Παγκόσμια Ημέρα Υγείας: Αρρώστια, η μεγάλη ευκαιρία

7 Απριλίου 2021

Αν θέλεις να προσφέρεις στην καρδιά σου κάποιες από τις πιο γλυκές, τις πιο έντονες εμπειρίες, αφιέρωσε λίγα λεπτά, έστω λίγες στιγμές περισυλλογής, όταν έρθει η γιατρειά, ακόμη και από το πιο απλό κρυολόγημα.

Μπορεί να έχεις ευχηθεί χίλιες φορές «υγεία πάν΄ απ΄ όλα» και μπορεί να στο έχουν ευχηθεί άλλες τόσες. Μόνον όμως την ώρα που θα ξανασταθείς στα πόδια σου, η ευχή αυτή αποκαλύπτεται σε όλο της το μεγαλείο. Μην την αφήσεις να περάσει έτσι, είναι κρίμα. Δώσε στον εαυτό σου την ευκαιρία να απελευθερωθεί από την ψευδαίσθηση των αυτονόητων και να κολυμπήσει στην ευγνωμοσύνη των δωρεών. Διότι, την ώρα της αρρώστιας, εύκολα θα κατάλαβες πως, στην πραγματικότητα, δεν ορίζουμε τίποτε. Ούτε η πρώτη ούτε η τελευταία ανάσα μας είναι στον έλεγχό μας, αλλά και όλες οι ενδιάμεσες στιγμές, το ξέρεις και το ξέρω πως δεν υπακούνε στον προγραμματισμό μας αλλά σε  μια δική τους λογική και σ΄ ένα πρόγραμμα που μοιάζει να το εκπονεί και να το υλοποιεί άλλος.

Μη μελαγχολήσεις από αυτή την απώλεια τού ελέγχου. Το ξέρω πως ανατραφήκαμε με την ψευδαίσθηση πως όλα τα μπορούμε, φτάνει να το θελήσουμε. Γι΄  αυτό και ο κόσμος, σε κάθε συμφορά, σε κάθε απρόοπτο, σε κάθε αναποδιά, πέρα από τον πόνο και τον κόπο να τα ξεπεράσει, έχει και ένα επιπλέον κόπο, πολύ πιο οδυνηρό: Να κατεδαφίσει την ψευδαίσθηση του υπεράνθρωπου και να συμφιλιωθεί με το έκτακτο, το ανεπιθύμητο, το απρόοπτο και το ξαφνικό. Είναι αλήθεια σκληρή η στιγμή εκείνη, διότι στη θέση του τέως super man εαυτού, πρέπει κάτι ή μάλλον κάποιος άλλος να στηθεί. Ποιος;  Ίσως ένας πιο προσγειωμένος  εαυτός, πιο σοφός, πιο ταπεινός και πιο ευγνώμων.

Η ώρα της ίασης είναι η μεγάλη ευκαιρία για μια μεγάλη πρώτη νίκη: Την αποδοχή της αλήθειας, της συμφιλίωσης με τα γεγονότα, της προσαρμογής στο υπαρκτό. Και υπαρκτό είναι ένα:

Είμαστε όντα εξαρτήσεως, όντα ορίων, όντα πόθου για την αιωνιότητα, που δυστυχώς βλέπουν πως δεν επαρκούν οι δυνάμεις του για να την κατακτήσουν.  Την ώρα αυτή  της μεγάλης αλήθειας, η καρδιά είναι παντελώς ανυπεράσπιστη. Τα τείχη έχουν πέσει, οι φαντασιώσεις έχουν γίνει ατμός και τα προγράμματα γκρεμίζονται σαν χάρτινος πύργος. Επικίνδυνη, πολύ επικίνδυνη αυτή η ώρα για την καρδιά. Από τη μια στιγμή στην άλλη μπορεί να τη γεμίσει μια θανατερή ομίχλη ματαιότητας, μια άρνηση για ζωή, μια έλξη προς την αυτοκαταστροφή.

Μην το επιτρέψεις. Στο κάτω κάτω, τι έχεις να χάσεις αν δοκιμάσεις να αφεθείς στη ροή ενός σχεδίου που σε ξεπερνά. Τι έχεις να χάσεις, αν αισθανθείς πως η ζωή σού δόθηκε και μάλιστα για κάποιο λόγο; Τι έχεις να χάσεις αν αφήσεις ανοιχτό το ερώτημα για ένα νόημα ζωής που σε καλεί να τολμήσεις τη μεγάλη έξοδο από την παντοδυναμία σου; Τι έχεις να χάσεις;

Τι φοβάσαι; Μήπως πιστέψεις σε παραμύθια; Κι  έτσι να΄ ναι, κέρδισες ακόμη μια εμπειρία. Όμως, δοκίμασε, προκάλεσε αυτό το Κάτι, αυτόν τον  «Κάποιον» που μπορεί να σε νοιάζεται και να σου ανοίγει διαρκώς καινούργιους  δρόμους, μπορεί οδυνηρούς, μπορεί φαινομενικά άδικους, που οδηγούν όμως με τρόπο ανέλπιστο εκεί που ποθεί η καρδιά σου: Στο «για πάντα».

Έτσι και αλλιώς, το ξέρεις: Κάθε σου κατόρθωμα, κάθε σου προσπάθεια, έχει κρυφό σκοπό το «για πάντα». Δε σε χωράει η προσωρινότητα, δεν συμφιλιώνεσαι με τις προθεσμίες.

Μην το αρνιέσαι!  Ζητάς αθανασία. Αυτήν, που

«αγαπήσανε στον κόσμο

βασιλιάδες, ποιητές

κι ένα κλωναράκι  δυόσμο

δεν τους χάρισε ποτές»

 που λέει και ο Γκάτσος.

Μην απογοητευτείς από τον στίχο. Μια αθανασία απρόσωπη, σαν μια προέκταση όλων των φθαρτών και τραγικών αυτής της ζήσης, τι να την κάνεις; Κοίτα γύρω σου και πες μου με ειλικρίνεια και θάρρος: Δε μοιάζει ο θάνατος μια λύση στην  τόση κτηνωδία, τον τόσο παραλογισμό αυτής της ζωής. Τέτοια αθανασία ας μην έρθει ποτέ.

Αν όμως η αθανασία περνάει μέσα από τη συντριβή του θανάτου και μεταβάλλεται σε πανηγύρι ζωής, με βέβαιη απόδειξη ένα καταματωμένο σώμα που όμως ο τάφος δεν το κράτησε, τότε η αθανασία αυτή ας έρθει γρήγορα, τώρα και για πάντα.

Αν η αθανασία είναι σχέση με πρόσωπο ζωντανό, που με αποδεδειγμένη βεβαιότητα σε αγάπησε τόσο που έκανε πληγές Του τις πληγές σου, ελευθερώσου από τον φόβο της Κόλασης, ελευθερώσου από τα ταξίματα του Παραδείσου και ένα μόνο να σε νοιάζει: Μη χάσεις από αμέλεια και ραθυμία Αυτόν που είναι για σένα τα πάντα και ακόμη περισσότερα. Αυτόν που, όποιος Τον βρει, δεν έχει πια ανάγκη για τίποτα.

Αυτός ο Κάποιος, αυτός ο Ένας, δεν νοιάζεται για το «πώς». Τον νοιάζει μόνο να συναντηθείτε. Είναι έτοιμος ακόμη και να Τον προκαλέσεις. Όταν ήταν στη γη,  βρέθηκε κάποτε να περπατά στο κύμα. Ένας από τους μαθητές Του τον προκάλεσε στα ίσια:

«Κύριε», του είπε, «αν είσαι εσύ, διάταξε να περπατήσω στα κύματα και να σε συναντήσω»

Κι εκείνος, ούτε προσβλήθηκε ούτε παρεξηγήθηκε από το θράσος.

«Έλα», του είπε.

Κι εκείνος τα κατάφερνε, μέχρι τη στιγμή που είδε πως αυτό που συνέβαινε ήταν λογικά αδύνατο. Και άρχισε να βυθίζεται. Γιατί δεν ήταν η λογική που τον κράταγε στην επιφάνεια , αλλά ο πόθος μιας συνάντησης.

Γι΄  αυτό σου λέω, αν θες προκάλεσέ Τον. Ζήτα αποδείξεις, ζήτα παρουσία. Όχι με θράσος και στενομυαλιά, αλλά με απελπισία πως όλα τα ανθρώπινα είναι λίγα, φθαρτά, απατηλά, κάποτε υπέροχα, μα πάντα τόσο προσωρινά, κάποτε συγκλονιστικά μα κατά βάθος τόσο πληκτικά. Πεσ΄ Του:

«Αν υπάρχεις φανερώσου. Δεν ξέρω τίποτε, δεν πιστεύω τίποτε, μένω άδειος και έτοιμος. Φανερώσου!»

Μπορεί ήδη να του το ΄χες πει. Κι Εκείνος να διάλεξε να σε συναντήσει μέσα από τον πόνο σου και το αποκαμωμένο κορμί σου. μπορεί να ήταν αυτός ο δρόμος της συνάντησης. Μη χάσεις την ευκαιρία, έστω κι αν την ώρα εκείνη η καρδιά σου θα νομίζεις πως θα σπάσει. Είναι γιατί είχε δοθεί σε πράγματα που τά  ΄χε  για σπουδαία και τώρα αυτά γκρεμίζονται, καθώς της ζωής σου την πόρτα χτύπησε η ανημποριά της αρρώστιας. Είναι ώρα κλονισμού, που νομίζεις πως η καρδιά κατεδαφίζεται. Μη φοβάσαι. Η καρδιά είναι το ίχνος της αθανασίας μέσα μας και ποτέ δεν θα πεθάνει. Άδεια μένει, ανύπαρκτη όμως ποτέ.

Να η μεγάλη σου ευκαιρία να τη γεμίσεις με αθανασία. Στην αρχή θα τσινήσει και θα στραβομουτσουνιάσει. Είναι κακομαθημένη, γι΄ αυτό. Της χαλάς την αυτοθέωση. Είχε συνηθίσει να σ΄ έχει μέσα της μοναδικό, θλιβερό και αλαζόνα θεό της. Όμως, στο κρεβάτι του πόνου, ήρθε και κάθισε δίπλα σου η απομυθοποίηση. Και κάθε απομυθοποίηση έχει κλυδωνισμούς κι δονήσεις. Μη φοβάσαι. Πιο γρήγορα απ΄ όσο φαντάζεσαι, η καρδιά σου θα βρει μια απέραντη γαλήνη, γιατί θα συναντήσει Αυτόν που την έχει κατοικητήριο από τότε που βγήκες τρεις φορές από την κολυμπήθρα. Θυμάσαι; Στη Βάπτισή σου ήταν. Και να στο πω: Δεν ήταν κολυμβήθρα εκείνη. Τάφος ήταν. Κάθε σου βύθισμα έμοιαζε με ταφή. Κι εκεί που νόμιζες πως δεν έχεις μέσα στο νερό άλλη ανάσα, ένα χέρι σ΄ έπιανε και σε ξανάβγαζε στο φως. Τρεις φορές αναστήθηκες κι άφησες μέσα στο νερό όλα τον πόνο από μια παλιά, πολύ παλιά αποτυχία. Ό,τι έγινε τη μέρα εκείνη ήταν για να θυμάσαι πως, αν τ΄ αποφασίσεις,  κανένας τάφος δεν μπορεί να σε κρατήσει. Όπως δεν κράτησε Αυτόν, τρεις μέρες μετά την ταφή Του.

Τώρα λοιπόν που ξαναστάθηκες στα πόδια σου, τώρα που έπεσε ο πυρετός, τώρα που ο πόνος γλύκανε, τώρα που άφησες τις πατερίτσες, τώρα που μπορείς ξανά και ονειρεύεσαι, τώρα που χαίρεσαι σαν την πρώτη φορά που μπορείς και περπατάς, που οδηγάς, που σκέφτεσαι, που συμπονάς –γιατί μόνον οι γιατρεμένοι συμπονούν- σου ξαναδίνει το χέρι και προσπαθεί, μέσα από την ανάσταση του κορμιού σου να σε κάνει να διψάσεις και την ανάσταση της καρδιάς σου.

Αυτός που δίνει το χέρι είναι Αυτός που σου έκρυψαν οι καιροί, η ανατροφή σου στα …ουδετερόθρησκα σχολεία, ίσως και κάποιοι από αυτούς που λένε πως Τον αγαπούν. Μη διασπάσαι, μη ξεχνιέσαι, μη καταδεχτείς εύκολες αποδράσεις, μην αναζητήσεις τους εύκολους ενόχους και κυρίως μη λησμονήσεις τον σταυρό που πέρασες. Κοίτα Αυτόν στα μάτια κι άσε την καρδιά σου να κραυγάσει:

«Γενηθήτω το θέλημα σου». _