Άγιος Σπυρίδων, Το διπλό θαυμαστό τερατούργημα και το δίλημμά του!

12 Ιουνίου 2021

Άγιος Σπυρίδων, Επίσκοπος Τριμυθούντος ο Θαυματουργός. (Τοιχογραφία, Μανουήλ Πανσέληνος, Ναός Πρωτάτου Καρυές Αγίου Όρους).

(Επιμέλεια Στέλιος Κούκος)

[…] Κατά τον χρόνο της φιλοξενίας του Αγίου Σπυρίδωνα στην Αντιόχεια προσήλθε σ’ αυτόν μία γυναίκα, η οποία ήταν βάρβαρος και δεν ήξερε την ελληνική γλώσσα. Η γυναίκα εκείνη, κρατώντας στα χέρια νεκρό το παιδάκι της, πλησίασε στον Άγιο και το έβαλε κοντά στα πόδια του.

Αλλά και αυτή έπεσε κάτω και χτυπιόταν, βγάζοντας οικτρές και γοερές κραυγές, τις οποίες βέβαια οι παρόντες δεν τις καταλάβαιναν, γιατί ήταν στη γλώσσα των βαρβάρων. Εκείνο όμως που ήταν φανερό, ήταν το γεγονός ότι μιλούσε μόνο με τα δάκρυά της, ότι ο θρήνος της ήταν για το παιδί της και ότι ζητούσε από τον αρχιερέα, τον άγιο Σπυρίδωνα, να το επαναφέρει στη ζωή.

Αντικρίζοντας το θέαμα αυτό ο σπλαχνικότατος κατά την ψυχή Άγιος, συγκινήθηκε πάρα πολύ, πλην όμως βρέθηκε μπροστά σε ένα μεγάλο δίλημμα που είχε σχέση με την ταπεινοφροσύνη του και με τη συμπάθεια προς εκείνη τη δύστυχη γυναίκα.

Δηλαδή: όταν απέβλεπε στη βαθύτατη λύπη και στον εμπρησμό των σπλάχνων εκείνης της γυναίκας, επιχειρούσε το θαύμα και αισθανόταν αδήριτη την ανάγκη να προσευχηθεί στον Θεό για την επάνοδο του παιδιού στη ζωή· όταν όμως απέβλεπε στο μέγεθος του αιτήματος, όντας μετριόφρων και ευλαβέστατος στην καρδιά, υπαναχωρούσε και ανέβαλλε, κρίνοντας θρασύ και ασύνετο το εγχείρημα.

Όντας λοιπόν ο Άγιος μπροστά σ’ αυτό το δίλημμα, θεώρησε σκόπιμο να ζητήσει τη συμβουλή κάποιου από εκείνους που ήταν μαζί του, σχετικά με το τί θα έπρεπε να πράξει. Και αυτός ήταν ο Αρτεμίδωρος, πρόσφατα χειροτονημένος διάκονος· άνδρας που είχε ασκήσει επιμελώς όλες τις μορφές της αρετής. Αυτόν λοιπόν ρώτησε ο Άγιος για το τί τέλος πάντων έπρεπε να πράξουν.

Ο δε Αρτεμίδωρος του είπε:
– Δηλαδή, πάτερ μου, τι με ρώτησες; Τι άλλο πρέπει να γίνει, και μάλιστα από σένα, παρά να επικαλεσθείς τον ζωοδότη Χριστό, ο Οποίος έχει φανεί από πολλά ότι ακούει τις προσευχές σου. Άλλωστε, αν με τις δικές σου προσευχές βρήκε την υγεία του ο αυτοκράτορας, οι πένητες και οι άσημοι πρέπει να παραβλέπονται; Και βέβαια όχι.

Στην ωραιότατη αυτή συμβουλή πείστηκε ο αρχιερέας και πυρακτώθηκε η καρδιά του από οίκτο και συμπόνια προς τη δύστυχη εκείνη γυναίκα, ενώ τα δάκρυα άρχισαν να τρέχουν βρύση από τα μάτια του. Έτσι λοιπόν γονάτισε και, βρέχοντας τη γη με τα δάκρυά του, ύψωσε ολόθερμη και με πολύν πόνο ψυχής τη φωνή του προς τον πολυεύσπλαχνο Χριστό και Τον παρακάλεσε φιλανθρώπως να ζωοποιήσει το παιδάκι της ταλαίπωρης εκείνης γυναίκας· και, καθώς λέει η Αγία Γραφή, να την αναδείξει μητέρα που να ευφραίνεται για το τέκνο που απέκτησε.

Και ο παντοδύναμος Θεός, ο Οποίος έδωσε πάλι πνοή ζωής στο παιδί της Σαραφθίας, μετά από προσευχή του προφήτη Ηλία, και στο παιδί της Σωμανίτιδας, μετά από προσευχή του προφήτη Ελισαίου, Αυτός άκουσε και την προσευχή του αγίου Σπυρίδωνος· και, ω του θαύματος!, το παιδάκι της γυναίκας εκείνης, που κειτόταν νεκρό, έλαβε και πάλι πνοή ζωής και κινούνταν και κλαψούριζε μπροστά στα έκπληκτα μάτια της μητέρας του.

Τα μάτια μου γέμισαν από δάκρυα εξαιτίας της χαράς και της αγαλλίασης. Αυτή πράγματι τη διάθεση μού δημιούργησε στην ψυχή αυτό που θα λεχθεί στη συνέχεια, όταν εγώ το έμαθα.

Ακούστε το λοιπόν και εσείς: Μόλις η μητέρα αντίκρισε ζωντανό πλέον το φίλτατο τέκνο της, ω των αρρήτων Σου κριμάτων, Χριστέ!, δεν μπόρεσε να ανθέξει την υπερβολική χαρά και, πέφτοντας κάτω στη γη από την απερίγραπτη συγκίνησή της, εξέπνευσε. Το γεγονός δε αυτό απέδειξε ότι το «μηδέν άγαν» (= οτιδήποτε δεν είναι υπερβολικό) είναι το όντως άριστο. Δηλαδή να, μάθαμε ότι θανάσιμο δεν είναι μόνον η υπερβολική λύπη, αλλά και η χωρίς μέτρο χαρά.

Επίσης, γνωρίζω ότι και εσείς πονέσατε ψυχικά, μεταπίπτοντας από την κατάσταση της χαράς και της αγαλλιάσεως στην κατάσταση της λύπης. Και βέβαια οι άνθρωποι εκ φύσεως συμπάσχουν και είναι φιλάνθρωποι. Αλλά είναι εγγύς ο μέγας Σπυρίδων, ο οποίος θα μεταβάλει και τη δική σας κατήφεια σε χαρά. Δηλαδή ο διακρινόμενος για τη μετριοφροσύνη του Άγιος πείστηκε πάλι στον Αρτεμίδωρο και οδηγήθηκε στο να δώσει και στο παιδί τη μητέρα.

Έστρεψε λοιπόν το βλέμμα του προς τον ουρανό και με όλη του την ψυχή και την καρδιά δεήθηκε και πάλιν στον Κύριο που κατοικεί στους ουρανούς, ο Οποίος δίνει ζωή στους νεκρούς και με τη θέλησή του και μόνο μεταποιεί και μεταβάλλει τα πάντα. Εν συνεχεία στράφηκε προς τη νεκρή γυναίκα, που κειτόταν καταγής, και είπε:
– Ανάστηθι, και στήθι επί τους πόδας σου, (δηλ. σήκω επάνω και στάσου στα πόδια σου).

Εκείνη δε αμέσως, σαν να κατεχόταν από ύπνο μάλλον, παρά από θάνατο, σηκώθηκε επάνω και στάθηκε κοντά στον Άγιο· και πήρε το παιδάκι της στην αγκαλιά της, το οποίο επίσης είχε επαναφερθεί στη ζωή, όπως ειπώθηκε προηγουμένως, και σκιρτούσε στα μητρικά χέρια.

Τα θαύματα αυτά ο μέγας για την υπερβολή της μετριοφροσύνης του Σπυρίδων ήθελε να μείνουν άγνωστα στον πολύ κόσμο. Και για τον σκοπό αυτό έδωσε εντολή στον Αρτεμίδωρο και δι’ αυτού και στην γυναίκα να τηρήσουν σιωπή και να μην τα γνωστοποιήσουν.

Ο Αρτεμίδωρος όμως, μετά την κοίμηση του Αγίου, κρίνοντας ότι δεν θα ήταν σωστό να κρατήσει μυστικό ένα τόσο καλό άκουσμα, μάλλον δε τόσο μεγάλα θαύματα, και να ζημιώσει έτσι τους φιλόθεους, τα αποκάλυψε και τα παρέδωσε στις ακοές των πιστών.

Απόσπασμα από το βιβλίο Συμεών του Μεταφραστού, «Βίος και πολιτεία Σπυρίδωνος του Θαυματουργού», των εκδόσεων της Αποστολικής Διακονίας, σ. 57-61.