Η απομάκρυνση του μυστηρίου του Γάμου από τη Θεία Ευχαριστία

16 Σεπτεμβρίου 2022

Tο μυστήριο του Γάμου, όπως και η πλειονότητα των αγιαστικών τελετών της χριστιανικής Εκκλησίας, χαρακτηριζόταν από τη σύστασή του για την ιδιαίτερη τελετουργική συνάρθωσή του με τη Θεία Ευχαριστία. Κάθε πτυχή της ζωής των μελών του Σώματος ήταν συνυφασμένη με τη μυστηριακή ζωή της σύναξης, μεταξύ αυτών των σημαντικών στιγμών για τον πιστό συγκαταλέγεται και το μυστήριο του Γάμου. 

Ο Τιμόθεος Αλεξανδρείας (Ε’ αι.) αναφέρεται πρώτος στη σχέση του Γάμου με τη Θεια Ευχαριστία στον ΙΑ’ κανόνα των Ερωταποκρίσεών του. Η αρχική τέλεση του Γάμου εντός του πλαισίου της Θείας Λειτουργίας ήταν απαρέγκλιτη κατά τους πρώτους αιώνες. Ο Γάμος, εκτός από την τέλεση πλήρους Θείας Λειτουργίας, μπορούσε να τελεσθεί εντός ενός ειδικού τύπου ακολουθίας των Προηγιασμένων Δώρων, ο οποίος δεν έχει τον χαρακτήρα των πένθιμων ημερών της Μεγάλης Τεσσαρακοστής. Οι ανωτέρω δύο τρόποι υφίστανται από τον Ι’ έως και τον ΙΣΤ’ αι., με τις σχετικές πηγές να συνδέουν συνηθέστερα τον Γάμο με την Προηγιασμένη, παρά με τη Θεία Λειτουργία.

Η αρχική σχέση των δύο μυστηρίων σταδιακά άρχισε να ατονεί. Πρώτο κύριο πλήγμα για τον κλονισμό της τελετουργικής συνάρθρωσης των δύο μυστηρίων ήταν η πθ’ Νεαρά του Λέοντος Στ’ του Σοφού, που θέσπιζε την εκκλησιαστική ιερολογία του μυστηρίου ως τη μόνη νομικά αποδεκτή πράξη για την ισχύ της γαμικής σχέσης μεταξύ των υπηκόων της Αυτοκρατορίας. Η διάταξη αυτή αναφερόταν στους ελεύθερους πολίτες. Το δεύτερο και καθοριστικότερο σημείο για τον αποχωρισμό των δύο μυστηρίων συνιστά αντίστοιχο διάταγμα του Αλεξίου Κομνηνού, ο οποίος το 1092 επέκτεινε την αποκλειστικότητα του θρησκευτικού Γάμου σε όλους τους υπηκόους του, εντάσσοντας και την κοινωνική ομάδα των δούλων υπό το νομικό πλαίσιο της Νεαράς του Λέοντα. Ο αναγκαστικός χαρακτήρας του μυστηρίου διευκόλυνε τον αποχωρισμό του Γάμου από τη Θεία Ευχαριστία για πνευματικούς κυρίως λόγους, όπως αυτοί θα εκτεθούν στη συνέχεια.

Το οριστικό πλήγμα για την τελετουργική απόσχιση των δύο μυστηρίων αποτελεί η έκδοση του έντυπου Μεγάλου Ευχολογίου (ΙΘ’ αι). Στην έκδοση αυτή, αλλά και σε όλες τις επόμενες, η ακολουθία του Γάμου ή Στεφανώματος εκδίδεται κατά την έως σήμερα ισχύουσα τυπική διάταξη, σύμφωνα με την οποία δεν τελείται σε συνάφεια με τη Θεία Ευχαριστία ή με άλλο τύπο μετάληψης των Τιμίων Δώρων.

Το μόνο στοιχείο, που ομοιάζει στη Θεία Κοινωνία, είναι η μετάληψη οίνου από το κοινό ποτήριο του Γάμου. Το τελευταίο δεν είναι απλώς κατάλοιπο του αρχικού συνδέσμου με τη Θεία Ευχαριστία, αφού μπορούσε να δοθεί στο ζεύγος εκ παραλλήλου με τη Θεία Κοινωνία, αλλά σύμβολο του θαύματος στο Γάμο της Κανά, αλλά και συμβολισμός της ενότητας του ζεύγους. Ο Συμεών Θεσσαλονίκης αναφέρει, ότι κατά την εποχή του (ΙΕ’ αι.) το κοινό ποτήριο οίνου διδόταν μόνο σε όσους δεν ήταν άξιοι ή προετοιμασμένοι κατάλληλα για την μετάληψη των Τιμίων Δώρων, γεγονός που μαρτυρά ότι μέχρι τις μέρες του υπήρχε ζωντανός ο δεσμός των δύο μυστηρίων.

Τα αίτια της διάσπασης του δεσμού του Γάμου με τη Θεία Ευχαριστία μπορούν να αναλυθούν σε τέσσερα σημεία, από τα οποία δύο είναι ουσιαστικά, ενώ τα άλλα δύο δευτερεύοντα, αλλά καθοριστικά για την ιστορική εξέλιξη της σχέσης των ανωτέρω μυστηρίων.

  1. Το πρώτο στοιχείο, που οδήγησε στο διαχωρισμό της Θείας Ευχαριστίας από το μυστήριο του Γάμου είναι η σύναψη δεύτερου γάμου. Όποιος επιθυμούσε, όμως, να τελέσει δεύτερο γάμο, επιβαρυνόταν με το επιτίμιο διετούς αποκλεισμού από την ευχαριστιακή σύναξη, άρα και διετές καθεστώς ακοινωνησίας, οπότε δεν ήταν εφικτό, ούτε να παρίσταται στη Θεία Ευχαριστία, ούτε να μεταλάβει των Τιμίων Δώρων.
  1. Το δεύτερο στοιχείο είναι η τέλεση μεικτών γάμων, οι οποίοι συνάπτονταν μεταξύ ορθοδόξου χριστιανού και χριστιανού άλλου δόγματος (ή ακόμα, σε περιορισμένες περιπτώσεις, όπως στην Ινδία τον ΙΗ’ αι., με αλλόθρησκο). Να σημειωθεί ότι σταδιακά το ζήτημα αυτό διογκωνόταν, είτε με την απόσχιση των πρώτων αιρετικών ομάδων, είτε με το πλήγμα του Μεγάλου Σχίσματος Ανατολής και Δύσης (1054), πόσο δε μάλλον με τη Μεταρρύθμιση και την πολυδιάσπαση του χριστιανικού δυτικού κόσμου σε ποικίλες χριστιανικές ομάδες, με αμφίβολη ομολογία πίστεως και μυστηριακή ζωή. Και σε αυτήν την περίπτωση δεν ήταν εφικτή η μετοχή στη Θεία Ευχαριστία του συζύγου, ο οποίος ανήκε σε άλλο δόγμα, το οποίο δεν βρίσκεται σε κοινωνία με την ορθόδοξη Εκκλησία.
  1. Το τρίτο στοιχείο είναι η χαλάρωση της πνευματικής ζωής των πιστών. Η εκκοσμίκευση των μελών της Εκκλησίας σε συνδυασμό με την απομάκρυνση από την μυστηριακή ζωή δεν καθιστούσε πάντοτε εφικτή τη μετοχή των νέων συζύγων στη Θεία Ευχαριστία, αφού με την ατροφία της πνευματικής ζωής αυξήθηκαν και τα κωλύματα μετοχής στο μυστήριο, δεδομένου και του αναγκαστικού χαρακτήρα της σύναψης του γάμου αποκλειστικά με εκκλησιαστική τέλεση, ώστε να έχει αναγνωρισμένη ισχύ.
  1. Το τέταρτο σημείο αποτελεί προέκταση και τον αντίποδα του προηγουμένου, αφού εκτός από την πνευματική χαλάρωση, υπήρξε κατά περιόδους δυσμενείς, όπως η Τουρκοκρατία ένα ιδιότυπο κλίμα ηθικολογίας. Ο άκρατος ευσεβισμός, σε συνδυασμό με έξωθεν επιδράσεις, όπως ο Σχολαστικισμός της Δύσης, επιβάρυναν την πνευματική ζωή των πιστών χριστιανών, θέτοντας εαυτούς σε ιδιόμορφη κατάσταση αυτοτιμωρίας και αυτοαφορισμού. Αρνητικό στοιχείο απετέλεσε η επιβολή του μοναστικού τρόπου ζωής στις ενοριακές συνάξεις και μάλιστα στα έγγαμα μέλη. Σε συνέχεια του κλίματος αυτού δημοσιεύθηκαν από μοναχούς ποικίλες κανονικές συλλογές, τα λεγόμενα Εξομολογητάρια ή Κανονάρια, όπως για παράδειγμα το Κανονάριο του Ιωάννου του Νηστευτού, οι οποίες θεωρούσαν ανεπαρκείς τις συλλογές των ιερών κανόνων, προέβαιναν σε εμπλουτισμό και ερμηνείες των ισχυόντων κανονικών διατάξεων και συστηματοποιούσαν εκκλησιαστικά ήθη και έθιμα. Ο κανόνας πλέον έλαβε την έννοια του επιτιμίου, βαρύνοντας με επιπτώσεις τους πιστούς, που εξαναγκάζονταν ακόμα και σε πολυχρόνια διακοπή ευχαριστιακής κοινωνίας.

Ένα τελευταίο ζήτημα, το οποίο οδηγεί αναγκαστικά στο διαχωρισμό των δύο μυστηρίων, είναι η ιδιωτικοποίηση του μυστηρίου του Γάμου, που πλέον δεν έχει καμία επαφή με την εκκλησιαστική κοινότητα. Ο Γάμος τελείται πλέον σε κλειστό κύκλο, με παρόντα μόνο προσκεκλημένα πρόσωπα και με τον παραμερισμό της ευχαριστιακής σύναξης, που είναι ο πυρήνας της χριστιανικής ζωής και επί του οποίου βιώνεται κάθε πράξη και πτυχή του βίου καθενός μέλους της. Η Θεία Ευχαριστία δεν συνιστά σε καμία περίπτωση ιδιωτική τελετή, αλλά μυστήριο κοινωνίας. Η ιδιωτικότητα της ακολουθίας του Γάμου, όπως και άλλων ακολουθιών, απειλεί τον μυστηριακό χαρακτήρα του Γάμου, αφού, όπως είδαμε τον αποσυνδέει από την δομή, εντός της οποίας είναι η φυσική θέση του.

Σε κάθε περίπτωση είναι αναγκαίο να αναδειχθεί η ουσία του μυστηρίου του Γάμου και να τονισθεί ο μυστηριακός χαρακτήρας έναντι της κοσμικά κοινωνικής διάστασης ή της γραφειοκρατικής πτυχής του, για τη νομική εξασφάλιση όσων προσφεύγουν στην τέλεσή του. Η επανασύνδεση του μυστηρίου του Γάμου με τη Θεία Ευχαριστία είναι ακόμα εφικτή, αρκεί να επιλυθούν οι όποιες παρεξηγήσεις υπάρχουν και να ανανοηματοδοτηθεί το περιεχόμενό του ως μυστηρίου, η αξία του για τη ζωή των πιστών και βεβαίως ο εκκλησιολογικός χαρακτήρας του.

 

Βιβλιογραφία

Ζήση Θ. Ν., Μεγαλύνθητι, Νυμφίε. Η ιερολογία του θρησκευτικού ορθοδόξου Γάμου, εκδ. Αποστολικής Διακονίας, Αθήνα 1992.

Καλλινίκου Κ., Ο χριστιανικός ναός και τα τελούμενα εν αυτώ, εκδ. Γρηγόρη, Αθήνα 1969.

Μιλόσεβιτς Ν., Η Θεία Ευχαριστία ως κέντρον της Θείας Λατρείας. Η σύνδεσις των μυστηρίων μετά της Θείας Ευχαριστίας, εκδ. Π. Πουρναρά, Θεσσαλονίκη 2005.

Ράλλη Γ. Α. – Ποτλή Μ., Σύνταγμα των θείων και ιερών Κανόνων των τε Αγίων και Πανεφήμων Αποστόλων και των Ιερών Οικουμενικών και Τοπικών Συνόδων και των κατά μέρους Αγίων Πατέρων, τ. Δ’, Αθήναι 1854.

Συμεών Θεσσαλονίκης, «Περί του τιμίου νομίμου γάμου», Migne PG 155, σ. 504-516.

Τζέρπου Δημ., Ο αγιασμός της ζωής των πιστών. Μελέτες επί των ιερών ακολουθιών του Μικρού Ευχολογίου, Σειρά: Σύγχρονοι λειτουργικοί προβληματισμοί, αρ. 3, εκδ. Τήνος, Αθήνα 2006.

Φουντούλη Ιω., Λειτουργική Α’, Εισαγωγή στη Θεία Λατρεία, εκδ. Μυγδονία, Θεσσαλονίκη 1993.

naxioimelistes.blogspot.com