Η τοξικότητα των βαρέων μετάλλων

29 Μαΐου 2021

H δηλητηρίαση με βαρέα μέταλλα αντιπροσωπεύει μία ασυνήθιστη, αλλά κλινικά πολύ σοβαρή ιατρική κατάσταση. Πρόκειται για την τοξική συσσώρευσή τους σε μαλακούς ιστούς του οργανισμού, όπου δημιουργούν τοξικά συμπλέγματα με οργανικά στοιχεία. Με αυτόν τον τρόπο, προκαλείται τροποποίηση των βιολογικών μορίων, με αποτέλεσμα την απώλεια της κανονικής λειτουργίας τους, που οδηγεί σε δυσλειτουργία η θάνατο εξαιτίας των προσβεβλημένων μορίων.

Παράλυση του κερκιδικού νεύρου με την χαρακτηριστική πτώση της άκρας χειρός. (Φωτογραφία από το βιβλίο του Ι. Λογοθέτη «Νευρολογία», University Studio Press, Θεσσαλονίκη, 1988.)

Τα βαρέα μέταλλα είναι χημικά στοιχεία που έχουν ειδικό βάρος τουλάχιστον πέντε φορές μεγαλύτερο από αυτό του νερού. Αυτά που συνήθως εμπλέκονται σε ατυχήματα δηλητηρίασης του ανθρώπου είναι ο μόλυβδος, ο υδράργυρος, το αρσενικό και το κάδμιο, το νικέλιο, το αργίλιο, το ασήμι και το βηρύλλιο. Μερικά μέταλλα, όπως ο ψευδάργυρος, ο χαλκός, το χρώμιο, ο σίδηρος και το μαγγάνιο είναι απαραίτητα για τον οργανισμό σε μικρές ποσότητες, αλλά τα ίδια μπορεί να γίνουν τοξικά σε μεγαλύτερες ποσότητες.

Τα βαρέα μέταλλα μπορούν να εισέλθουν στον ανθρώπινο οργανισμό μέσω της τροφής, του νερού, η του αέρα η με απορρόφηση από το δέρμα. Εκεί ανταγωνίζονται και αντικαθιστούν απαραίτητα μεταλλικά στοιχεία, όπως το ασβέστιο η το μαγνήσιο, και παρεμβαίνουν στην λειτουργία ποικίλων συστημάτων.

Οι πιο συνηθισμένες ομάδες στοιχείων που εμπλέκονται στην διαδικασία τροποποίησης των βιολογικών μορίων φαίνεται να είναι αυτές του οξυγόνου, του θείου και του αζώτου. Όταν τα μέταλλα κάνουν δεσμούς με τα παραπάνω στοιχεία, απενεργοποιούν σημαντικά ενζυμικά συστήματα η προκαλούν πρωτεϊνική καταστροφή.

Ο άνθρωπος μπορεί να έρθει σε επαφή με βαρέα μέταλλα ως εργαζόμενος στην βιομηχανία, στην παρασκευή φαρμακευτικών προϊόντων και στην γεωργία. Τα παιδιά μπορούν να δηλητηριαστούν επίσης παίζοντας σε μολυσμένο έδαφος.

Τα πιο συνηθισμένα μέταλλα που ενοχοποιούνται για οξεία η χρόνια τοξικότητα είναι ο μόλυβδος, το αρσενικό και ο υδράργυρος.

Αρσενικό

Το αρσενικό είναι γνωστό από την χρήση του στις απόπειρες δολοφονίας και αυτοκτονίας. Sprays και αέρια με αρσενικό χρησιμοποιήθηκαν κατά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, με το ονομαζόμενο Lewisite να είναι το αγαπημένο των Άγγλων. Το αρσενικό μπορεί να προκαλέσει σε διαφορετικές δόσεις όλους του τύπους τοξικότητας, την οξεία, την υποξεία και την χρόνια. Ένα κλινικό σημείο οξείας έκθεσης είναι το οίδημα των βλεφάρων, ο γαστρεντερικός ερεθισμός και συχνά η κεντρική και περιφερική νευροπάθεια. Κατά την χρόνια έκθεση, συχνά είναι η Garlic breath, η δερματική ευαισθησία, δερματοπάθειες και η κερατίτιδα. Όλοι οι τύποι ενδέχεται να προκαλέσουν ηπατική και νεφρική καταστροφή και στις σοβαρές περιπτώσεις αιμόλυση των ερυθροκυττάρων.

Ο εργαστηριακός έλεγχος περιλαμβάνει εξέταση των επιπέδων του αρσενικού στα ούρα 24ωρου, πλήρη αιματολογικό έλεγχο και ενδεχομένως χημική ανάλυση των μαλλιών και των νυχιών των άνω άκρων.

Το αντίδοτο που χρησιμοποιείται είναι το British anti-Lewisite η BAL. Η χημική ονομασία του είναι dimercaprol. Πρόκειται για ένα άχρωμο, ελαιώδες υγρό που δρα σχηματίζοντας χηλικές ενώσεις. Συνήθως χορηγείται σε ενέσιμη μορφή ενδομυικά και έχει ως ανεπιθύμητες ενέργειες τον πονοκέφαλο, ναυτία, εμετό, δακρύρροια, σιελόρροια, παραισθησίες και πόνο. Άλλο αντίδοτο είναι η πενικιλλαμίνη, που χορηγείται per os, φάρμακο γνωστό που χρησιμοποιείται για την θεραπεία της νόσου του Wilson και στην ρευματοειδή αρθρίτιδα.

Υδράργυρος κ.ά.

Ο υδράργυρος μπορεί να υπάρχει σε ποικίλες καταστάσεις περιβαλλοντικής ρύπανσης με την μορφή μεθυλικού υδραργύρου, προκαλώντας δηλητηριάσεις. Ο στοιχειακός υδράργυρος είναι πολύ ασταθής, αλλά προκαλεί παρόμοιες τοξικές εκδηλώσεις.

Ο οργανικός η ανόργανος υδράργυρος προκαλεί κατακρήμνιση της πρωτεΐνης, δρώντας τοπικά. Η οξεία δηλητηρίαση οδηγεί σε κατακερματισμό της βλεννογόνου στοιβάδας και απώλεια μεγάλων ποσοτήτων υγρών και ηλεκτρολυτών. Στην χρόνια έκθεση είναι συχνή η ψύχωση. Η έκφραση «mad as a hatter» προέρχεται από τους κατασκευαστές καπέλων κατά τον 19ο αιώνα, οι οποίοι χρονίως ήταν εκτεθειμένοι στον υδράργυρο, φτιάχνοντας τσόχινα καπέλα. Σε αυτή την περίπτωση, συναντούμε την «mercury line», παρόμοια με αυτήν του μόλυβδου, μια χαρακτηριστική μπλε γραμμή στα ούλα. Και καθώς είναι ιδιαίτερα τοξικός στους ταχέως αυξανόμενους ιστούς, συνηθισμένη είναι η εκφύλιση του φατνιακού οστού στις γνάθους με συνεπακόλουθη απώλεια των δοντιών. Επίσης υπάρχουν σημαντικές βλάβες στο ήπαρ και στους νεφρούς εξαιτίας της καταστροφής του βλενογόννου. Μπορεί επίσης να συναντήσουμε τρόμο, οισοφαγίτιδα και άλλα γαστρεντερολογικά ενοχλήματα, ακρωδυνία, εξάνθημα και απολέπιση του προσώπου, των παλαμών και των πελμάτων.

Εργαστηριακά ελέγχεται με μέτρηση του επιπέδου του σε ούρα 24ωρου και έλεγχο του αίματος για την ύπαρξη αλκυλιωτικών ενώσεων μικρής αλύσου.

Η θεραπεία περιλαμβάνει αντιμετώπιση της διάρροιας και των γαστρεντερικών διαταραχών και θεραπεία με χηλοειδή κυρίως το EDTA και την πενικιλλαμίνη. Η ανάρρωση από την δηλητηρίαση με υδράργυρο μπορεί να απαιτήσει μήνες η χρόνια ακόμα και με αποτελεσματική θεραπεία με χηλοειδή, και να είναι συχνά ημιτελής.

Η έκθεση σε χαλκό μπορεί να οδηγήσει σε συρρίκνωση του ήπατος, του εγκεφάλου, των νεφρών και κώμα, ενώ -όπως πολλά μέταλλα- έχει και αυτό ενοχοποιηθεί για καρκινογένεση.

Το μαγγάνιο είναι γνωστό ότι μπλοκάρει τους διαύλους ασβεστίου και η χρόνια έκθεση οδηγεί σε εξάντληση της ντοπαμίνης στο κεντρικό νευρικό σύστημα. Αυτή η κατάσταση αντιγράφει στην ουσία όλη την συμπτωματολογία της νόσου του Parkinson και θεραπεύεται με αρκετή επιτυχία με τα τυπικά αντιπαρκινσονικά φάρμακα.Επίσης χρησιμοποιούνται χηλοειδή με όχι μεγάλη αποτελεσματικότητα γιατί το μαγγάνιο έχει μικρή συνάφεια με αυτές τις ουσίες.

Μόλυβδος

Η έκθεση στον μόλυβδο υπήρξε πρόβλημα της καθημερινότητας σε πολλές περιοχές στο παρελθόν. Πρόκειται για μία εξαιρετικά τοξική ουσία, η έκθεση στην οποία μπορεί να προκαλέσει ένα ευρύ φάσμα δυσμενών αποτελεσμάτων την υγεία. Τόσο οι ενήλικες όσο και τα παιδιά μπορεί να υποφέρουν από τα αποτελέσματα της δηλητηρίασης με μόλυβδο, αλλά είναι πιο συνηθισμένο το φαινόμενο στην παιδική ηλικία.

Ο μόλυβδος (Pb) είναι ένα μαλακό, βαρύ, μπλε-γκρι μέταλλο, που φυσιολογικά βρίσκεται στον φλοιό της γης, αλλά -δυστυχώς- έχει εξαπλωθεί σε όλο το περιβάλλον με ποικίλες ανθρώπινες δραστηριότητες. Στο παρελθόν το χρησιμοποιούσαμε κυρίως σε βαφές σπιτιών και στην βενζίνη. Τώρα πλέον δεν χρησιμοποιείται σε αυτά, αλλά  παραμένει από τις ενέργειες του παρελθόντος. Επίσης βρίσκεται σε αντικείμενα όπως μπαταρίες, υλικά συγκόλλησης, στα πυρομαχικά, σε αγωγούς, σε μη υαλωμένα σκεύη αγγειοπλαστικής, σε είδη παραδοσιακής ιατρικής, σε υλικά κατασκευής στέγης.

Ο άνθρωπος μπορεί να εκτεθεί με πολλούς τρόπους, όπως αναπνέοντας αέρα μολυσμένο, πίνοντας νερό, τρώγοντας μολυσμένη τροφή, καταπίνοντας ή ακουμπώντας σκόνη ή βρομιά που περιέχει μόλυβδο, κατοικώντας ή μένοντας ως εργαζόμενος σε κτίρια με μολυσμένες βαφές, χρησιμοποιώντας τες για δουλειά ή για hobby, τρώγοντας τροφές από σκεύη που δεν έχουν συγκολληθεί (κασσιτεροκολληθεί) ορθά, μένοντας σε σπίτια που τον περιέχουν. Η πιο συνηθισμένη πηγή έκθεσης των παιδιών είναι η μολυσμένη σκόνη στα σπίτια που είναι βαμμένα με τοξικές μπογιές. Τα παιδιά παίρνουν την σκόνη στα χέρια τους με τα παιχνίδια και μέσω του στόματος την εισάγουν στον οργανισμό τους. Χρειάζεται ποσότητα σκόνης με μόλυβδο ίση με ένα μοναδικό κόκκο αλατιού για ένα παιδί για να εκδηλώσει συμπτώματα αυξημένης ποσότητας μολύβδου στο αίμα του.

Δηλητηρίαση με μόλυβδο

Τόσο τα παιδιά όσο και οι ενήλικες μπορούν να δηλητηριαστούν σοβαρά όταν ανακαινίζεται ένα σπίτι βαμμένο με τοξικές μπογιές. Τα χαλάσματα και η σκόνη που δημιουργείται κατά τις εργασίες πρέπει να καθαρίζονται πολύ καλά και οι εργαζόμενοι πρέπει να λαμβάνουν όλα τα απαραίτητα μέτρα αποφυγής εισπνοής μολυσμένης σκόνης. Παιδιά και κατοικίδια πρέπει να είναι καλά προστατευμένα και τα έπιπλα πλήρως καλυμμένα.

Ο μόλυβδος που παράγεται από τα καυσαέρια των αυτοκινήτων εξακολουθεί να είναι πρόβλημα, καθώς παραμένει στο έδαφος όπου αποθηκεύτηκε κατά την διάρκεια των περασμένων ετών, κυρίως κοντά σε δρόμους μεγάλης κυκλοφορίας και λεωφόρους. Μόλυβδος επίσης μπορεί να υπάρχει στο πόσιμο νερό από ειδικούς τύπους υλικών που χρησιμοποιήθηκαν για χρόνια στις υδραυλικές εγκαταστάσεις (σωλήνες, χάλκινοι αγωγοί, μπρούντζινες βρύσες). Η κατασκευή και η διάθεση μπαταριών αυτοκινήτου, καθώς και η συντήρηση και επιδιόρθωση γεφυρών και πύργων ύδατος, ενέχουν τον κίνδυνο έκθεσης σε μόλυβδο. Εργαζόμενοι σε τέτοιες δουλειές πρέπει να παίρνουν τα μέτρα τους, να αφήνουν τα ρούχα τους, τα εργαλεία και τα προσωπικά τους είδη στον χώρο εργασίας και να πλένουν σχολαστικά τα χέρια τους, ώστε να μην εξαπλώνεται η τοξική αυτή ουσία στα μέλη και τα αντικείμενα των οικογενειών τους.

Ο μόλυβδος κατανέμεται στο αίμα, τους μαλακούς ιστούς και τα κόκαλα, αποβάλλεται από τους νεφρούς και έχει χρόνο ημίσειας ζωής 30 ημέρες. Εμποδίζει την σύνθεση της αιμοσφαιρίνης, του DNA και RNA, ανταγωνίζεται το ασβέστιο και αποδιοργανώνει την αναπνοή των μιτοχονδρίων και τις διαδικασίες μεταφοράς στην κυτταρική μεμβράνη.

Υπάρχουν πολλές διαφορετικές συνέπειες από τα αυξημένα επίπεδα μολύβδου στο αίμα. Τα μικρά παιδιά, κάτω της ηλικίας των έξι χρόνων είναι ιδιαίτερα ευάλωτα, καθώς ακόμα διαμορφώνονται ο εγκέφαλος και το κεντρικό νευρικό τους σύστημα. Γι’ αυτά, ακόμα και πολύ χαμηλά επίπεδα έκθεσης μπορεί να προκαλέσουν μειωμένο δείκτη νοημοσύνης, μαθησιακές δυσκολίες, διαταραχές στην ικανότητα προσοχής, προβλήματα συμπεριφοράς, καθυστέρηση ανάπτυξης, μείωση της ακοής και βλάβες του ήπατος. Στα υψηλά επίπεδα έκθεσης ένα παιδί μπορεί να γίνει διανοητικά καθυστερημένο, να έχει σπασμούς, να πέσει σε κώμα, ακόμα και να καταλήξει, εξαιτίας της δηλητηρίασης. Η έκθεση στον μόλυβδο έχει επίσης συνδυαστεί με εφηβική επιθετικότητα και με περιπτώσεις εγκληματικής συμπεριφοράς.

Στους ενήλικες ο μόλυβδος μπορεί να προκαλέσει αύξηση της αρτηριακής πίεσης, μεταβολές του ΗΚΓ, αρρυθμίες, αύξηση των καρδιαγγειακών νοσημάτων, προβλήματα γονιμότητας, διαταραχές νεύρων, μυϊκές βλάβες, αρθρικά άλγη, ευερεθιστότητα-επιθετικότητα και προβλήματα μνήμης και συγκέντρωσης.

Η χρόνια έκθεση σε μόλυβδο προκαλεί μείωση του δείκτη νοημοσύνης, ναυτία, κοιλιακά άλγη, άνοια, λήθαργο, υπερδραστηριότητα, επιθετικότητα, πονοκέφαλο, σπασμούς και κώμα. Επίσης μπορεί να έχει ως συνέπεια γαστρεντερολογικά προβλήματα, όπως δυσκοιλιότητα, διάρροια, εμετούς, μειωμένη όραση, απώλεια σωματικού βάρους, φαινόμενα συχνά και στην οξεία δηλητηρίαση. Πιθανόν να συναντήσουμε αναιμία, παγιδεύσεις νεύρων που μπορούν να μας αποκαλύψουν υποκλινικές μορφές δηλητηρίασης με μόλυβδο η ακόμα και την λεγόμενη «Burton’s line» (εικ. 1), μία χαρακτηριστική μπλε γραμμή στα ούλα.

Στις έγκυες γυναίκες , ο μόλυβδος μπορεί εύκολα να περάσει στο έμβρυο, καθώς διαπερνά τον πλακούντα. Αν μία γυναίκα εκτεθεί αρκετά στην ουσία αυτή κατά την παιδική της ηλικία, αυτό εναποθηκεύεται στα οστά της και απελευθερώνεται κατά την διάρκεια της εγκυμοσύνης, εκθέτοντας με αυτό τον τρόπο το έμβρυο στον τοξικό παράγοντα. Σε αυτόν αποδίδεται αύξηση αποβολών, μειωμένο σωματικό βάρος γέννησης, μειωμένη νοημοσύνη.

Νευροπάθειες

Σε ασυμπτωματικό εργαζόμενο που έχει εκτεθεί σε μόλυβδο χρονίως, η υποκλινική βλάβη του περιφερικού νευρικού συστήματος περιλαμβάνει αλλαγές του ηλεκτρομυογραφήματος. Η κλασσική φόρμα της νευροπάθειας από μόλυβδο περιλαμβάνει αδυναμία που κυρίως αφορά τους καρπούς και τους εκτείνοντες δακτύλων, αλλά αργότερα εξαπλώνεται και σε άλλους μύες. Υπάρχει μόνο μικρή αισθητική συμμετοχή. Λιγότερο συχνά, υπάρχει μία πιο τυπική τοξική νευροπάθεια με απομακρυσμένη τυχαία κινητική και αισθητική συμμετοχή. Η κινητική νευροπάθεια συνήθως ακολουθεί μικρής διάρκειας έκθεση σε υψηλή συγκέντρωση μολύβδου και λαμβάνει υποξεία μορφή. Η πρόγνωση αποκατάστασης είναι καλή, εφόσον η έκθεση σταματήσει άμεσα. Η απομακρυσμένη αισθητική και κινητική νευροπάθεια αναπτύσσεται έπειτα από πολλά χρόνια έκθεσης , εξελίσσεται πιο αργά και η αποκατάσταση είναι λιγότερο βέβαια. Υπάρχει η πεποίθηση ότι η μεταβολική βάση της νευροπάθειας είναι σχετική με τον μεταβολισμό της πορφυρίνης. Η δηλητηρίαση με μόλυβδο προκαλεί αξονική εκφύλιση, αλλά μερικές φορές προκαλεί πρόωρη απομυελινωτική νευροπάθεια.

Γενικά, μπορούμε να πούμε ότι η δηλητηρίαση με μόλυβδο επηρεάζει το νευρομυϊκό σύστημα κατά δυό τρόπους. Ασθενείς με ασυνήθιστα μακράς διαρκείας έκθεση έχουν ήπια αισθητική νευροπάθεια και πολυνευροπάθεια του αυτόνομου μάλλον, παρά την κινητική νευροπάθεια που κλασσικά χαρακτηρίζει την τοξικότητα μολύβδου, το οποίο είναι ένα πολύ σοβαρό κινητικό σύνδρομο και συνδέεται με την εμφάνιση πορφυρίας. Στον πίνακα 1 φαίνονται μερικές από τις κλινικές εκδηλώσεις της δηλητηρίασης με μόλυβδο σε σχέση με το επίπεδό του στο αίμα.

Κλινικές εκδηλώσεις – Φυσιολογικό <=9mcg/dL

Στον παρακάτω πίνακα φαίνονται μερικές από τις κλινικές εκδηλώσεις της δηλητηρίασης με μόλυβδο σε σχέση με το επίπεδο στο αίμα. Χρειάζεται ποσότητα σκόνης με μόλυβδο ίση με ένα μοναδικό κόκκο αλατιού για να εκδηλώσει ένα παιδί συμπτώματα αυξημένης ποσότητας μολύβδου στο αίμα του.

Ελαφρά δηλητηρίαση 25-40mcg/dL

  • Μυαλγίες
  • Ευερεθιστότητα
  • Κόπωση
  • Διαλείπον κοιλιακό άλγος
  • Παραισθησίες

Μέτρια δηλητηρίαση  40-80mcg/dL

  • Διάχυτο κοιλιακό άλγος
  • Κεφαλαλγία
  • Ναυτία-εμετοί
  • Δυσκοιλιότητα

Βαριά δηλητηρίαση >80mcg/dL

  • Εγκεφαλοπάθεια
  • Αδυναμία συγκέντρωσης
  • Κινητική νευροπάθεια
  • Αρτηριακή υπέρταση
  • Νεφρική ανεπάρκεια (διάμεση ίνωση)
  • Αναιμία (βασεόφιλη στίξη)
  • Σπασμοί
  • Κώμα

Τα κριτήρια για την διάγνωση της νευροπάθειας από μόλυβδο είναι:

1) Νευροπάθεια, που αποδεικνύεται κλινικά, παθολογικά η ηλεκτροφυσιολογικά.

2) Συμμετοχή άλλου οργανικού συστήματος.

3) Αντίστοιχη με την πρόοδο της νόσου έκθεση σε χρόνο – απομάκρυνση από την πηγή πρέπει να έχει συνέπεια την σταθεροποίηση η τη ύφεση της νόσου.

4) Αυξανόμενο επίπεδο μόλυβδου στο αίμα.

Ιστορικό που σχετίζεται με εργασία σε χώρους που αναφέρθηκαν παραπάνω, μη χρησιμοποίηση προστατευτικών μέτρων, κάπνισμα η γεύματα σε περιοχές-εργασιακούς χώρους μολυσμένους, hobbies που περιλαμβάνουν επικίνδυνα υλικά πρέπει να μας κατευθύνουν στην διερεύνηση πιθανής δηλητηρίασης.

Ο εργαστηριακός έλεγχος δείχνει υπόχρωμη, μικροκυτταρική αναιμία και αυξημένα επίπεδα μολύβδου στο αίμα και στα ούρα. Ο ηλεκτροφυσιολογικός έλεγχος είναι απαραίτητος διότι, παρά την πιθανή απουσία αισθητικών σημείων η συμπτωμάτων, μελέτες παγίδευσης νεύρων δείχνουν καθαρά την παρουσία αξονικής αισθητικής απώλειας. Ανώμαλες παγιδεύσεις νεύρων μπορεί να βρεθούν σε αυτούς που δεν έχουν συμπτώματα η έχουν εκτεθεί σε ασφαλή επίπεδα. Το ΗΜΓ και τα σωματοαισθητικά προκλητά δυναμικά πρέπει να συνδυάζονται με τα αιματολογικά δεδομένα. Νευροφυσιολογικές δοκιμασίες δείχνουν ανωμαλίες στην προσοχή, την μνήμη και τις οπτικοχωρικές λειτουργίες.

Βοηθητικές δοκιμασίες όπως αυτή της κινητοποίησης του μολύβδου με την βοήθεια του διττανθρακικού ασβεστίου η ο φθορισμός με ακτίνες Χ και η εξέταση του σπέρματος επίσης βοηθούν στην διάγνωση.

Η πρόγνωση είναι καλή. Η πλήρης αποκατάσταση της νευροπάθειας είναι συνήθως αναμενόμενη. Η βελτίωση αρχίζει τυπικά στις δύο εβδομάδες. Στις σοβαρές περιπτώσεις παραμένει αδυναμία. Στα παιδιά μπορεί να υπάρχουν επιπτώσεις στην μεταγενέστερη νοητική τους λειτουργία, όπως καθυστέρηση ανάπτυξης και μειωμένος δείκτης νοημοσύνης, η εγκεφαλοπάθεια και σπασμοί.

Η αντιμετώπιση

Η απομάκρυνση από περαιτέρω έκθεση είναι το πρώτο θεραπευτικό βήμα. Η αγωγή είναι βασισμένη στον σχηματισμό χηλικής ένωσης. Οι παράγοντες που είναι αποτελεσματικοί είναι το Succimer (2,3-dimercaptosuccinic acid- DMSA), η πενικιλλαμίνη, το βρετανικό αντί-Lewisite, και το Ca-αιθυλενoδιαμινοτετραοξεικό δινάτριο, που χορηγούνται σε μικρές δόσεις. Στην εγκεφαλοπάθεια χρειάζεται συνδυασμός του αντι-Lewisite και του Ca-αιθυλενεδυαμινοτετραοξικού οξέος. Στις πιο ήπιες περιπτώσεις συνήθως αρκούν οι άλλοι δυό παράγοντες που αναφέρθηκαν παραπάνω. Οι σπασμοί είναι αρκετά ανθεκτικοί, αλλά μπορεί να ανταποκριθούν στην διαζεπάμη. Μέτρα για μείωση της ενδοκράνιας πίεσης με μαννιτόλη, υπεραερισμό και περιορισμό υγρών μπορεί να ληφθούν σε περίπτωση εγκεφαλικού οιδήματος.

Το ποσό του μολύβδου μπορεί να μειωθεί στον οργανισμό εφόσον προσλαμβάνονται ικανές ποσότητες σιδήρου (Fe), ασβεστίου (Ca) και ψευδαργύρου (Zn). Τροφές πλούσιες στο πρώτο είναι τα αυγά, οι σταφίδες, τα λαχανικά, τα φασόλια, ο αρακάς και άλλα όσπρια. Φρούτα, ντομάτες και τροφές που περιέχουν βιταμίνη C βοηθούν στην απορρόφηση του σιδήρου και συμβάλλουν στην μείωση του μολύβδου. Γαλακτοκομικά προϊόντα όπως το γάλα, το τυρί, το γιαούρτι συνιστώνται για την υψηλή περιεκτικότητά τους σε ασβέστιο. Άπαχα κόκκινα κρέατα και στρείδια είναι παραδείγματα τροφίμων που περιέχουν ψευδάργυρο. Ωφέλιμη είναι η αποφυγή λιπαρών φαγητών, καθώς το λίπος βοηθά τον οργανισμό να απορροφά τον μόλυβδο γρηγορότερα.

Τα μέτρα που πρέπει να λαμβάνονται προς αποφυγή έκθεσης στο μόλυβδο είναι απλά. Απαραίτητη είναι η ύγρανση των επιφανειών πριν από την εκτέλεση εργασιών σε οικοδομές που περιέχουν βαφές με μόλυβδο, προς αποφυγή δημιουργίας τοξικής σκόνης. Επίσης επιβάλλεται αυστηρή καθαριότητα και αποφυγή εισπνοής και επαφής με αυτήν.

Κάποια άλλα γενικότερα μέτρα είναι η αποφυγή χρήσης χρωματιστών και κεραμεικών σκευών μαγειρικής, καθώς και η μη αποθήκευση αλκοολούχων ποτών σε κρυστάλλινα δοχεία. Οι μολυσμένες περιοχές που υπάρχουν πρέπει να είναι γνωστές σε όλους, καθώς φαίνεται ότι δεν υπάρχει όριο επιπέδου του μολύβδου στο αίμα και γενικά στον οργανισμό που να μπορεί να θεωρηθεί ασφαλές για τον άνθρωπο. Ποσότητα 10 micrograms/dl στο αίμα είναι αρκετή για να προκαλέσει μαθησιακές δυσκολίες στο παιδί, ενώ σε υψηλότερα επίπεδα των 25 και άνω micrograms/dl μπορεί να προκληθεί ηπατική βλάβη, διαταραχή αιματολογική η του νευρικού συστήματος.

Βιβλιογραφία

  • FDA Consumer magazine, November-december 2006.
  • Lead neuropathy, Michael T Pulley and Allan R Berger.
  • Lead in your childs lunch box, Daluga M, Miller K.
  • Modifications of the sympathetic skin response inworkers chronically exposed to  lead, Nora DB, Gomes I, Said G, Carvalho FM, Melo A.
  • Neuropathies associated with excessive exposure to lead, Thomson RM, Parry GJ
  • Peripheral neuropathy in chronic occupational inorganic lead exposure: a clinical and electrophysiological study, O Rubens, I Logina, I Kravale, M Eglite, M Donaghy.
  • Heavy metal toxicology, Dr. Theodore B. Hoekman.
  • Toxicity, Heavy metals, Samara Soghoian, MD,DEpartement of Emergency Medicine.

ΛΕΖΑΝΤΕΣ

Παράλυση του κερκιδικού νεύρου με την χαρακτηριστική πτώση της άκρας χειρός.

Φωτογραφία από το βιβλίο του Ι. Λογοθέτη «Νευρολογία», University Studio Press, Θεσσαλονίκη, 1988.