Και τι όμοιο έπαθες εσύ από όσα έπαθε ο Δεσπότης σου;

22 Φεβρουαρίου 2022

Μαστίγωση του Χριστού (1312). Τοιχογραφία στον εξωνάρθηκα του Καθολικού της Ιεράς Μεγίστης Μονής Βατοπαιδίου.

(Επιμέλεια Στέλιος Κούκος)

Ιωάννου Χρυσοστόμου Ομιλία ΙΗ΄
Ματθ. 5, 38 – 48

Συνέχεια από εδώ: http://www.pemptousia.gr/?p=334158

4. Και αν εξετάση κανείς με προσοχήν, θα εύρη και εις αυτά τα ίδια μίαν προσθήκην πολύ μεγαλυτέραν αυτών. Διότι δεν είπεν απλώς να αγαπώμεν, αλλά και να προσευχώμεθα.

Είδες πόσα σκαλοπάτια ανέβη και πώς μας έστησεν εις την ιδίαν την κορυφήν της αρετής; Πρόσεξε τώρα μετρών προς τα επάνω.

Πρώτον σκαλί, να μη κάμης αρχήν εις την αδικίαν.

Δεύτερον μετά την αρχήν, να μη ανταποδώσης το ίσον.

Τρίτον να μη προξενήσης ό,τι έπαθες αλλά να μείνης ήσυχος.

Τέταρτον, να προσφέρης τον εαυτόν σου εις την αδικίαν.

Πέμπτον, να προσφερθής διά πολύ περισσότερα από όσα θέλει ο
αδικητής σου.

Έκτον, να μη μισήσης αυτόν που σε έβλαψεν.

Έβδομον, να τον αγαπήσης επί πλέον.

Όγδοον, να τον ευεργετήσης·

και από επάνω· ένατον, να παρακαλής ταυτόχρονα προς χάριν του τον Θεόν.

Βλέπεις ύψος πνευματικότητος;

Διά τούτο έχει και έπαθλον λαμπρόν. Επειδή η εντολή ήτο μεγάλη και απαιτούσε γενναίαν ψυχήν και πολύν ζήλον, θέτει και μισθόν τέτοιον, όσον διά κανένα από τα προηγούμενα.

Δεν αναφέρει βέβαια εδώ την γην όπως όταν ομιλή διά τους πράους; ούτε την παρηγορίαν και την ευσπλαγχνίαν, όπως εις την περίπτωσιν εκείνων που πενθούν και εκείνων που ελεούν.

Ούτε την Βασιλείαν των ουρανών. Αναφέρει αυτό που ήτο το φρικτότερον από όλα, να γίνωμεν όμοιοι με τον Θεόν, όπως ημπορούν να γίνουν οι άνθρωποι. Διά να γίνετε, λέγει, «όμοιοι με τον Πατέρα σας εις τον ουρανόν».

Συ πρόσεξε ότι ούτε εδώ ούτε και προηγουμένως τον αποκαλεί πατέρα του.

Αλλά εκεί τον ονομάζει Θεόν και μεγάλον Βασιλέα, όταν ωμιλούσε διά τους όρκους.

Εδώ τον αποκαλεί πατέρα ιδικόν των. Τούτο το κάνει, φυλάσσων την εξήγησιν διά την κατάλληλον ώραν.

Παραβάλλων έπειτα την ομοιότητα λέγει, ότι «Ανατέλλει τον ήλιόν του διά πονηρούς και αγαθούς και στέλλει την βροχήν του εις δικαίους και αδίκους». Επειδή αυτός όχι μόνον δεν μισεί αλλά και ευεργετεί όσους προσβάλλουν. Αν και το πράγμα δεν είναι Καθόλου όμοιον και διά το μέγεθος της ευεργεσίας και διά την διαφοράν της αξίας.

Συ περιφρονείσαι από τον ομόδουλόν σου, ενώ εκείνος από τον δούλον του που έχει άπειρα ευεργετήσει. Και συ όταν προσεύχεσαι διά κάποιον χαρίζεις λόγους, ενώ εκείνος πράγματα πολύ μεγάλα και θαυμαστά, ανάπτει την φλόγα του ηλίου και δίδει τας ετησίας βροχάς.

Παρ’ όλα αυτά, δέχομαι ότι είσαι ίσος του, όσον είναι δυνατόν να είναι ο άνθρωπος. Μη μισής λοιπόν όποιον σου κάνει κακόν, αφού σου προξενεί τόσα αγαθά και σε φέρει εις τόσον μεγάλην τιμήν.

Μη καταράσαι αυτόν που σε βλάπτει, επειδή και την βλάβην υποφέρεις και τον καρπόν δεν κερδίζεις· και την μεν ζημίαν δέχεσαι, την αμοιβήν όμως την χάνεις. Τούτο είναι το κορύφωμα της ανοησίας· να υπομένωμεν το βαρύτερον και να μη δεχώμεθα το ελαφρότερόν του.

Πώς είναι δυνατόν να γίνη τούτο; θα ερωτήση κάποιος.

Αφού είδες τον Θεόν να γίνεται άνθρωπος και να δείχνη τόσην συγκατάβασιν και να πάσχη τόσα προς χάριν σου, ερωτάς ακόμη και αμφιβάλλεις, πώς είναι δυνατόν να συγχωρήσης τους ομοδούλους σου διά τας αδικίας που σου κάμουν;

Δεν τον ακούς που σου παραγγέλλει από τον σταυρόν «Συγχώρησέ τους δεν γνωρίζουν τι πράττουν»;

Δεν ακούεις τον Παύλον που λέγει, «Αυτός που ανέβη εις τον ουρανόν και κάθεται εις τα δεξιά, μεσιτεύει δι’ ημάς»;

Δεν βλέπεις ότι και μετά τον σταύρον και μετά την ανάληψιν, έστελλε τους αποστόλους εις τους Ιουδαίους που τον είχαν φονεύσει διά να τους φέρουν τα αμέτρητα αγαθά και μάλιστα ενώ επρόκειτο να πάθουν από αυτούς μύρια δεινά;

Μήπως όμως αδικήθηκες εσύ; Και τι όμοιον έπαθες εσύ από όσα έπαθεν ο Δεσπότης σου;

Εκείνος εφυλακίσθη, εμαστιγώθη, εδέχθη ραπίσματα, εδέχθη εμπτυσμούς από τους υπηρετάς, υπέμεινε θάνατον και μάλιστα τον ατιμωτικώτερον όλων των θανάτων, έπειτα από μυρίας ευεργεσίας.

Και αν έχης πολύ αδικηθή, διά τούτο ευεργέτησε πολύ περισσότερον και διά να καταστήσης λαμπρότερον τον στεφανόν σου και διά ν’ απαλλάξης τον αδελφόν σου από την εσχάτην ασθένειαν. Και οι ιατροί, όταν δέχωνται λακτίσματα και ύβρεις από αρρώστους ερεθισμένους, περισσότερον τους λυπούνται τότε και ενδιαφέρονται διά την αποκατάστασιν της υγείας των επειδή γνωρίζουν ότι η ύβρις προέρχεται από τον παροξυσμόν της ασθενείας.

Αυτήν την γνώμην να έχης λοιπόν και συ δι’ όσους σε καταδιώκουν και έτσι να συμπεριφέρεσαι προς όσους σε αδικούν. Διότι είναι αυτοί κατά κυριολεξίαν που νοσούν και αυτοί υπομένουν όλην την κακοποίησιν.

Απάλλαξέ τον λοιπόν από την βαρείαν αυτήν βλάβην, κάνε τον να αφήση την οργήν και ελευθέρωσέ τον από τον βαρύ δαίμονα, τον θυμόν. Διότι αν ιδούμεν δαιμονισμένους, δακρύζομεν, δεν βιαζόμεθα να δαιμονισθούμεν και εμείς.

Τούτο ας κάνωμεν και τώρα δι’ αυτούς που οργίζονται, επειδή ομοιάζουν με τους δαιμονισμένους. Ή μάλλον είναι πιο αξιολύπητοι από αυτούς, επειδή παραφέρονται συνειδητά. Δι’ αυτό και η παραφορά των είναι ασυγχώρητος.

 

Από την έκδοση Ι. Χρυσοστόμου Έργα 9, «Υπόμνημα εις το Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον α’», (Ομιλίαι Α-Κ), της σειράς «Έλληνες Πατέρες της Εκκλησίας», των Πατερικών Εκδόσεων «Γρηγόριος ο Παλαμάς». Εισαγωγή, κείμενο, μετάφραση, σχόλια, Ιγνάτιος Σακαλής και Νικόλαος Τσικής (φιλόλογοι).