Άγιος Γρηγόριος Παλαμάς: Θα σας αποκαλύψω κάτι που αναφέρεται συγκεκαλυμμένα από τους Ευαγγελιστές… (β’ μέρος)

18 Μαΐου 2021

Ο Άγγελος δείχνει τον άδειο Τάφο του Χριστού και τα εντάφια σπάργανα στις Μυροφόρες. (Τοιχογραφία, 13ος αι., Μονή Μιλέσεβα Σερβία).

(Επιμέλεια Στέλιος Κούκος)

Αγίου Γρηγορίου Παλαμά Αρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης
Ομιλία εις την Κυριακήν των Μυροφόρων
(Όπου και αναφέρεται ότι πρώτη ή Θεοτόκος είδε τον Κύριο μετά την εκ νεκρών ανάστασί του)

Συνέχεια από εδώ: http://www.pemptousia.gr/?p=311053

Προφανώς δε ο ευαγγελιστής άγγελος ήταν αυτός ο ίδιος ο Γαβριήλ. Διότι μόλις την είδε να σπεύδει έτσι προς τον τάφο, αυτός που παλιότερα της είχε πει, μη φόβου, Μαριάμ· εύρες γαρ χάριν παρά τω Θεώ, σπεύδει και τώρα και κατεβαίνει να πει και πάλι το ίδιο στην Αειπάρθενο και να της ευαγγελιστεί την εκ νεκρών ανάστασι εκείνου που γεννήθηκε άσπορος από αυτήν να σήκωση τον λίθο, να επίδειξη κενό τον τάφο και τα εντάφια και έτσι να την διαβεβαίωση για την χαρμόσυνη είδηση.

Διότι λέγει: αποκρίσεις ο άγγελος είπε ταις γυναιξί· μη φοβήσθε υμάς· Ιησούν ζητείτε τον εσταυρωμένον; ήγέρθη· ίδε ο τόπος όπου εκείτο ο Κύριος. Δηλαδή με αλλά λόγια: Αν και βλέπετε τους φύλακες συγκλονισμένους από τον φόβο, εσείς όμως μη φοβήσθε. Διότι γνωρίζω ότι ζητείτε τον Ιησούν, που σταυρώθηκε.

Σηκώθηκε, δεν βρίσκεται εδώ. Διότι αυτός, όχι μόνο δεν κρατιέται από του άδη και του θανάτου και του τάφου τις κλειδαριές και τους μοχλούς και τις σφραγίδες, αλλά είναι και Κύριος ημών των αθανάτων και ουρανίων αγγέλων και μόνος αυτός είναι Κύριος του σύμπαντος. Διότι, λέγει, ίδετε τον τόπον οπού έκειτο ο Κύριος· και ταχύ πορευθείσαι είπατε τοις μαθηταίς αυτού ότι ηγέρθη από των νεκρών.

Εξελθούσαι δε, λέγει, μετά φόβου και χαράς μεγάλης. Έμενα μου φαίνεται και πάλι ότι τον μεν φόβο τον είχαν ακόμη η Μαγδαληνή Μαρία και οι άλλες γυναίκες που είχαν έως τότε συγκεντρωθεί. Διότι αυτές δεν κατάλαβαν την σημασία των λόγων του αγγέλου ούτε μπόρεσαν να προλάβουν καλά-καλά το φως, ώστε να δουν και να αντιληφθούν με ακρίβεια το γεγονός.

Ενώ την μεγάλη χαρά την δέχθηκε η Θεομήτωρ, διότι κατενόησε τα λόγια του αγγέλου και δόθηκε ολόκληρη σ’ εκείνο το φως (ως άκρως κεκαθαρμένη που ήταν και θεϊκός κεχαριτωμένη) και από όλα αυτά γνώρισε με βεβαιότητα την αλήθεια και πίστεψε στον αρχάγγελο, αφού αυτός και από πολύ παλιότερα της είχε φανεί αξιόπιστος με τα έργα.

Πώς άλλωστε από τέτοια γεγονότα στα όποια παρευρέθηκε, να μη καταλάβει η θεόσοφος Παρθένος το τι είχε συντελεστεί; όταν είδε σεισμό, και μάλιστα μεγάλο; όταν είδε άγγελο να κατεβαίνει από τον ουρανό, και μάλιστα αστραποβόλο; όταν είδε τη νέκρωση των φυλάκων και του λίθου την μετακινήσει και την κένωση του τάφου και το μεγάλο θαύμα των εντάφιων, που παρέμεναν αξετύλιχτα και συγκρατημένα από την σμύρνα και την αλόη και φαίνονταν σαν αδειανά από το σώμα; κι όταν ακόμη είδε την χαρμόσυνη εμφάνιση και αγγελία του αγγέλου προς αυτήν;

Αλλά αφού βγήκαν έξω μετά από αυτήν την χαρμόσυνη είδηση, η μεν Μαγδαληνή Μαρία, σαν να μην είχε καν ακούσει τον άγγελο (αφού άλλωστε κι εκείνος δεν μίλησε γι’ αυτήν), διαπιστώνει μόνο την κένωση του τάφου, χωρίς καθόλου να ενδιαφερθεί για τα εντάφια, και τρέχει προς τον Σίμωνα Πέτρο και τον άλλο μαθητή, όπως λέγει ο Ιωάννης.

Η δε Θεομήτωρ Παρθένος, αφού ενώθηκε με άλλο όμιλο γυναικών, επέστρεφε πάλι εκεί από όπου είχε έλθει. Και ιδού, όπως λέγει ο Ματθαίος, ο Ιησούς υπήντησεν αυταίς λέγων, χαίρετε. Βλέπετε λοιπόν ότι πριν κι από την Μαγδαληνή Μαρία η Θεομήτωρ είδε αυτόν που για την σωτηρία μας έπαθε σωματικά και ενταφιάστηκε και αναστήθηκε; Αι δε προσελθούσαι, λέγει, κράτησαν αυτού τους πόδας και προσεκύνησαν αυτώ.

Όπως δε, όταν η Θεοτόκος άκουσε μαζί με την Μαγδαληνή Μαρία την χαρμόσυνη είδηση της αναστάσεως από τον άγγελο, μόνη αυτή κατάλαβε την σημασία εκείνων των λόγων, Έτσι και τώρα, που ήταν μαζί με τις άλλες γυναίκες, όταν συνάντησε τον Υιό και Θεό της, πρώτη από όλες τις άλλες είδε και αναγνώρισε τον αναστάντα και προσπίπτοντας άγγισε τα πόδια του και έγινε απόστολος του προς τους Αποστόλους.

Ότι δε η Μαγδαληνή Μαρία δεν ήταν μαζί με τη Μητέρα του Θεού, όταν την συνάντησε και της εμφανίσθηκε και της μίλησε ο Κύριος, καθώς επέστρεφε από τον τάφο, το διδασκόμαστε από τον Ιωάννη. Διότι λέει: τρέχει αυτή προς Σίμωνα Πέτρο και προς τον άλλον μαθητή όν εφίλη ο Ιησούς και λέγει αυτοίς· ήραν τον Κύριον εκ του μνημείου και ουκ οίδαμεν που έθηκαν αυτόν.

Αν πράγματι τον είχε δει και τον είχε αγγίσει με τα χέρια της και τον είχε ακούσει να μιλά, πώς θα έλεγε τέτοια πράγματα; ότι δηλαδή τον σήκωσαν και τον μετέθεσαν, το που όμως δεν το γνωρίζουμε; Άλλα και μετά το τρέξιμο του Πέτρου και του Ιωάννη προς τον τάφο και την εκεί θέα των οθονίων και την επιστροφή τους λέγει: Μαρία δε ειστήκει προς τω μνημείω κλαίουσα έξω.

Βλέπετε ότι όχι μόνο δεν τον είχε δει ακόμη, αλλά ούτε και εξ ακοής δεν είχε πληροφορηθεί τίποτε; Και όταν την ρώτησαν οι εμφανισθέντες άγγελοι: γύναι, τι κλαίεις, εκείνη αποκρίνεται και πάλι σαν να επρόκειτο για νεκρό. Και όταν πάλι στράφηκε και είδε τον Ιησού, ούτε και τότε δεν κατάλαβε, άλλα ερωτώμενη από αυτόν γιατί κλαίει απαντά παρομοίως.

Έως ότου εκείνος καλώντας την με το όνομα της, της έδειξε ότι είναι αυτός ο ίδιος. Τότε λοιπόν προσπίπτοντας και αυτή και ζητώντας να προσφέρει τον ασπασμό στα πόδια του, άκουσε από αυτόν τις λέξεις: μη μου άπτου.

Από το όποιο μαθαίνουμε ότι, όταν προηγουμένως φάνηκε στην Μητέρα και τις γυναίκες που ήταν μαζί της, σε εκείνη μόνη επέτρεψε να αγγίσει τα πόδια του (παρ’ όλο που ο Ματθαίος το αναφέρει αυτό γενικά και για τις άλλες γυναίκες, μη θέλοντας για τον λόγο που είπαμε στην αρχή να προβάλει φανερά την Μητέρα σ’ ένα τέτοιο θέμα).

Και αφού πρώτη ήλθε στον τάφο η αειπάρθενος Μαρία και πρώτη δέχθηκε το μήνυμα της αναστάσεως, έπειτα ήλθαν και άλλες, που ήταν πολλές μαζί, και είδαν κι εκείνες τον λίθο μετατοπισμένο και άκουσαν τους αγγέλους και, καθώς επέστρεφαν μετά από αυτό το άκουσμα και την θέα, διαμοιράστηκαν.

Άλλες, όπως λέγει ο Μάρκος, έφυγαν από του μνημείου και είχεν αυτάς φόβος και έκστασης και ουδενί ουδέν ειπών, εφοβούντο γαρ. Άλλες ακολούθησαν την Μητέρα του Κυρίου, οι οποίες και αξιώθηκαν της θέας και συνομιλίας του Δεσπότου. Η δε Μαγδαληνή πήγε στον Πέτρο και τον Ιωάννη, μαζί με τους οποίους έρχεται και πάλι αυτή μόνη προς τον τάφο.
Κι όταν εκείνοι αναχώρησαν, αυτή παραμένοντας εκεί αξιώνεται της θέας του Δεσπότου και αποστέλλεται και αυτή προς τους Αποστόλους και έρχεται πάλι προς αυτούς, για να αναγγείλει σε όλους, όπως λέγει ο Ιωάννης, ότι εώρακε τον Κύριον και ταύτα είπεν αυτή.

Αυτή λοιπόν η εμφάνισης λέγει και ο Μάρκος ότι έγινε το πρωί, δηλαδή κατά την πλήρη έναρξη της ημέρας και αφού είχε περάσει ολόκληρος ο όρθρος, χωρίς όμως να ισχυρίζεται ότι τότε έγινε και η ανάστασις του Κυρίου η πρώτη εμφάνισης του.

Λοιπόν έχουμε τώρα τα περί των Μυροφόρων εξηγημένα με σαφήνεια, καθώς και την περί αυτών συμφωνία των τεσσάρων Ευαγγελιστών που ζητούσαμε στην αρχή. Οι δε μαθητές, όταν κατ’ αυτή την ίδια μέρα της αναστάσεως άκουσαν από τις Μυροφόρες και τον Πέτρο και τον Λουκά και τον Κλεόπα ότι ο Κύριος ζη και τον είδαν, απίστησαν.

Γι’ αυτό και ονειδίζονται από αυτόν, όταν υστέρα τους εμφανίσθηκε, καθώς ήταν συγκεντρωμένοι. ‘αφού δε μέσω πολλών προσώπων και με πολλούς τρόπους φανέρωσε τον εαυτό του ότι ζη, όχι μόνο πίστεψαν όλοι, αλλά και κήρυξαν παντού: Εις πάσαν την Γην εξήλθεν ο φθόγγος αυτών και εις τα πέρατα της οικουμένης τα ρήματα αυτών, του Κυρίου συνεργούντος και τον λόγον βεβαιούντος δια των επακολουθούντων σημείων. Διότι, έως ότου κηρυχθεί ο λόγος σε όλη τη γη, τα θαύματα ήταν αναγκαιότατα.

Και χρειάζονται μεν σημεία και υπερφυσικά θαύματα, για να φανεί και να βεβαιωθεί η αλήθεια του κηρύγματος. Χρειάζονται δε «σημεία», όχι όμως και υπερφυσικά θαύματα, για να φάνουν εκείνοι που δέχθηκαν τον λόγο· κατά πόσον δηλαδή πίστεψαν με βεβαιότητα.

Και ποια είναι αυτά τα «σημεία»; Τα σημεία των έργων. Διότι λέγει: δείξον μοι την πίστιν σου εκ των έργων σου, και τίς πιστός, δειξάτω εκ της καλής αναστροφής τα έργα αυτόν. Διότι ποιος να πιστεύση για κάποιον, ότι έχει πράγματι θείους και μεγάλους και υψηλούς και θα λέγαμε ουράνιους λογισμούς (πού ακριβώς τέτοια είναι η ευσέβεια), όταν αυτός επιδίδεται σε έργα ανήθικα και είναι προσηλωμένος στη γη και στα γήινα;

Δεν ωφελεί λοιπόν τίποτε, αδελφοί, το να λέγει κανείς ότι έχει πίστη θεϊκή και να μην έχη έργα που να ταιριάζουν στην πίστη του. Τι ωφέλησαν οι λαμπάδες στις μωρές παρθένες, την στιγμή που δεν είχαν έλαιο, έργα δηλαδή αγάπης και συμπαθείας; τι ωφέλησε σ’ εκείνον τον πλούσιο, που τηγανιζόταν στην άσβεστη φλόγα εξ αιτίας της ασυμπαθείας του προς τον Λάζαρο, το ότι κάλεσε τον Αβραάμ «πατέρα»; τι ωφέλησε σ’ εκείνον τον άνθρωπο, που δεν είχε αποκτήσει δια των καλών έργων ένδυμα κατάλληλο για τον θείο γάμο και τον νυμφώνα εκείνο της αφθαρσίας, η δήθεν ευπείθεια προς την πρόσκληση;

Προσκλήθηκε μεν και προσήλθε (διότι αναμφιβόλως πίστεψε) και παρεκάθησε μαζί με τους αγίους εκείνους συνδαιτυμόνες. Όταν όμως ξεσκεπάστηκε και καταισχύνθηκε, γιατί ήταν ντυμένος την αθλιότητα των ηθών και των πράξεων του, δένεται χωρίς έλεος χειροπόδαρα και ρίχνεται στη γέεννα του πυρός, οπού είναι ο κλαυθμός και ο βρυγμός των οδόντων.

Αυτήν είθε να μη την δοκιμάσει κανένας από μας που καλούμεθα Χριστιανοί, αλλά επιδεικνύοντας βίο ανάλογο προς την πίστη μας, να εισέλθουμε στον νυμφώνα της άφθαρτης ευφροσύνης και να ζήσουμε αιωνίως μαζί με τους Αγίους εκεί οπού είναι η κατοικία όλων των ευφραινομένων. Αμήν.

Από την περιοδική έκδοση της Ιεράς Μονής Ξηροποτάμου Αγίου Όρους, «Αγιορείτικη Μαρτυρία», τεύχος 6. Από την ιστοσελίδα http://www.pigizois.gr/kiriakodromio/apo_pateres/kiriaki_miroforon.htm