Η κυβερνητική πολιτική του Καποδίστρια
18 Ιουνίου 2021Χαρακτηριστική είναι και η άποψη που διατυπώνει ο Γ. Κοντογεώργης στο βιβλίο του «Κοινοτική αυτοδιοίκηση και καποδιστριακό πολιτειακό σύστημα», για την απαίτηση του Καποδίστρια να ανασταλεί η ισχύς του συντάγματος της Τροιζήνας:
«Η ουσία της απόφασής του έγκειται στο γεγονός ότι το Σύνταγμα, παρά τις προοδευτικές διατάξεις του στα πολιτικά και κοινωνικά δικαιώματα του λαού, με τα άρθρα του προνοούσε υπέρ ενός έντονα αποκεντρωτικού κράτους και μιας περιορισμένης εκτελεστικής εξουσίας, που ελέγχονταν από τη Βουλή και ουσιαστικά από τις παραδοσιακές δυνάμεις του τόπου».
Με την απόφασή του ο Καποδίστριας ανέτρεπε την επιλογή των παλαιών ηγέτιδων τάξεων να ασκήσουν έμμεσα την εξουσία, με τον έλεγχο της πανίσχυρης νομοθετικής εξουσίας, έναντι της ασθενούς εκτελεστικής εξουσίας που αναγνώριζαν στον κυβερνήτη. Με τον τρόπο αυτό εκμηδένισε την προσπάθεια των προκρίτων και πολιτικών να εκμεταλλευτούν, το κύρος και την πολιτική εμπειρία του, για να εξασφαλίσουν τις προϋποθέσεις που θα τους επέτρεπαν να κυριαρχήσουν.
Με τις ενέργειες αυτές πίστευε ότι θα επιτύγχανε ασφαλέστερα την απελευθέρωση του έθνους από τους πραγματικούς δυνάστες του. Ο ίδιος γνώστης της διπλωματίας και του παρασκηνίου, αναλύοντας την απόφασή του να προχωρήσει στην αναστολή του συντάγματος, καθιστούσε σαφές προς κάθε κατεύθυνση ότι:
«Οι νέες δομές της κεντρικής εξουσίας θα απέβαιναν επωφελέστερες για τη συγκρότηση ενός σύγχρονου δυτικοποιημένου κράτους».
Οι εκτιμήσεις του δεν ήταν ουσιαστικά λανθασμένες. Άμβλυναν όμως την πολιτική ισχύ των δυνάμεων που είχαν κυριαρχήσει κατά την περίοδο του αγώνα. Παρά τις κάποιες αυθαιρεσίες του στη διευθέτηση του κυβερνητικού ζητήματος, ο Καποδίστριας στόχευε μακροχρόνια στην επίτευξη της πλήρους εφαρμογής της δημοκρατικής αρχής». Π. Πετρίδη : Η κυβερνητική πολιτική του Καποδίστρια σελ. 106.
Ο Καποδίστριας θεωρούσε ότι η χρήση ενός δημοκρατικού πολιτεύματος στην κατάσταση που βρίσκονταν η χώρα ήταν ασυγχώρητη επιπολαιότητα. Παρά την ύπαρξη προοδευτικών διατάξεων στα άρθρα του Συντάγματος, τη σημασία των οποίων δεν αρνούνταν, πίστευε ότι η κρισιμότητα της κατάστασης στην οποία βρίσκονταν η χώρα καθιστούσε αναγκαία την ύπαρξη μιας κυβέρνησης που θα είχε τη δυνατότητα να λαμβάνει άμεσες αποφάσεις για το καλό του λαού, επάνω σε θέματα που αφορούσαν στην εσωτερική ή εξωτερική πολιτική. Πίστευε παράλληλα ότι δεν ήταν δυνατόν να υπόκειται η κυβέρνηση στο διαρκή έλεγχο της νομοθετικής εξουσίας, που είχε κάθε λόγο να καθυστερήσει τη λήψη των μέτρων, ακόμη και αν αυτά κρίνονταν απολύτως αναγκαία για το καλό της χώρας.
Η έως τώρα εμπειρία είχε δείξει ότι η ύπαρξη συγκροτημένων ταξικών ή οικονομικών συμφερόντων, η συναλλαγή μεταξύ εκείνων που ασκούσαν την εξουσία και ο έντονος τοπικισμός, αποτελούσαν το κριτήριο για τη λήψη των αποφάσεων και όχι το γενικότερο συμφέρον. Το αποτέλεσμα ήταν ο λαός να υποφέρει τα πάνδεινα όχι πλέον από τους Τούρκους, αλλά από τους Έλληνες τοπάρχες, οι οποίοι επιθυμούσαν με κάθε τρόπο να διαιωνίσουν την εξουσία τους. Τη συνέχιση αυτής της κατάστασης ο Καποδίστριας δεν ήταν διατεθειμένος να τη δεχτεί, έστω και αν υποχρεώνονταν να έλθει σε ευθεία αντιπαράθεση με τους εκπροσώπους των παλαιών ηγέτιδων τάξεων, όπως και έγινε.
Tο θέμα αυτό είχε απασχολήσει από την πρώτη στιγμή και τη διεθνή διπλωματία. Ο πρόξενος της Αυστρίας στην Αθήνα Gropius σε έκθεση που απηύθυνε στον αντιναύαρχο του στολίσκου που διέθετε η Αυστρία στο Αιγαίο, Δάνδολο, στις 31 Ιανουαρίου 1828 αναφέρει:
«Ο κόμης Καποδίστριας είναι ασφαλώς ο άνθρωπος που χρειάζονταν η Ελλάδα. Ο άνθρωπος που θα επιβάλει το σεβασμό προς το πρόσωπό του και την υπακοή των άλλων. Δεν θα αμφέβαλλε κανείς ότι θέλει μια πλήρη και γρήγορη αποκατάσταση της τάξης στην Ελλάδα, και με τον τρόπο που βλέπει κανείς πως καταπιάνεται μ’ αυτήν ασφαλώς γρήγορα θα αρχίσει η πραγματοποίησή της. Δεν έχω γράψει σ’ όλη μου τη ζωή ένα πράγμα με μια επίσης τόσο πλήρη πεποίθηση.…΄Ελλειψη χρημάτων και κατάλληλων ανθρώπων για τις θέσεις αποτελούν απειλή σαν μια επικίνδυνη ξέρα, και αν ο Καποδίστριας δεν αποτύχει απ’ αυτό, δεν θα οφείλεται τούτο εντελώς στην ικανότητά του. Δεν καταλαβαίνω ακόμη πώς θα τα βρει με τους Υδραίους και τους Σπετσιώτες. Αν δεν τους πληρώσει είναι υποχρεωμένοι να ληστεύουν, αν τους πληρώσει πάλι, δεν μπορεί να τους εμποδίσει να ληστεύουν..» Π. Κ. Ενεπεκίδη: Πρόκες Ώστεν, Γράμματα προς τη Βιέννη 1824-1841.