Οι εφαρμογές ιχνηλάτησης του Covid-19 από την άποψη του Δικαίου Προσωπικών Δεδομένων – Συμπεράσματα

22 Ιουνίου 2021

Η πανδημία του Covid-19 έφερε, όπως είδαμε, στο προσκήνιο μεταξύ άλλων και το θέμα της προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Όπως είναι γνωστό, τα δεδομένα αυτά έχουν κατοχυρωθεί από τα συντάγματα όλων των χωρών και η επεξεργασία τους δεν επιτρέπεται, παρά μόνο αν συντρέχουν κάποιοι πολύ ειδικοί λόγοι και δώσει και τη συγκατάθεσή του το υποκείμενο των δεδομένων. Όλα αυτά ορίζονται από τον ΓΚΠΔ και από τους νόμους 2016/679 και 3471/2006. Οι λόγοι που επιτρέπουν την επεξεργασία σχετίζονται με την προστασία της δημόσιας υγείας και γενικά με την εξυπηρέτηση δημόσιων συμφερόντων.

Αν η επεξεργασία πραγματοποιηθεί χωρίς να συντρέχει κάποιος από τους παραπάνω λόγους, τότε μιλάμε για παραβίαση των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, η οποία διώκεται από το νόμο. Ωστόσο, η προστασία του κάθε πολίτη απαιτεί επεξεργασία των δεδομένων του, τόσο του ίδιου, όσο και των επαφών του, σε περίπτωση που ο ίδιος έχει διαγνωστεί θετικός στον Covid-19. Τα δεδομένα αυτά ανήκουν στα προσωπικά δεδομένα υγείας και σωστά γεννάται το ερώτημα αν είναι δίκαιη η επεξεργασία τους. Αν σκεφτούμε όμως ότι υφίσταται κίνδυνος μόλυνσης μεγάλου μέρους του παγκόσμιου πληθυσμού, τότε συμπεραίνουμε ότι η επεξεργασία διενεργείται ορθώς με τον όρο, βέβαια, ότι επιλέγονται για επεξεργασία μόνο τα δεδομένα εκείνα που είναι απαραίτητα για τη διαδικασία και ότι η επεξεργασία πρέπει να λαμβάνει χώρα εντός των ορίων του νοσοκομείου.

Η επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα προκειμένου να προστατευθεί η δημόσια υγεία δεν αφορά μόνο το κάθε άτομο ξεχωριστά, αλλά και αυτά, με τα οποία ήρθε σε επαφή. Πρόκειται, δηλαδή, για μια ιχνηλάτηση των επαφών του, η οποία κρίνεται σκόπιμη, επειδή το άτομο αυτό ενδέχεται να είναι φορέας του Covid-19 και σ’ αυτήν την περίπτωση κινδυνεύουν να μολυνθούν και οι επαφές του. Σε κάθε άλλη περίπτωση, αυτή η επεξεργασία των δεδομένων θα θεωρούνταν παράνομη, δεν θα μπορούσε να συμβιβαστεί με μια «κοινωνία δικαίου». Ούτε θα μπορούσαν να απαγορευτούν βασικά δικαιώματα των πολιτών, όπως το δικαίωμά τους να ασκούν θρησκευτική λατρεία. Την εποχή του κορονοϊού όμως το κράτος επέβαλε κάποια μέτρα, όπως η παραχώρηση στον εκάστοτε εργοδότη του δικαιώματος να προβαίνει σε επεξεργασία των προσωπικών δεδομένων των υπαλλήλων του εντός του χώρου της εργασίας, καθώς μεταξύ άλλων είναι υπεύθυνος και για την ασφάλειά τους. Η προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα προστατεύεται, όπως είδαμε, και αν η ενημέρωση του πληθυσμού σχετικά με τον ιό δεν γίνεται με μέσα πανελλήνιας εμβέλειας, αλλά τοπικής και έτσι τα σχετιζόμενα με τον κορονοϊό γεγονότα που λαμβάνουν χώρα σε μια κοινωνία δεν γίνονται ευρέως γνωστά. Βεβαίως, κατά την ενημέρωση του πληθυσμού πρέπει πάντα να λαμβάνεται υπόψη η περίπτωση να διαδίδονται ψεύτικες ειδήσεις σχετικά με νέα έξαρση ή με περιορισμό του κορονοϊού, οι οποίες θα μπορούσαν να τρομοκρατήσουν τους πολίτες ή να τους γεμίσουν με ψεύτικες ελπίδες.

Η προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα κινδυνεύει και στην περίπτωση της τηλεργασίας. Η τηλεργασία προϋπήρχε του κορονοϊού, ωστόσο μετά το ξέσπασμά του αυξήθηκε αλματωδώς λόγω του ότι πολλοί εργαζόμενοι αναγκάζονται να δουλεύουν πια από τον υπολογιστή, εφόσον, βέβαια, το επιτρέπει η φύση της δουλειάς τους. Κατά τη διάρκεια των διαδυκτιακών επαφών όμως ενδέχεται να διαρρεύσουν προσωπικά δεδομένα του χρήστη, ιδίως όταν λαμβάνει χώρα μια τηλεδιάσκεψη. Γι’ αυτό το λόγο ο χρήστης πρέπει να λαμβάνει μέτρα προστασίας, όταν κάνει χρήση της κάμερας, όταν στέλνει ηλεκτρονικά μηνύματα, όταν συζητάει διαδικτυακά με συνεργάτες κλπ.

Τη διαφύλαξη των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα λαμβάνουν υπόψη τους και οι αρμόδιοι φορείς που φροντίζουν για τον περιορισμό της πανδημίας. Δεν θα μπορούσαν εξάλλου να κάνουν διαφορετικά, αφού ο Covid-19 είναι ένας ιός αυξημένης επικινδυνότητας, μέλος μιας ευρύτερης οικογένειας κορονοϊών που εδώ και εκατό χρόνια επιφέρουν βλαβερότατες συνέπειες σε ανθρώπους και ζώα. Ο ΕΟΔΥ, για παράδειγμα, δίνει οδηγίες για τη διαχείριση ενός ύποπτου κρούσματος στο χώρο της εργασίας ή μέσα στο σπίτι. Τόσο η φροντίδα του ατόμου με το κρούσμα, όσο και η διαχείριση των στενών επαφών του σχετίζονται αποκλειστικά με όσα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα αφορούν τη μόλυνση ή την πιθανή μόλυνση του ατόμου ή των επαφών του από κορονοϊό και δεν υπεισέρχονται σε άλλα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, άσχετα με την αρρώστειά του.

Η σωστή διαχείριση ενός κρούσματος Covid-19 αποκτάει ακόμη πιο βαρύνουσα σημασία, όταν αυτό εντοπίζεται μέσα στους χώρους εργασίας του Δημοσίου Τομέα. Κι αυτό γιατί λόγω της θέσης του έρχεται σε επαφή με πολλά άτομα και ενδέχεται έτσι να μετατραπεί σε εστία διασποράς. Ο ΕΟΔΥ το έλαβε υπόψη του αυτό και έτσι προσάρμοσε ανάλογα τις οδηγίες του.

Με το ίδιο πνεύμα διαχέονται και οι επιστολές που έστειλε στα μέλη του ο ΙΣΘ από τον πρώτο καιρό που ξέσπασε η πανδημία. Οι επιστολές αυτές θίγουν θέματα πρώτης ανάγκης, όπως είναι οι επαφές των ιατρών με τους ασθενείς τους που έχουν μολυνθεί από Covid-19 και η χρήση της μάσκας, την οποία ο Σύλλογος θεωρεί πολύ απαραίτητη τόσο για τους γιατρούς, όσο και για τα μικρά παιδιά. Οι επιστολές θίγουν ακόμη το θέμα των εμβολίων, τονίζοντας την ανάγκη να εμβολιαστούν όλοι οι γιατροί, και του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα, καθώς αυτοί είναι υπεύθυνοι για τη διάσωση χιλιάδων ασθενών. Και του ΙΣΘ οι επιστολές επικεντρώνονται στα προσωπικά δεδομένα υγείας, αποκλείοντας την περίπτωση επεξεργασίας δεδομένου οποιασδήποτε άλλης φύσεως. Με άλλα λόγια, τόσο η οδηγίες του ΕΟΔΥ, όσο και οι επιστολές του ΙΣΘ, συμβαδίζουν με τις επιταγές του ΓΚΠΔ και με τους νόμους 2016/670 και 3471/2006.

Η ΕΕ δεν έμεινε αμέτοχη απέναντι σε όλη αυτήν την κατάσταση. Καθώς το θέμα δεν αφορά μια συγκεκριμένη χώρα, αλλά ολόκληρο τον κόσμο, επενέβη για να βοηθήσει τους πολίτες των κρατών – μελών της να αντιμετωπίσουν την πανδημία. Όπως είδαμε, αυτό πραγματοποιήθηκε με τη δημιουργία ειδικών εφαρμογών που εγκαθίστανται εύκολα στα κινητά τηλέφωνα (επιπλέον είναι εύκολη και η χρήση τους) και μπορούν να προειδοποιήσουν τους χρήστες τους, όταν έρχονται σε επαφή με άτομα θετικά στον κορονοϊό. Και μια τέτοια ειδοποίηση συνοδεύεται από οδηγίες για τις περαιτέρω κινήσεις του χρήστη (ιατρικές εξετάσεις, παραμονή σε καραντίνα κλπ). Πρόκειται, πράγματι, για μια πρωτοβουλία που αποδεικνύεται αρκετά χρήσιμη. Αναγνωρίζοντάς το αυτό τα κράτη – μέλη, δημιούργησε το καθένα μια δική του εφαρμογή, η οποία όμως έχει πανευρωπαϊκή ισχύ και βοηθάει καθημερινά τους πολίτες της ΕΕ. Οι εφαρμογές όλων των χωρών ελέγχονται από μια κεντρική Πύλη διαλειτουργικότητας – διαδικτυακό όργανο της ΕΕ. Είδαμε όμως ότι αυτή η κατά κάποιο τρόπο «παρακολούθηση» των πολιτών, ώστε να διαπιστωθεί αν είναι φορείς του Covid-19, δεν σημαίνει ότι παραβιάζονται τα προσωπικά τους δεδομένα, αλλά γίνεται επεξεργασία μόνο κάποιων δεδομένων υγείας – για λόγους προστασίας της δημόσιας υγείας – και αυτά αποθηκεύονται από το σύστημα μόνο για 14 ημέρες. Καμιά άλλη κίνηση των πολιτών δεν παρακολουθείται από τις εφαρμογές. Επιπλέον, οι ίδιοι οι πολίτες επιλέγουν αυτοβούλως να εγκαταστήσουν τις εφαρμογές στα κινητά τους. Επομένως δεν δικαιολογείται τυχόν φόβος για έλεγχο της ιδιωτικής ζωής των πολιτών από τις κυβερνήσεις τους μέσω των εφαρμογών. Τα ίδια μπορούμε να πούμε και για την πλατφόρμα Re-open EU, όπου αποθηκεύονται σε 24 γλώσσες πληροφορίες για την εξέλιξη του κορονοϊού σε όλες τις χώρες της ΕΕ, οι οποίες είναι χρήσιμες για όποιον πολίτη πρόκειται να ταξιδέψει, αλλά και για όποιον άλλο επιθυμεί να τις διαβάσει. Η χρήση της πλατφόρμας αυτής δεν θέτει σε κίνδυνο τα προσωπικά δεδομένα του χρήστη.

Καθώς, λοιπόν, ο κορονοϊός μεταδίδεται ταχύτατα, οποιαδήποτε πληροφορία για προφύλαξη από αυτόν είναι πολύτιμη. Ωστόσο, η παροχή μιας τέτοιας πληροφορίας δεν αναιρεί το δικαίωμα του κάθε ανθρώπου να προστατεύονται τα προσωπικά του δεδομένα και να μην εισέρχεται κανένας στην ιδιωτική του ζωή. Επομένως, η σωστή πολιτική από την πλευρά των υπευθύνων είναι αυτή που συνδυάζει την προσοχή τόσο της υγείας, όσο και την ασφάλεια των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα του κάθε πολίτη σ’ ένα κράτος δικαίου. Έτσι θα συμβάλλει μαζί με την πρόοδο και τη βοήθεια της ιατρικής επιστήμης, με τη χρήση εμβολίου κατά του Covid-19 και ειδικής φαρμακευτικής αγωγής, στην προαγωγή μιας κοινωνίας σε παγκόσμιο επίπεδο περισσότερο υγιούς, ηθικής και δίκαιης στα πλαίσια της νομικής προστασίας του κάθε ατόμου και στην αύξηση του κοινωνικού οφέλους κάθε χώρας.

Διαβάστε ολόκληρη τη μελέτη εδώ