Τα Χριστούγεννα στην Καλλιτεχνική γενιά του 1930

28 Δεκεμβρίου 2021

Στις αρχές του 20ου αιώνα, η ελληνική τέχνη δέχεται την έντονη επιρροή του μοντερνισμού ενώ παρατηρείται μια αναμόχλευση θεμάτων σχετικών με την παράδοση και την ελληνικότητα. Νέοι δημιουργοί έρχονται στο προσκήνιο. Είναι η περίφημη Γενιά του ’30 που αναζητεί τα χαρακτηριστικά της ελληνικότητας και τα συνδυάζει με τις κατακτήσεις της ευρωπαϊκής καλλιτεχνικής πρωτοπορίας. Ο Κωνσταντίνος Παρθένης είναι μια από τις πιο σημαντικές μορφές της ελληνικής ζωγραφικής. Με την καλλιτεχνική του δημιουργία ολοκληρώνεται ουσιαστικά η υπέρβαση των συντηρητικών ακαδημαϊκών τάσεων, δηλαδή η ρήξη με το καλλιτεχνικό κατεστημένο του Μονάχου. Με τον Παρθένη, επιβάλλεται πλέον το δικαίωμα του καλλιτέχνη να αναζητά τρόπους ολοκλήρωσης της προσωπικής εκφραστικής του γλώσσας. Ο Παρθένης απέδωσε με μορφοπλαστική ελευθερία στοιχεία βυζαντινού ιδιώματος. Το βλέπουμε καθαρά στο έργο του “Η προσκύνηση των Μάγων”.

Η σκηνή της προσκύνησης των Μάγων απομακρύνεται από τον ρεαλισμό και αποδίδεται αφαιρετικά. Η Παναγία, όρθια, στα αριστερά της σύνθεσης, με το Χριστό στην αγκαλιά της, περιβάλλεται από την ασαφή ένδειξη μιας αψίδας. Οι Μάγοι προσκυνούν και προσφέρουν δώρα. Οι μορφές είναι στυλιζαρισμένες, κυριαρχούν οι καμπύλες στις επιφάνειες που σχεδιάζουν το σώμα της Παναγίας. Ιδιαίτερο επίσης ενδιαφέρον παρουσιάζει και το παιχνίδι των φωτοσκιάσεων που ενεργοποιεί όλη τη σύνθεση. Όπως σημειώνει ο Αντώνης Κωτίδης «Τα έργα που παρουσίαζε ο Παρθένης, με θρησκευτικά θέματα, χωρίς να τα προορίζει για λατρευτικούς χώρους, όσο κι αν περιέχουν χαρακτηριστικά από την Βυζαντινή τέχνη, είναι στην ουσία πολύ πιο κοντά στην δυτική εικονογραφική παράδοση από ότι στην Ανατολική. […]

Η νεωτερική απόδοση των μορφών που επέλεξε ο Παρθένης ξεσήκωσε την εποχή εκείνη θύελλα αντιδράσεων στο κοινό και τους εκκλησιαστικούς κύκλους.» 13. Στο έργο του “Η Γέννηση του Χριστού”, (τέμπερα σε χαρτί), 1905, κομίζονται αρκετοί νεωτερισμοί, από τον Παρθένη, στο πλαίσιο της δημιουργίας μιας ιδεαλιστικής τέχνης, που αποπνέει πνευματικότητα. Πρόκειται για μία σύνθεση αλληγορική , συμβολική, με αφαιρετική απόδοση των μορφών. Η χρωματική επένδυση έχει συμβολικές προεκτάσεις αλλά και η συνολική απόδοση του θέματος διατηρεί στοιχεία από τη βυζαντινή παράδοση και αγιογραφία. Σε ένα ακόμη έργο του, “Η Παναγία με το θείο βρέφος”, (λάδι και μολύβι σε καμβά), 1935, ο Παρθένης αντλεί έμπνευση από το ελληνοχριστιανικό πάνθεον.

Η Μαρίνα Λαμπράκη-Πλάκα επισημαίνει για την ευαίσθητη αυτή απεικόνιση της Βρεφοκρατούσας: «Ουράνια άλως τυλίγει τα πρόσωπα. Το βλέμμα τους είναι στραμμένο στο εσωτερικό. Η εκδοχή του καλλιτέχνη για τη μητρότητα αποδίδεται στην άφατη τρυφερότητα της Παναγίας, σε αντίθεση με την επιβλητική μητέρα που αναδύεται φωτεινή μέσα από τα σκότη, όπως είδαμε να αναπαριστά τη Θεοτόκο ο Γύζης. […] Τρία χρόνια αργότερα το έργο θα εκτεθεί στην ΧΧI Μπιεννάλε της Βενετίας».

Τη ζωγραφική του Παρθένη διαπερνά ένα εσωτερικό φως που αναδεικνύει την πνευματικότητα των μορφών. Στο επόμενο έργο του Παρθένη, “Η Παναγία με το θείο βρέφος-Σταύρωση”, (λάδι σε μουσαμά), 1940, οι μορφές τοποθετούνται σε έναν υπερβατικό χώρο, όπου ο χρόνος έχει καταλυθεί και τα στοιχεία του υλικού – ορατού κόσμου έχουν αναχθεί σε πλατωνικά αρχέτυπα. Η χρωστική ουσία έχει χάσει, και αυτή, την υλική της υπόσταση και γίνεται καθαρή πνευματική προβολή. Το έργο του Παρθένη μοιάζει με υπερφυσικό – μεταφυσικό δρώμενο. Όλα τα στοιχεία της σύνθεσης αποκτούν άλλες διαστάσεις: το υλικό έχει μεταβληθεί σε πνευματικό και η μορφή σε ιδέα. Το έργο “Γέννηση και Σταύρωση” διακρίνεται για την εξαΰλωση του υλικού και την αποπνευμάτωση των μορφών, όλα δίνουν την εντύπωση ότι διαλύονται σε ένα υπερβατικό φως.

Έτσι ο καλλιτέχνης καταφέρνει να ακολουθήσει ένα προσωπικό, συμβολικό δρόμο. Ο ίδιος ο ζωγράφος είχε συναίσθηση ότι κάτι νέο φέρνει στην ελληνική τέχνη και την πεποίθησή του αυτή την ενισχύει ο Ζαχαρίας Παπαντωνίου, με τα τρία άρθρα του το 1920, όπου διαπιστώνει πρώτος ότι «ο Παρθένης είναι δημιουργός ιδεών. Δια τούτον φαίνεται τόσον αδιάφορος προς την φυσικήν αξίαν», δηλαδή δεν ενδιαφέρεται για την ρεαλιστική απόδοση και τα περιγραφικά στοιχεία, αλλά για τη μεταφορά ιδεών στα έργα με κάθε είδους προεκτάσεις». Με τον Παρθένη ισχυροποιείται η σχέση Τέχνης και Πνεύματος. Σύμφωνα με την Διευθύντρια της Εθνικής Πινακοθήκης, Μαρίνα Λαμπράκη-Πλάκα, «το θρησκευτικό έργο του Παρθένη είναι τα τεκμήριο της προσπάθειας του να μεταγράψει σε γραμμή και χρώμα τις μεγαλειώδεις στιγμές του υπερβατικού. Με τον δικό του τρόπο θα ερμηνεύσει το ιερό που εγγράφεται παράλληλα, στην παράδοση του χριστιανισμού, στην ιστορία της βυζαντινής εικονογραφίας, αλλά και στην ιστορία της ευρωπαϊκής τέχνης και σκέψης».

Ο καλλιτέχνης επηρέασε καταλυτικά τις κατοπινές γενεές Ελλήνων ζωγράφων που διεκδίκησαν την ελευθερία στην προσωπική εικαστική τους έκφραση. Ένας σημαντικός μαθητής του Παρθένη, ο Νίκος Χατζηκυριάκος-Γκίκας, θεωρείται δικαίως μέλος και συνομιλητής της περίφημης γενιάς του ’30. Ο Χατζηκυριάκος-Γκίκας ζωγραφίζει χρησιμοποιώντας έντονο φως και χρώμα. Είναι η εποχή που η Γενιά του ’30 αναζητεί τα χαρακτηριστικά της ελληνικότητας. Στο έργο του “Το Χριστουγεννιάτικο Δέντρο”, (ελαιογραφία σε Μουσαμά), ο Χατζηκυριάκος-Γκίκας παρουσιάζει το χώρο με αισθητική και σχεδιαστική κομψότητα, αλλά και αφαίρεση. Εδώ, επιχειρεί ένα παιχνίδι με τις κλίμακες, με ταυτόχρονη παράθεση διαφορετικών επιπέδων.

Ενδιαφέροντα στοιχεία του έργου είναι η έντονη χρωματική διαφοροποίηση, τα λαμπερά χρώματα, η κινητικότητα και η ρυθμική οργάνωση της σύνθεσης, στοιχεία που αποτυπώνουν τη προσφορά του καλλιτέχνη στην εξέλιξη της ελληνικής τέχνης. Ο ίδιος είχε δηλώσει πως επηρεάστηκε βαθύτατα από το έργο του Ματίς, του ανατρεπτικού ζωγράφου που χρησιμοποιούσε το χρώμα ως αρχιτεκτονικό μέσο. Το ίδιο σημαντική ήταν η επίδραση που δέχθηκε από τους κυβιστές Μπρακ και Πικάσο, στο Παρίσι του ’20. Κατόρθωσε λοιπόν με ένα μοναδικό τρόπο να ενσωματώσει στο έργο του τις κατακτήσεις της μοντέρνας ευρωπαϊκής τέχνης.  Τελευταίος σταθμός, στο εικαστικό μας ταξίδι, δύο έργα του ζωγράφου Παναγιώτη Τέτση, με θέμα την απεικόνιση της λαϊκής δοξασίας των Καλικαντζάρων. Σ’ ολόκληρη την Ελλάδα, από τα Χριστούγεννα έως την παραμονή των Φώτων, ζωντανεύει ο σχετικός θρύλος.

Σύμφωνα με τη λαϊκή φαντασία, τα δύσμορφα αυτά τερατάκια είναι καταδικασμένα να ζουν κάτω από τη γη, πριονίζοντας όλο το χρόνο το δέντρο που στηρίζει τον πάνω κόσμο. Τα Χριστούγεννα, όμως, που το πριόνισμα κοντεύει να τελειώσει, αποφασίζουν να επισκεφθούν τους ανθρώπους, πειράζοντάς τους με κάθε είδους αταξία και πονηριά! Τους καλικάντζαρους αποτύπωσε ο ζωγράφος Τέτσης, με εκφραστικότητα και χιούμορ, στο βιβλίο “Αερικά, ξωτικά και καλικάντζαροι” του Θάνου Βελλουδίου. Το βιβλίο του Βελλουδίου αποτελεί μια τεκμηριωμένη μελέτη των Ελληνικών παραδόσεων που σχετίζονται με τους καλικάντζαρους και συνοδεύεται από πίνακες καταξιωμένων ζωγράφων.

Τα έργα αυτά του Τέτση με θέμα τους καλικάντζαρους δεν είναι αντιπροσωπευτικά της φωτοτροπικής και χρωματικής ζωγραφικής του καλλιτέχνη. Επιλέχθηκαν όμως γιατί η θεματική τους σχετίζεται με τα Χριστουγεννιάτικα έθιμα και παραδόσεις. Στο έργο αυτό απεικονίζεται η εμφάνιση των καλικαντζάρων στους Αέρηδες, στην Πλάκα, την παραμονή της Γέννησης του Χριστού. Μπορεί να διακρίνει κανείς τη σκηνή της Γέννησης του Χριστού, ενώ, λίγο παρακάτω, εικονίζονται απλοί καθημερινοί άνθρωποι να χορεύουν, ένας λατερναντζής να παίζει τη λατέρνα και ένας ακόμη άντρας να χτυπά το ντέφι. Οι καλικάτζαροι βγαίνουν από το πηγάδι και τρομάζουν τους ανθρώπους. Στα έγκατα της γης, οι υπόλοιποι καλικάντζαροι συνεχίζουν το πριόνισμα του δέντρου.

Ο Τέτσης καταφέρνει να συνδυάσει εδώ τη βυζαντινή αγιογραφία (στην απόδοση των ιερών προσώπων) με τη λαϊκή τέχνη, καθώς οι απεικονίσεις των απλών ανθρώπων είναι συνδεδεμένες με τις κοινές παραδόσεις, τα συλλογικά βιώματα, τη συνείδηση και τη ζωή του Ελληνικού λαού. Το έργο έχει διηγηματικότητα και αποπνέει αισιοδοξία Στο δεύτερο έργο του, ο Τέτσης απεικονίζει τους καλικάτζαρους και την αγαπημένη τους συνήθεια, τον χορό στο ταψί! Η εμπνευσμένη πέννα του αφηγητή Βελλουδίου περιγράφει τη σκηνή. Ποιός θα τον χορέψει…; Ο Έλληνας που απεικονίζεται με την παραδοσιακή κοντή φουστανέλα. Οι καλικάτζαροι τινάζουν τον δίσκο, χορεύουν τον Έλληνα στο ταψί και κραυγάζουν χαρούμενοι.

Είναι αξιοσημείωτη η χρήση των συμβόλων: o δίσκος, ο αστέρας-ήλιος στο κέντρο του δίσκου και τα στολίδια γύρω-γύρω, χρησιμοποιούνται αλληγορικά. Συμπερασματικά λοιπόν θα λέγαμε ότι οι Νεοέλληνες καλλιτέχνες μετέφεραν με ενάργεια και εκφραστικότητα, την ατμόσφαιρα των Χριστουγέννων στην εικαστική τους δημιουργία. Οι ζωγράφοι που επηρεάστηκαν από την ακαδημαϊκή σχολή του Μονάχου αλλά και οι εικαστικοί της περίφημης γενιάς του 1930 επιχείρησαν να διατηρήσουν την αυθεντικότητα και “ελληνικότητα” του έργου τους, συμπαρατάσσοντας όμως στοιχεία από τη σύγχρονη τους ευρωπαϊκή τέχνη.

Τα στοιχεία αυτά προσπάθησαν να τα εξελίξουν και να τα προσαρμόσουν στην ιδιοτυπία του προσωπικού τους καλλιτεχνικού ιδιώµατος. Οι Νεοέλληνες καλλιτέχνες που ασχολήθηκαν με τη Βυζαντινή αγιογραφία, κατάφεραν μέσα από τις εικόνες ή τις τοιχογραφίες της Γεννήσεως, να δώσουν μορφή στη διδασκαλία της Εκκλησίας. Οι αγιογράφοι διατήρησαν, στην έκφραση τους, το μέτρο, ανάμεσα στο θείο και το ανθρώπινο, αποδίδοντας με χρώματα και σχήματα την ενανθρώπιση του Χριστού ως γεγονός ιστορικό αλλά και μυστηριακό, συνδυάζοντας τη θεολογική διάσταση της Γέννησης με την αισθητική χαρά που γεννιέται από την τέχνη 18. Αλλά και ο ποιητικός λόγος είναι έμφορτος από αναφορές για τα Χριστούγεννα.

Ο συμβολισμός της γιορτής και το βαθύτερο νόημα των Χριστουγέννων εκφράζεται μ’ έναν εκπληκτικό τρόπο στο ποίημα του Τάσου Λειβαδίτη “Γέννηση”, που ανήκει στη Συλλογή “Ο αδελφός Ιησούς”.

«Εν’ άλλο βράδυ τον άκουσα να κλαίει δίπλα.

Χτύπησα την πόρτα και μπήκα.

Μου ’δειξε πάνω στο κομοδίνο ένα μικρό ξύλινο σταυρό.

΄΄Είδες΄΄, μου λέει – ΄΄γεννήθηκε η ευσπλαχνία΄΄.

Έσκυψα τότε το κεφάλι κι έκλαψα κι εγώ,

γιατί θα περνούσαν αιώνες και αιώνες 

και δε θα ’χαμε να πούμε τίποτα ωραιότερο απ’ αυτό.

Ας ξαναζωντανέψουμε την οπτική του ποιητή, τούτες τις ημέρες, και τους συμβολισμούς που ο ποιητής αλλά και ο καθένας από εμάς τους προσδίδει, και ας ανοίξουμε τις διόδους για να βιωθεί η πανανθρώπινη αξία της Αγάπης. Για κάθε τι υψηλό, που εκφράζει η Γέννηση του Θεανθρώπου. _

Διαβάστε ολόκληρη τη μελέτη εδώ