφήνει την τελείωση του στο Θεό) είναι: η κάθαρση, ο φωτισμός και η τελείωση. Η κάθαρση η οποία είναι γνωστή και ως πρακτική φιλοσοφία, στοχεύει στην απάθεια, στην απαλλαγή, δηλαδή, του νου, του λογικού και των αισθήσεων από κάθε εμπαθή λογισμό και στην έμπρακτη παύση κάθε κίνησης προς τα πάθη. Σε αυτό το στάδιο το βάρος του αγώνα είναι δυσβάστακτο, επειδή η ψυχή του ανθρώπου είναι πλήρης παρά φύση αξιών (πάθη), και αντιδρά από άγνοια στην αληθινή του φύση. Η ολοκλήρωση αυτού του σταδίου ελευθερώνει τον άνθρωπο από την ετερόνομη δυναστεία των παθών. Ο φωτισμός αποβλέπει στον καθαρμό και τον φωτισμό του ανθρώπινου λόγου. Κάτω από αυτές τις συνθήκες ο φωτισμός του νου προαπαιτεί την κάθαρση της φύσης του ανθρώπου και την επιστροφή της στην πρότερη ένθεη κατάσταση της (προ πτωτική). Τότε μόνο φωτίζεται ο νους του και γίνεται μέτοχος στη γνώση του νοητού και της αλήθειας. Όταν φτάσει σε αυτό το στάδιο ανύψωσης ο άνθρωπος είναι ήδη ψυχοσωματικά απαθής και κατά συνέπεια καθαρός. Το καθαρό πλέον λογικό του βρίσκεται σε θέση ηγεμονίας και έλκει και ενώνει όλες τις δυνάμεις της ψυχή σε μία προσευχή ανάτασης προς τον Θεό. Αυτή η προσευχή είναι γνωστή σαν «καθαρά προσευχή» και προσφέρει την αληθινή γνώση του όντος ον. Η σημαντικότητα αυτού του σταδίου έγκειται στο ότι όλες οι ψυχικές δυνάμεις του ανθρώπου ενώνονται δια παντός με τους «λόγους» των θεϊκών αρετών. Οι αρετές ορίζονται από τον Απόστολο Παύλο ως: « αγάπη, χαρά, ειρήνη, μακροθυμία, χρηστότητα, αγαθοσύνη, πίστη, πραότητα, εγκράτεια». Το τελευταίο στάδιο είναι η ίδια η τελείωση, γνωστή στην πατερική γλώσσα σαν τελείωση, όραση, μυστική θεολογία. Ο άνθρωπος όταν ανυψωθεί σε αυτό στο επίπεδο αποδρά από τα όρια την φυσικής του αιχμαλωσίας και σαν ψυχοσωματική οντότητα έχει τη δύναμη να εισχωρεί με το πνεύμα και την ψυχή στους αόριστους ατραπούς της θεολογίας για να του αποκαλυφθούν τα μυστήρια της δημιουργίας των όντων η μοναδική, δηλαδή, αλήθεια. Στο στάδιο της τελείωσης ό κτιστός άνθρωπος μετέχων στις ενέργειες του Άκτιστου, δέχεται εμπειρικά μια πρόγευση της αθανασίας και της αιωνιότητας και σαν κτήτορας πλέον της ένθεης αυτονομίας βιώνει την πνευματική ελευθερία.(Κόιος, 2004: 150-154 )

Διαβάστε ολόκληρη τη μελέτη εδώ