Θηρία, θεάματα και η περίπτωση του Παύλου

21 Σεπτεμβρίου 2021

Ο απόστολος Παύλος στην πρώτη προς Κορινθίους επιστολή κάνει την εξής αναφορά: «εἰκατὰἄνθρωπονἐθηριομάχησαἐνἘφέσῳ»(Α΄ Κορ. 15:32). Η αναφορά αυτή μέχρι και σήμερα προκαλεί αρκετά μεγάλη απορία στους ερευνητές, διότι οι ίδιοι αναρωτιούνται εάν ο Παύλος κάνει αυτή την αναφορά του μεταφορικά ή κυριολεκτικά. Πουθενά αλλού στις παύλιες επιστολές ή στις Πράξεις δεν γίνεται αναφορά σε αυτό το γεγονός. Όπως επίσης και στην λίστα των παθημάτων του Παύλου στην Β΄ Κορ. 11:23–29 δεν γίνεται κάποια αναφορά στην πάλη του αποστόλου με κάποιο άγριο ζώο[1]. Άλλωστε, είναι αδύνατο να έριξαν στην αρένα τον Παύλος από την στιγμή που έφερε την ιδιότητα του Ρωμαίου πολίτη. Επομένως, μάλλον την λέξη αυτή ο Παύλος την χρησιμοποιεί μεταφορικά, παρά κυριολεκτικά[2].

Η φράση «ἐθηριομάχησα» του Παύλου, αποκαλύπτει μια ιδιαίτερη συμπεριφορά των ανθρώπων που είχαν απέναντι στα άγρια ζώα κατά την περίοδο της ρωμαϊκής κυριαρχίας. Τα άγρια ζώα αιχμαλωτίζονταν και προσφέρονταν ως αιματηρά θεάματα στην αρένα[3]. Η λέξη «θηριομαχέω» σημαίνει μάχη με άγρια ζώα. Συνήθως η μάχη αυτή ήταν γνωστή στον άνθρωπο της εποχής ως μάχη κάποιου ανθρώπου με άγρια ζώα στην αρένα με σκοπό να προσφερθεί θέαμα. Όμως, η πάλη με κάποιο άγριο θηρίο κατανοείται και η αντιμαχία ενός βοσκού-ποιμένα με κάποιο άγριο μεγάλο θηλαστικό με σκοπό να προστατέψει το κοπάδι του, από κάποια επίθεση[4]. Ακόμη, ο θηριομάχος (bestiarius) είναι αυτό το άτομο που μαχόταν εναντίων των άγριων ζώων στην αρένα.

Όπως αναφέραμε πουθενά αλλού στην Καινή Διαθήκη δεν καταγράφετε κάτι παρόμοιο. Μόνο ο άγιος Ιγνάτιος Αντιοχείας κάνει μια τέτοια μνεία στις επιστολές του, όπως και στο Μαρτύριο Πολυκάρπου[5]. Μια ακόμη ενδιαφέρουσα αναφορά βρίσκεται στο απόκρυφο: Πράξεις Παύλου, όπου ο συγγραφέας επηρεασμένος από τον λόγο του Παύλου καταγράφει ένα γεγονός μεταξύ ενός λιονταριού και του αποστόλου. Το γεγονός έχει ως εξής: Ο απόστολος ενώ βρισκόταν στα παράλια της Παλαιστίνης και προσευχόταν, ένα λιοντάρι τον πλησίασε, ξάπλωσε στα πόδια του και ζήτησε να βαπτιστεί. Αργότερα, αφού ο Παύλος συλλαμβάνεται στην Έφεσο, τον ρίχνουν στα θηρία και αυτός έρχεται αντιμέτωπος με το λιοντάρι που συνάντησε. Το λιοντάρι τον αναγνωρίζει και δεν του επιτίθεται. Στο τέλος με θαυμαστό τρόπο, ο απόστολος και το λιοντάρι, διαφεύγουν την σύλληψη τους και σώζονται[6].

Υπάρχει λοιπόν περίπτωση ο Παύλος να ρίχτηκε στα θηρία και να επιβίωσε από αυτά; Ο άγιος Ιγνάτιος κάνει αναφορές σε περιπτώσεις όπου Χριστιανοί επιβίωσαν από τέτοιες αναμετρήσεις άγριων θηρίων, επειδή τα λιοντάρια αρνούνταν να επιτεθούν το θύμα τους (Προς Ρωμαίους, 5:2). Για να μπορέσουμε όμως, με ακρίβεια να απαντήσουμε τι υπονοεί ο Παύλος είναι σωστό να δούμε την φράση αυτή στα πλαίσια όλης της θεολογίας της επιστολής. Ο Παύλος ενδιαφέρετε να παρουσιάσει ότι αυτή η ζωή είναι πρόσκαιρη, καθώς η ενότητα των πιστών βρίσκεται στην ανάσταση. Ο Παύλος δεν υπήρξε κυριολεκτικά θηριομάχος, αλλά το χωρίο αυτό για τους ερμηνευτές συνεχίζει να αποτελεί cruxinterpretum για αρκετούς ερμηνευτές. Έτσι, αν και βλέπουμε τους περισσότερους ερμηνευτές να αναφέρονται στην μεταφορική έννοια της φράσης, έχουμε και ορισμένους που την προσεγγίζουν κυριολεκτικά. Μια κυριολεκτική προσέγγιση συναντάμε και σε Πατέρες του 2ου αιώνα μ.Χ.[7]

Η αναφορά του αποστόλου Παύλου, έγινε ώστε να θέσουμε μια βάση στην προσέγγιση μας στο ζήτημα των άγριων θηρίων και πως αυτά γίνονταν αντιληπτά από τους ανθρώπους της εποχής της Καινής Διαθήκης. Βλέπουμε για αρχή ότι, τα άγρια ζώα αιχμαλωτίζονταν και οδηγούνταν στις αρένες για να προσφερθούν ως θέματα. Στην συνέχεια θα δούμε και έναν ακόμη ρόλο που έπαιζαν, αυτή του εκτελεστή, όταν οι Ρωμαίοι έριχναν κατάδικους μέσα στην αρένα για να θανατωθούν από τα θηρία.

Με τον όρο «θηρία» εκείνη την εποχή εννοούσαν τα σαρκοφάγα θηλαστικά, σε αντίθεση πάντα με τα οικόσιτα ζώα[8]. Όμως, ορισμένες φορές και ορισμένα οικόσιτα ζώα όπως ο σκύλος χαρακτηριζόταν ως θηρίο. Στην Καινή Διαθήκη βλέπουμε ορισμένα ερπετά να λαμβάνουν αυτόν τον όρο, όπως είναι η οχιά στο Πραξ. 28:4-5. Ενώ, τέλος, με τον όρο «θηρίο» στην ελληνική γραμματεία χαρακτηρίζονται τα πουλιά, τα ψάρια, τα έντομα, όπως και τα δηλητηριώδη ζώα[9].

Τα άγρια ζώα κατά την εποχή, λοιπόν, της Καινής Διαθήκης παραδίδονταν ως θέαμα στις αρένες. Στα εγκαίνια μάλιστα του Κολοσσαίου το 81 μ.Χ. τα θεάματα διήρκησαν εκατό μέρες. Η απάντηση στο ερώτημα γιατί αυτή η τακτική προς τα άγρια ζώα, είναι ότι επειδή τα ζώα φέρονταν επιθετικά το ένα προς το άλλο, αλλά και στον άνθρωπο αποτελούν απειλή που πρέπει να περιοριστεί. Ο Πορφύριος αν και είναι υπερασπιστής των ζώων αναφέρει επειδή τα ζώα είναι άδικα και σατανικά πρέπει να εξοντώνονται[10].

Η δήλωση αυτή φυσικά αφορά τα άγρια ζώα και όχι τα οικόσιτα. Η δικαιοσύνη μεταξύ ανθρώπων και ζώων σημαίνει ότι ο άνθρωπος πρέπει να φέρετε στα ζώα με τον ίδιο τρόπο που αυτά φέρονται σε αυτόν. Η αιχμαλώτιση και η θανάτωση ενός μεγάλου άγριου ζώου (λιονταριού κτλ.) εκείνη την εποχή φανέρωνε την γενναιότητα του ανθρώπου που το κατάφερνε. Τα θεάματα στα στάδια, εμφανίστηκαν κατά την ρωμαϊκή περίοδο, ως ένδειξη ισχύς της αυτοκρατορίας. Η Ρώμη έδειχνε τόσο στους πολίτες της, όσο και στους κατακτημένους λαούς που είχε στην σφαίρα επιρροής τους, ότι όπως δαμάζουν τους ανθρώπους με τον ίδιο τρόπο έχουν δύναμη και πάνω στην φύση. Ήδη από το 186 π.Χ. μαρτυρείτε ένα θέμα στην αρένα με λιοντάρια και πάνθηρες[11]. Αν και τα θεάματα με ζώα ανάγονται και στα Ταυροκαθάψια το 1500 π.Χ. στην Κρήτη.

Ιδικά στρατιωτικά κλιμάκια από τον ρωμαϊκό στρατό είχαν ως μόνη αρμοδιότητα το κυνήγι και την αιχμαλωσία των άγριων ζώων για τους αγώνες. Οι διοικητές των διαφόρων περιοχών είχαν ως αποστολή να προμηθεύουν τον αυτοκράτορα με τα εξωτικά και άγρια ζώα, με σκοπό να αποσταλούν στις αρένες[12]. Ο Δίων Χρυσόστομος λέει τα εξής: «τοιοῦτος μὲν γὰρ οὐδεὶς πώποτε τῶν ὀψο φάγων γέγονεν, ὅστις ἐπεθύμησε λέοντος ἀγρίου ἢ ταύρων ἑκατόν· οἱδὲ τοῖς πολλοῖς ἀρέσκειν ἐθέλοντες οὐ μόνον τούτων ἐπιθυμοῦσιν, ἀλλ’ ὅσων οὐδὲ εἰπεῖν ἔστιν»[13].Το πλήθος δεν ήθελε πλέον να παρακολουθεί τις συνηθισμένες μορφές ψυχαγωγίας και έδειχνε ιδιαίτερο ενδιαφέρον στις μονομαχίες και τις θηριομαχίες στις αρένες των σταδίων. Το κρέας από τα ζώα μοιραζόταν στο πλήθος της Ρώμης, ενώ το δέρμα τους το εκμεταλλεύονταν ανάλογα[14]. Ενώ ο Πλούταρχος, πάνω σε αυτό το ζήτημαείναι τελείως αντίθετος: «μηδ’ ἀλύοντες ἐν θεάτροις μηδὲ παίζοντες ἐν θήραις τὰ μὲν ἀναγκάζωσι τολμᾶν ἄκοντα καὶ μάχεσθαι, τὰ δὲ μηδ’ ἀμύνεσθαι πεφυκότα διαφθείρωσι»[15].

Έχοντας λοιπόν κάνει αυτή την σύντομη αναφορά για τις μάχες με τα θηρία στα στάδια, θα αναφερθούμε στην δεύτερη χρήση που είναι γνωστή από τα μαρτύρια των αγίων. Αυτή είναι, η χρήση των θηρίων ως εκτελεστές θανατικών πινών. Η χρήση των θηρίων στις εκτελέσεις ξεκίνησε από τον 2ο αιώνα π.Χ. Τα θεάματα αυτά ήταν συχνότερα στην Ρώμη και στις πρωτεύουσες των επαρχιών παρά στις υπόλοιπες πόλεις. Γι’ αυτό και όσοι επρόκειτο να εκτελεστούν με αυτόν τον τρόπο μεταφέρονταν στα μεγάλα αστικά κέντρα[16]. Οι θεατές σε καμία περίπτωση δεν συμπονούσαν τα θύματα και θεωρούσαν τα άγρια ζώα ως όργανα της δικαιοσύνης. Ήταν μια τιμωρία που επιβαλλόταν στους χειρότερους εγκληματίες και επομένως δεν υπήρχε κανένα έλεος για τα θύματα[17].

Οι Χριστιανοί μάρτυρες γίνονταν θύματα αρκετών τέτοιων εκτελέσεων. Οι συγγραφείς των μαρτυρικών βίων περιέγραφαν τα αποτρόπαια αυτά εγκλήματα όπου οι αρχές έριχνα τους μάρτυρες για να αντιμετωπίσουν τα θηρία, που και αυτά έπειτα από ταλαιπωρία εκφοβισμό και πίεση επιτίθονταν και σκότωναν τους Χριστιανούς. Επομένως, ήταν λογικό τα άγρια ζώα να περιγράφονται ως όργανα του κακού. Όπως συγκεκριμένα αναφέρει και ο Ευσέβιος:«ὁ μὲν οὖν Μάτουρος καὶ ὁ Σάγκτος καὶ ἡ Βλανδῖνα καὶ ῎Ατταλος ἤγοντο ἐπὶ τὰ θηρία εἰς τὸ δημόσιον καὶ εἰς κοινὸν τῶν ἐθνῶν τῆς ἀπανθρωπίας θέαμα, ἐπίτηδες τῆς τῶν θηριομαχίων ἡμέρας διὰ τοὺς ἡμετέρους διδομένης»[18]. Ενώ, ο Τάκιτος μας αναφέρει την βαναυσότητα που φέρονταν στους Χριστιανούς οι εκτελεστές τους την εποχή του Νέρωνα, όπου τους έβαζαν αν ντυθούν με δέρματα ζώων και έπειτα θανατώνονταν από σκυλιά που τους κυνηγούσαν[19]. Αλλά επίσης βλέπουμε στα μαρτυρολόγια και στους βίους των αγίων πάλι τα ζώα να ενεργούν ως κοσμολογικά σύμβολα. Έτσι ο σατανάς και οι δαιμονικές δυνάμεις παίρνουν μορφές άγριων ζώων και δρουν επιθετικά προς τους Χριστιανούς. Τα χαρακτηριστικά αυτά είναι επηρεασμένα και από τα ιουδαϊκά και τα χριστιανικά κείμενα στα οποία τέτοιες εικόνες είναι αρκετά συχνές.

Από τα χαρακτηριστικά αυτά μπορούμε να καταλάβουμε ότι οι Χριστιανοί κατά την περίοδο των πρώτων διωγμών ήρθαν αντιμέτωποι με το ζήτημα των άγριων θηρίων. Ο Παύλος κάνει αναφορά σε θηριομαχίες διότι θέλει να δείξει την δυσκολία και την σοβαρότητα των γεγονότων που αντιμετώπισε στις περιοδείες του. Αυτό που μπορούμε να συμπεράνουμε στην περίπτωση των άγριων ζώων τόσο από την καθαρά εθνική πλευρά, όσο και από την Χριστιανική είναι ότι τα άγρια ζώα, τα θηρία αντιμετωπίζονταν με μια επιφυλακτική στάση ανησυχίας και φόβου εκείνη την περίοδο. Με την επενέργεια όμως του Θεού στην περίπτωση των Χριστιανών βλέπουμε την σχέση του ανθρώπου και του άγριου ζώου να διορθώνεται από την πτωτική κατάσταση που είχε και τα ζώα να μην βλάπτουν τους Χριστιανούς. Δεν είναι άλλωστε λίγα τα παραδείγματα της συμφιλίωσης αγίων και άγριων ζώων που έπειτα ζούσαν μαζί, όπως στην περίπτωση του αγίου Γερασίμου και του λέοντος.

Διαβάστε εδώ ολόκληρη τη μελέτη

 

Παραπομπές:

[1] Σ. Αγουρίδη, Αποστόλου Παύλου Πρώτη προς Κορινθίους Επιστολή, ΕΚΔ 7, Θεσσαλονίκη, 2011. Σελ. 268και H. Conzelmann, 1 Corinthians: A Commentary on the First Epistle to the Corinthians, (μτφρ. J. W. Leitch), Hermeneia, Philadelphia, Fortress Press, 1975. Σελ 277.

[2] R. M. Grant, Early Christians and Animals, London, New York, Routledge, 1999. Σελ. 16.

[3]Γκουτζιούδης, Φύσις θηρίων : η χρήση της ζωικής ποικιλότητας στην Καινή Διαθήκη και στο περιβάλλον της. Σελ. 171.

[4] Διόδωρου Σικελιώτη, Βιβλιοθήκη Ἱστορικὴ, 3, 43, 7.

[5]«…τοῦ κοινοῦ ὀνόματος καὶ ἐλπίδος, ἐλπίζοντα τῇ προσευχῇ ὑμῶν ἐπιτυχεῖν ἐν Ῥώμῃ θηριομαχῆσαι», Πρὸς Ἐφεσίους, 1:2. «…τί δὲ καὶ εὔχομαι θηριομαχῆσαι; δωρεὰν οὖν ἀποθνήσκω. ἄρα οὖν καταψεύδομαι τοῦ κυρίου», Πρὸς Τραλλιανοῖς, 10:1. Αλλά και την δήλωση ότι: «Ἀπὸ Συρίας μέχρι Ῥώμης θηριομαχῶ, διὰ γῆς καὶ θαλάσσης, νυκτὸς καὶ ἡμέρας, ἐνδεδεμένος δέκα λεοπάρδοις» Πρὸς Ρωμαίους, 5:1, αν και ο άγιος πράγματι μαρτύρησε με το να ριχθεί στα λιοντάρια, στην προκειμένη περίπτωση μιλά μεταφορικά.

[6] Περισσότερα βλ.: Πράξεις Παύλου, αποσπ. 4, 27-5, 14. Βλ. επίσης τη μετάφραση (7, 7-26) στο Ι. Καραβιδόπουλου (έκδ.), Απόκρυφα Χριστιανικά Κείμενα Α΄, Απόκρυφα Ευαγγέλια, ΒΒ 13, Θεσσαλονίκη 1999. Σελ. 174-181.

[7]Γκουτζιούδης, Φύσις θηρίων : η χρήση της ζωικής ποικιλότητας στην Καινή Διαθήκη και στο περιβάλλον της. Σελ. 174-175.

[8] W. Foerster, «Θηρίον», TDNT 3, 133.

[9]βλ.: Αριστοτέλης, Τῶν περὶ τὰ Ζώα Ἱστοριῶν, 623a, 27.

[10]Πορφυρίου, Περὶ Ἀποχῆς Ἐμψύχων, 2, 22, 11-20.

[11] I. S. Gilhus, Animals, Gods and Humans: Changing Attitudes to Animals in Greek, Roman, and Early Christian Thought, London, Routledge, 2005.Σελ. 31.

[12] C. Epplett, «The Capture of Animals by the Roman Military», Greece & Rome 48 (2001). Σελ. 210-222.

[13]Δίωνα Χρυσοστόμου, Λόγοι, 66, 9, 1-4.

[14] C. Epplett, «The Capture of Animals by the Roman Military», Greece & Rome 48 (2001). Σελ. 210-222.

[15]Πλούταρχος, Πότερα τῶν Ζῴων Φρονιμότερα, τὰΧερσαία ἢ τὰ Ἔνυδρα, 965Α, 6-9.

[16] R. E. Osborne, «Paul and the Wild Beasts», JBL 85 (1966). Σελ. 225.

[17]Γκουτζιούδης, Φύσις θηρίων : η χρήση της ζωικής ποικιλότητας στην Καινή Διαθήκη και στο περιβάλλον της.Σελ. 192.

[18]Ευσεβίου Καισαρίας, ᾿Εκκλησιαστικῆ Ἱστορία, 5, 1, 37, 1-5.

[19] Tacitus, Annales, 15, 44, 4.