Η ποιμαντική των νέων στον μετανεωτερική κόσμο

20 Αυγούστου 2021

Πρέπει καταρχάς να συνειδητοποιήσουμε πλήρως και να παραδεχτούμε έντιμα ότι υπάρχει μεγάλη διαφορά μεταξύ της Ορθοδοξίας ως πολιτιστικής ταυτότητας και του συνειδητού Χρήστο κεντρικού τρόπου ζωής. Η πλειοψηφία του λαού μας αποδεικνύει καθημερινά ότι δεν έχει αντίρρηση για την πολιτιστική ταυτότητα αλλά και ότι αποφεύγει συστηματικά τον πνευματικό αγώνα και την αυταπάρνηση που αυτός απαιτεί. Αυτό σημαίνει πως οι εκκλησιαστικοί άνθρωποι, κληρικοί και λαϊκοί, θα πρέπει να πάψουμε να αποτελούμε μειοψηφία που έχει νοοτροπία πλειοψηφίας.

Το ποιμαντικό έργο της Εκκλησίας είναι ιδιαίτερα λεπτό και απαιτητικό και περιλαμβάνει πολλές απογοητεύσεις. Αρκετές από αυτές σχετίζονται με τους νέους. Επιχειρώντας να τους προσεγγίσουμε θα μας βοηθήσει ιδιαίτερα το να αποφύγουμε τον ενθουσιώδη ιδεαλισμό που φιλοδοξεί να… αλλάξει την οικουμένη. Ο ταπεινόφρων ρεαλισμός και η επίγνωση των σύγχρονων συνθηκών θα συμβάλλουν στην ωριμότητα του έργου μας μεταξύ των νέων. Πιστεύω πως είναι προτιμότερη η ποιμαντική εργασία που γίνεται σε βάθος έστω και με λίγα πρόσωπα, παρά η ρηχή ενασχόληση με πλήθος παιδιών και εφήβων.

Η Εκκλησία, από την μυστηριακή άποψη είναι η ευχαριστιακή εσχατολογική κοινότητα, το σώμα του Χρήστου. Επομένως, για να αποτελέσουμε μέλη της, θα πρέπει να επιθυμούμε ελεύθερα και αβίαστα την ένταξή μας στην ευχαριστιακή κοινότητα των εν Χριστώ αδελφών μας. Αυτό όμως μόνον αυτονόητο και αποδεκτό δεν είναι στην εποχή μας. Η ιδιότητα του μέλους της Εκκλησίας έχει επηρεαστεί βαθιά από τη σύγχρονη αποθέωση της ιδιωτικής ζωής. Το σύγχρονο κράτος, επειδή είναι κοσμικό και ανεξίθρησκο, θεωρεί τις λεγόμενες θρησκευτικές πεποιθήσεις ως ιδιωτική υπόθεση του κάθε πολίτη. Στις δημοκρατίες της μαζικής κατανάλωσης, αυτή η πραγματικότητα είναι απαραίτητη για τον διαχωρισμό των εξουσιών και την επίτευξη κοινωνικής ειρήνης, από την άλλη πλευρά όμως έχει επηρεάσει βαθιά τη στάση της πλειοψηφίας των πολιτών και της νεολαίας. Αυτή η ιδιωτικοποίηση των υπαρξιακών -μεταφυσικών θεμάτων είναι ένα από τα μεγαλύτερα εμπόδια της σύγχρονης ποιμαντικής όχι μόνο των νέων αλλά και των ενηλίκων. Όσοι εργαζόμαστε ποιμαντικά είναι συνετό να δείχνουμε ιδιαίτερη υπομονή και να θυμόμαστε πως θα χρειαστεί να περάσουν χρόνια για να σταθεροποιηθεί ένα νέο άτομο στην πνευματική ζωή. Επίσης, η εφηβική θρησκευτικότητα είναι από τη φύση της ρευστή και ευμετάβλητη και από ορισμένες αρνητικές προϋποθέσεις μπορεί εύκολα να εξανεμιστεί κατά την ενηλικίωση.

Όλα αυτά απαιτούν από το εκκλησιαστικό στέλεχος αντοχή στις απογοητεύσεις, κατάρτιση, υπομονή, ωριμότητα. Απαιτούνται κριτήρια ποιοτικά και όχι ποσοτικά, αποφυγή της ματαιοδοξίας που ορισμένες φορές διαβρώνει έντονα τις σημαντικές προσπάθειες στο χώρο της νεολαίας. Αρκετοί νέοι, και όχι μόνον, πλησιάζουν τον εκκλησιαστικό χώρο όχι επειδή θέλουν συνειδητά να ενταχθούν σε αυτόν (αρκετές φορές δεν είναι και ιδιαίτερα ελκυστικός), αλλά επειδή ζητούν υποσυνείδητα ψυχολογική στήριξη και καθοδήγηση για τα υπαρξιακά τους προβλήματα. Αυτές οι περιπτώσεις ενδέχεται να αποτελούν ποιμαντική ευκαιρία, μπορεί όμως και όχι. Έργο μας δεν είναι να θωπεύουμε και να καλπιάνουμε με λαϊκιστικό τρόπο, ούτε από την άλλη να γινόμαστε τιμητές της κοινωνικής διαφθοράς και αυτόκλητοι εισαγγελείς. Εργο μας νομίζω είναι να δίνουμε νηφάλια και ταπεινή μαρτυρία Χριστού.

Τέλος, ιδιαίτερα θα πρέπει να προσεχθεί το ζήτημα της μοναδικότητας του κάθε προσώπου, που αποτελεί θεμελιώδες στοιχείο του κατοίκων. Η ευχαριστιακή κοινότητα, η ενορία, θα πρέπει να λειτουργεί έτσι ώστε να αποφεύγει τις μαζικές λύσεις και να δίνει όσο το δυνατόν περισσότερη φωνή στα μέλη της. Αποτελεί πάγια πεποίθηση μου ότι πολλές πλευρές της λεγόμενης βυζαντινής μεγαλοπρέπειας, αλλά και άλλες μαζικές πομπώδεις εκκλησιαστικές εκδηλώσεις λειτουργούν ανασταλτικά και παρεμποδίζουν την προσέγγιση των νέων ανθρώπων. Σήμερα ο εσωτερικός κόσμος του κάθε ανθρώπου εκδιπλώνεται κυρίως στη γαλήνη του εξομολογητηρίου ή στη συζήτηση εκείνη όπου οι άλλοι μιλούν και εμείς ακούμε συνειδητά και συγκεντρωμένα, με άνεση χρόνου και αποφεύγοντας τις αζήτητες συμβουλές και τις στερεότυπες απαντήσεις. Στην κλινική πράξη των ψυχολογικών επιστημών έχει αποδειχθεί περίτρανα πως, για την ανάδειξη του ανθρώπινου προσώπου, χρειάζεται πρώτα από όλα η ψυχική κατανόηση του εσωτερικού του κόσμου (ενσυναίσθηση) και μετά όλα τα άλλα. Σε αρκετές περιπτώσεις, η ψυχική κατανόηση του συνανθρώπου προηγείται και αυτής της αγάπης ή μάλλον θεωρείται ως σπουδαία εκδήλωση ώριμης αγάπης σε σύγκριση με εξωτερικές αγαθοεργίες και συναισθηματισμούς.

Από ομιλία του στον Βόλο 24-9-2005.