Η χριστιανική ανάγνωση της ελληνικής μυθολογίας

8 Ιουλίου 2021

ΠΡΟΛΟΓΙΚΑ

Η Χριστιανική υπόθεση δεν αρχίζει από τότε που ήρθε ο Χριστός στον κόσμο, δηλαδή την Χριστιανική εποχή,  αλλά αρχίζει από την Προχριστιανική. Οι  διάφορες κοσμοθεωρίες  επιχειρούν να ερμηνεύσουν την δημιουργία του κόσμου η κάθε μια με τον δικό της τρόπο.

Για τα δικά μας δεδομένα έχουμε δύο κοσμοθεωρίες, την Ελληνική και την Χριστιανική. Πηγές αυτών των κοσμοθεωριών για μεν τους αρχαίους Έλληνες είναι η μυθολογία, για δε τους Χριστιανούς είναι η Βίβλος και οι πατέρες της εκκλησίας. Το ερώτημα είναι αν αυτές οι δύο κοσμοθεωρίες συμπίπτουν, αν έχουν κοινά σημεία  ή αν η μία αντιγράφει την άλλη. Το θέμα είναι πολύ μεγάλο και απαιτεί μεγάλη διερεύνηση. Εμείς θα αρκεστούμε σε μια ενδεικτική παρουσίαση αυτού του θέματος.

ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ

          Πρώτα πρώτα πρέπει να διευκρινίσουμε τι είναι παραμύθι, τι είναι μύθος  και μυθολογία και ποια η σχέση τους με το γεγονότα.

          Το παραμύθι αναφέρεται σε γεγονότα, σε περιστατικά της ζωής και σε ιστορίες αλλά:

1ον δεν αναφέρεται σε συγκεκριμένα άτομα αλλά σε άτομα με την κοινωνική τους θέση ή την επαγγελματική τους ιδιότητα π.χ. βασιλιάς, βασιλοπούλα, άρχοντας, πριγκιποπούλα, ράφτης, ξυλουργός, γεωργός, βοσκός κλπ.

2ον έχει το στοιχείο της υπερβολής. Αναφέρεται σε συγκεκριμένα γεγονότα της καθημερινής ζωής αλλά πάντα με υπερβολικό τρόπο. Αυτό το στοιχείο είναι γοητευτικό για τους ανθρώπους και ιδιαίτερα στα παιδιά. Παραδεχόμαστε ότι αυτά που λέγει το παραμύθι είναι υπερβολικά, αλλά τα δεχόμαστε με κατανόηση μέσα στα πλαίσια μιας φανταστικής δημιουργίας. Επομένως το παραμύθι αναφέρεται σε γεγονότα, μόνο που αυτά τα παρουσιάζει με φαντασία και υπερβολή.

          Ο μύθος έχει πιο στενή σχέση με τα γεγονότα, διότι  πίσω από τα μυθικά γεγονότα κρύβονται πραγματικά γεγονότα, που με τον καιρό αλλοιώθηκαν, μεταμορφώθηκαν και μεγαλοποιήθηκαν. Γι’ αυτό ο μύθος αναφέρεται σε συγκεκριμένα γεγονότα, σε συγκεκριμένα πρόσωπα και σε συγκεκριμένα ονόματα. Επομένως ο μύθος απηχεί γεγονότα του παρελθόντος, τα οποία έχουν κι  αυτά πάρει υπερβολικές διαστάσεις.

Έχουμε δηλαδή κι εδώ το στοιχείο της υπερβολής.

Άλλο κοινό στοιχείο του μύθου με  το παραμύθι εκτός της υπερβολής είναι  η διδαχή. Διδακτικοί είναι και οι μύθοι και τα παραμύθια. Γι’  αυτό και δεν είναι παράδοξο το ότι τα διηγούμαστε στα παιδιά. Οι μύθοι του Αισώπου είναι διδακτικοί. Ο Αίσωπος αναφέρεται σε συγκεκριμένα γεγονότα και ανθρώπινες συμπεριφορές μόνο που τις αποδίδει στα ζώα. Η πονηριά για παράδειγμα αποδίδεται στην αλεπού,   η βραδύτητα στη χελώνα. Το ίδιο και στα παραμύθια. Έχουμε την κακιά Μάγισσα, τον κακό Λύκο, τον πανέξυπνο Ράπτη, την αθώα Κοκκινοσκουφίτσα, την νοικοκυρά Χιονάτη κλπ. Οι Ελληνικοί μύθοι, που διδάσκουν την εξυπνάδα συνδυασμένη με την γενναιότητα και την ανδραγαθία, είναι και αυτοί διδακτικοί, γεμάτοι από ανδραγαθήματα, όπως του Ηρακλή και του Θησέα, και παράλληλα απηχούν μια πραγματικότητα απόμακρη, βυθισμένη στο βάθος του χρόνου.

Οι λειτουργίες των Μύθων

Μια πρωταρχική λειτουργία της αφήγησης των μύθων ήταν να διασώσει για τους μεταγενέστερους τα σπουδαία γεγονότα του παρελθόντος.

Μια δεύτερη λειτουργία είναι η διδακτική και η παραδειγματική λειτουργία, με κοινή διαπίστωση μεταξύ των συγγραφέων ότι το παρελθόν θεωρείται παρακαταθήκη παραδειγμάτων.

Μια τρίτη αφορά την τέρψη που προσφέρουν, παρά τη διαμάχη μεταξύ των  συγγραφέων για το αν ήταν αυτός ο αρχικός σκοπός ή μόνο η διδαχή.

Η τέταρτη  λειτουργία των μύθων είναι η έκφραση της αλήθειας με αλληγορικό τρόπο: «Η πραγματική αξία ενός μύθου έγκειται στην αλήθεια που εκφράζει και όχι στην εικόνα με την οποία εκφράζεται».

Η πέμπτη λειτουργία αφορά το ρόλο των μύθων στην εξήγηση του παρόντος βάσει του παρελθόντος. Το παρελθόν εξηγεί το παρόν, αφού με την βοήθεια της φαντασίας μοιάζει να το έχει δημιουργήσει.

Τέλος μια έκτη λειτουργία είναι ότι μέσω της μυθολογίας τα νεαρά άτομα ενστερνίζονται την αρετή και μαθαίνουν να πράττουν το ορθό, προκειμένου να μην δέχονται τις αρνητικές συνέπειες των  ενεργειών των ανθρώπων.

ΚΥΡΙΟ  ΘΕΜΑ

 Πίσω από το παραμύθι πρέπει να διακρίνουμε μορφές κοινωνικής ζωής και πίσω από το μύθο πραγματικά γεγονότα, τα οποία με την πάροδο του χρόνου φαίνονται εξωπραγματικά. Θα αναφερθούμε σε μυθικές διηγήσεις που απηχούν ιστορικά γεγονότα, όπως η διήγηση για τους Κύκλωπες και για τους Πελασγούς, αλλά και ιστορικές διηγήσεις με μυθικά στοιχεία, όπως για τον Διγενή Ακρίτα και για τον κλέφτη Κατσαντώνη.

        Ξέρουμε ότι οι Κύκλωπες με την περιγραφή του Ομήρου στην Οδύσσεια μας φαίνονται υπερφυσικά όντα και μάλιστα με ένα μάτι, όπως του Πολύφημου,  που το τύφλωσε ο Οδυσσέας. Κι όμως οι αρχαιολόγοι  στη Δυτική Μακεδονία βρήκαν στις ανασκαφές τους ανθρώπινο κεφάλι με μία κόγχη στη μέση, που σημαίνει ότι οι άνθρωποι αυτοί είχαν ένα μάτι, όπως οι Κύκλωπες.

          Οι Πελασγοί που είναι Πρωτοέλληνες πιστεύεται ότι είχαν τεράστια σωματική δύναμη, με την οποία έκτισαν τείχη με τεράστιες πέτρες, όπως στις Μυκήνες, και τα τείχη αυτά ονομάστηκαν Πελασγικά ή Κυκλώπεια.

          Τον Διγενή Ακρίτα, που είναι κάποιο υπαρκτό ιστορικό πρόσωπο,  τα ακριτικά δημοτικά τραγούδια τον παρουσιάζουν σαν έναν υπεράνθρωπο, που έχει τεράστιες δυνάμεις, αφού στον θάνατό του  «αστράφτει ο ουρανός, σειέται ο πάνω κόσμος, δεν υπήρχε σπηλιά να τον χωρέσει, δρασκελούσε τα όρη και πηδούσε τις κορυφές των βουνών».  

Το μυθικό στοιχείο υπάρχει  όχι μόνο στα ακριτικά δημοτικά τραγούδια αλλά  και στα ιστορικά.  Τον  Κίτσο, όταν τον πιάσανε, τον πήγαιναν χίλιοι μπροστά και δυο χιλιάδες πίσω, ενώ μετά την μάχη που έκανε  ο Μπουκουβάλας με τους Μουσουχουσαίους, μετρήθηκαν τρεις φορές οι Τούρκοι και τους έλειπαν πεντακόσιοι και τα κλεφτόπουλα τους έλειπαν μόνο τρεις (Από τις Εκλογές του Ν.Πολίτη, υπάριθμ 50.

Η ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΣΚΟΠΙΑ

  Η σκοπιά από την οποία γίνεται η διερεύνηση στην παρούσα μελέτη είναι η Αγία Γραφή στις δύο εκδοχές της την Παλαιά και την Καινή Διαθήκη. Επειδή όμως το θέμα είναι τεράστιο θα αρκεστούμε σε μερικές περιπτώσεις με πολύ χαρακτηριστικές ομοιότητες. Ας δούμε λοιπόν αναλυτικά κάποιες από αυτές τις «ομοιότητες»:

ΝΩΕ ΚΑΙ ΔΕΥΚΑΛΙΩΝ

Ο κατακλυσμός του Νώε

Είναι γνωστή η ιστορία με τον Νώε και την κιβωτό του. Η Αγία Γραφή μάς λέει ότι   ορισμένοι γιοι του Θεού επαναστάτησαν κατά του Θεού, πήραν   ανθρώπινη μορφή και «έλαβον εις εαυτούς γυναίκας». Όταν ο Θεός είδε ότι περίσσευσε η ανομία αποφάσισε   να καταστρέψει τους ανθρώπους και να περισώσει μόνο τα μέλη της οικογένειάς του, την γυναίκα του, τους γιους του, τον Σημ,  τον Χαμ και τον Ιάφεθ και τις θυγατέρες του,  καθώς και όλα τα ζώα, πτηνά και ερπετά από ένα ζευγάρι το καθένα. (Γένεσις  κεφ. 6,7, 8). Από τα παιδιά και τις θυγατέρες του Νώε γεννήθηκαν νέοι άνθρωποι, που ξαπλώθηκαν σε όλη τη γη.

Ο   κατακλυσμός του Δευκαλίωνα

Ο Δίας, λέγεται, αποφάσισε να καταστρέψει με κατακλυσμό τη γενιά των ανθρώπων, γιατί ήταν διεφθαρμένη. Ο Προμηθέας ενημερώνει τον γιο του, Δευκαλίωνα, βασιλιά της Φθίας για τις βουλές του Δία και τον προτρέπει να φτιάξει μια κιβωτό, να τη γεμίσει με ζώα και εφόδια και να μείνει μέσα μαζί με την γυναίκα του την Πύρρα, κόρη του Επιμηθέα. Πράγματι, έγινε ο Κατακλυσμός και μετά από εννέα μέρες το πλοίο προσάραξε στην κορυφή του Παρνασσού κι έτσι  σώθηκε ο Δευκαλίωνας με την Πύρρα. Αυτοί δημιούργησαν το Γένος των Ηρώων (Τέταρτο Γένος) και την ανθρωπότητα, καθώς ο Δευκαλίων πετούσε πέτρες πίσω του και γίνονταν άντρες, και αντίστοιχα η Πύρρα πετούσε και αυτή πέτρες και γίνονταν  γυναίκες.

Είναι προφανής η ομοιότητα των δύο διηγήσεων. Όμως παρόμοιες ιστορίες  έχουμε και στις μυθολογίες άλλων λαών.

 Ο κατακλυσμός σε άλλους λαούς

Παραλλαγή της ίδιας ιστορίας συναντάται και στο Βαβυλωνιακό  Έπος του Γκιλγαμές. Πρόκειται για την εξιστόρηση των άθλων του Γιλγαμές, ο οποίος περιγράφεται ως δύο τρίτα θεός και ένα τρίτο άνθρωπος, δηλαδή ως ημίθεος.   Όμως ο Γιλγαμές δεν ήταν και τόσο ευχάριστο άτομο. Οι κάτοικοι της Ουρούκ παραπονέθηκαν στους θεούς ότι κάνει ασελγείς πράξεις και κινδυνεύουν οι θυγατέρες τους.  Η θεά Αρούρου δημιούργησε τον Ενκίντου με σκοπό να είναι ο άνθρωπος που θα αντιμετώπιζε τον Γιλγαμές, αργότερα όμως  ο Ενκίντου πέθανε χωρίς να τον αντιμετωπίσει.  Τελικά ο Γιλγαμές βρίσκει τον Ουτναπιστίμ, ο οποίος του λέει την γνωστή  ιστορία του κατακλυσμού.

Ακόμα πιο παλιός είναι ο σουμεριακός μύθος που μιλάει για τον «Ζιουσούδρα», ο οποίος αντιστοιχεί με τον Νώε της Αγίας Γραφής. Η μυθολογία των Αζτέκων ανέφερε τέσσερις προγενέστερες εποχές, στην πρώτη από τις οποίες οι κάτοικοι της γης ήταν γίγαντες. Αυτό μας θυμίζει και πάλι τους γίγαντες που αναφέρονται στην Αγία Γραφή αλλά και τους γίγαντες Πελασγούς με τα Κυκλώπεια τείχη. ( Γένεσις 6,4.) Αυτή η μυθολογία περιλάμβανε έναν πρωτόγονο μύθο για τον κατακλυσμό, σύμφωνα με τον οποίο «τα πάνω νερά συγχωνεύτηκαν με τα κάτω νερά, εξαφανίζοντας τους ορίζοντες και μετατρέποντας τα πάντα σ’ έναν ατέρμονο παγκόσμιο ωκεανό».

Ένας άλλος μύθος λέει ότι στην τέταρτη εποχή κυβερνούσε η Τσαλτσιγουιτλίκουε, η θεά του νερού, της οποίας ο κόσμος εξολοθρεύτηκε από έναν κατακλυσμό. Οι άνθρωποι διασώθηκαν με το να γίνουν ψάρια! Και οι Ίνκα είχαν παρόμοιους μύθους περί Κατακλυσμού. Και οι Μάγια, στο Μεξικό και στην Κεντρική Αμερική, είχαν κι αυτοί τους μύθους τους που περιλάμβαναν έναν παγκόσμιο κατακλυσμό.

Οι κατακλυσμοί αυτοί συνδέονται συνήθως με τη δημιουργία των ανθρώπων και με κάποια φανέρωση του θεού δημιουργού. Συνήθως θεωρείται ότι είναι αποτέλεσμα της θεϊκής τιμωρίας, που αφανίζει την υπάρχουσα ανθρωπότητα, προκειμένου να εμφανιστεί ένα καινούριο γένος.

Κοινά Στοιχεία στις διάφορες Μυθολογίες

Μια σύντομη ανασκόπηση μερικών  μυθολογιών, που υπάρχουν στον κόσμο, καταδεικνύει ορισμένα κοινά χαρακτηριστικά, πολλά από τα οποία μπορούν να αναχθούν στη Βαβυλώνα της Μεσοποταμίας, το λίκνο των περισσότερων θρησκειών. Υπάρχουν κοινά στοιχεία, είτε στα γεγονότα που αφορούν τη δημιουργία είτε στις αφηγήσεις για μια περίοδο κατά την οποία ημίθεοι και γίγαντες κατοικούσαν στη γη και ένας κατακλυσμός κατέστρεψε τους ασεβείς είτε στις βασικές θρησκευτικές αντιλήψεις όσον αφορά τη λατρεία του ήλιου και την αθανασία της ψυχής.

Το ότι πίσω από τους μύθους για τους κατακλυσμούς υπάρχουν μεγάλα γεωλογικά  φαινόμενα έρχονται να το επιβεβαιώσουν οι γεωλόγοι με τις διάφορες μελέτες τους.

 

ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΓΕΩΛΟΓΙΑ

Ο καθηγητής κ. Η. Μαριολάκος υποστηρίζει ότι οι μύθοι γεννιόντουσαν ως «εξηγήσεις» γεωλογικών φαινομένων και γενικότερα ότι η Μυθολογία συνδέεται στενά με ιστορικά, κοσμικά και γεωλογικά γεγονότα.

Η εποχή που οι θεοί «θύμωναν», γίνονταν σεισμοί και κατακλυσμοί, και δημιουργούνταν νέες στεριές, νησιά άλλα αναδύονταν από τη θάλασσα και άλλα καταποντίζονταν, χαρακτηρίζεται συχνά απλώς μυθική, άρα στη σφαίρα της φαντασίας. Στην πραγματικότητα όμως αυτοί οι μύθοι αντανακλούσαν μεγάλα φυσικογεωλογικά γεγονότα, που διασώθηκαν έτσι στο πέρασμα χιλιετιών. Ο κ. Μαριολάκος θεωρεί ότι η βάση της ελληνικής μυθολογίας χρονολογικά πρέπει να φτάνει ως το 16.000 πριν από σήμερα. Ο περιγραφόμενος από τον Διόδωρο τον Σικελιώτη κατακλυσμός του Δαρδάνου  στη Σαμοθράκη, που έγινε πριν από 14.000  έως 12.500 χρόνια προέκυψε από την είσοδο της Μαύρης θάλασσας στο Αιγαίο έτσι, που η περιοχή του Βοσπόρου (πόρος βοός) από κοιλάδα που ήταν, να αποκτήσει ένα στενό θαλάσσιο πέρασμα. Αλλά και τα πολλά επίθετα του Ποσειδώνα «Ίσθμιος», «Γεωσείστης», «Σεισίχθων» κ.ά. φανερώνουν μεγάλες γεωλογικές μεταβολές, όπως και οι μύθοι που σχετίζονται με τους Τιτάνες.

Οι ρίζες λοιπόν του αρχαιοελληνικού πολιτισμού κατά τα τελευταία 18.000 χρόνια κυρίως πιστεύει ο κ. Μαριολάκος ότι  συνδέονται με αυτές τις φυσικογεωλογικές μεταβολές και με το γεωδυναμικό καθεστώς που επικρατούσε στην περιοχή. Η ελληνική μυθολογία δεν είναι μόνον αποκύημα της φαντασίας των ευφάνταστων Ελλήνων αλλά υπάρχει άμεση σχέση ανάμεσα σε πολλούς μύθους και σε φυσικογεωλογικές διεργασίες

Ας δούμε όμως και άλλες περιπτώσεις ομοιότητας.

Προμηθέας και Χριστός

Κατά τη διάρκεια της Τιτανομαχίας ο Τιτάνας Προμηθέας τάχθηκε υπέρ του Δία και γι’ αυτό δεν τιμωρήθηκε, όπως οι άλλοι Τιτάνες. Η συμβολή του στην ανάπτυξη του ανθρώπινου γένους ήταν πολύ σημαντική. Κατά τον Λουκιανό, ο Προμηθέας, με την αρωγή της θεάς Αθηνάς, δημιουργεί τον πρώτο άνθρωπο (Χρυσό Γένος) από πηλό και φωτιά   και με μορφή όμοια με αυτή των θεών. Τα ζώα δημιουργήθηκαν μέσα στη Γη την ίδια περίοδο (μετά την Τιτανομαχία), αλλά από μίξη υλικών της Γης και της φωτιάς.  Όταν κλήθηκαν όλα τα όντα της Γης να βγουν στο φως, ανατέθηκε στον Προμηθέα και στον Επιμηθέα να δώσουν στο κάθε ον τις ικανότητες  που έπρεπε να έχουν. Ο Επιμηθέας  έδωσε όλες τις ικανότητες στα ζώα και στον άνθρωπο δεν είχε να του δώσει παρά λίγες τρίχες και νύχια ευπαθή και ανίσχυρα, γι αυτό και ο Προμηθέας ανέλαβε την προστασία του Ανθρώπου με την παροχή του μυαλού.

Αυτή είναι μια άλλη μυθολογική περιγραφή για την δημιουργία του ανθρώπου. Υπόψη ότι στην αρχαία Ελληνική Μυθολογία υπήρχαν πολλές μυθολογικές διηγήσεις για το ίδιο θέμα, ενώ στην Παλαιά Διαθήκη είναι μόνο μία, αυτή που περιγράφεται στη Γένεση.  Αυτό δεν πρέπει να μας ξενίζει, διότι η θρησκεία των αρχαίων Ελλήνων ήταν πολυθεϊστική. Σε όλες όμως τις εκδοχές της Ελληνικής Μυθολογίας υπάρχουν  προφανείς  ομοιότητες με την περιγραφή της Αγίας γραφής. Άλλη διήγηση της Ελληνικής Μυθολογίας σχετική με αντίστοιχη της Αγίας Γραφής είναι ο μύθος της Πανδώρας.

Πανδώρα  και Εύα

Οργισμένος ο Δίας ζητά από τον Ήφαιστο να του φτιάξει μια Γυναίκα. Έτσι δημιουργείται η Πανδώρα από ξηρά και θάλασσα. Ονομάστηκε έτσι, επειδή έλαβε πολλά χαρίσματα και δώρα από τους θεούς. Μαζί με αυτά παρέλαβε και ένα κουτί. Ο Ερμής  οδήγησε την Πανδώρα στον Επιμηθέα και εκείνος, παρά την συμβουλή του αδελφού του να μην δεχτεί δώρο από τον Δία, την έκανε γυναίκα του. Από το κουτί της Πανδώρας ξεχύθηκαν τα δεινά των ανθρώπων, ο θάνατος και η ελπίδα. Και πάλι ο Προμηθέας βοηθάει τους ανθρώπους και τους μαθαίνει την Ιατρική και τα βότανα.

          Την Πανδώρα θα την παρομοιάζαμε με την Εύα και όπως εκείνη από περιέργεια άνοιξε το κουτί, που της έδωσε ο Δίας για να την τιμωρήσει, έτσι και η Εύα από περιέργεια ήθελε να δει αν η εντολή που πήρε από τον Θεό να τρώει από όλα τα αγαθά του Παραδείσου εκτός από ένα, ήταν αληθινή. Από το κουτί της Πανδώρας ξεχύθηκαν όλα τα κακά του κόσμου στον άνθρωπο, από την παρακοή της Εύας και πάλι ξεχύθηκαν όλα τα κακά στον κόσμο.

 Είναι τυχαίες άραγε αυτές οι ομοιότητες; Ας δούμε ακόμη μία.

Ο Προμηθέας στον Καύκασο ο Χριστός στον Σταυρό

Η βοήθεια του Προμηθέα στους ανθρώπους με το να τους δώσει την φωτιά και να δημιουργήσουν πολιτισμό εξόργισε τον Δία, ο οποίος έδεσε τον Προμηθέα σε βράχια, στο όρος Καύκασο, και έβαλε έναν αετό να του τρώει το συκώτι κάθε πρωί. Επειδή ο Προμηθέας ήταν αθάνατος, κάθε βράδυ τα σπλάχνα του γιατρεύονταν. Στον «Προμηθέα Δεσμώτη» του Αισχύλου, μαθαίνουμε  ότι ο Προμηθέας αποκαλύπτει το μυστικό που αφορούσε την Θέτιδα.

Και εδώ οι ομοιότητες είναι καταπληκτικές. Ο Προμηθέας, όπως ο Χριστός, τιμωρείται για τα καλά που έκανε στους ανθρώπους.

Ο μύθος του σπηλαίου

Πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα προσέγγισης της ελληνικής σκέψης και συγκεκριμένα της Πλατωνικής σκέψης είναι και ο μύθος του σπηλαίου (Πλατ. Πολ 514a–521b).  Υπόψη ότι ο Πλάτων για πράγματα πολύ σημαντικά, τα οποία όμως δεν μπορούσε να εξηγήσει με τον ορθό λόγο, κατέφευγε σε μύθους, προκειμένου οι μαθητές του να σχηματίσουν κάποια ιδέα γι’ αυτά. Ο μύθος έχει ως εξής συνοπτικά. Στην παλιά εποχή  οι άνθρωποι ζούσαν σε ένα σπήλαιο, ήταν δεμένοι και είχαν τα νώτα τους προς τη στοά του σπηλαίου από όπου έμπαινε λίγο φως καθώς και οι σκιές των όντων που βρίσκονταν εκτός σπηλαίου. Σκοπός των δεσμωτών ήταν να αποτινάξουν τα δεσμά και να βγουν έξω στο φως, για να βλέπουν τα όντα, όπως είναι, και όχι τα είδωλα των όντων. Όταν λοιπόν βγήκαν από το σπήλαιο χάρη στο  φως του ήλιου,  μπόρεσαν  να δουν τα πράγματα όπως είναι.

Η αλληγορική σημασία του μύθου κατά τον Πλάτωνα είναι ότι όλοι οι άνθρωποι βρίσκονται μέσα σε σκοτεινό σπήλαιο, δέσμιοι των παθών τους. Σκοπός των δεσμωτών είναι να νικήσουν τα πάθη τους, να ελευθερωθούν, για να δουν την αλήθεια των πραγμάτων και όχι την εικονική πραγματικότητα. Η απαλλαγή από τα πάθη θα τους φέρει κοντά στην αλήθεια, γιατί ο νοητός ήλιος, «η Πρώτη Ιδέα, το Ύψιστον Αγαθόν» θα φωτίζει την διάνοιά τους και θα βλέπουν καθαρά τα πράγματα.

Η χριστιανική ανάγνωση του μύθου

          Κοιτάξτε τώρα πόσο κοντά είναι οι δυο κοσμοθεωρίες. Όντως ο άνθρωπος είναι δεσμώτης, δηλαδή δούλος των παθών του. Η απαλλαγή από τα πάθη θα δώσει την δυνατότητα στον άνθρωπο να βλέπει τα πράγματα όπως είναι. Αυτό όμως χωρίς τον Νοητό Ήλιο, τον Ήλιο της Δικαιοσύνης, τον Χριστό δεν μπορεί να γίνει. Η φώτιση του Χριστού λαμπικάρει το μυαλό του ανθρώπου και τον κάνει να βλέπει καθαρά την οδό της Αλήθειας, δηλαδή τον Χριστό, που είναι η πηγή κάθε αλήθειας.

Άλλο ένα παράδειγμα από το χώρο της εικονογραφίας.

Η Γέννηση ενός Θεού στην Ελληνική μυθολογία και στην Βίβλο

           Η Ρέα, η γυναίκα του Κρόνου, για να γλιτώσει το τελευταίο της παιδί από τον Κρόνο που έτρωγε τα παιδιά του, τύλιξε μια πέτρα και την έδωσε να την καταπιεί ο Κρόνος αντί του μικρού Δία.  Εδώ εντοπίζονται  ορισμένα γεγονότα παράλληλα με τη Γέννηση του Χριστού, ιδίως ως προς τον Ηρώδη: ο Κρόνος βασιλιάς τρώει τα παιδιά του, γιατί γνωρίζει από χρησμό πως ένας υιός θα του πάρει το θρόνο. Ο Ηρώδης πέρα από τη βρεφοκτονία υπήρξε και δολοφόνος τέκνων. Ο Δίας στον μύθο χαρακτηρίζεται «τέλειος» και στη συνέχεια ελευθερώνει τις θεότητες από την κοιλιά του Κρόνου. Ο Χριστός από την άλλη, τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος, έσωσε τους δικαίους από την κοιλιά του Άδη.

Στην περίπτωση του Διονύσου ο Ερμής οδηγεί τον μικρό Διόνυσο σε άντρο και τον παραδίδει στις Νύμφες, που ετοιμάζουν το λουτρό του. Η σκηνή του λουτρού παραπέμπει σε απεικονίσεις του λουτρού στην εικόνα της Γέννησης του Χριστού.

Κάτι αντίστοιχο συμβαίνει και σε διάφορες απεικονίσεις  με την γέννηση του Αχιλλέα, τον γόνο του Πηλέα με την Θέτιδα, και τον Ηρακλή, τον γόνο του Δία και της Αλκμήνης.  Και οι δύο έχουν θεϊκές ιδιότητες, αφού έχουν θεϊκή καταγωγή. Η γενεαλογία του Ηρακλή εμπεριέχει έναν νομιζόμενο θνητό πατέρα, τον Αμφιτρίωνα,  και έναν όντως πατέρα θεό, τον Δία. Και στο ευαγγέλιο  στην Γέννηση του Χριστού υπάρχει ως νομιζόμενος πατέρας ο Ιωσήφ και ο όντως πατέρας του, Ο Θεός Πατήρ.  Και στις δύο περιπτώσεις η γενεαλογία δεν είναι απόλυτα θεϊκή, διότι υπάρχει και το ανθρώπινο στοιχείο

Υπάρχουν κι άλλοι πολλοί μύθοι σχετικά με τον κατακλυσμό σ’ όλο τον κόσμο, αλλά οι λίγοι που παρατέθηκαν εδώ αρκούν για να επιβεβαιώσουν τον πυρήνα των μύθων, το ιστορικό γεγονός που αναφέρεται στο βιβλίο της Γένεσης. Οι σύγχρονοι κριτικοί έχουν χαρακτηρίσει μύθο την αφήγηση της Γένεσης της Αγίας Γραφής σχετικά με τα προκατακλυσμιαία γεγονότα. Βλέπουμε όμως ότι το γεγονός αυτό αντανακλάται σε πάρα πολλές μυθολογικές αφηγήσεις σ’ όλο τον κόσμο.

Διαβάζοντας αυτά τα πράγματα διερωτάται κανείς αν αυτές οι ομοιότητες είναι τυχαίες ή έχουν σχέση μεταξύ τους και ποια σχέση.  Πριν όμως απαντήσουμε σε αυτό το ερώτημα καλόν είναι να δούμε την γενικότερη σχέση του ελληνικού πολιτισμού και της χριστιανικής κοσμοθεωρίας.

Β΄ ΜΕΡΟΣ

ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ  ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ  ΚΑΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΥ

ΥΠΕΡ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΟΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ

            Η συνάντηση αυτή έγινε τον 4ο αιώνα και κυρίως  από τους τρεις  ιεράρχες, τον Μ. Βασίλειο, τον αδελφό του Γρηγόριο Νύσσης και τον Γρηγόριο Ναζιανζηνό. Οι Πατέρες αυτοί  φοιτούν στις φιλοσοφικές σχολές του 4ου αι. και στη συνέχεια καλούνται να αντιπαρατεθούν στους συχνά πρώην συμμαθητές τους εθνικούς και να απολογηθούν υπέρ της πίστης τους. Στον λόγο τους υιοθετούν αρχαία στοιχεία διαλεκτικής, ενώ   η γλωσσική μορφή του λόγου τους προσανατολίζεται στα αττικά γλωσσικά πρότυπα.

Ο Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός ως ποιητής   χρησιμοποιεί  στα επιγράμματα την αρχαιοελληνική γραμματεία ( Όμηρο, Αισχύλο, Σοφοκλή, Ευριπίδη, στον Ηρόδοτο, στον Πίνδαρο κ.ά).

Τι πήρε η Εκκλησία από τον Ελληνισμό;

Κυρίως τη γλώσσα, με την οποία διατύπωσε την αποκάλυψή της νέας Αλήθειας στα κείμενα της Καινής Διαθήκης και τα έργα των μεγάλων Πατέρων και εκκλησιαστικών συγγραφέων.

Επίσης από την ελληνική φιλοσοφία δανείστηκε έννοιες και όρους, για να διατυπώσει τα δόγματά της, όπως οι όροι: φύσις, πρόσωπο, ουσία, ενέργεια και πολλές άλλες. Η φιλοσοφία και η επιστήμη έδωσαν επιχειρήματα, για να υπερασπίσει η Εκκλησία το κήρυγμά της απέναντι στην ειδωλολατρική σκέψη, όπως έκαναν  οι Απολογητές του Χριστιανισμού, ενώ οι ηθικές αξίες του Ελληνισμού ήταν ένα στοιχείο επαφής με τις αρχές της χριστιανικής αγάπης και αρετής.

Η ελληνιστική τέχνη ήταν ένα άλλο στοιχείο που χρησιμοποίησε η Εκκλησία, αφού εξέφρασε τη θεολογία της τόσο με τις εικαστικές τέχνες και την αρχιτεκτονική, όσο και με τη λογοτεχνία.

Στο νότιο εξωνάρθηκα και αριστερά της εισόδου της μονής Διονυσίου εικονίζονται ως Έλληνες προφήτες ολόσωμοι οι επτά «φιλόσοφοι», ο Πλάτων, ο Απολλώνιος, ο Σόλων, ο Αριστοτέλης, ο Πλούταρχος, ο Θουκυδίδης και ο Χείλων, προφανώς γιατί στο έργο τους υπάρχουν σπέρματα αληθείας του Λόγου του Θεού.

Ο εξελληνισμός της χριστιανικής λατρείας

  Δεν υπάρχει τρόπος λατρείας ή στοιχείο λατρευτικό που, εξεταζόμενο, να μην αποδεικνύεται ότι, τελικά, δεν είναι ιουδαϊκό αλλά αρχαιοελληνικό. Και αυτό που εκ πρώτης όψεως φαίνεται κατεξοχήν χριστιανικό, μετά από προσεκτική έρευνα αποδεικνύεται αρχαιοελληνικό.

Μετά τη Γ΄ Οικουμενική Σύνοδο της Εφέσου το 431 μ.Χ.    επήλθε συγχώνευση των κατά τόπους θεοτήτων με το πρόσωπο της Παναγίας, ώστε στην Κύπρο για παράδειγμα να υπάρχει η Παναγία η Αφροδίτισσα.   Έτσι, αντί του Δία και του Απόλλωνα, στις κορυφές των βουνών   κατοίκησε ο προφήτης Ηλίας και έγινε έφορος της βροχής, των ανέμων, των βροντών και αστραπών. Οι Άγιοι Κοσμάς και Δαμιανός διαδέχτηκαν τους αρχαίους ήρωες Διόσκουρους. Ο Διόνυσος έγινε Άγιος Διονύσιος, ο Άγιος Νικόλαος, ο προστάτης των ναυτικών, αντικατέστησε τον Ποσειδώνα, τον θεό της θάλασσας, ο Άγιος Γεώργιος είναι ο θεός της στάνης και των προβάτων, ταυτόχρονα όμως, εικονίζεται έφιππος να καταπολεμά ένα δράκοντα, παράδοση που επιβίωσε από το μύθο του Περσέα, ο οποίος ιππεύοντας τον Πήγασο, σκότωσε το θαλάσσιο δράκο και απελευθέρωσε την Ανδρομέδα. Ο έφιππος Άγιος Δημήτριος, ο πολιούχος της Θεσσαλονίκης, δεν είναι τίποτε άλλο παρά η εξέλιξη του Θράκα ιππέα. Ο Άγιος Φανούριος συνεχίζει την παράδοση της Πυθίας διότι «φανερώνει» και ο Άγιος Ελευθέριος, που ελευθερώνει τις έγκυες γυναίκες, έχει και ετυμολογικά σχέση με την Ειλύθυια, τη θεά του τοκετού των αρχαίων Ελλήνων.

Οι παραστάσεις του Άδη και του Χάροντα των αρχαίων Ελλήνων επιβίωσαν επίσης στους μεταγενέστερους Έλληνες Χριστιανούς, ώστε σήμερα να υπάρχουν πλούσια όσα στοιχεία  στους κόλπους της Εκκλησίας (τριήμερα, εννιάμερα, κόλλυβα) μαζί με το λιβάνι και το θυμιατό και άλλα λατρευτικά στοιχεία που είχαν και οι αρχαίοι Έλληνες στους ναούς τους (Γ. Μέγας).

Όλα αυτά δεν σημαίνει ότι ο Χριστιανισμός πήρε αυτά τα στοιχεία από τον Ελληνισμό, αλλά η δημιουργία αυτών είναι αυτόνομη και οι πατέρες της εκκλησία πιστεύουν ότι όλα αυτά τα στοιχεία είναι στοιχεία του σπερματικού λόγου, που είναι αντανάκλαση του Θείου Λόγου. Είναι η κεκαλυμμένη αλήθεια της θύραθεν σοφίας που προετοίμασε τον ερχομό της αποκεκαλυμμένης Αλήθειας του Χριστιανισμού.

ΚΑΤΑ ΤΟΥ ΟΡΟΥ «ΕΛΗΝΟΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ»        

          Υπάρχουν όμως και μερικοί, όπως ο Π. Β. Πάσχος, που δεν συμφωνούν με τον όρο ελληνοχριστιανικός πολιτισμός. Συγκεκριμένα υποστηρίζει:

Η χρήση του όρου  ο ελληνοχριστιανικός πολιτισμός   τις περισσότερες φορές παρασέρνεται από συναισθηματισμούς πατριωτικούς.  Η συχνή αναδρομή των Πατέρων της Εκκλησίας στα κείμενα αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων, έδωκε δικαίωμα  σε μερικούς, όπως  στους Απολογητάς,  να βρίσκουν την πλήρη συμφιλίωση της ελληνικής φιλοσοφίας με τον Χριστιανισμό.

Ο 4ος αιώνας αντέταξε με όση δύναμη μπορούσε το μεγαλείο των χριστιανικών γραμμάτων, απέναντι στην ειδωλολατρική φιλοσοφία των εθνικών, με σύνεση και διάκριση.    Για να δεχτούμε πως δεν υπάρχει καμία σχέση ανάμεσα στο ελληνικό και στο χριστιανικό πνεύμα, χρειάζεται μεγάλη δόση αμάθειας ή εμπάθειας. Αλλά από αυτό το σημείο, ως το σημείο να παραδεχτεί κανείς πως είναι δυνατή η σύζευξη, και μάλιστα κατά ιδανικό τρόπο, υπάρχει αρκετός χώρος για να διατυπώσουμε   τις αντιρρήσεις ή τουλάχιστον τις επιφυλάξεις μας

Εκείνο, που πρέπει να λεχθεί κατηγορηματικά, είναι πως η σχέση, που υπάρχει ανάμεσα στο ελληνικό και χριστιανικό στοιχείο, είναι ίδια με εκείνη που υπάρχει ανάμεσα στο ένδυμα και στο σώμα του ανθρώπου. Όσο μπορεί να αφομοιωθεί το σώμα με το ένδυμα κατά «ιδανικό» τρόπο, άλλο τόσο κι ο Χριστιανισμός με τον Ελληνισμό.

Κανείς δεν απορρίπτει την προσφορά της «ελληνικής  θύραθεν σοφίας» προς τον Χριστιανισμό.   Οι φιλοσοφίες των θύραθεν αναλίσκονται στην αγωνιώδη προσπάθειά τους  να συλλάβουν και να ερμηνεύσουν το νόημα της ζωής. Ο Χριστιανισμός μας δείχνει την « Ὁδό τήν Ἀλήθεια καί τή Ζωή» και μας δίνει την δυνατότητα της μυστικής ενώσεως του ανθρώπου με τον Θεό μέσω των Μυστηρίων της Εκκλησίας.

 Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, συγκρίνοντας τους χριστιανούς με τους φιλοσόφους των Ελλήνων, λέγει:   «Τά ἀπό τοῦ στόματος τῶν Ἑλλήνων ἀπορρέοντα ρήματα, μάταια καί ἀκάθαρτα». Ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος λέγει ότι από την εθνική παιδεία εμείς οι χριστιανοί «κρατήσαμε ό,τι είναι έρευνα και θεωρία του αληθούς. Ό,τι όμως οδηγεί στους δαίμονες, στην πλάνη και στην άβυσσο της καταστροφής το απομακρύναμε».  Τελευταία, αξίζει να διαβάσει κανείς ολόκληρη την πραγματεία του Μεγ. Βασιλείου « πρός τούς νέους κ. λπ.», για να ιδεί πόση προσοχή τους συνιστά, όταν διαβάζουν τους θύραθεν συγγραφείς των « ἑλληνικῶν λόγων».

 Ύστερα όμως από αυτά τα κατά και τα υπέρ, πού   βρίσκεται η αλήθεια; Οι απόψεις του Ιουστίνου του φιλόσοφου ίσως μας βοηθήσουν.

 

ΙΟΥΣΤΙΝΟΣ Ο ΦΙΛΟΣΟΦΟΣ (πιθ. 100 – 165 μ.Χ.)

Η θεωρία του σπερματικού λόγου 

          Γι’ αυτές τις ομοιότητες, που παρατηρήσαμε,  διατυπώθηκαν δύο θεωρίες: η θεωρία του σπερματικού Λόγου και η θεωρία της επίδρασης της Ελληνικής Μυθολογίας από την Ιουδαϊκή. Από τις δύο αυτές θεωρίες η πρώτη, η θεωρία του σπερματικού Λόγου, είναι η επικρατέστερη, ενώ η δεύτερη αμφισβητήθηκε σοβαρά.   Ας δούμε από πιο κοντά την θεωρία αυτή του σπερματικού Λόγου.

Είναι γεγονός αναμφισβήτητο ότι ο Ιουστίνος παρέλαβε την έννοια του «σπερματικού λόγου» από το λεξιλόγιο της στωικής φιλοσοφίας. Εντούτοις το περιεχόμενο, με το οποίο χρησιμοποιήθηκε η έννοια αυτή στη θεολογία του, δεν έχει καμιά ουσιαστική σχέση με το στωικισμό[1].

          Κατά τον Ιουστίνο ο «σπερματικός λόγος» δεν σχετίζεται με τον παγκόσμιο και καθολικό λόγο ή τον πανθεϊσμό της στωικής φιλοσοφίας, αλλά με το Λόγο του Θεού, για τον οποίο γίνεται λόγος στον πρόλογο του «Κατά Ιωάννην Ευαγγελίου». Έτσι ο «σπερματικός λόγος» είναι γι’ αυτόν η έμφυτη δύναμη του Λόγου του Θεού, που ενυπάρχει και ενεργεί σε κάθε άνθρωπο ανεξαιρέτως, και  με την οποία ο Λόγος φωτίζει τη συνείδηση και τη διάνοια του ανθρώπου και τον καθοδηγεί στη μερική ανεύρεση της αλήθειας.  Η διδασκαλία του Ιουστίνου  δεν είναι στωική αλλά πέρα για πέρα βιβλική,  διότι η φωτιστική ενέργεια του Λόγου στον κόσμο δεν περιορίζεται αποκλειστικά και μόνο στους Χριστιανούς, αλλά επεκτείνεται σε όλους τους ανθρώπους, εφόσον ο Λόγος κατά τον Ιωάννη ως «το φως το αληθινόν… φωτίζει πάντα άνθρωπον ερχόμενον εις τον κόσμον» (Ιω. 1, 9) και όχι βέβαια μόνο τους Χριστιανούς.

Με βάση τα δεδομένα αυτά ο Ιουστίνος υποστηρίζει την άποψη ότι όλες οι αλήθειες, στις οποίες οδηγήθηκε η προχριστιανική ανθρωπότητα, είναι ουσιαστικά προϊόντα της φωτιστικής ενέργειας και παρουσίας του σπερματικού θείου Λόγου που ενεργεί αδιάκριτα σ’ όλους τους ανθρώπους, εφόσον βέβαια δεν συσκοτίζεται από τα πάθη και τις επιθυμίες τους. Έτσι όχι μόνο οι αλήθειες της Π. Διαθήκης, αλλά και οι αλήθειες της ελληνικής αρχαιότητας είναι στενότατα συνδεδεμένες με την αποκαλυπτική παρουσία και επενέργεια του Λόγου.

Ενώ όμως στην εποχή της Π. Διαθήκης ο Λόγος ενεργούσε αποκαλυπτικά και άμεσα στους Πατριάρχες και τους Προφήτες ως άσαρκος Λόγος, στην περίοδο της ελληνικής αρχαιότητας ενεργούσε έμμεσα ως σπερματικός λόγος μέσω των διαφόρων φιλοσόφων, ποιητών και συγγραφέων.  Με την έννοια αυτή ακριβώς υποστηρίζει ότι όλοι όσοι έζησαν κατά την προχριστιανική αρχαιότητα σύμφωνα με τις επιταγές του Λόγου, όχι μόνο οι προφήτες της Π. Διαθήκης  αλλά και οι Έλληνες φιλόσοφοι, καθοδηγούνταν από τον σπερματικό θείο λόγο.

Ωστόσο η πληρότητα της αποκάλυψης των θείων αληθειών υπάρχει κατά τον Ιουστίνο μόνο μέσα στον Χριστιανισμό, γι’ αυτό και η διδασκαλία της χριστιανικής πίστης είναι κατ’ αυτόν πολύ ανώτερη σε σχέση με τη διδασκαλία της ελληνικής φιλοσοφίας και διανόησης.

 Κλείνοντας το θέμα μπορούμε να τονίσουμε τα εξής:

Τόσο ο Ιουδαϊσμός όσο και ο Ελληνισμός αποτελούν προδρομικά φαινόμενα του Χριστιανικού, του Ιουδαϊσμού αποκαλυπτικά του Ελληνισμού κεκαλυμμένα. Ο Χριστιανισμός χρησιμοποίησε την πλούσια ελληνική γλώσσα, για να  εκφράσει τις υψηλές θεολογικές έννοιες, όπως τις ανέπτυξαν οι Πατέρες της εκκλησίας, αλλά και πολλά πολιτιστικά στοιχεία του Ελληνισμού, στα οποία έδωσε νέο νόημα και νέο περιεχόμενο. Κι αυτό, όχι μόνο γιατί ο ελληνικός πολιτισμός έδωσε την καλύτερη υποδομή, για να κτιστεί το οικοδόμημα της εκκλησίας του Χριστού, αλλά και γιατί, εφόσον απευθύνονταν σε κάποιους ανθρώπους, λογικό είναι να χρησιμοποιήσει τα παλαιά καλούπια, για να χύσει μέσα σε αυτά το νέο πνεύμα της εκκλησίας του Χριστού.

[1] Βλ. Γεωργίου Δ. Μαρτζέλου: η θεολογία του «σπερματικού λόγου»  και η σημασία της για  τους Διαχριστιανικούς και Διαθρησκειακούς διαλόγους (Διαδίκτυο).