«..οὗ δὲ τὸ Πνεῦμα Κυρίου, ἐκεῖ ἐλευθερία» – Σύγκριση μεταξύ χριστιανισμού-στωικισμού περί της ανθρώπινης ελευθερίας

9 Ιουνίου 2021

Η οντότητα του ανθρώπου αναπτύσσεται σε σχέση  με κάποιο  ανώτερο  από αυτόν παράγοντα (αυθεντία), ο οποίος  τον  ορίζει και θέτει τους  όρους και τις προϋποθέσεις της επιβίωσης του. Η επιβολή της αυθεντίας αντιτίθεται στην φυσική τάση του ανθρώπου να αναπτύσσεται  ελευθέρα. Αλλά  δεν υπάρχει απόλυτη ελευθερία στον κόσμο  διότι την εμποδίζει η φύση ο μεγαλύτερος αυθέντης.

Η φύση δεν έχει δωρίσει σε κανένα στοιχείο της το δικαίωμα της απεριόριστης δράσης, της απόλυτης ελευθερίας, δηλαδή.  Διότι περιορίζει τα πάντα στα όρια του θανάτου. Κατά συνέπεια  ο άνθρωπος σαν φθαρτή και αδύναμη ατομικά ύπαρξη, έχει λάβει από τη φύση μόνο σχετική ελευθερία. Την οποία όμως εκδηλώνει όχι ελεύθερα αλλά υπό την κηδεμονία κάποιας αυθεντίας και σε σχέση πάντα με το κοινωνικό αλλά και το φυσικό του περιβάλλον. (Μαντζαρίδης Ι,2009: 161-163) Ο άνθρωπος σαν τρεπτό όν είναι ατελές και ως εκ τούτου έχει «γνωμικό θέλημα» έχει,  δηλαδή δυνατότητα επιλογής. Για το λόγο αυτό δεν μπορεί να έχει απόλυτη ελευθερία. Μόνο ο θεός σαν άκτιστη ουσία μπορεί να έχει απόλυτη ελευθερία, διότι είναι όντως πρόσωπο. Η χριστιανική ελευθερία είναι η ένωση και η κοινωνία του Θεού με τον άνθρωπο. Ένωση η οποία ελευθερώνει τον νου από τα πάθη, από τη λογική και από τις περιβαλλοντολογικές επιδράσεις. Το τέλος αυτής της ένωσης είναι η νίκη επί του Θανάτου. (Βλάχος,1994: 108,371)

Ο εξωγενής παράγοντας είναι κάποια κοινωνική αυθεντία η οποία του ορίζει τους ηθικούς κανόνες και απαιτεί την απόλυτη εφαρμογή του. Σύμφωνα με τον φυσικό νόμο είμαστε εγκλωβισμένοι και καταδικασμένοι στην υποταγή διότι δεν μπορούμε να ξεφύγουμε από τα όρια.  Η απελευθέρωση του ανθρώπου  βρίσκεται στην απόλυτη ελευθερία η οποία δεν ανήκει  στον φυσικό κόσμο επειδή ο άνθρωπος είναι κτιστός και η αιτία της ζωής του είναι έξω από αυτόν. Η απόλυτη ελευθερία δεν γνωρίζει περιορισμό  και την γεύεται  η κτιστότητα όταν επεκταθεί στην αιωνιότητα και στην απεραντοσύνη του ακτίστου. Η μόνη δύναμη ικανή να βοηθήσει  τον άνθρωπο να υπερβεί τα όρια του είναι η θρησκεία. Διότι, κινείται στο χώρο του υπερφυσικού στον οποίο ο άνθρωπος ζητά την σωτηρία του. Αλλά και η θρησκεία ακόμη μπορεί να γίνει τροχοπέδη της ελευθερίας  αν οι ταγοί της δεν κατανοούν τον  αληθινό προορισμό της. Η θρησκεία συνοδεύει τον πόθο του ανθρώπου  στην αναζήτηση της τελείωσης του στο υπερβατικό ον. Με αυτό τον τρόπο διευρύνεται ο χώρος της ανθρώπινης ελευθερίας επειδή επεκτείνεται στο άπειρο (Θεός).(Μαντζαρίδης Ι,2009:162-163 )

Ο Χριστιανισμός από τη γέννησή του αλλά και από την ουσία του έχει σκοπό του να φανερώνει ότι δεν είναι θρησκεία αλλά αποκάλυψη. Είναι η εμφάνιση του άκτιστου (Θεός)  στο κτιστό (άνθρωπο) για να κατοικήσει σε αυτόν και να τον οδηγήσει στην αθανασία(αφθαρσία). Η Εκκλησία σαν Σώμα του Χριστού και αποκάλυψη δεν απορρίπτει τις εξωτερικές αυθεντίες αλλά τις δέχεται σαν παιδαγωγικό και προπαιδευτικό στάδιο. Δεν θα μπορούσε, άλλωστε, να κάνει διαφορετικά διότι δεν απορρίπτει τον νόμο, αλλά  όταν χρειαστεί τον κάνει ανενεργό υπερβαίνοντάς τον. Ο Θεϊκός νόμος δρώντας σαν εξωτερική αυθεντία συντρίβει τον αμαρτωλό άνθρωπο και δικαιώνει τον θάνατο. Η νίκη του θανάτου, ο οποίος είναι η καταστροφή  της ανθρώπινης ελευθερίας, αποτελεί την έσχατη εκδήλωση ισχύος του νόμου σαν εξωτερικής αυθεντίας. Ο θεϊκός νόμος έχει χρονικό περιορισμό  για να μην εμποδίζει την ανάπτυξη της ανθρώπινης ελευθερίας. Ο ρόλος του δεν είναι να  λειτουργεί σαν μία εσαεί αυθεντία, αλλά  να προπαρασκευάσει τον άνθρωπο, για να δεχθεί εντός του τα δώρα του  Χριστού: την εν αυτώ υιοθεσία και την εν Χριστώ ελευθερία.(Μαντζαρίδης Ι,2009:163-164 )

Η έλευση του Χριστού δεν είναι η εμφάνιση μιας νέας μορφής εξωτερικής αυθεντίας, αλλά αντίθετα η δύναμη η οποία θα άρει τον σταυρό του ανθρώπου συντρίβοντας κάθε εξωτερική αυθεντία. Η εν Χριστώ ζωή είναι η συνέχιση της κατά φύση ζωής του ανθρώπου  η οποία διακόπηκε μετά την αποβολή του από την φύση (Παράδεισο) κατά την πτώση του.  Οι ευαγγελικές εντολές, οι οποίες  καθρεπτίζουν  τις εντολές του Θεού,  είναι η υπενθύμιση της απολεσθείσης εν αρμονία με τη φύση του ζωής, η οποία του χαρίστηκε από τον Θεό, κατά την πλάση του «κατ’ εικόνα και ομοίωση Του». Ως εκ τούτου δεν είναι εντολές εξωτερικής επιβολής, διότι  ενυπάρχουν σε λανθάνουσα μορφή στον έσω άνθρωπο..(Κόιος, 2004: 83-84) Ο Χριστός αντικαθιστά με την αγάπη του την εξωτερική εξουσία με εσωτερική τελειότητα και ελευθερία. Ο Χριστός σαν Θεός και άνθρωπος  απαλλάσσει τον άνθρωπο από την αμαρτία και τον εξυψώνει στο επίπεδο του Θεού για να μετέχει στην τελειότητα, στην απόλυτη ελευθερία και στην ένθεη αγάπη.. (Μαντζαρίδης Ι,2009:164-165). Η Χριστιανική ζωή μετατρέπεται σε αυτόνομη όταν ο άνθρωπος εκτελεί άδολα τις ηθικές εντολές ορμώμενος από αγάπη και ελευθερία για αυτές και όχι από τον φόβο της τιμωρίας ή την προσμονή κάποιας αμοιβής.(Κόιος, 2004: 111-113)

Ο Απόστολος Παύλος είναι ο κατεξοχήν υμνητής της ελευθερίας σε όλες της τις μορφές στην Καινή Διαθήκη. Η ελευθερία για το Παύλο είναι η συνείδηση ότι ο άνθρωπος ελευθερώθηκε από την αμαρτία.  Η Παύλεια  ελευθερία είναι συνυφασμένη με την εν Χριστώ ζωή και η εσωτερική ελευθερία  είναι ίδιο του θρησκευτικού ανθρώπου. Ο Παύλος πίστευε όπως και οι στωικοί ότι η ψυχική ελευθερία είναι τόσο δυνατή και δεν επηρεάζεται από εξωτερικά κακά. Η ελευθερία βρίσκεται «ου δε το πνεύμα Κυρίου, εκεί ελευθερία» (Β΄Κορ. 3,18). Ένα άλλο κοινό σημείο μεταξύ των δύο σκέψεων (στωικής και Χριστιανικής)  είναι ότι ο ενάρετος άνθρωπος είναι ελεύθερος και ο φαύλος είναι δούλος και ότι ο άνθρωπος μπορεί να είναι ανεξάρτητος από τα κοσμικά αγαθά. (Ιωαννίδης,2001:189-191 ). Ο απόστολος Παύλος και οι στωικοί πιστεύαν στην ανθρώπινη αυτονομία και στην ηθική ελευθερία του ανθρώπου και στην απόλυτη υποταγή του στον Θεό . Η στωική Ειμαρμένη και ο παυλικός θείος προορισμός (Α΄ Κορ. 7, 17-18,  24) έχουν ένα κοινό παρονομαστή, δέχονται την ηθική ελευθερία του ανθρώπου. Συγκλίνουν εξ αυτού αν και ορμώνται από διαφορετικές ιδεολογικές αφετηρίες στην αρχή ότι ο άνθρωπος έχει απεριόριστες δυνατότητες και ότι έχει την ευθύνη των πράξεων του (Ιωαννίδης,2001:165 ).

Διαβάστε ολόκληρη τη μελέτη εδώ