Αγαπητή μου φίλη,
Αγαπητέ μου φίλε,
Σε κατάστημα στη γειτονιά μου, που βρέθηκαπρόσφατα, μπροστά στην ταμειακή μηχανή, είδα κολλημένη σε χαρτί τη φράση:
«Η αχαριστία θα έπρεπε να διώκεται ως ποινικό αδίκημα»
Μου έκανε μεγάλη εντύπωση και αναρωτήθηκα, τι συμπεριφορά πρέπει να έχει δεχτεί αυτός ο άνθρωπος, ώστε να αισθανθεί την ανάγκη να διακηρύξει με τον τρόπο αυτό το παράπονό του. Αλλά και πόσοι ακόμη δεν έχουν νιώσει κάποιες στιγμές μια ανάλογη πικρή εμπειρία!
Είναι πολλά εκείνα, που μπορεί να δεχτεί ένας άνθρωπος και να τον λυπήσουνβαθειά: Θυμό, ειρωνεία, προσβολή, αναίτια επίθεση κάθε είδους…Δεν υπάρχει όμως τίποτε πικρότερο από την αχαριστία. Ίσως να είναι αυτή, που αποτελεί το αποκορύφωμα του παραλογισμού της ανθρώπινης συμπεριφοράς. Όταν η αχαριστία πληγώσει, το τραύμα της είναι πολύ πικρό και δύσκολα ξεχνιέται.
Τα αναφέρω όλα αυτά, διότι θα ήθελα να σου προτείνω να αναδείξεις αυτό ακριβώς το ανθρώπινο πάθος, την αχαριστία, ως κεντρικό νόημα στην σημερινή περικοπή της γιατρειάς των δέκα λεπρών.
Αναμφίβολα, το θαύμα αυτόαποτελείμία ακόμηένδειξη της παντοδυναμίας του Κυρίου. Είναι όμως αυτό το ιδιαίτερο, αυτό το «κάτι», που «ντύνει» τη φωνή του Κυρίου, όταν λέει:
«Οι δε εννέα πού;»
Είναι στιγμή, που ακόμη και ο ανενδεής Θεός αφήνει να διαφανεί μια αδιόρατη πίκρα για ένα «ευχαριστώ» που δεν λέχθηκε ποτέ.Και επιπλέον, ηχεί και σαν θλιβερό προανάκρουσμα, -αυτή η αχαριστία δια της απουσίας-, μιας άλλης, επερχόμενης αχαριστίας, -αχαριστίας δια της επίθεσης και της σταυρικής θανάτωσης-, που κάνει τον μελωδό να ταυτιστεί με το παράπονο του Θεανθρώπου στον Γολγοθά και να δώσει φθόγγους στη σιωπή Του:
«Λαός μου, τι εποιήσά σοι, και τι μοι ανταπέδωκας;» (Ακολουθία των Παθών, αντίφωνο ιβ΄)
Θα σου πρότεινα επίσης, ξεκινώντας από την επισήμανση της βιβλικής αχαριστίας, να θέσεις και το θέμα της δικής μας, καθημερινής αχαριστίας, που είναι διάχυτη στις μέρες μας.Ίσως να φαίνεται οξύμωρο, να μιλάει κανείς για ευγνωμοσύνη σε τόσο δύσκολες εποχές, οπωσδήποτε όμως τις κάνει δυσκολότερες η ευαισθησία μας στο να εντοπίζουμε τι μας λείπει σε συνδυασμό με την αδυναμία μας να εκτιμούμε και να απολαμβάνουμε εκείνα που έχουμε και τα θεωρούμε αυτονόητα.
Μπροστά μας έχουμε παιδιά, που μια ολόκληρη κοινωνία, είτε μέσω του σχολείου, είτε μέσω της κοινωνικής συμπεριφοράς των μεγαλύτερων, τα διδάσκει διαρκώς την επιδίωξη του ψηλότερου και του περισσότερου. Η ευγνωμοσύνη δεν περιλαμβάνεται στη διδακτέα ύλη. Ίσως γι΄ αυτό και να ανέλαβε να την διδάξει η στέρηση.
Ας μην ξεχνάμε λοιπόν, πως, εκτός από την πίκρα εκείνου που δέχεται την αχαριστία, υπάρχει και η μιζέρια του αχάριστου, που παρουσιάζεται ανίκανος να εκτιμήσει τις δωρεές και πολύ περισσότερο, να τις μοιραστεί.Και ίσως αυτός να είναι, που χρειάζεται περισσότερη συμπόνια. Άλλωστε, κοινή είναι η θέση όλης της Πατερικής, αλλά και της Νηπτικής παράδοσης της Εκκλησίας μας, πως η ευγνωμοσύνη δεν αποτελεί ανταπόκριση σε αίτημα ή ανάγκη του Θεού, αλλά άνοιγμα του εαυτού μας σε νέες δωρεές. Δεν είναι όμως αυτό το τελευταίο σκαλοπάτι. Η ευγνωμοσύνη δεν αποτελεί μόνο ανταπόδοση σε κάτι που αποκτήσαμε. Οι «εργάτες» της νοεράς προσευχής, διδάσκουν, πως έρχεται η στιγμή, που η ψυχή δεν ζητάει τίποτε από τον Θεό, αλλά πλημμυρίζει ευγνωμοσύνη για αυτή τη σχέση μ΄ Εκείνον, σχέση, που καθιστά τον άνθρωπο πλήρη και μεταμορφωμένο.
Αυτός λοιπόν φαίνεται να είναι ο δρόμος της άμυνας από την πληγή της αχαριστίας και αυτός πρέπει να υποδειχθεί στους νεαρούς ακροατές μας. Όπως λέει και ένας σύγχρονος γέροντας:
«Μην περιμένεις ευχαριστώ από τους ανθρώπους. Ό,τι κάνεις, να το κάνεις για την δόξα του Κυρίου!» (Απόσπασμα από το βιβλίο του Πρεσβυτέρου Θεμιστοκλέους Στ. Χριστοδούλου, «Σύγχρονες Πατερικές Μορφές», Πνευματικές νουθεσίες από το νησί της Αποκαλύψεως Γέροντος Παύλου Νικηταρά).
Δυστυχώς ή ευτυχώς, δεν τελειώνει η συζήτηση για την ευγνωμοσύνη και την αχαριστία. Ίσως, ο βασικός στόχος να πρέπει να είναι η εξοικείωση των παιδιών μας με τη λέξη «ευχαριστώ». Όπου σταθούν και με όποιον συναναστρέφονται. Και συγχρόνως η σχεδόν αυτόματη προσφυγή τους στην παρηγοριά του Χριστού, όταν η αιχμή της αχαριστίας τα πληγώσει, με την υπόδειξη να εκμεταλλευτούν το συναίσθημα αυτό, για να κατανοήσουν λίγο περισσότερο το μέγεθος της δικής μας αχαριστίας προς Εκείνον.
Τελειώνοντας, μου έρχεται στο νου μια υπόδειξη της μητέρας μου, φερμένη από την παράδοση της Μικρασίας:
«Κι ένα ποτήρι νερό να σου δώσει κάποιος, ό,τι κι αν δεις από τον άνθρωπο αυτόν, θα του είσαι πάντα ευγνώμων».
Ας έρθουμε τώρα και στην σημερινή περικοπή, από το 17ο κεφάλαιο του Ευαγγελιστή Λουκά, στ. 12-19:
12Καθώς έμπαινε σ’ ένα χωριό, τον συνάντησαν δέκα λεπροί· στάθηκαν λοιπόν από μακριά 13και του φώναζαν δυνατά: «Ιησού, αφέντη, ελέησέ μας!» 14Βλέποντάς τους εκείνος τους είπε: «Πηγαίνετε να σας εξετάσουν οι ιερείς». Και καθώς πήγαιναν, καθαρίστηκαν από τη λέπρα. 15Ένας απ’ αυτούς, όταν είδε ότι θεραπεύτηκε, γύρισε δοξάζοντας με δυνατή φωνή το Θεό, 16έπεσε με το πρόσωπο στα πόδια του Ιησού και τον ευχαριστούσε. Κι αυτός ήταν Σαμαρείτης. 17Τότε ο Ιησούς είπε: «Δε θεραπεύτηκαν και οι δέκα; Οι άλλοι εννιά πού είναι; 18Κανένας τους δε βρέθηκε να γυρίσει να δοξάσει το Θεό παρά μόνο τούτος εδώ ο αλλοεθνής;» 19Και σ’ αυτόν είπε: «Σήκω και πήγαινε στο καλό· η πίστη σου σε έσωσε».
Νομίζω, πως εύκολα θα συμφωνήσεις κι εσύ, πως πίσω από το πασιφανές θαύμα, κρύβονται διαστάσεις, που θα αγγίξουν, όχι μόνο το μυαλό, αλλά και το συναίσθημα των ακροατών μας. Υποτίθεται βέβαια, πως κατά το παρελθόν, έχουμε προσεγγίσειεπανειλημμένως τον τρόπο, αλλά και τη σκοπιμότητα της διενέργειας των θαυμάτωνεκμέρους του Χριστού. Οπότε ίσως να αρκεί μια απλή υπενθύμιση.
Νομίζω, πως είναι απαραίτητο να γίνει αυτή η ενημέρωση. Αν μάλιστα θελήσεις, μπορείς να υπενθυμίσεις στα παιδιά, πως η κατάσταση αυτή δεν έχει εκλείψει σήμερα. Κι αν δεν είναι η λέπρα, υπάρχουν ασθένειες σωματικές (ΑΙDS) και ψυχικές (ναρκομανείς, ψυχασθενείς), που η κοινωνία μας δεν θέλει ούτε να τους βλέπει.
Στο σημείο αυτό παρουσιάζεται η δυνατότητα να παραλληλίσει κανείς τη στάση των εννέα λεπρών με την πανανθρώπινη αχαριστία προς τον Θεό. Μια αχαριστία, που ξεκινάει από την γενικότερη στάση του ανθρωπίνου γένους στον παράδεισο και φτάνει μέχρι τα καθημερινά. Ας ζητήσουμε από τα παιδιά να αναλογιστούν, όχι μόνο αυτά που τους λείπουν, αλλά και αυτά που απολαμβάνουν, χωρίς να τα εκτιμούν και συγχρόνως να θυμηθούν, πόσες φορές θέλησαν να ζητήσουν κάτι από Θεό, αλλά και ανθρώπους και πόσες φορές επέστρεψαν για να ευχαριστήσουν.
Και κάτι τελευταίο:
Ας θυμίσουμε στα παιδιά την στάση των Εβραίων απέναντι στους Σαμαρείτες. Τους θεωρούν αιρετικούς, η επαφή μαζί τους αποτελεί σχεδόν προδοσία, είναι εκείνοι που συγκεντρώνουν όλο το μίσος και την απέχθεια.
Κάπου εδώ μπορούμε να σταματήσουμε. Δεν ξέρω αν ο χρόνος επιτρέπει την κάλυψη όλων των προηγουμένων. Σημασία έχει, αν κάτι θέλουμε να αφήσουμε στα παιδιά, ας είναι το μήνυμα, πως ο ευγνώμων άνθρωπος είναι σαν να καλεί τους συνανθρώπους του σε μια σχέση ευγένειας και ποιότητας, αλλά και την αγάπη του Θεού να προβεί σε περισσότερες δωρεές.
Ας έχουν τα παιδιά μας διαρκώς στα χείλη, στα καλά, αλλά και στα δύσκολα, ένα «Δόξα τω Θεώ», ως έκφραση πίστης και ευγνωμοσύνης προς Εκείνον.