Για τον Γέροντα που είχαν εγκαταλείψει άρρωστο και αβοήθητο

23 Σεπτεμβρίου 2021

(Επιμέλεια Στέλιος Κούκος)

Ένας γέροντας που ασκήτευε στα Κελλιά και έμενε μοναχός του, έτυχε να αρρωστήσει κάποτε.

Μην έχοντας κοντά του κάποιον υποτακτικό ή βοηθό, όταν μπορούσε να σηκωθεί, έτρωγε ό,τι έβρισκε στο κελλί του.

Έμεινε σ’ αυτή την κατάσταση για πολλές ήμερες, άλλα κανένας δεν ερχόταν να τον επισκεφθεί.

Όταν πέρασαν τριάντα μέρες και δεν είχε έρθει κανείς να τον ιδεί, έστειλε ο Θεός έναν άγγελο να τον διακονεί στην αρρώστια του.

Και σαν πέρασαν εφτά μέρες από την ημέρα που ήρθε ο άγγελος, τον θυμήθηκαν οι άλλοι πατέρες των Κελλίων και είπαν μεταξύ τους:
– Ας πάμε να ιδούμε μήπως αρρώστησε ο τάδε γέροντας.

Μόλις, λοιπόν, έφτασαν και χτύπησαν τη θύρα του, ο άγγελος εξαφανίστηκε.

Βλέποντάς το αυτό ο γέροντας, άρχισε να φωνάζει από μέσα:
– Φύγετε από δω, αδελφοί.

Και όταν εκείνοι έσπρωξαν δυνατά την πόρτα και μπήκαν, τον ρώτησαν γιατί φωνάζει έτσι.

Τότε εκείνος τους είπε:
– Έχω τριάντα μέρες που είμαι άρρωστος και υποφέρω, και κανένας σας δεν ήρθε να με ιδεί τι κάνω. Και να, που, εδώ κι εφτά ημέρες, ο Θεός έστειλε έναν άγγελο να με υπηρετεί· αλλά, καθώς ήρθατε και χτυπήσατε τη θύρα μου, ο άγγελος εξαφανίστηκε από κοντά μου…

Και λέγοντας αυτά τα λόγια, ο γέροντας εκοιμήθη εν Κυρίω.

Τότε οι αδελφοί θαύμασαν και δόξασαν τον Θεό, λέγοντας:
– Πράγματι, ο Κύριος δεν εγκαταλείπει ποτέ αυτούς που τον αναζητούν κ’ ελπίζουν σ’ Εκείνον.

 

Από το βιβλίο του Π. Β. Πάσχου, «Η πιο μεγάλη αρετή», των εκδόσεων Αρμός, σ. 44-45.