«Η πνευματική εργασία στον εαυτό μας είναι αθόρυβη εργασία στον πλησίον»
15 Ιουλίου 2021«Αγίω Πνεύματι πάσα ψυχή ζωούται και καθάρσει υψούται, λαμπρύνεται τη Τριαδική Μονάδι ιεροκρυφίως».
Σεβασμιώτατε Μητροπολίτα Κασσανδρείας και Πολυγύρου κ. Νικόδημε, άξιε οιακοστρόφε της ευλογημένης αυτής επαρχίας, Σεβαστή Γερόντισσα, σεβαστοί πατεέρες, οσιότατες μοναχές, ευλαβείς προσκυνητές.
Τα Άγιο Πνεύμα τη συνεργία των άλλων δύο προσώπων της Παναγίας Τριάδος, με τρόπο μυστικό και άρρητο ζωογονεί και λαμπρύνει τις ψυχές των φιλότιμων αγωνιστών. Ιεροκρυφίως καθαρίζει εμπαθείς καταστάσεις. Εμπνέει την ολοκαρδια μετανοια. Γεννά τη φιλαδελφία και την ένθεη αγάπην. Διώχνει το φθόνο. Στρέφει το νού και την καρδιά με ευγνωμοσύνη προς τον Δωρεοδότη Κύριο. Και το έργο αυτό απεργάζεται το Άγιο Πνεύμα, όταν βρίσκει χώρο αναπαύσεως στην καρδιά του χριστιανού. Όταν ο άνθρωπος συνεργεί στη θεία επίσκεψη.
Το Πνεύμα του Θεού, που συγκροτεί την Εκκλησία και εκχέεται πλουσίως στους πιστούς, συνήγαγε κι όλους εμάς στην αποψινή πάνδημη σύναξη. Συνήγαγε πλήθος πολύ, κλήρου και λαού, ανδρών και γυναικών, παιδιών και ηλικιωμένων εις τιμήν και μνηήμην του Οσίου Πατρός ημών Παϊσίου του Αγιορείτου. Το Πνεύμα του Θεού μας συνήγαγε εις προσκύνησιν του χαριτοβρύτου τάφου του ομοιοπαθούς με εμάς οσίου. Ο οποίος, όμως, συνεργώντας στη χάρη του Πνεύματος ανέδειξε τις θείες δωρεές. Τις θείες δωρεές με τις οποίες τον πλούτισε η Εκκλησία διά του βαπτίσματος, που δέχθηκε από τον όσιο Αρσένιο. Όταν υπάρχουν γερές πνευματικές ρίζες αναπτύσσονται άριστοι καρποί.
Και μας καλεί ενώπιον του τάφου του ο Όσιος, να αποβάλλουμε τους εμπαθείς λογισμούς, να καθρεπτιστούμε μπροστά του. Με επίγνωση να εγκολπωθούμε το σωτήριο μήνυμα της πραγματικής μετανοίας και να στραφούμε στον Χριστό.
Διότι οι άγιοι, σε όσα υψηλά μέτρα αρετής κι αν έχουν φθάσει, δεν είναι αυτόφωτοι. Φωτίζονται από τον Ιησού Χριστό που είναι το φως του κόσμου. Και τον γνωρίζουμε μέσα στην Εκκλησία. Η αγιότητα είναι κατεξοχήν γνώρισμα του Τριαδικού Θεού. Ο όσιος Νικοδημος Αγιορείτης, προστάτης και οδηγός του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου μας, ιεραρχεί τα πράγματα. Γράφει για το Συναξαριστή, ο οποίος περιέχει βίους αγίων, ότι, «πολύφωτος εστιν ουρανός, ο οποίος ως μέγαν μεν Φωστήρα και λαμπρότατον ήλιον έχει τον Δεσπότην Χριστόν· ως Σελήνην δε αργυροειδή και πλησιφαή έχει την Υπεραγιαν Θεοτόκον· ως Αστέρας δε απλανείς και ανεκλείπτους περιέχει όλους τους χορούς των αγίων απάντων. Όθεν φωτιζει, θερμαίνει, ζωοποιεί και διεγείρει προς γονιμότητα των αρετών, όλην την του Χριστού Εκκλησίαν, και πάσαν την υφήλιον Κτίσιν».
Ο όσιος Παΐσιος έλεγε χαριτολογώντας, ότι την ημέρα της μνήμης τους οι άγιοι «κερνούν πνευματικά κανταΐφια!». Δίδασκε χαρακτηριστικά: «Εάν μπορής, να διαβάζης κάθε μέρα το Συναξάρι του Αγίου που γιορτάζει, για να συνδέεσαι με όλους τους Αγίους. Η μελέτη αυτή και γενικά των Συναξαρίων, πολύ βοηθάει, γιατί θερμαίνεται η ψυχή και παρακινείται να μιμηθεί τους Αγίους. Αφήνει τότε ο άνθρωπος στην άκρη κάθε είδος κακομοιριά και προχωρεί με λεβεντιά. Τα Συναξάρια βοηθούν στην ανδρεία την ψυχική, ακόμη και στο μαρτύριο» (Λογοι Στ΄, σ. 97). Στο βίο του αγίου Παϊσίου διαβάζουμε, ότι εκείνος μελετούσε κρυφά από ένδεκα χρονών τους βίους των αγίων (Ιερ. Ισαάκ, Βίος, σ.51). Όπως ομολογεί αργότερα ο ίδιος, «τα Συναξάρια είναι αγιασμένη ιστορία, γι’ αυτό πολύ βοηθούν- ιδίως τα παιδιά-, αλλά να μην τα διαβάζουμε σαν ιστορίες» (Λόγοι Β΄, σ.101).
Ας κρατήσουμε από εδώ την έκφραση «αγιασμένη ιστορία», όχι απλή ιστορία. Κι αυτό αποτελεί ένα άλλο στοιχείο που πρέπει να προσεχθεί. Ο όσιος Παίσιος είχε επίγνωση, ότι πολλές φορές από αδιάκριτη ευλάβεια μπορεί να γράφονται και λέγονται υπερβολές για τους αγίους. Συνήθεια που καταδικάσθηκε στην Πενθέκτη Οικουμενική Σύνοδο. Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο, ένα γεγονός που του συνέβη στο ξενοδοχείο στην Κέρκυρα, όπου είχε μαζί του τα λείψανα του αγίου Αρσενίου, το είπε μόνο σε δύο άτομα πνευματικά, «διότι φοβήθηκε μήπως το μάθουν περισσότεροι και οι γυναίκες από αδιάκριτη ευλάβεια μετά πλέξουν παραμύθια» (Άγιος Αρσένιος Καππαδόκης, σ. 14).
Η μελέτη του Βίου και των θεοφώτιστων λόγων του οσίου κατευθύνουν τους πιστούς προς την πηγή του φωτός, που είναι ο Κύριος. Ο θεοφόρος Παΐσιος ανήκει στη χορεία των Οσίων ασκητών και ανέδειξε τον εαυτόν του διά της Χάριτος του Παναγίου Πνεύματος, «έσοπτρον ακηλίδωτον της του Θεού ενεργείας και εικόνα της αγαθότητος αυτού» (Σοφ. Σολ. 7,26). Ετσι κατεστάθη, «της σοφίας οδηγός και των σοφών διορθωτής». (Σοφ. Σολ. 7,15).
Και είναι αληθές, ότι όλοι οι χριστιανοί καλούνται να γίνουν άγιοι. Να ανακαλύψουν την οδό της σωτηρίας.
Όλοι λαμβάνουν τα θεία δωρήματα, ολίγοι όμως τα αναδεικνύουν και τα καλλιεργούν. Όλοι βαπτίζονται στο όνομα της Παναγίας Τριάδος, ολίγοι τιμούν το βάπτισμα τους. Όλοι θεωρούνται μέλη της Εκκλησίας, ολίγοι όμως είναι ζωντανά και φωτόμορφα τέκνα της. Πολλοί φέρουν το όνομα του ορθόδοξου χριστιανού, ολίγοι το επιβεβαιώνουν στην καθημερινή ζωή κι όχι ιδεολογικά. Πολλοί διαβάζουν το Ευαγγέλιο, -εσχάτως και το Ψαλτήριον- καθώς και τους θεοφώτιστους λόγους του Οσίου Παϊσίου, ολίγοι αγωνίζονται χωρίς «σφιγμένα δόντια» και με αποστολική απλότητα να εφαρμόσουν εμπειρικά όσα διαβάζουν.
Κι αυτό είναι το πρώτο σημείο στο οποίο επέμενε ο όσιος Παΐσιος. Στην επιβεβαίωση δηλαδή των ευαγγελικών και θείων διδαχών διά της πείρας των πραγμάτων. Δηλαδή ακολουθούσε τη μέθοδο των λεγόμενων θετικών επιστημών. Παρατήρηση, πείραμα, επιβεβαίωση.
Όταν οι ευλαβέστατες μοναχές του Ησυχαστηρίου με προθυμία και πνεύμα μαθητείας κατέγραφαν, όσα εκείνος δίδασκε, κάποια στιγμή τις σταμάτησε και είπε: «“Τι γράφετε όλα αυτά; Για ώρα ανάγκης τα κρατάτε; Σκοπός είναι να τα δουλεύετε, να τα εφαρμόζετε. Και ποιος ξέρει τι γράφετε! Για φέρτε μου να δω!” Όταν του δόθηκαν ενδεικτικά οι σημειώσεις μιας αδελφής, η έκφρασή του άλλαξε· αναπαύθηκε και με ικανοποίηση είπε: “Πω, πω βρε παιδί μου, αυτή μαγνητόφωνο είναι! Τα έγραψε όπως ακριβώς τα είπα”» (Λόγοι Α΄ σ. 16).
Οι αδελφές στις οποίες είμαστε ευγνώμονες, με την ακριβή καταγραφή και τη φιλοκαλική συνέπεια, πέτυχαν κάτι πολύ σημαντικό: Η ροή των κειμένων του οσίου Παισΐου να είναι τόσο ανάλαφρη, όπως όταν τον άκουγαν, όσοι είχαν την ευλογία να τον συναντήσουν. Μετέφεραν στα βιβλία που επιμελήθηκαν, την ευκολία με την οποία εκείνος χρησιμοποιούσε την καθημερινή γλώσσα και τα σύμβολα του βίου απλών ανθρώπων, για να περιγράψει μεγάλες αλήθειες και να εξηγήσει τα τραχιά αλλά και εύκολα μονοπάτια της πνευματικής ζωής.
Ειδικά για τους κληρικούς και τους μοναχούς, και κατ’ επέκταση για όλους τους Χριστιανούς, ο όσιος επέμενε στην αθόρυβη εσωτερική εργασία. Έτσι δημιουργείται απόθεμα πνευματικό να ωφελούνται και οι συνάνθρωποι, έλεγε. Τόνιζε χαρακτηριστικά, συνδυάζοντας άριστα την προσωπική με την κοινωνική ευθύνη: «Η πνευματική εργασία στον εαυτό μας είναι αθόρυβη εργασία στον πλησίον, γιατί μιλάει το παράδειγμα, και τότε μιμούνται οι άνθρωποι το καλό που βλέπουν και διορθώνονται…. Ο χαριτωμένος άνθρωπος του Θεού μεταδίδει θεία Χάρη και αλλοιώνει τους σαρκικούς ανθρώπους. Τους ελευθερώνει από τη σκλαβιά των παθών και τους πλησιάζει μ’ αυτόν τον τρόπο στον Θεό και σώζονται» (Λόγοι Α΄, σ. 312).
Ορισμένοι θρησκευόμενοι άνθρωποι γίνονται συνήθως αποθήκες θεολογικών και πατερικών γνώσεων, αλλά μένουν άγευστοι της ζωής του Πνεύματος. Δεν επιτρέπουν στο Πνεύμα του Θεού να τους λαμπρύνει και να τους καταστήσει μετόχους του θείου φωτός. Γνωρίζουν πολλά θεολογικά θέματα, αλλά δεν κουνούν το δάκτυλό τους προς εφαρμογή των θείων λόγων. Τα λένε για τους άλλους. Οι άλλοι δήθεν έχουν την ευθύνη της εκκλησιαστικής και κοινωνικής κακοδαιμονίας. Μας θυμίζουν τους λόγους του Κυρίου: «Δεσμεύουσι γαρ φορτία βαρέα και δυσβάστακτα και επιτιθεέασιν επί τους ώμους των ανθρώπων, τω δε δακτύλω αυτών ου θέλουσι κινήσαι αυτά. πάντα δε τα έργα αυτών ποιούσι προς το θεαθήναι τοις ανθρώποις» (Ματθ. 23, 4-5). Η ευαγγελική αυτή αλήθεια επιβεβαιώνεται σήμερα όσο ποτέ άλλοτε. Κατάντησε νόσος λοιμική στο διαδίκτυο, και είναι χειρότερη από τον ιό της πανδημίας. Η επίφαση της πνευματικής ζωής και η εξυπηρέτηση κάθε σκοπιμότητας στο όνομα της πίστεως επιφέρει πνευματικό θάνατο και σύγχυση στους πιστούς.
Ένα άλλο σημείο εξίσου σημαντικό με το προηγούμενο -της προσοχής στην τήρηση των θείων λόγων κι όχι απλώς στη διανοητική γνώση- είναι η πνευματική νοηματοδότηση καθημερινών εννοιών.
Χάρη στο Όσιο Παΐσιο διδαχθήκαμε εκ νέου το ρωμαίικο φιλότιμο, την πνευματική αρχοντιά, την απλότητα, την απλότητα που οδηγεί στην παρρησία, τη λεβεντιά, την πνευματική γλυκύτητα, τη θεία παρηγοριά, τη νηπτική διάκριση, την εντέλεια. Διδαχθήκαμε να θεραπεύουμε το άγχος, να βάζουμε «την αγωνία στη γωνία», όπως χαριτολογώντας έλεγε, να μην πνιγόμαστε από πνευματική ασφυξία, να διώχνουμε τους «μπανταλούς λογισμούς», να φυλαγόμαστε από την αναίδεια, να οδηγούμαστε στην αυτογνωσία, που οδηγεί στη θεογνωσία.
Η διδασκαλία του απλή, αυθεντική. Ο λόγος του «άλατι ηρτημένος». Ευθύς και ελεγκτικός και ταυτόχρονα πράος και παρακλητικός. Αυστηρός στους σκληροκάρδιους αλλά και επιεικής στους αδύναμους. Έλεγε με σοφία : «Η φυσική απλότητα είναι η απλότητα που έχει ένα μικρό παιδί. Το παιδί, όταν κάνει μια αταξία το μαλώνεις και κλαίει. Αν μετά του δώσης ένα αυτοκινητάκι, πάει, τα ξεχνάει όλα. Δεν εξετάζει γιατί προηγουμένως το μάλωσες, επειδή ο μικρός δουλεύει με την καρδιά, ενώ ο μεγάλος με τη λογική». Και συνέχιζε: Όταν καθαρθεί η καρδιά από κάθε πονηρία και ιδιοτέλεια φθάνει στην κατάσταση της τέλειας απλότητας. «Μέσα στην αληθινή αγάπη του Χριστού, στην κατάσταση εκείνη της απλότητος και καθαρότητος, αναπτύσσεται η καλή παιδικότητα, την οποία ζητά ο Χριστός να αποκτήσουμε –γίνεσθε ως τα παιδία-, λέει. Στην εποχή μας όμως, όσο προχωράει η κοσμική ευγένεια, τόσο χάνεται η απλότητα, η αληθινή χαρά και το φυσικό χαμόγελο» (Λόγοι Ε’, σ.268).
Κι όπως χρησιμοποιούσε την περίπτωση του παιδιού, για να περιγράψει την απλότητα, θύμιζε τη μάνα και την διαβεβλημένη στις μέρες μας μητρότητα, για να περιγράψει την αγάπη: «Δεν φθάνει να αγαπάει κανείς τον άλλον· πρέπει να τον αγαπάει περισσότερο από τον εαυτό του. Η μάνα αγαπάει τα παιδιά της περισσότερο από τον εαυτό της. Μένει νηστικιά, για να ταΐση τα παιδιά της, αλλά νιώθει μεγαλύτερη ευχαρίστηση από εκείνα. Τα παιδάκια τρέφονται υλικά και η μητέρα πνευματικά. Εκείνα έχουν την υλική γεύση, ενώ αυτή έχει την πνευματική αγαλλίαση… Η μητέρα μάλιστα φθάνει να έχει περισσότερη αγάπη και θυσία από τον πατέρα, γιατί στον πατέρα δεν δίνονται πολλές ευκαιρίες, για να θυσιάζεται» (Λόγοι Δ΄, σ. 79-80).
Η διδαχή του οσίου θύμιζε συχνά τις ευαγγελικές παραβολές, τον συμβολικό προφητικό λόγο, την διακριτική πατερική παραίνεση. Διηγείται το εξής: «Μια μέρα έσκαβα τον κήπο μου, για να φυτέψω λίγες ντοματιές. Εκείνη την ώρα ήρθε κάποιος και μου λέει: – Τι κάνεις Γέροντα;. – Τι να κάνω; του λέω, εξομολογώ τον κήπο μου. –Καλά, Γέροντα, μου λέει, χρειάζεται κι ο κήπος εξομολόγηση; -Ασφαλώς χρειάζεται. Έχω διαπιστώσει πως, όταν τον εξομολογώ, βγάζω δηλαδή έξω πέτρες, αγριάδες αγκάθια κ.λπ. τότε βγάζει επίσημα κηπευτικά, αλλιώς οι ντομάτες γίνονται κιτρινιάρες, καχεκτικές!» (Λόγοι Γ΄, σ.246). Εδώ θα προσθέταμε, «ο έχων ώτα, ακούειν ακουέτω».
Και έρχομαι σε ένα άλλο σημαντικό σημείο. Σε κάθε εποχή πολλά λέγονται εναντίον της Εκκλησίας, η οποία υπάρχει όχι για τον εαυτό της αλλά για το λαό του Θεού.
Η Εκκλησία είναι ακμαία και ζώσα, όταν αναδεικνύει αγίους. Και δόξα τω Θεώ στην εποχή μας τόσοι νέοι άγιοι αναδείχθηκαν. Είναι αγία και άμωμη από τον ιδρυτή της, τον Κύριο. Καλώντας όλους να τηρούν την εντολή του Χριστού, “αγαπάτε τους εχθρούς υμών”, η Εκκλησία στέκεται στη μέση όλων των εχθρικών δυνάμεων». «Έτσι, είναι φυσικό η οργή που έχουν μέσα τους, μόλις συναντήσει την Εκκλησία στην πορεία της, να ξεσπά εναντίον της. Και η Εκκλησία που πραγματοποιεί το έργο του Χριστού επί της γης, δηλαδή τη σωτηρία όλου του κόσμου, δέχεται συνειδητά επάνω της το βάρος της γενικής οργής, όπως και ο Χριστός σήκωσε επάνω του τις αμαρτίες του κόσμου. Και αν ο Χριστός στον κόσμο αυτό της αμαρτίας διώχθηκε και έπρεπε να πάθει… τότε και η αληθινή Εκκλησία του Χριστού αναπόφευκτα θα διωχθεί και θα υποστεί το μαρτύριο. Αυτός είναι πνευματικός νόμος της εν Χριστώ ζωής» (όσιος Σιλουανός).
Αυτά τα γνώριζε κάλλιστα ο όσιός μας, γι’ αυτό μιλούσε για Μητέρα Εκκλησία. Τον απασχολούσαν πολύ οι ακρότητες που παρατηρούνταν τόσο στον κοινωνικό αλλά και τον εκκλησιαστικό χώρο.
Δίδασκε: «Να αποφεύγονται τα άκρα· με τα άκρα δεν λύνονται τα θέματα. … Τα δύο άκρα πάντα ταλαιπωρούν τη Μητέρα Εκκλησία και οι ίδιοι που τα κρατούν ταλαιπωρούνται, γιατί τα δύο άκρα συνήθως καρφώνουν… Δυστυχώς στην εποχή μας έχουμε πολλούς που ταράσσουν την Μητέρα Εκκλησία. Όσοι από αυτούς είναι μορφωμένοι έπιασαν το δόγμα με το μυαλό κι όχι με το πνεύμα των Αγίων Πατέρων. Όσοι πάλι είναι αγράμματοι, έπιασαν και αυτοί το δόγμα με τα δόντια, γι’ αυτό και τρίζουν τα δόντια, όταν συζητούν εκκλησιαστικά θέματα, και έτσι δημιουργείται μεγαλύτερη ζημιά στην Εκκλησία από αυτούς παρά από τους πολέμιους της Ορθοδοξίας μας» (Λόγοι Α΄, σ. 322-323).
Σεβασμιώτατε, σεβαστή Γερόντισσα αγαπητοί αδελφοί, δεν αρκεί ο χρόνος να περιγράψουμε σύνολη τη διδαχή και τους ασκητικούς αγώνες του οσίου Πατρός. Μια απλή γεύση προσπαθήσαμε να δώσουμε.
Συνοψίζοντας και ολοκληρώνοντας, θυμίζουμε το θείο ζήλο με τον οποίο ασκούσε την προσευχή, την ησυχία και τη νήψη. Θυμόμαστε το αξεπέραστο χιούμορ του ως μέσο επικοινωνίας αλλά και διδαχής. Θαυμάζουμε τα εύστοχα και εφευρηματικά λογοπαίγνια του, που συλλάμβαναν και απέδιδαν με μοναδικό τρόπο την πνευματική κατάσταση των ανθρώπων. Στεκόμαστε με δέος μπροστά στη βαθιά προσωπική σχέση του με το Θεό και τους αγίους της Εκκλησίας μας, την Κυρία Θεοτόκο, τους Αγγέλους, Αγία Ευφημία, Άγιο Λουκιλλιανό, και άλλους. Οδηγούμαστε σε αυτοκριτική, μπροστά στην πλατιά αφοσίωση του στην Εκκλησία και τη σημασία της ζωντανής Ορθόδοξης παράδοσης. Βλέπουμε τους καημούς του για τις τύχες του Γένους και τα παθήματα των συνανθρώπων του. Διδασκόμαστε από τον τρόπο με τον οποίο δεχόταν την κακοπάθεια για τον εαυτό του και ταυτόχρονα συγκατέβαινε προς τους αδελφούς που είχαν αδύναμο θέλημα. Διδασκόμαστε από τη λεβεντιά με την οποία υπέμεινε τη σωματική του ασθένεια. Διότι έλεγε, ότι περισσότερο τον ωφέλησε πνευματικά η αρρώστια του παρά οι ασκητικοί αγώνες. Τον ατενίζουμε να αίρει αγόγγυστα το Σταυρό του Κυρίου.
Να λοιπόν γιατί απολαμβάνει τώρα τα κάλλη του Παραδείσου, «συν πάσι τοις αγίοις». Να γιατί η πάνδημη αποψινή σύναξη.
Κι εμείς ως φιλότιμα πνευματικά του τέκνα τον παρακαλούμε: Όσιε Παΐσιε, «Ἐπίφανον ἄνωθεν ἡμῖν ὡς πρόμαχος κράτιστος, φρουρῶν, φυλάττων, λυτρούμενος ἐκ πάσης θλίψεως· στῆσον τῶν πολέμων τό δεινόν κλυδώνιον, τήν πίστιν τήν ὀρθόδοξον κράτυνον, εἰρήνην δώρησαι ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν δεόμεθα» (Ἀκολουθία, σ. 67).
Ευχηθείτε Σεβασμιώτατε, εσείς που κρατάτε στους ώμους σας και στο ιερό Ωμοφόριό σας τις ψυχές μας να καρπίσουν στη ζωή μας τα θεοφώτιστα λόγια του Οσίου Πατρός Παισΐου, για να δοξάζεται το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος. Αμήν.
(Ομιλία στην αγρυπνία του Ιερού Ησυχαστηρίου Αγίου Ιωάννου Θεολόγου Σουρωτής 12/7/2021)