Η μεγάλη κληρονομιά του Αποστόλου Παύλου και ο ιμάμης!

29 Ιουνίου 2021

Ασπασμός Πέτρου και Παύλου, σπάραγμα τοιχογραφίας, (50Χ65 εκ.), γύρω στα 1170-1180, Ιερά Μεγίστη Μονή Βατοπαιδίου Αγίου Όρους.

(Επιμέλεια αφιερώματος Στέλιος Κούκος)

Η ζωή μέσα στην Εκκλησία φέρνει τον πιστό αναπόφευκτα σε συνάντηση με αυτή τη μεγάλη, τη θυελλώδη προσωπικότητα, τον Απόστολο Παύλο. Για τον μέσο πιστό, δεν είναι μόνο το μέγεθος της αγιότητάς του, η συμβολή του στη διάδοση του χριστιανικού κηρύγματος ή η σημασία των κειμένων του, πολλά από τα οποία ακούμε στη Θεία Λειτουργία.

Είναι όλα αυτά μαζί και προφανώς και κάποια παραπάνω, τα οποία δυσκολευόμαστε να συνειδητοποιήσουμε, διότι η διδασκαλία του διαποτίζει το σύνολο της πίστης μας.

Λόγω ονόματος, ένιωθα μικρός μια μειονεξία σχετικά με τη μεγαλύτερη έμφαση που δινόταν στον τόπο μας στο πρόσωπο του Αποστόλου Παύλου, έναντι του Πρωτοκορυφαίου των Αποστόλων.

Αργότερα, άκουσα κάποιους να θεωρούν τον Απόστολο των Εθνών «υπεύθυνο», για μια υποτιθέμενη «παραχάραξη» του ευαγγελικού κηρύγματος. Κατόπιν κατάλαβα για τη νοησιαρχική προσέγγιση του πράγματος και για την καταφυγή σε ερμηνείες που θέλουν να δικαιολογήσουν την απόσταση από την Εκκλησία.

Η επαφή με τα θεολογικά γράμματα αποκάλυψε το εύστοχο των παύλειων παρατηρήσεων και το εξαιρετικό βάθος τους. Σύντομα διαπίστωσα ότι μπορεί κανείς να τον συναντήσει στις πιο αναπάντεχες «γωνιές» της εκκλησιαστικής σκέψης και πράξης.

Αργότερα δε, γνώρισα το δέος με το οποίο ετερόδοξοι αδελφοί έρχονται στη χώρα μας μόνο και μόνο για να προσκυνήσουν στα «βήματά» του.

Λυπηρό σημείο στην κατανόηση του λόγου του Αποστόλου Παύλου και στην ανάδειξη της προσωπικότητάς του, είναι η δυσκολία κατανόησης της γλώσσας του. Ενώ το ευαγγελικό κείμενο είναι συνήθως πιο απλό και προσιτό στον σημερινό άνθρωπο, οι περικοπές των αποστολικών αναγνωσμάτων είναι πιο πυκνές σε νοήματα και πιο απαιτητικές στη γλωσσική του κατανόηση.

Στις περισσότερες περιπτώσεις, χρειάζεται οπωσδήποτε κάποια προετοιμασία για να κατανοηθούν τα υψηλά νοήματα ειδικά των παύλειων Επιστολών. Και δυστυχώς αυτό συνήθως δεν συμβαίνει και έτσι ο πλούτος αυτός περνά ανεκμετάλλευτος από τις ακολουθίες μας.

Και όμως, για κάποιους άλλους δεν είναι το ίδιο. Ο Κύριος έδωσε και έζησα μια μοναδική εμπειρία, που αποκαλύπτει αυτήν την αλήθεια.

Πριν από μερικά χρόνια, λοιπόν, έτυχα σε ένα διεθνές συνέδριο, στην πόλη της Βηρυτού. Η πλειονότητα των συνέδρων προέρχονταν από μουσουλμανικές χώρες, από το Μαρόκο μέχρι το Πακιστάν, και ήταν επιστήμονες διάφορων ειδικοτήτων.

Οι μη μουσουλμάνοι/δυτικοί ήμασταν πέντε, σε ένα σύνολο 50 ανθρώπων περίπου. Στο επίσημο δείπνο του συνεδρίου κάθησε δίπλα μου ένας μουσουλμάνος κληρικός.

Ακολούθησε μεταξύ μας κατόπιν ο εξής διάλογος:
– Από πού είστε;
– Είμαι ιμάμης, ξέρετε, σε μια μικρή πόλη του Λιβάνου.
– Πώς ονομάζεται;
– Τύρος.
– Από την Τύρο;! Αλήθεια;
– Τη γνωρίζετε; Από πού;
– Μα βέβαια! Από την Αγία Γραφή, από την Ιστορία…
– Χαίρομαι πολύ γι’ αυτό! Εσείς από πού είστε;
– Από τη Θεσσαλονίκη, μια πόλη στο βόρειο τμήμα της Ελλάδας.
– Από τη Θεσσαλονίκη; Τη γνωρίζω τη Θεσσαλονίκη! Μα, αλήθεια, είστε από τόσο σπουδαία πόλη και μιλάμε για την Τύρο!
– Έχετε έρθει;
– Όχι.
– Και από πού τη γνωρίζετε; (Περίμενα να μου πει, από την Ιστορία)
– Μα φυσικά από τις Επιστολές του Αποστόλου Παύλου!
– … Τις γνωρίζετε;
– Και βέβαια!
– Είναι δυνατόν; Από πού;
– Κοιτάξτε, αφενός από το σχολείο. Εδώ, ξέρετε, τα καλύτερα σχολεία είναι των Καθολικών. Επομένως, όποιος σπουδάζει σε αυτά, παρακολουθεί όλα τα μαθήματα, ανεξάρτητα από το θρήσκευμά του. Εκείνη ήταν η πρώτη αφορμή. Από κει και πέρα, τις διαβάζω τακτικά. Είναι πολύ πνευματικά κείμενα! Βέβαια, όλη η Καινή Διαθήκη είναι πολύ αξιόλογο βιβλίο και μ’ αρέσει. Οι Επιστολές όμως του Αποστόλου Παύλου έχουν ξεχωριστή αξία και τις συμβουλεύομαι τακτικά, ειδικά όταν θέλω να ετοιμάσω κήρυγμα…

Εννοείται πως πέρα από τον εντυπωσιασμό, η συζήτηση μου άφησε μια γεύση μελαγχολίας και έναν βαθύ προβληματισμό. Για τις βεβαιότητές μας, για την απαξίωση των άλλων, για τον πλούτο που έχουμε και πρακτικά τον περιφρονούμε, για τις μεγάλες μορφές που έχουμε μπροστά μας και τις αφήνουμε να περνούν άγνωστες και αναξιοποίητες, που μας αρέσει τόσο πολύ να καυχιόμαστε και να αγνοούμε τη σπουδαία ρήση του μεγάλου Αποστόλου: «Καυχάσθαι δη ου συμφέρει μοι» (Β’ Κορ. 12, 1).