Το ζωικό βασίλειο στην Βασιλεία των Ουρανών: Μπορεί να υπάρξει πραγματική συνύπαρξη ανθρώπου και ζώων;

28 Σεπτεμβρίου 2021

Στο Ευαγγέλιο του Μάρκου, κατά την διήγηση των πειρασμών του Χριστού στην έρημο, βλέπουμε τον Χριστό να ζει με τα θηρία και να ενεργεί με τον σατανά και τους αγγέλους (Μκ. 1:13).  Επομένως τις σαράντα μέρες που έμεινε ο Χριστός στην έρημο, δεν ήρθε σε επαφή με κανέναν άνθρωπο. Η παρουσίαση των όντων που συνάντησε ξεκινά από το πιο επικίνδυνο και καταλήγει στην διακονία των αγγέλων. Τα θηρία βρίσκονται στο μέσο και αντιπροσωπεύουν το ζωικό βασίλειο. Στην έρευνα η φράση της διήγησης:  «καὶ ἦν μετὰ τῶν θηρίων», ερμηνεύεται με δύο τάσεις.

Η πρώτη τάση θεωρεί ότι η ύπαρξη των θηρίων λειτουργεί ως σημείο δοκιμασίας για τον Χριστό, ο οποίος έρχεται αντιμέτωπος με μεγάλες δυσκολίες τις σαράντα ημέρες που ζει στην έρημο, οι οποίες εκφράζονται από το αφιλόξενο για τον άνθρωπο περιβάλλον. Τυπολογικά βλέπουμε την αναλογία μεταξύ του Ισραήλ που δοκιμάστηκε για σαράντα χρόνια στην έρημο και του Χριστού ο οποίος δοκιμάζεται τώρα[1]. Ακόμη οι ερευνητές αναφέρουν ότι η χρήση των λέξεων στην διήγηση του Μάρκου φέρει αρκετές ομοιότητες με τις διηγήσεις που σχετίζονται στην παραμονή του Ισραήλ στην έρημο (Εξ. 16.Δτ. 8:2-4 και Ψλ. 94:8-11).

Η πρώτη αυτή τάση υποστηρίζει ότι, η αναφορά του Μάρκου στα θηρία είναι αρνητική και φανερώνει το αφιλόξενο περιβάλλον που κυριαρχεί στην έρημο. Ο Χριστός δεν έχει να αντιμετωπίσει απλά τον σατανά, αλλά και τα όργανα του και τα ίδια τα θηρία, τα οποία φέρονται γενικότερα επιθετικά στον άνθρωπο. Άλλωστε ας μην ξεχνάμε ότι εκείνη την εποχή η νοοτροπία των ανθρώπων ήταν αρνητικά προσκείμενη στα άγρια ζώα. Με αυτό το δεδομένο βλέπουμε ότι ο Χριστός λειτουργεί ως  παράδειγμα σε αντίθεση με τον Ισραήλ, κατά την περίοδο του στην έρημο. Ακόμη ο υπαινιγμός στο Ησ. 42:1 για τον δούλο Θεού που γίνεται στην διήγηση της βάπτισης του Μάρκου (Μκ.1:10-11), ενισχύει περισσότερο μια τέτοια θέση, που θέλει τον δούλο να δρα ως σωτήρα όλου του λαού[2].

Η δεύτερη τάση συνδέεται με το όραμα του προφήτη Ησαΐα(Ησ. 11:6-9) και λαμβάνει εσχατολογική χροιά. Κατά τα έσχατα ο άνθρωπος θα ζήσει ειρηνικά με τα ζώα. Θηράματα και θηρευτές θα συνυπάρχουν ειρηνικά χωρίς να υπάρχει καμία απειλή μεταξύ τους. Ο Χριστός σε αυτή την περίπτωση προβάλλεται ως ο νέος Αδάμ, που νικά τους πειρασμούς του σατανά σε αντίθεση με τον παλαιό Αδάμ ο οποίος έχασε την ειρηνική συνύπαρξη με την ζωική ποικιλότητα και το περιβάλλον γενικότερα. Βέβαια, το ζήτημα με αυτή την θέση είναι ότι πουθενά στην διήγηση δεν αναφέρετε ότι ο Χριστός ζούσε ειρηνικά με τα θηρία. Ο Ευαγγελιστής κάνει αναφορά στα θηρία σε ένα γενικότερο πλαίσιο δοκιμασίας και πειρασμού, διότι αφού ο Χριστός νικά τον σατανά ο Μάρκος καταγράφει μόνο την διακονία των αγγέλων και δεν ασχολείται άλλο με τα θηρία[3].

Ο Χριστός δεν βρίσκεται σε ένα φιλόξενο παραδείσιο περιβάλλον, όπως ο παλαιός Αδάμ, αλλά σε ένα χώρο δοκιμασίας και άσκησης. Εάν αναλογιστούμε μόνο ότι τα ζώα της ερήμου εξαιτίας των υψηλών θερμοκρασιών που κυριαρχούν εκεί, είναι λιγότερο ενεργά την ημέρα και περισσότερο την νύχτα, αυτό θέτει τον άνθρωπο σε μειονεκτικότερη θέση. Άλλωστε, τα ζώα της ερήμου ανέπτυξαν καλύτερη όραση ακριβώς γι’ αυτό τον λόγο να κυνηγούν δηλαδή κατά τις νυχτερινές ώρες. Επίσης, το μοτίβο αυτό του Αδάμ δεν υπάρχει στην διήγηση του παραδείσου. Ο Μάρκος δεν παρουσιάζει τον Χριστό να υποτάσσει τα θηρία ή να συμβιώνει αρμονικά μαζί τους. Μια αρκετά ενδιαφέρουσα και σημαντική θέση, η οποία αναδεικνύει τόσο το αφιλόξενο της ερήμου, όσο και την συνύπαρξη του Χριστού με τα υπόλοιπα όντα κατά την διάρκεια της διαμονής του στην έρημο.

Μια ιδιαίτερη μνεία θα θέλαμε να κάνουμε στην μεταφορική χρήση της λέξης θηρίο. Διότι, οι συγγραφείς της εποχής, περιέγραφαν μεταφορικά ορισμένα πρόσωπα ως άγρια θηρία. Τα πρόσωπα αυτά ήταν κυρίως ηγεμόνες, επειδή ο λαός βίωνε την επιθετικότητα τους στο έπακρο. Ο Νέρωνας και ο Δομιτιανός, ονομάστηκαν θηρία, επειδή ήταν αιμοδιψείς και ακραίοι στις ενέργειες τους[4].

Στην συνέχεια, μπορούμε να επιβεβαιώσουμε την ύπαρξη άγριων ζώων στην κοιλάδα του Ιορδάνη, έπειτα από τις έρευνες που έκαναν οι διάφοροι περιηγητές και οι επιστήμονες τους προηγούμενους αιώνες στην περιοχή[5]. Η ζωική ποικιλότητα ήταν αρκετά ανεπτυγμένη διότι παρατηρήθηκαν ζώα όπως: λεοπαρδάλεις, αγριόχοιροι, ύαινες, αλεπούδες, τσακάλια, λύγκες, αγριόγατες και ασιατικά λιοντάρια[6].

Αρκετά ενδιαφέρουσα είναι η θέση του Πλάτωνα ο οποίος ανάγει την λέξη του θηρίου στον χώρο του ηθικού. Στην θεωρία του για τον χωρισμό της ψυχής σε τρία μέρη, κάνει αναφορά ότι μέσα στον άνθρωπο υπάρχουν θηρία τα οποία μάχονται μεταξύ τους. Τα θηρία αυτά είναι οι ίδιες οι επιθυμίες[7]. Μέσα στον άνθρωπο, σύμφωνα με τον Πλάτωνα υπάρχουν ήμερα και άγρια ζώα, τα οποία ελέγχει το πολυκέφαλο ζώο η ψυχή. Ο δίκαιος άνθρωπος φροντίζει τα ήμερα ζώα και περιορίζει τα άγρια, ενώ ο άδικος έχει χάσει τον έλεγχο και καθοδηγείται από τα άγρια[8]. Η επιρροή αυτής της σκέψης οδήγησε στην παρουσίαση ηρώων όπως ο Ηρακλής και ο Ορφέας, να καταπολεμούν τα πάθη τους τα οποία έπαιρναν μορφή άγριων θηρίων.

Η παρουσία των θηρίων απαντά και αργότερα στην ασκητική γραμματεία. Μετά την περίοδο των διωγμών της εκκλησίας, εμφανίστηκαν οι μορφές των ασκητών. Οι ασκητές, ήταν Χριστιανοί αναχωρητές οι οποίοι επέλεγαν μια ζωή αφιερωμένη στον Θεό και την άσκηση. Γι’ αυτό κατέφευγαν στις κοντινές ερήμους και εκεί μέσα στα σπήλαια προσεύχονταν, δόξαζαν τον Θεό και ζούσαν με την καθημερινή άσκηση. Τα θηρία που βρίσκονταν στον αφιλόξενο τόπο της δοκιμασίας και της ασκήσεως κατανοήθηκαν ως όργανα του σατανά, ως πειρασμούς οι οποίοι θέλουν να κάμψουν το φρόνημα του ασκητή. Φυσικά, ο πλατωνισμός έπαιξε ένα τεράστιο ρόλο σε αυτή την στάση, διότι είχε επηρεάσει όλη την ανθρώπινη σκέψη την περίοδο αυτή. Αυτό συνδυαζόταν και με το γεγονός ότι τα πάθη της ψυχής παρουσιάζονταν ως άγρια θηρία που ήθελαν να κατασπαράξουν τον ασκούμενο[9].

Αρκετά ενδιαφέρουσα είναι η άποψη του Θεόφιλου Αντιοχείας, ο οποίος ερμηνεύει τα τετράποδα ζώα και τα άγρια θηρία ως τους ανθρώπους που δεν έχουν γνώση του Θεού, είναι ασεβείς, αμετανόητοι και στηρίζονται στις επίγειες απολαύσεις. Αναφέρει ο ίδιος: «᾿Αλλὰ καὶ τὰ κήτη καὶ τὰ πετεινὰ τὰ σαρκοβόρα ἐν ὁμοιώματι τυγχάνει τῶν πλεονεκτῶν καὶ παραβατῶν»[10]. Αυτό που πρέπει να κατανοήσουμε στο ζήτημα του ασκητισμού και της άγριας πανίδας είναι ότι τα ζώα από μόνα τους δεν είναι σατανικά ή επιθετικά, όμως η αμαρτία του ανθρώπου είναι αυτή που τα διαστρεβλώνει και τα κάνει επιθετικά. Ο Ευάγριος Ποντικός λέει πάνω στο θέμα: «Τῶν ἀκαθάρτων δαιμόνων, οἱ μὲν τὸν ἄνθρωπον, ὡς ἄνθρωπον ἐκπειράζουσιν, οἱδὲ τὸν ἄνθρωπον, ὡς ζῶον ἄλογον ἐκταράσσουσι, καὶ οἱ μὲν πρῶτοι παραβάλλοντες, κενοδοξίας, ἢ ὑπερηφανίας ἢ φθόνου, ἢ κατηγορίας ἡμῖν ἐμβάλλουσι νοήματα, ἅπερ οὐδενὸς ἅπτεται τῶν ἀλόγων· οἱδὲ δεύτεροι, προσεγγίζοντες, θυμὸν, ἢ ἐπιθυμίαν παρὰ φύσιν κινοῦσι. Ταῦτα γὰρ τὰ πάθη κοινὰ ἡμῶν, καὶ τῶν ἀλόγων ζώων τυγχάνουσιν, ὑπὸ τῆς λογικῆς καλυπτόμενα φύσεως».

Έτσι, η συνύπαρξη ζώων και ανθρώπου που επιτυγχάνεται με την άσκηση, αποτελεί γεγονός της Χάριτος και όχι εξαιτίας των ανθρωπίνων δυνατοτήτων. Το ζήτημα ότι η αμαρτία του ανθρώπου διαφθείρει τα ζώα και τα κάνει επιθετικά προς τον άνθρωπο, ενώ η μετάνοια και η Χάρις του Θεού βοηθά στην ειρηνική συνύπαρξη του ανθρώπου και των ζώων υπάρχει μέχρι σήμερα και αναφέρεται από πολλούς νέους αγίους και ιδιαίτερα από τον άγιο Παΐσιο, ο οποίος είχε πολύ καλή σχέση με τα πουλιά και με τα ερπετά[11]. Επομένως, μπορούμε να παρατηρήσουμε ότι η στάση των αγίων ήταν αρκετά ρεαλιστική και σύμφωνα πάντα προς το λόγο του Θεού. Η πτώση του ανθρώπου προκάλεσε μια αλυσιδωτή αντίδραση που επηρέασε άμεσα και όλη την κτίση. Ο Θεός βοηθά τον άνθρωπο μέσα από την κτίση για να σωθεί και δεν είναι λίγες οι φορές που η Χάρις του Θεού διενεργεί μέσα από κάτι κτιστό στον άνθρωπο. Όμως, η πτωτική κατάσταση του ανθρώπου δίνει την ευκαιρία στον σατανά να χρησιμοποιήσει ως όργανα τα όντα που ο Θεός τα έφτιαξε καλά, με σκοπό να τον οδηγήσει σε νέες πτώσεις, στον φόβο ή και να τον σκοτώσει. Όμως, η μετάνοια και η Χάρις που προέρχεται από αυτήν, είναι που οδηγούν στην ειρήνευση της κτήσης απέναντι στον άνθρωπο.

Με το σωτήριο έργο του Χριστού η κτίση ανακαινίσθηκε ουσιαστικά. Ο ρόλος του ανθρώπου επέστρεψε στην θέση του και μαζί με αυτόν και η υπόλοιπη κτήση που επηρεάζεται άμεσα από αυτόν. Με την Θεία Λειτουργία ο άνθρωπος προγεύεται την Βασιλεία των Ουρανών και μέσω αυτού σώζεται και όλη η κτήση, όπως και το ζωικό βασίλειο. Δυστυχώς στην σημερινή εποχή ο άνθρωπος ψάχνει αιτίες για να δικαιολογήσει τις πράξεις του. Εν τέλη, το ζήτημα δεν είναι εάν τα ζώα έχουν λογική ή όχι ή ακόμη και το είδος της λογικής που έχουν ή το ποσοστό κατανόησης τους. Αλλά τι κάνει ο άνθρωπος σε σχέση με τα πλάσματα αυτά. Το έργο του ανθρώπου πάνω στην κτίση είναι ανάλογο με αυτό του Θεού. Ο Θεός, που είναι ο δημιουργός της κτήσης αυτής, δεν απελευθερώνει μια εξοντωτική μανία για να προβάλει την δύναμη του πάνω στην κτίση, πόσο μάλλον ο άνθρωπος, ο οποίος είναι μέρος αυτής της κτίσης.

Τελικά, το μεγάλο ερώτημα δεν είναι ηθικό, δηλαδή σε ποιο επίπεδο ο άνθρωπος φέρεται «ηθικά» σε κάποιο άλλο ζωντανό πλάσμα. Διότι, ο ίδιος ο άνθρωπος είναι αίτιος των καταστάσεων που επηρεάζει. Όμως, εάν θα έπρεπε να μάθουμε πόσο ανθρωπιά έχει κάποιος μέσα του και πόσο δίκαια με αγάπη φερόμαστε σε όλη την κτίση γύρω μας, ας στραφούμε προς τον αδύναμο, τον φτωχό τον πονεμένο. Ας ρωτήσουμε τα άτομα που υποφέρουν, τα άτομα για τα οποία ο Χριστός ήρθε στον κόσμο και θυσιάστηκε για αυτά. Ας ρωτήσουμε τα άτομα αυτά, λοιπόν, μέχρι που φτάνει το όριο της δικιάς μας ανθρωπιάς, της δικής μας αγάπης, της δικής μας συμπόνιας και ας κρατήσει την στάση αυτή προς τους ανθρώπους και τα ζώα. Και να αναλογιστούμε το λαϊκό ρητό που λέει: «Η φύση λέει αλήθειες, ο άνθρωπος τα ψέματα».

Διαβάστε εδώ ολόκληρη τη μελέτη

 

Παραπομπές:

[1] J. P. Heil, «Jesus with the Wild Animals in Mark 1:13», CBQ 68 (2006). Σελ. 63-78. M. Throup, «Animals and Angels in Mark 1.13: Hints of the Divine Warrior in the wilderness?», Oracula 6 (2010). Σελ. 28-39

[2] C. A. Gieschen, «Why was Jesus with the Wild beasts (Mark 1:13)?», CTQ 73 (2009). Σελ. 77-80

[3]Γκουτζιούδης, Φύσις θηρίων : η χρήση της ζωικής ποικιλότητας στην Καινή Διαθήκη και στο περιβάλλον της. Σελ. 278.

[4] Βλ. Φιλόστρατου, ΤὰἐςτὸνΤυανέαἈπολλώνιον, 4, 38 και Σιβυλλικοί Χρησμοί 8, 157.

[5] M. Bright, Beasts of the Field: The Revealing Natural History of Animals in the Bible, London, Robson, 2006. Σελ. 105, 108, 127 και D. Hillel, The Natural History of the Bible: An Environmental Exploration of the Hebrew Scriptures, New York, Columbia University Press, 2006. Σελ. 123.

[6] M. Bright, Beasts of the Field. Σελ. 96.

[7]Πλάτωνα, Πολιτεία, 588c, 7-10 και 589b, 1-6.

[8]Πλάτωνα, Πολιτεία, 589b.

[9] Περισσότερα βλ.: Κλήμη Αλεξανδρέα, Ἐκτῶν Θεοδότου καί τῆς Ἀνατολικῆς Καλουμένης Διδασκαλίας κατά τούς Οὐαλεντίνου Χρόνους Ἐπιτομαί, 4, 85, 1-3.

[10] Θεόφιλος Αντιοχείας, ΠρὸςΑὐτόλυκον, 2, 16.

[11] Περισσότερα βλ.: Ἱερομον. Ἰσαάκ, Βίος ΓέροντοςΠαϊσίου, Ἅγιον Ὄρος 2012. Σελ. 175, 225-226, 245,  577-578 .