Η συλλογή εικόνων του Βυζαντινού και Χριστιανικού Μουσείου

12 Αυγούστου 2021

Η ΣΥΛΛΟΓΗ  ΕΙΚΟΝΩΝ ΤΟΥ ΒΥΖΑΝΤΙΝΟΥ ΚΑΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΟΥ ΜΟΥΣΕΙΟΥ[1]

Το Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο ιδρύθηκε με τον νόμο 401 της 17ης Νοεμβρίου 1914, μέσα από μακρόπνοες πολιτιστικές διαδικασίες. Διασώζει στις συλλογές του πολύτιμα έργα εκκλησιαστικής και κοσμικής τέχνης, της παλαιοχριστιανικής, βυζαντινής και μεταβυζαντινής εποχής, γεγονός που το καθιστά μοναδικό σε εθνικό και διεθνές επίπεδο. Αντικείμενα μικροτεχνίας, εικόνες, ξυλόγλυπτα, γλυπτά, τοιχογραφίες, ψηφιδωτά, εκκλησιαστικά άμφια και σκεύη, παλαίτυπα και χειρόγραφα, χαρακτικά και σχέδια συνθέτουν ένα αξεπέραστο σύνολο αυθεντικής λατρείας και τέχνης, από τον 3ο μέχρι και τον 21ο αιώνα. Πρόκειται για συλλογές καταγεγραμμένες, χρονολογημένες και ψηφιοποιημένες, στο σύνολό τους.  Αρκετά από αυτά βρίσκονται εκτεθειμένα στη μόνιμη έκθεση του μουσείου, ενώ τα υπόλοιπα είναι αποθηκευμένα σε σύγχρονες, υψηλής αισθητικής αρχαιολογικές αποθήκες, ταξινομημένα θεματικά με τον πλέον επιστημονικό τρόπο,  και σε άριστες συνθήκες συντήρησης.

Η συλλογή εικόνων του Βυζαντινού και Χριστιανικού Μουσείου, κατέχει ξεχωριστή θέση ανάμεσα στις δέκα συνολικά αρχαιολογικές συλλογές. Οι βυζαντινές και μεταβυζαντινές εικόνες που περιλαμβάνονται σε αυτήν την κάνουν μοναδική, τόσο λόγω του αριθμού τους, περίπου 3.000 έργα, όσο και για την σπουδαιότητα των έργων, καθώς είναι αντιπροσωπευτικά των εικονογραφικών τύπων που κυριάρχησαν,  σε ένα μεγάλο γεωγραφικό χώρο,  για πολλούς αιώνες. Τα έργα αυτά χρονολογούνται από τον 9ο έως και τον 20 αιώνα και είναι σημαντικά, επιπλέον, λόγω της συμβολής τους στη μελέτη του πνευματικού βίου και του πολιτιστικού επιπέδου του ελληνορθόδοξου κόσμου. Τα εκκλησιαστικά κειμήλια αυτά έχουν μεγάλη ιστορική και καλλιτεχνική αξία, καθώς διασώζουν την ιστορική μνήμη της ελληνορθόδοξης πολιτιστικής κληρονομιάς.

Η  βασική συλλογή συγκροτήθηκε σταδιακά με την ενσωμάτωση  σε αυτήν και άλλων συλλογών. Πιο συγκεκριμένα, ο Γεώργιος Σωτηρίου συμπεριέλαβε τη συλλογή της Χριστιανικής Αρχαιολογικής Εταιρείας και των Κειμηλίων Προσφύγων, από ναούς των ελληνικών κοινοτήτων της Μικράς Ασίας και της Ανατολικής Θράκης (περισσότερα από 250 αντικείμενα, κυρίως εικόνες).  Η συλλογή εικόνων του μουσείου περιλαμβάνει και άλλες επιμέρους συλλογές, όπως είναι η συλλογή Σαρόγλου (περίπου 40 έργα) και οι ρωσικές εικόνες (περίπου 130 αντικείμενα).  Παράλληλα, στην αύξηση της συλλογής σημαντική ήταν η συμβολή των ιδιωτών, αρχαιοπωλών, συλλεκτών και φορέων του Δημοσίου, με αγορές, παραχωρήσεις, ευγενικές προσφορές και δωρεές έργων, κληροδοτήματα, αλλά και η παράδοση κειμηλίων από μητροπόλεις, μονές και ναούς της Ελλάδας, αλλά και διαλυμένες ελληνικές κοινότητες του εξωτερικού.

Επιπλέον, η απόκτηση περίπου 660 έργων της συλλογής του Κεφαλλονίτη συλλέκτη, Διονυσίου Π. Λοβέρδου (1878-1934), για συντήρηση και φύλαξη επ’ αόριστον, από το Βυζαντινό και χριστιανικό Μουσείο, το 1979, αποτέλεσε εξίσου σημαντικό γεγονός για τον εμπλουτισμό της συλλογής των εικόνων. Πρόκειται για μία από τις μεγαλύτερες και αξιολογότερες συλλογές μεταβυζαντινών έργων στον ελλαδικό χώρο, αξιόλογα δείγματα της κρητικής και της επτανησιακής ζωγραφικής. Ο κύριος όγκος της αφορά σε 470 μεταβυζαντινές, κρητικής και επτανησιακής τέχνης, εικόνες, έργα με τις υπογραφές των Μιχαήλ Δαμασκηνού, Εμμανουήλ Τζάνε, Θεόδωρου Πουλάκη, Ηλία Μόσκου, Νικόλαου Καλλέργη, Κωνσταντίνου Κόνταρη κ.ά., έργα δηλαδή επώνυμων ζωγράφων, από τα τέλη του 14ου έως και το 19ο αιώνα. Επίσης, ξυλόγλυπτα, έργα μεταλλοτεχνίας, εκκλησιαστικά άμφια και χειρόγραφα. Σήμερα ένα μέρος της Συλλογής  εκτίθεται στο ανακαινισμένο νεοκλασικό κτίριο Μέγαρο Τσίλλερ-Λοβέρδου, πρώην κατοικία του συλλέκτη. Με τον τρόπο αυτό, εκπληρώθηκε σχετική επιθυμία του, να εκτεθεί στο χώρο αυτό ένα μέρος της Συλλογής του.

Τα αντικείμενα των συλλογών του Βυζαντινού και Χριστιανικού Μουσείου, και ειδικότερα οι εικόνες, χαρακτηρίζονται από σπανιότητα, μοναδικότητα και υψηλή τέχνη. Ταυτόχρονα όμως,  τα αριστουργηματικά αυτά έργα ζωγραφικής αποτελούν αδιάψευστη μαρτυρία της  ζωντανής παρουσίας των Ρωμιών την εποχή της διαμόρφωσης του Νέου Ελληνισμού και αποδεικνύουν την αξεπέραστη καλλιτεχνική ποιότητα των δημιουργών τους. Τέλος, οι θεολογικοί συμβολισμοί τους τα καθιστούν αυθεντικά τεκμήρια και αδιάψευστους μάρτυρες της ιστορικής παρουσίας και της καθοριστικής συμβολής της Ορθοδοξίας στον κόσμο.

 

 Παραπομπές: 

 [1] Η εν λόγω μελέτη αποτελεί μέρος της μεταπτυχιακής διπλωματικής εργασίας μου, η οποία εκπονήθηκε στο πλαίσιο του μεταπτυχιακού προγράμματος «Σπουδές στην Ορθόδοξη Θεολογία», της Σχολής Ανθρωπιστικών Σπουδών, του Ελληνικού Ανοιχτού Πανεπιστημίου, και ολοκληρώθηκε τον Οκτώβριο του 2015.

ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Από τη Χριστιανική Συλλογή στο Βυζαντινό Μουσείο (1884-1930), κατάλογος έκθεσης ( Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο, 29 Μαρτίου 2002-7 Ιανουαρίου 2003), επιμέλεια  Ο. Γκράτζιου-Α. Λαζαρίδου, Αθήνα 2006.

Από τη Χριστιανική Συλλογή στο Βυζαντινό Μουσείο, 1884-1930, Κατάλογος Έκθεσης (Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο, 29 Μαρτίου 2002-31 Οκτωβρίου 2002), επιμέλεια Α. Λαζαρίδου–Ανδρέας Λαπούρτας,  Αθήνα 2002.

Καλαφάτη Καλλιόπη-Φαίδρα, «Συλλογή εικόνων», στο Ο Κόσμος του Βυζαντινού Μουσείου, Εικόνες, Αθήνα 2004, σσ. 130-227.

Κωνστάντιος Δημήτριος, Βυζαντινό Μουσείο, Το Παρελθόν, Το Παρόν και το μέλλον, Αθήνα 2009.

Κωνστάντιος Δημήτριος, Η Ιστορία της Χριστιανικής Αρχαιολογικής Εταιρείας,  Αθήνα 2009.

Μπαλτογιάννη Χρυσάνθη, Βυζαντινό Μουσείο, Τα νέα Αποκτήματα (1986-1996), κατάλογος έκθεσης (Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο, 17 Μαρτίου-26 Μαΐου 1997) , Αθήνα 1997, σσ. 8-13.

Μυρτάλη Αχειμάστου-Ποταμιάνου, «Εισαγωγή», στο Eικόνες του Bυζαντινού Mουσείου Aθηνών, Aθήνα 1998, σσ. 9-11.

 Οι Πύλες του Μυστηρίου, Θησαυροί της Ορθοδοξίας από την ελλάδα, Εθνική Πινακοθήκη, κατάλογος έκθεσης, επιμέλεια Μ. Μπορμπουδάκης, Αθήνα 1994, σσ. 40-49.