Το Μέγα και Αγγελικό Σχήμα: Δογματική προσέγγιση και μοναχική ζωή

4 Οκτωβρίου 2021

Το Άγιον Πνεύμα στον μοναχισμό του Μωυσέως Αγιορείτου, στα Πρακτικά Θεολογικού Συνεδρίου[1], αναπτύχθηκαν  και αποσαφηνίστηκαν μεταξύ άλλων, τα εξής: ότι, «Ο μοναχισμός είναι τρόπος ζωής που διαμορφώθηκε, αναπτύχθηκε και υπάρχει μόνο μέσα στους κόλπους της Εκκλησίας. Ως πρώτο μοναστικό τυπικό μπορεί άνετα να θεωρηθεί το ιερό Ευαγγέλιο. Από τους πρώτους χριστιανικούς χρόνους υπήρχαν οι ολόθερμοι πιστοί, που αγωνίζονταν να είναι ολοκληρωτικά αφιερωμένοι στον Θεό. Πρόκειται για τους πρώτους μοναχούς, που ζούσαν μέσα στις κοινωνίες του κόσμου, δίχως όμως οι κοινωνίες να καταφέρουν να τους κερδίσουν. Μετά το τέλος των διωγμών αρχίζει μία ισχυρή κίνηση προς τις ερήμους. Νωρίτερα ο Ωριγένης θα τονίζει στις γραφές του πως όλη η ζωή των πιστών καλείται να είναι ένας συνεχής ύμνος στον Θεό, η δε αέναη προσευχή θα πρέπει ν’ αλλάζει τη ζωή τους σε μία αδιάκοπη μυσταγωγία, και μόνο αυτοί θα πρέπει να ονομάζονται άνθρωποι του Πνεύματος»[2].

Οι έρημοι έγιναν προσφιλείς τόποι των αγωνιστών μοναχών, παλαίστρες παθοκτονίας, αυτογνωσίας και θεογνωσίας. Οι αναχωρητές, οι ερημίτες, οι ησυχαστές, οι κοινοβιάτες, οι λαυριώτες, ορισμένες φορές και οι ιδιορρυθμίτες, οι έγκλειστοι, οι σιωπώντες, οι στυλίτες, οι δια Χριστόν σαλοί, οι ιεραπόστολοι, οι συγγραφείς, με τον υπεύθυνο, μακρύ, συνεχή και ταπεινό αγώνα τους προσπαθούσαν ν’ ανανεώσουν, να λαμπρύνουν κι αυξήσουν, κατά κάποιο τρόπο, τη χάρη του Αγίου Πνεύματος, που έλαβαν στο Βάπτισμα και την Κουρά. Βεβαίως, όπως λέγει ο άγιος Μάρκος ο Ασκητής στη Φιλοκαλία, το ‘Αγιον Πνεύμα και όταν ενεργεί, και εκείνο που είναι μένει, και στον καθένα παρέχει το πρέπον θεοπρεπώς, δηλαδή όπως αρμόζει σε Θεό. Γιατί το Πνεύμα σαν ήλιος έχει χυθεί εντελώς επάνω στους βαπτισμένους. Ο καθένας πάλι στο μέτρο που έχει μισήσει τα πάθη που τον σκοτίζουν και τα έχει αφαιρέσει, ανάλογα φωτίζεται«[3].

Ο μοναχός είναι ο ευαγγελικός άνθρωπος, ο ακάματος αγωνιστής, ο πραγματικός φιλόσοφος. Ό,τι τον εμποδίζει προς αμεσότερη συνομιλία με τον Θεό του, το αποκόπτει με γενναιότητα τον κόσμο, την πατρίδα, τη συγγένεια, τη φιλία, τη δόξα, την ανάπαυση και την τιμή. Ασπάζεται τις τρεις βασικές αρετές, που υπόσχεται στην κουρά του υπακοή, ακτημοσύνη και παρθενία, και τα προσφέρει ως δώρα στον Θεό, κατά τον αββά Δωρόθεο. Κατά την ωραιότατη, συγκινητική και αρχαία ακολουθία της κουράς ο κειρόμενος θ’ ακούσει συχνά την επίκληση του Αγίου Πνεύματος, προς ενίσχυση της απόλυτα ελεύθερης θεοποιού αυτής οδού, που καταλήγει στην αγιοπνευματική πλήρωση: « Ο αδελφός ημών… κείρεται την κόμην της κεφαλής αυτού εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος».

Αποταγή και υπακοή θα οδηγήσουν στην ταπείνωση. Μοναχισμός αταπείνωτος κι ανυπότακτος είναι τελείως άγνωστος στην Ορθόδοξη Εκκλησία. Στην ταπείνωση συντελεί καίρια και η ευλογημένη και υπάκουη άσκηση. Ακτημοσύνη και παρθενία δίνουν εύκολα την καθαρότητα, στην οποία ευδοκιμεί η απερίσπαστη προσευχή. Εδώ είναι ο χώρος ο ουράνιος, της χάριτος, της χαράς, της ειρήνης, της μακαριότητος, της ελευθερίας, της προγεύσεως των αιωνίων αγαθών. Γράφει ο βιώσας άγιος Ιωάννης ο Καρπάθιος:« Όπου υπάρχει παρουσία του Αγίου Πνεύματος, μη ζητάς συνέπεια και νόμο φύσεως και συνήθειας. Γιατί το Προσκυνητό και ‘Αγιον Πνεύμα, επειδή είναι παντοδύναμο, και όσα δεν υπάρχουν, σου τα δημιουργεί, για να θαυμάσεις, αλλά και νικητή αναδεικνύει το νου που πρωτύτερα είχε νικηθεί ».

Έτσι αγωνιζόμενος ο μοναχός κι εκριζώνοντας τα πάθη και θέτοντας στη θέση τους τις αρετές οδηγείται στην απάθεια. Τότε, κατά τον άγιο Μάρκο τον Ασκητή, καθώς γράφει προς τον μονάζοντα Νικόλαο, «ο νους ανανεώνεται από το ‘Αγιον Πνεύμα και αναγνωρίζει πάνω του τα χαρακτηριστικά της θείας εικόνας και εννοεί πλήρως το νοητό και άρρητο κάλλος της ομοιώσεως με τον Κύριο και κατακτά τον πλούτο της αυτοδίδακτης κι αυτομάθητης σοφίας που περιέχει ο εσωτερικός ενδιάθετος νόμος »»[4].

Ιδιαίτερη θέση στον μοναχισμό έχουνοι Γέροντες, οι πνευματικοί οδηγοί. Ένας Γέροντας έχει βοηθηθεί και μπορεί να βοηθήσει, του έχει μιλήσει το ‘Αγιον Πνεύμα και μπορεί αδυσκόλευτα να μιλά. Έχει μάθει να προσεύχεται, ν’ αρνείται τον εαυτό του κι έτσι γίνεται διδάσκαλος και θεραπευτής ψυχών, αλλά και σωμάτων, με την ένδακρυ προσευχή του. Δεν είναι απαραίτητο να είναι ιερέας, αλλά κι ένας μοναχός απλός μπορεί και συμβαίνει νά έχει αυτή τη μεγάλη αγιοπνευματική χάρη της καθοδηγήσεως και θεραπείας ψυχών. Ο λαός φωτίζεται, ψάχνει και βρίσκει αυτές τις άγιες μορφές. Η διάκριση του Γέροντος και η ελευθερία του επισκέπτη καλούνται να συνεργαθούν σ’ ένα υψηλό πνεύμα αγάπης, σεβασμού κι ελευθερίας κι όχι καταπιέσεως κι απαιτήσεως υποχρεωτικής ύπακοής, που δυσκολεύουν μάλλον τις ήδη δύσκολες καταστάσεις. Το ‘Αγιον Πνεύμα κινεί τη σκέψη, τη γλώσσα και τη γραφίδα του Γέροντα. Έτσι η αστοχία άπομακρύνεται και η υπευθυνότητα μεγαλώνει.

Η επικαιρότητα του ρόλου του Ορθοδόξου Μοναχισμού, μέσα σ’ ένα Χριστιανικό κόσμο τραγικά κι οδυνηρά διαιρεμένο, νομίζουμε έγκειται στην αγιοπνευματική αναζωογόνισή του και τη μαρτυρία της αγιοπατερικής πληρότητας και ισορροπίας. Όλοι οι άγιοι μοναχοί, σε όλες τις εποχές, σε όλους τους τόπους και με τους πολλούς τρόπους ασκητικής ζωής έζησαν πάντα υπό την άμεση καθοδήγηση κι έμπνευση του Αγίου Πνεύματος. Ο άγιος Θεόδωρος ο Στουδίτης με τις θαυμάσιες κατηχήσεις του απευθύνεται και στους σημερινούς μοναχούς και φιλομονάχους γράφοντας: «Μοναχός σημαίνει αυτός που βλέπει μόνο στον Θεό, στον Θεό μόνο παραδίδεται, τον Θεό μόνο πλησιάζει και τον Θεό μόνο θέλει να υπηρετεί, ειρήνη έχοντας με τον Θεό και αφορμή ειρήνης γινόμενος για όλους ». Τούτο μόνο με τη χάρη, την ευλογία και τον αγιασμό του Πανσθενουργού, Ζωαρχικού, Τελεταρχικού και προσκυνητού Αγίου Πνεύματος μπορεί να επιτευχθεί, αφού όλος ο μοναχισμός είναι αγιοπνευματοκίνητος»[5].

Ο μοναχικός βίος στην Ορθοδοξία ως μέσον της κατά Χριστόν σωτηρίας, συνεδέθη από την αρχή με την «ησυχία», η οποία αποτελεί τρόπο θεωρητικής ασκήσεως και αποσκοπούσε στη « νήψη », την εν Χριστώ «απάθεια», την ηθική τελείωση, την ένωση και την αφομοίωση προς το Θεό. Η εν Χριστώ απάθεια, ως τελικό στάδιο της νήψεως , συνιστά την πλήρη κυριαρχία επί των παθών και υποταγή στο θέλημα του Θεού. Στην Ορθόδοξη Ανατολή ο ασκητισμός δεν είναι νοητός άνευ του μυστικισμού, ούτε ο μυστικισμός κεχωρισμένος από την ησυχία και τον ασκητισμό. Ορθώς δε τονίζεται[6] ότι ο μυστικισμός είναι «η ανωτάτη και ανέφικτος και υπέργειος έκφανσις της φιλοσοφικής σκέψεως και της θρησκευτικής συνειδήσεως. Είναι η αποκρυστάλλωσις της οιονείαυθαδεστέρας και τολμηροτέρας πασών των ιδεών, των εκδηλουσών την ευγενή και ακατάσχετον τάσιν του ανθρώπου προς τον ουρανόν , προς τα όπισθεν αυτού εγκρυπτόμενα μυστήρια της θείας οικονομίας. Ο ορθόδοξος μυστικισμός διακρίνεται «κατά την ενόρασίν του και τον επίμονον προσανατολισμόν του προς το θείον φως[7] , εις ένα όραμα βαθείαςενότητος μετά του Θεού[8], οπότε πραγματοποιείται ο φωτισμός και η θέωσις του προσώπου του μυστικού ανδρός»[9] .

Φορείς και ερμηνευτές της Ορθοδόξου μυστικής θεωρίας υπήρξαν ο Μακάριος ο Αιγύπτιος ο Μέγας, ο Ευάγριος ο Ποντικός, ο Επίσκοπος Φωτικής Διάδοχος, ο Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης, πατήρ της χριστιανικής μυστικής θεολογίας και ο Μάξιμος ο Ομολογητής και ο εκ Παφλαγονίας Συμεών ο νέος θεολόγος. Ο αποδιδώμενος σε αυτόν από την ορθόδοξη παράδοση τιμητικώτατος τίτλος του «νέου θεολόγου» δικαιολογείται πλήρως και εξ άλλων λόγων και εκ της διαπιστώσεως ότι αυτός εκφράζει, καλύτερα από κάθε άλλον, την πνευματολογική τάση στην βυζαντινή σκέψη.Ο μυστικισμός του είναι Χριστοκεντρικός. Ιδιάζουσα θέση σε αυτόν κατέχει η διδασκαλία του περί«θείου ορατού φωτός», το οποίο «ως δεδομένο της μυστικής εμπειρίας υπέρκειται συγχρόνως των αισθήσεων και του νοός . Είναι άϋλον και δεν έχει κάτι το αισθητό. …».[10]

«Στους αγίους μοναχούς οφείλεται ο πλούτος της εμπειρίας και της θεολογίας του Ακτίστου Φωτός[11]. Από τους λόγους αγίων μοναχών, παλαιών και νέων, οι οποίοι διαπραγματεύονται την περί Ακτίστου Φωτός πίστη της Εκκλησίας, διαπιστούται ότι στον χώρο του Ορθοδόξου Μοναχισμού εβιώθη η εμπειρία του Ακτίστου Φωτός και διετυπώθη η περί αυτού θεολογία.  Ο Αδάμ, προ της παρακοής, μετείχε της θείας ελλάμψεως και λαμπρότητας. Μετά την πτώση, η ανθρώπινη φύση είναι γυμνή του θείου Φωτός. 0ι πρωτόπλαστοι αισθάνονται την γύμνωση τους και εντρέπονται.   Την γυμνή από το θείο Φως ανθρωπίνη φύση ελέησε ο Χριστός, προσλαβών αυτήν και ενώσας με την θεία του φύσι στην υπόσταση του Θεού Λόγου. Κατά την θεία Μεταμόρφωση στο Θαβώρ απεκαλύφθη ότι ο Κύριος ενέδυσε πάλι την ανθρωπίνη φύση με το ένδυμα του θείου Φωτός και της θείας δόξης και την εθέωσε…Η παρουσία του θείου Φωτός γίνεται πηγή υπερφυών πνευματικών χαρισμάτων. … Πολλοί μοναχοί διά μέσου των αγώνων έπαθαν την θέωση και αξιώθηκαν της θέας του Ακτίστου Φωτός. Ολίγοι όμως ωμίλησαν γι’ αυτήν, όπως ο άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος, ο άγιος Γρηγόριος ο Σιναΐτης, ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς και οι λοιποί Πατέρες της Φιλοκαλίας, και στις ημέρες μας ο π. Σωφρόνιος Σαχάρωφ.   Οι θεόπται Πατέρες διευκρινίζουν ότι κάθε ορώμενον φως δεν είναι άκτιστον Φως. Υπάρχουν και άλλα φώτα, που δεν πρέπει να συγχέωνται με αυτό. Υπάρχει το φως του νοός και το δαιμονικόν φως.   Η νήψη, η μετάνοια, η αυτομεμψία είναι κατά τον άγιο Συμεών τον Νέο Θεολόγο προϋποθέσεις της ελλάμψεως του θείου Φωτός. Βασική προϋπόθεσις θεώσεως και θεωρίας είναι η αδιάλειπτος νοερά καρδιακή προσευχή….Από τις εμπειρίες των Αγίων περί του θείου Φωτός γίνεται φανερός ο στενός δεσμός μοναχισμού και θέας του Ακτίστου Φωτός. Δεν είναι καθόλου παράδοξο ότι τα εύοσμα άνθη της θεώσεως άνθησαν κυρίως στον χώρο του Μοναχισμού, χώρο διαρκούς μετανοίας, νήψεως, καθάρσεως από τα πάθη, αδιαλείπτου προσευχής, αποκτήσεως των ευαγγελικών αρετών, εκδημίας του κόσμου και ενδημίας στον Κύριο…»[12].

Διαβάστε εδώ ολόκληρη την μελέτη

 

Παραπομπές:

[1]ΜωυσέωςΑγιορείτου, Πρακτικά Θεολογικού Συνεδρίου με θέμα:«Το ‘Αγιον Πνεύμα» (11-14 Νοε. 1991) Θεσσαλονίκη 1992, σελ. 473-479.

[2]ΜωυσέωςΑγιορείτου, Πρακτικά Θεολογικού Συνεδρίου με θέμα:«Το ‘Αγιον Πνεύμα» (11-14 Νοε. 1991) Θεσσαλονίκη 1992, σελ. 473-479.

[3]ΜωυσέωςΑγιορείτου, Πρακτικά Θεολογικού Συνεδρίου με θέμα:«Το ‘Αγιον Πνεύμα» (11-14 Νοε. 1991) Θεσσαλονίκη 1992, σελ. 473-479. http://www.apostoliki-diakonia.gr/gr_main/catehism/theologia_zoi/themata.asp?cat=dogma

[4]ΜωυσέωςΑγιορείτου, Πρακτικά Θεολογικού Συνεδρίου με θέμα:«Το ‘Αγιον Πνεύμα» (11-14 Νοε. 1991) Θεσσαλονίκη 1992, σελ. 473-479. http://www.apostoliki-diakonia.gr/gr_main/catehism/theologia_zoi/themata.asp?cat=dogma

[5]ΜωυσέωςΑγιορείτου, Πρακτικά Θεολογικού Συνεδρίου με θέμα:«Το ‘Αγιον Πνεύμα» (11-14 Νοε. 1991) Θεσσαλονίκη 1992, σελ. 473-479. http://www.apostoliki-diakonia.gr/gr_main/catehism/theologia_zoi/themata.asp?cat=dogma

[6] Βλ. Γρ. Παπαμιχαήλ , Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς Αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης, Πετρούπολις -Αλεξάνδρεια 1911, σελ. κστ ΄.

[7]Βλ . D. Stathopoulos , DasGöttlicheLicht, Athen 1971, σελ . 10. NamenundFormen des göttlichen Lichtes.http://www.apostoliki-diakonia.gr/gr_main/catehism/theologia_zoi/themata.asp?cat=dogma

[8]Βλ . Vl. Lossky , Η Μυστική Θεολογία της Ανατολικής Εκκλησίας,Θεσ/νίκη 1964, σελ. 264, του ιδίου The Vision of God , Clayton 1963, p . 131- 132.

[9]Μητροπολίτου Σάμου Ειρηναίου, Αι ιδιάζουσαιΜορφαί Ανατολικής και Δυτικής Εκκλησίας, Αθήναι 1950, σελ. 21-22.

[10]http://www.apostoliki-diakonia.gr/bookshop/ItemShowDetails.aspx?productID=307

[11].http://www.apostolikidiakonia.gr/gr_

[12]Αρχιμ. ΓεωργΚαψάνη, Ηγουμ. Ι. Μ. Οσίου Γρηγορίου Αγίου Όρους, Μοναχισμός κ θέα του ακτίστου φωτός. http://www.apostoliki-diakonia.gr/bookshop/ItemShowDetails.aspx?productID=307